#06 - 06/2016
Σαν ένα πρώτο συμπέρασμα, μπορούμε να κρατήσουμε τουλάχιστον αυτό: η υψηλή (υψηλότατη!) παραγωγικότητα της εργασίας που βασίζεται σε υψηλότατα επίπεδα συνεργασίας και αλληλεξάρτησης, αυτό που αναφέρεται ως αυξημένη κοινωνικότητα της εργασίας, [10Προς αποφυγή παρεξηγήσεων: η υψηλή κοινωνικότητα της εργασίας σήμερα, δεν είναι ιδιαιτερότητα του χώρου των τεχνολογιών της πληροφορίας και των επικοινωνιών, αλλά αφορά το σύνολο της καπιταλιστικής παραγωγής. Μπορεί άραγε κανείς να διανοηθεί ακόμα και για το πιο απλό πράγμα (ας πούμε ένα μπουκάλι ή ένα ποτήρι) από πόσα χέρια και πόσα μυαλά περνάει μέχρι να φτάσει στα χέρια του/της; Ακόμα και μια απόπειρα σχετικά χαλαρής περιγραφής αυτής της διαδρομής θα μπορούσε να γεμίσει της σελίδες ενός μικρού βιβλίου. Η αλληλεξάρτηση και η συνεργασία, σαν χαρακτηριστικά της παγκόσμιας εργασίας, για φαινομενικά πιο απλά πράγματα από ότι το λογισμικό φαίνεται να είναι πραγματικά δύσκολο να γίνει άμεσα αντιληπτή, πόσο μάλλον να περιγραφεί με λεπτομέρειες. Και εδώ όμως η ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων συμπεριλαμβανομένων των νέων τεχνολογιών έχει κεντρική θέση. Αν και δεν είναι ακριβώς αυτό το θέμα μας, μπορούμε να δεχτούμε την κατηγορία ότι το software είναι μια “εύκολη” περίπτωση, όσο και μυθοποιημένη για τη μοναδικότητά της στην κοινωνικότητα, τη συμμετοχικότητα και τη συνεργασία των εργατών/εργατριών κατά την παραγωγή του.] είναι δυνατό να οδηγήσει στο ξεπέρασμα και την αμφισβήτηση της ιδιοκτησίας, στην περίπτωση μας της πνευματικής, ακόμα και χωρίς να προ-απαιτείται η ανατρεπτική διάθεση ενός κάποιου κινήματος. Ακριβώς για αυτό το λόγο, την ίδια στιγμή ή και προκαταβολικά το κεφάλαιο, μέσα από τη στρατηγική που εφαρμόζεται από τις πιο “προοδευτικές” επιχειρήσεις του εκάστοτε πεδίου παραγωγής, φροντίζει για τη δημιουργία νέων αγορών όπου επαναφέρονται δυναμικά οι σχέσεις ιδιοκτησίας.
Αν η αμφισβήτηση της ιδιοκτησίας αποτελεί μια προσωρινή ρωγμή στην πραγματικότητα ενός κόσμου που μεταβάλλεται γρήγορα, αυτή η ρωγμή θα πρέπει να καλυφθεί από την ίδια τη γρήγορη μεταβολή. Αυτό δεν αποτελεί καθόλου μια εξαίρεση σε μια υποτιθέμενη καπιταλιστική ομαλότητα, αλλά είναι η κεντρική πραγματικότητα της καπιταλιστικής κρίσης/αναδιάρθρωσης. Ποια είναι λοιπόν η σταθερά ανάμεσα σε αυτές τις ρωγμές; Δεν είναι άλλη από την εργασία και την εκμετάλλευσή της· τη διατήρηση της υπαγωγής της στο κεφάλαιο, στη στενή βάση των σχέσεων ιδιοκτησίας. [11Προς αποφυγή παρεξηγήσεων: η υψηλή κοινωνικότητα της εργασίας σήμερα, δεν είναι ιδιαιτερότητα του χώρου των τεχνολογιών της πληροφορίας και των επικοινωνιών, αλλά αφορά το σύνολο της καπιταλιστικής παραγωγής. Μπορεί άραγε κανείς να διανοηθεί ακόμα και για το πιο απλό πράγμα (ας πούμε ένα μπουκάλι ή ένα ποτήρι) από πόσα χέρια και πόσα μυαλά περνάει μέχρι να φτάσει στα χέρια του/της; Ακόμα και μια απόπειρα σχετικά χαλαρής περιγραφής αυτής της διαδρομής θα μπορούσε να γεμίσει της σελίδες ενός μικρού βιβλίου. Η αλληλεξάρτηση και η συνεργασία, σαν χαρακτηριστικά της παγκόσμιας εργασίας, για φαινομενικά πιο απλά πράγματα από ότι το λογισμικό φαίνεται να είναι πραγματικά δύσκολο να γίνει άμεσα αντιληπτή, πόσο μάλλον να περιγραφεί με λεπτομέρειες. Και εδώ όμως η ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων συμπεριλαμβανομένων των νέων τεχνολογιών έχει κεντρική θέση. Αν και δεν είναι ακριβώς αυτό το θέμα μας, μπορούμε να δεχτούμε την κατηγορία ότι το software είναι μια “εύκολη” περίπτωση, όσο και μυθοποιημένη για τη μοναδικότητά της στην κοινωνικότητα, τη συμμετοχικότητα και τη συνεργασία των εργατών/εργατριών κατά την παραγωγή του.]
Οι θεωρίες περί ομότιμης παραγωγής με βάση τα “κοινά” σαν βελτίωση ή/και ξεπέρασμα των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής και της αλλοτρίωσης ή ακόμα ο “καθαγιασμός” της διανοητικής εργασίας ως άυλης και αιθέριας πράξης που επεκτείνεται πέρα από τον εργάσιμο χρόνο αναδύθηκαν και έγιναν της μόδας σαν απόψεις κατά τη δεκαετία του 2000, ως και το ξέσπασμα της τελευταίας οξείας φάσης της καπιταλιστικής κρίσης/αναδιάρθρωσης .
Αρκετοί ακαδημαϊκοί, τόσο της φιλελεύθερης όσο και της μετα-μαρξιστικής διανόησης, “είδαν ψωμί” και βιάστηκαν να αφομοιώσουν ως παραδειγματικές τις διεργασίες παραγωγής του open source. Καθόλου όμως δεν άργησαν, απ’ τη μεριά τους, και τα αφεντικά και οι διαφημιστές των start-ups, αλλά και παλιότερων εταιριών, να στήσουν με αστραπιαίους ρυθμούς μικρότερα ή μεγαλύτερα κάτεργα παντού στον κόσμο, ευαγγελιζόμενοι την ελευθερία του ανοιχτού κώδικα· αυτοί κάνανε απλά τη δουλειά τους. Για αυτό και στη συνέχεια, θα αφήσουμε κατά μέρους τις θεωρίες των ακαδημαϊκών και θα προσπαθήσουμε να εστιάσουμε στην πραγματικότητα των σχέσεων παραγωγής. [12Σχετικά αναγνώσματα, για το p2p:
-Bawens, M. (2005). The political economy of peer production, Ctheory.net. Διαθέσιμο στο:
http://www.ctheory.net/articles.aspx?id=499
-Benckler, M, Nissenbaum, H. (2006). Commons-Based Peer Production and Virtue, 14(4) J. Political Philosophy 394-419.
Διαθέσιμο στο:
http://www.nyu.edu/projects/nissenbaum/papers/jopp_235.pdf]
Οι software developers, σαν μέρος του ηλεκτρονικού προλεταριάτου (σε αντίθεση με τα καλοπληρωμένα στελέχη και τους managers που πολλαπλασιάζονται σαν αμοιβάδες) εξακολουθούν να ασφυχτιούν ρίχνοντας μερόνυχτα πάνω στα πληκτρολόγια. [13Με μια δόση (ίσως) υπερβολής: Το πληκτρολόγιο κάπως έτσι μετατρέπεται για πολλούς από αυτούς σε “αναλώσιμο” και αντικαθίσταται το ίδιο τακτικά, με τα μελάνια του εκτυπωτή. Με την παραδοχή ότι το πρώτο γίνεται όλο και πιο συχνά ενώ το δεύτερο όλο και πιο σπάνια. Μόνο λίγοι “παλιακοί” τυπώνουν πλέον συστηματικά σε χαρτί.]
Καθώς το μεγαλύτερο μέρος του κόστους παραγωγής του λογισμικού αντιστοιχεί σε “κόστος ανάπτυξης”, δηλαδή εργασίας, η ελαχιστοποίηση των μισθών μέχρι και την εθελοντική “δωρεάν” εργασία αποτελεί σταθερή επιδίωξη των εταιριών του κλάδου. Τα ίδια επιχειρήματα που για κάποιους μπορεί και να φαντάζουν ριζοσπαστικά επανατροφοδοτούν τα “παραραδοσιακά” μανατζερίστικα κλισέ: “σημασία έχει να σου αρέσει αυτό που κάνεις”, “εδώ είμαστε όλοι μια οικογένεια που στηρίζεται στη συμμετοχή και τη συνεργασία και είμαστε όλοι ισότιμοι”, “εδώ δεν το λέμε υπερωρίες... είναι... πως το λένε; η ζώη μας αυτό”(!)... Όλα αυτά αποτελούν μια ανεστραμμένη εκδοχή της υιοθέτησης εργαλείων ολοένα και πιο σκληρού ελέγχου της διανοητικής εργασίας, μέσα από την ποσοτικοποίησή της και την ανάλυση της σε μικρά ελέγξιμα υπο-έργα (sub-tasks). Η μέτρηση των γραμμών του κώδικα που εναποτίθεται καθημερινά από τους προγραμματιστές και η καταγραφή του ιστορικού των τροποποιήσεων, η αυτοματοποιημένη ανάλυση της ποιότητας του κώδικα με βάση συγκεκριμένα κριτήρια “ορθής συγγραφής”, η χρήση δικτυακών εργαλείων project management ακόμα και για μέτρηση των “καθαρών” ωρών εργασίας, η εκτίμηση της πορείας προς την κάλυψη στόχων ή/και προθεσμιών και η αξιολόγηση του burndown
[14Ο όρος θα μπορούσε να αφορά το “κάψιμο” των developers. Εδώ όμως αναφερόμαστε σε διαγράμματα αναπαράστασης της πραγματικής πορείας ενός έργου (burndown charts), που περιγράφουν το βαθμό εκπλήρωσης των sub-tasks, και που εκδίδονται σε αντιπαραβολή με μια ιδανική πορεία. Οι μάνατζερς φροντίζουν η “ιδανική” πορεία να αποτελεί το καρότο της υπόθεσης· και το μαστίγιο φυσικά δικό τους.] αποτελούν κάποια μόνο από τα μέσα που χρησιμοποιούνται στο σύγχρονο μάνατζμεντ των μικρότερων ή μεγαλύτερων εταιριών ανάπτυξης λογισμικού. Μπορεί αυτά τα εργαλεία να είναι open source, μπορεί και να μην είναι, το ίδιο και τα προϊόντα που παράγονται, who cares? Όπως και στην περίπτωση του Mozilla project τότε, έτσι και τώρα, κατά την εφαρμογή όλων αυτών των εργαλείων δεν υπάρχει καμία μαγεία της αυτο-οργάνωσης της κοινότητας. Πλέον, υπερτερεί το στρες, ο ανταγωνισμός και οι επιδόσεις.
Οι ίδιοι οι προγραμματιστές και οι προγραμματίστριες, που τώρα μπορεί να προτιμούν την πιο trendy ονομασία “developers” και να γουστάρουν open-source, όταν συμβαίνει να δουλεύουν κάτω από αυτές τις συνθήκες, δύσκολα μπορούν να απωθήσουν το στρες που το μάνατζμεντ τους προκαλεί. Την ίδια στιγμή, οι εταιρίες αιχμής του open-source ανταγωνίζονται για το ποια θα ενσωματώσει στις υπηρεσίες της την περισσότερη φθηνή, αν όχι δωρεάν, εργασία των πάλαι-ποτέ κοινοτήτων του free software, ενώ παράλληλα διαφημίζουν την εικόνα του ακριβοπληρωμένου στελέχους για τους έμμισθους υπαλλήλους τους “στα κεντρικά”.
Hippie or Yuppie? Καταμεσής της χρηματιστηριακής φούσκας των dot.com, ο Linus Torvalds, δημιουργός και βασικός developer του Linux Kernel, που αποτελεί πλέον τον πυρήνα της πλειοψηφίας των λειτουργικών συστημάτων που τρέχουν σε servers και στο android της google, σε (δισ)εκατομμύρια συσκευές, ποζάρει στο εξώφυλλο του περιοδικού forbes.
10 - Προς αποφυγή παρεξηγήσεων: η υψηλή κοινωνικότητα της εργασίας σήμερα, δεν είναι ιδιαιτερότητα του χώρου των τεχνολογιών της πληροφορίας και των επικοινωνιών, αλλά αφορά το σύνολο της καπιταλιστικής παραγωγής. Μπορεί άραγε κανείς να διανοηθεί ακόμα και για το πιο απλό πράγμα (ας πούμε ένα μπουκάλι ή ένα ποτήρι) από πόσα χέρια και πόσα μυαλά περνάει μέχρι να φτάσει στα χέρια του/της; Ακόμα και μια απόπειρα σχετικά χαλαρής περιγραφής αυτής της διαδρομής θα μπορούσε να γεμίσει της σελίδες ενός μικρού βιβλίου. Η αλληλεξάρτηση και η συνεργασία, σαν χαρακτηριστικά της παγκόσμιας εργασίας, για φαινομενικά πιο απλά πράγματα από ότι το λογισμικό φαίνεται να είναι πραγματικά δύσκολο να γίνει άμεσα αντιληπτή, πόσο μάλλον να περιγραφεί με λεπτομέρειες. Και εδώ όμως η ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων συμπεριλαμβανομένων των νέων τεχνολογιών έχει κεντρική θέση. Αν και δεν είναι ακριβώς αυτό το θέμα μας, μπορούμε να δεχτούμε την κατηγορία ότι το software είναι μια “εύκολη” περίπτωση, όσο και μυθοποιημένη για τη μοναδικότητά της στην κοινωνικότητα, τη συμμετοχικότητα και τη συνεργασία των εργατών/εργατριών κατά την παραγωγή του.
[ επιστροφή ]
11 - Μόνο με αυτόν τον τρόπο, οι ίδιες οι παραγωγικές δυνάμεις που αναπτύσσονται και εμφανίζονται να ξεπερνούν εδώ ή εκεί την ίδια την αναγκαιότητα της ύπαρξης της τάξης των ιδιοκτητών μπορούν τελικά να αναγνωρίζουν στην ύπαρξη του κεφαλαίου τη μοναδική εφικτή μορφή της συλλογικότητας/κοινωνικότητας τους· καθώς αυτή η κοινωνικότητα στη βάση της – τη ζωντανή εργασία - τεμαχίζεται, αποδυναμώνεται, υποτιμάται, εξατομικεύεται και τελικά συσσωρεύεται σαν πλούτος στα χέρια της τάξης των ιδιοκτητών. Το “Εδώ ή Εκεί” αυτού του ξεπεράσματος, όσο γίνεται αυτο-αναφορικό (και αυτό συμβαίνει συχνά για την περίπτωση του λογισμικού) και δεν αναγνωρίζει αυτές τις διεργασίες της κρίσης των σχέσεων ιδιοκτησίας, της υποτίμησης, της υπαγωγής και της συσσώρευσης σαν διεργασίες που λαμβάνουν χώρα και ισχύουν για το σύνολο της παγκόσμιας παραγωγής (και της παγκόσμιας εργασίας) σηματοδοτεί και κάτι ακόμα: Το πάτημα ενός κουμπιού σαν δυνατότητα (ή/και ελευθερία) Εδώ μπορεί να συμβαίνει ταυτόχρονα με το θάνατο κάποιων Άλλων Εκεί· και να είναι σαν να μην συμβαίνει τίποτα.
[ επιστροφή ]
12 - Σχετικά αναγνώσματα, για το p2p:
-Bawens, M. (2005). The political economy of peer production, Ctheory.net
Διαθέσιμο στο: http://www.ctheory.net/articles.aspx?id=499
-Benckler, M, Nissenbaum, H. (2006). Commons-Based Peer Production and Virtue, 14(4) J. Political Philosophy 394-419. Διαθέσιμο στο:
http://www.nyu.edu/projects/nissenbaum/papers/jopp_235.pdf
[ επιστροφή ]
13 - Με μια δόση (ίσως) υπερβολής: Το πληκτρολόγιο κάπως έτσι μετατρέπεται για πολλούς από αυτούς σε “αναλώσιμο” και αντικαθίσταται το ίδιο τακτικά, με τα μελάνια του εκτυπωτή. Με την παραδοχή ότι το πρώτο γίνεται όλο και πιο συχνά ενώ το δεύτερο όλο και πιο σπάνια. Μόνο λίγοι “παλιακοί” τυπώνουν πλέον συστηματικά σε χαρτί.
[ επιστροφή ]
14 - Ο όρος θα μπορούσε να αφορά το “κάψιμο” των developers. Εδώ όμως αναφερόμαστε σε διαγράμματα αναπαράστασης της πραγματικής πορείας ενός έργου (burndown charts), που περιγράφουν το βαθμό εκπλήρωσης των sub-tasks, και που εκδίδονται σε αντιπαραβολή με μια ιδανική πορεία. Οι μάνατζερς φροντίζουν η “ιδανική” πορεία να αποτελεί το καρότο της υπόθεσης· και το μαστίγιο φυσικά δικό τους.
[ επιστροφή ]