#18 - 06/2020
Είναι πράγματι εντυπωσιακό το ότι ο κορωνοϊός κατάφερε να επιτύχει έναν τέτοιο βαθμό διαταξικής ενότητας που θα ήταν αδιανόητος ακόμα και με πρόσχημα τα πιο φλέγοντα «εθνικά θέματα». Εννοείται φυσικά ότι η κοινοβουλευτική αριστερά, παρά τις υποτιθέμενες αντι-ιμπεριαλιστικές κορώνες της, παραμένει βαθιά εθνικιστική και αποφεύγει προσεκτικά τα στραβοπατήματα εκτός της εθνικής γραμμής. Έστω κι έτσι όμως, υπάρχουν πάντα οι απείθαρχοι που δεν πείθονται εύκολα από τις διανοητικές ακροβασίες των κομμάτων και οργανώσεών της κοινοβουλευτικής αριστεράς για να δικαιολογήσουν την παραμονή της εντός εθνικής γραμμής. Τέτοιες φωνές αντίθεσης προς το φούσκωμα της εθνικής περηφάνιας πληθαίνουν όσο διατρέχει κανείς το πολιτικό φάσμα προς τα αριστερά, αν και οι «εκπλήξεις» ποτέ δεν λείπουν· σκληρό νόμισμα ο πατριωτισμός και είναι πολλοί αυτοί που φτιάχνουν αποθεματικό.
Και ξαφνικά εμφανίστηκε ο κορωνοϊός. Η συστράτευση στον «πόλεμο» κατά αυτής της «απειλής για τη δημόσια υγεία» υπήρξε σχεδόν καθολική. Ούτε η έλλειψη αξιόπιστων δεδομένων, ούτε οι διαφωνίες εκ μέρους σημαντικής μερίδας επιστημόνων όσον αφορά στη διαχείριση της «κρίσης» και τη σοβαρότητά της,[1Στην ελλάδα, από τους «αιρετικούς» αυτούς επιστήμονες, πιο γνωστός είναι μάλλον ο Ιωαννίδης, καθηγητής στο Στάνφορντ. Φιλοξενήθηκε αρχικά σε κάποια ελληνικά μέσα, αλλά στην πορεία «εξαφανίστηκε». Δεν είναι απίθανο η εξαφάνισή του αυτή (με την εξαίρεση κάποιων επαρχιακών μέσων) να έγινε κατόπιν άνωθεν συστάσεων· κάποιες αρχικές σπόντες του εθνικού μας λοιμωξιολόγου για τις «απάνθρωπες» συστάσεις που του έκανε ένας Έλληνας ακαδημαϊκός διεθνούς κύρους μάλλον φωτογραφίζουν τον Ιωαννίδη. Φυσικά, ο Ιωαννίδης δεν είναι ο μόνος. Σε αυτό το άρθρο (στα γερμανικά): https://www.rubikon.news/artikel/120-expertenstimmen-zu-corona μπορεί να βρει κανείς μια εκτεταμένη λίστα διαφωνούντων (120 Expertenstimmen zu Corona. Weltweit kritisieren hochrangige Wissenschaftler, Ärzte, Juristen und andere Experten den Umgang mit dem Coronavirus. Απόψεις 120 ειδικών για τον κορωνΐό. Επιστήμονες, γιατροί, νομικοί και άλλοι ειδικοί υψηλού κύρους ανά τον κόσμο ασκούν κριτική στη διαχείριση του κορωνοϊού.). Μια μικρότερη λίστα έχει συντάξει και ο off-guardian.] ούτε καν η επιστράτευση πολεμικής ορολογίας από την πλευρά κρατών και κυβερνήσεων ήταν αρκετά για να ανακόψουν την ορμή των αριστερών και ακρο-αριστερών σταυροφόρων της υγείας. Όχι μόνο απέφυγαν να ψελλίσουν το παραμικρό για τον ολοκληρωτικό χαρακτήρα των μέτρων κοινωνικής αποσάθρωσης που παρόμοιά τους δεν έχουν εφαρμοστεί ούτε σε εποχές πολέμων και δικτατοριών, αλλά εμφανίστηκαν και ως βασιλικότεροι του βασιλέως, πλειοδοτώντας σε υγιεινιστική υστερία και κατηγορώντας το κράτος ότι δεν παρεμβαίνει αρκετά δραστικά! Για να μην αναφερθούμε καν στη χυδαία πρακτική ορισμένων «επαναστατών» να πετάξουν τις όποιες απόπειρες κριτικής στάσης απέναντι σε αυτό το πρωτοφανές παγκόσμιο lockdown (ή μήπως lockout;) στον κάδο της συνωμοσιολογίας· είναι να απορεί κανείς με το αν τέτοιοι «επαναστάτες» είναι όντως τόσο βραδύνοες και πανικόβλητοι ώστε αδυνατούν να αντιληφθούν ότι η κατηγορία περί συνωμοσιολογίας θα τους γυρίσει μπούμερανγκ κάποια στιγμή. Ακόμα και ο εν γένει ελευθεριακός χώρος, με την εξαίρεση κάποιων (σίγουρα μειοψηφικών) φωνών, φαίνεται να έπεσε σε τοίχο, σιωπώντας εκκωφαντικά ή απλώς αναμασώντας κοινοτοπίες.
Τέτοια φαινόμενα διανοητικής αμηχανίας και αβελτηρίας (στην καλύτερη περίπτωση) ή πανικού (στην χειρότερη) χρειάζονται οπωσδήποτε μια εξήγηση. Ένα μέρος αυτής της εξήγησης έχει σίγουρα να κάνει και με τα εξαιρετικά φτωχά ως απλοϊκά θεωρητικά σχήματα που επιστρατεύτηκαν για να ερμηνεύσουν την κρατική αποχαλίνωση με αφορμή τον ιό. Το βασικότερο επιχείρημα των αίφνης απανταχού υπερμάχων των κρατικών επιταγών συμπυκνώνεται λίγο – πολύ (παρά τις περίτεχνες φιοριτούρες με τις οποίες στολίζεται ενίοτε) στο δίλημμα «ελευθερία ή υγεία». Σύμφωνα με αυτό το σχήμα λοιπόν, προϋπόθεση για την όποια ελευθερία είναι η ύπαρξη υγείας η οποία και ορίζεται «αντικειμενικά», πέρα από τις όποιες πολιτικές στοχεύσεις των κρατών. Τα οποία κράτη με τη σειρά τους, σε μια σπάνια σύμπτωση των συμφερόντων τους με αυτά των υποτελών τους (η διαταξική ενότητα σε όλο της το μεγαλείο), ή ίσως και λόγω της κοινωνικής πίεσης που δέχτηκαν (!), έλαβαν τα απαραίτητα μέτρα προστασίας της δημόσιας υγείας, που ήταν και τα μόνα δυνατά απέναντι σε έναν πρωτο-εμφανιζόμενο ιό.
Δεν θα επιμείνουμε πολύ στο δεύτερο σκέλος αυτού του επιχειρήματος σχετικά με την ξαφνική αναλαμπή ανθρωπισμού εκ μέρους των κρατών. Καμμία κοινωνική πίεση δεν ασκήθηκε στα κράτη, πέρα από τη συστηματική παραγωγή εκ μέρους των μέσων ενημέρωσης ρατσισμού κατά της Κίνας στην πρώτη φάση εξάπλωσης του ιού και πανικού όταν το επίκεντρο μετατοπίστηκε στην Ευρώπη[2Υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις ότι αυτή η παραγωγή πανικού ενδέχεται να οδήγησε η ίδια σε ευρύτερη διάδοση του ιού, καθιστώντας τα νοσοκομεία πόλους έλξης φορέων και τελικά εστίες εξάπλωσης, αποδεκατίζοντας ταυτόχρονα το προσωπικό τους. Όμως και εμμέσως μπορεί να ευθύνεται για την αύξηση των θανάτων, όχι μόνο λόγω του ιού καθεαυτού (με όλες τις στατιστικές αλχημείες που ίσως γίνονται), αλλά λόγω της αποφυγής εκ μέρους πασχόντων από άλλες παθήσεις να αναζητήσουν ιατρική μέριμνα. Βλ. το άρθρο των The Times, Coronavirus: Record weekly death toll as fearful patients avoid hospitals.]. Αν κανένα κράτος δεν είχε λάβει μέτρα κοινωνικής απομόνωσης, καμμία κοινωνία δεν θα είχε διανοηθεί να απαιτήσει την εφαρμογή τέτοιων μέτρων, δεδομένης και της αβεβαιότητας σχετικά με την αποτελεσματικότητα τους, όπως αυτή είχε εκφραστεί ακόμα και από τον Π.Ο.Υ. [3Βλ. την έκθεση του Π.Ο.Υ. Non-pharmaceutical public health measures for mitigating the risk and impact of epidemic and pandemic influenza, δημοσιευμένη τον Οκτώβριο του 2019. Μεταφέρουμε αμετάφραστο ένα κομμάτι από την περίληψη της έκθεσης: «The evidence base on the effectiveness of non-pharmaceutical interventions (NPIs) in community settings is limited, and the overall quality of evidence was very low for most interventions. There have been a number of high-quality randomized controlled trials (RCTs) demonstrating that personal protective measures such as hand hygiene and face masks have, at best, a small effect on influenza transmission, although higher compliance in a severe pandemic might improve effectiveness. However, there are few RCTs for other NPIs, and much of the evidence base is from observational studies and computer simulations. School closures can reduce influenza transmission but would need to be carefully timed in order to achieve mitigation objectives. Travel-related measures are unlikely to be successful in most locations because current screening tools such as thermal scanners cannot identify pre-symptomatic infections and afebrile infections, and travel restrictions and travel bans are likely to have prohibitive economic consequences.»] Η πρωτοβουλία των κινήσεων ανήκε επομένως εξαρχής στα κράτη – όπου και παραμένει. Πώς είναι δυνατό τα ίδια αυτά κράτη, που ευθύνονται για φαινόμενα μαζικής, συστηματικής καταστροφής, εξαθλίωσης και απανθρωποποίησης και έχουν φανεί αδίστακτα μπροστά στο ενδεχόμενο (που συχνά γίνεται και πραγματικότητα) εκατομμυρίων θανάτων σε άλλες περιστάσεις, να αποκτήσουν ξαφνικά ένα ανθρώπινο προσωπείο λόγω του ιού; Γιατί ειδικά τώρα δεν αρκεί για την ερμηνεία της συμπεριφοράς τους μια ανάλυση που θα βασίζεται στις ανάγκες τους για διαχείριση πληθυσμών (μεταξύ άλλων και επικοινωνιακή, όπως ήταν κατά βάση στην ελληνική περίπτωση) και εξισορρόπηση ή προώθηση οικονομικών συμφερόντων και πρέπει να καταφύγουμε σε αόριστες και νεφελώδεις αντιλήψεις περί μιας άνευ προηγουμένου επίδειξης ανθρωπισμού;
Η μόνη στοιχειωδώς λογικοφανής απάντηση σε αυτά τα ερωτήματα θα ήταν ότι δεν μιλάμε επί της ουσίας για κάποιον ανθρωπισμό, αλλά για κινήσεις που επιβάλλονται από την αντικειμενική πραγματικότητα του ιού. Τα κράτη αναγκάζονται να λάβουν τέτοια μέτρα γιατί αυτά συνιστούν στην πραγματικότητα μέτρα αυτο-συντήρησης, διατήρησης της ίδιας τους της υπόστασης που βρίσκεται σε απειλή. Αυτό όμως θα μπορούσε να ισχύει μόνο στην περίπτωση ενός πραγματικά φονικού ιού (όπως ο Ebola) του οποίου η κυκλοφορία στον πληθυσμό θα απειλούσε με κατάρρευση την ίδια την κοινωνία· κάτι που προφανώς δεν ισχύει για τον κορωνοϊό. Υπάρχει όμως κάτι ακόμα που είναι ανησυχητικό σε αυτή τη γραμμή σκέψης: ένας υπόρρητος βιολογικός αναγωγισμός που προσλαμβάνει την υγεία ως μία μονοσήμαντα καθορισμένη πραγματικότητα, ένα σκληρό υπόστρωμα απρόσβλητο από κοινωνικές διαμεσολαβήσεις. Η υγεία είναι η «βάση» και η ελευθερία το «εποικοδόμημα». Η τόσο αγαπημένη κατά τ’ άλλα διαλεκτική εδώ τίθεται στην άκρη· ο Χέγκελ (με όλες τις περίφημες αναλύσεις του για τη διαλεκτική κυρίου – δούλου) φαντάζει πλέον πολύ μικρός μπροστά στον Ιό τον μονογενή.
Η υγεία, η ασθένεια και η διαχείρισή τους όμως δεν είναι απλές «αντικειμενικές» πραγματικότητες, αν με τον όρο «αντικειμενικές» υπονοείται ένα τέτοιο βιολογικό υπόστρωμα που υπερκαθορίζει το ο,τιδήποτε μπορεί να ειπωθεί για αυτές. Παρότι έχουν αναμφίβολα και μια απαραμείωτη βιολογική διάσταση, μια ανάλυση που θέτει στο επίκεντρό της τη βιολογία του ιού, αντιμετωπίζοντας τις κοινωνικές και πολιτικές πλευρές του ως απλά παρεπόμενα, καταφέρνει το αντίθετο από αυτό που υποτίθεται ότι επιτυγχάνει: όχι μόνο δεν παρέχει κάποια «αντικειμενική» γνώση, αλλά αποτελεί ιδεολογία σε μια από τις πιο καθαρές μορφές της, αυτή του επιστημονισμού. Οι σημειώσεις που ακολουθούν έχουν τον μάλλον άχαρο ρόλο (και λέμε άχαρο γιατί αφελώς θεωρούσαμε ότι θα έπρεπε να ήταν αυτονόητες, τουλάχιστον σε ορισμένους κύκλους) να φωτίσουν τη διαλεκτική αλληλεπίδραση μεταξύ υγείας και ασθένειας από τη μία πλευρά και κοινωνικών και πολιτικών πρακτικών από την άλλη. Τις έχουμε διατάξει σε τρία παράλληλα επίπεδα, με τον διαχωρισμό αυτόν να εξυπηρετεί κυρίως αναλυτικούς λόγους, χωρίς να υπονοείται ούτε η ύπαρξη στεγανών ανάμεσα σε αυτά ούτε κάποια οντολογική ή γενετική διαβάθμισή τους.
Θα ξεκινήσουμε με κάποιες απλές παρατηρήσεις που μάλλον θα γίνονταν εύκολα αποδεκτές, τουλάχιστον από τη μεγάλη πλειοψηφία όσων θεωρούν ότι έχουν κάποια αριστερά αντανακλαστικά. Ως αφετηριακό σημείο θα χρησιμοποιήσουμε όμως μερικά «προκλητικά» ερωτήματα. Υπάρχουν όντως μεταδοτικές ασθένειες; Κι αν ναι, από πότε χρονολογείται η εμφάνισή τους; Κι αν ακόμα μπορεί να εντοπιστεί με κάποια σχετική ακρίβεια η ανάδυση των παθογόνων μικροοργανισμών μέσα στα βιολογικά χρονικά, έχει αυτό κάποια σημασία, τουλάχιστον όσον αφορά στη διαχείρισή τους εκ μέρους των ανθρώπινων κοινωνιών; Ήταν ανέκαθεν «παθογόνοι»;
Ιλαρά, μαγουλάδες, γρίπη, ευλογιά, ανεμοβλογιά, φυματίωση. Ένας από τους πιο ανθεκτικούς μύθους που έχει κατασκευάσει η σύγχρονη ιατρική για να εντάξει τον εαυτό της στην εποποιία της ανθρώπινης «προόδου» έχει στο επίκεντρό του αυτές τις μεταδοτικές ασθένειες. Το κύρος με το οποίο επενδύθηκε η ιατρική τον 20ο αιώνα οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην ικανότητά της να απαλλάξει επιτέλους την ανθρωπότητα από μια σειρά μολυσματικών ασθενειών που υπήρξαν υπεύθυνες για εκατομμύρια θανάτους. Χωρίς να είναι εντελώς εσφαλμένη μια τέτοια αντίληψη, ωστόσο, όπως κάθε μυθολογική κατασκευή, βασίζεται σε μια επιλεκτική ερμηνεία των ιστορικών γεγονότων. Πρώτον, πολλές από τις θεραπείες που προέκυψαν κατόπιν ιατρικών ανακαλύψεων εφαρμόστηκαν σε μαζική κλίμακα μόνο αφότου οι ασθένειες αυτές είχαν ολοκληρώσει σε μεγάλο βαθμό τον κύκλο τους και είχε ήδη δημιουργηθεί μια πρώτη φυσική ανοσία, στην ανάπτυξη της οποίας είχαν βοηθήσει και άλλοι μη ιατρικοί παράγοντες, όπως η καλύτερη διατροφή. Με άλλα λόγια, οι θεραπείες αυτές απλούστατα εμφανίστηκαν πολύ αργά για να πιστωθούν τη διάσωση της ανθρωπότητας. Δεύτερον, για ένα μεγάλο αριθμό μεταδοτικών ασθενειών (όπως χαρακτηριστικά ο ιός της γρίπης) δεν υπάρχει ακόμα κάποια μέθοδος ριζικής αντιμετώπισής τους. Αν κάποιος νοσήσει από γρίπη, το καλύτερο που έχει να κάνει είναι απλά... υπομονή - υπενθυμίζουμε ότι τα αντιβιοτικά χρησιμοποιούνται μόνο σε βακτηριδιακές μολύνσεις και όχι έναντι ιών. Έστω κι έτσι όμως, ακόμα κι αν ο ρόλος αυτών των θεραπειών είναι κατά κύριο λόγο επικουρικός, δικαιολογημένα θα μπορούσαν να θεωρηθούν από τις σημαντικές προσφορές της σύγχρονης ιατρικής. Η πενικιλλίνη αποτελεί μία από τις πραγματικά σημαντικές ιατρικές ανακαλύψεις του 20ου αιώνα – και ήταν από τις λίγες τέτοιες, δεδομένου του ότι μεγάλο κομμάτι των ιατρικών παρεμβάσεων είναι πλέον τουλάχιστον αμφίβολης αποτελεσματικότητας, αν όχι επιβλαβείς [4Βλ. το βιβλίο του Ιβάν Ίλλιτς «Ιατρική Νέμεση. Η απαλλοτρίωση της υγείας.», εκδ. Νησίδες, μτφρ. Β. Τομανάς.].
Ο μύθος περί παντοδυναμίας της ιατρικής διαπράττει όμως και μια ακόμα ιστορική λαθροχειρία, υπονοώντας ότι οι μεταδοτικές ασθένειες ταλαιπωρούσαν ανέκαθεν τις ανθρώπινες κοινωνίες και ότι επομένως μόνο μια ιατρική – βιολογική παρέμβαση μπορεί να τις αντιμετωπίσει. Αποτελεί τυπικό δείγμα βιολογικού αναγωγισμού, τοποθετώντας στη «βάση» τη βιολογία ιών και ανθρώπων και στο «εποικοδόμημα» τις κοινωνικές πρακτικές. Για το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος της ανθρώπινης ιστορίας ωστόσο, οι μεταδοτικές ασθένειες ήταν κάτι το κοινωνικά ανύπαρκτο, παρά την όποια βιολογική ύπαρξη δυνητικά παθογόνων μικροοργανισμών. Ο λόγος για την «ανυπαρξία» μεταδοτικών ασθενειών ήταν φυσικά η μικρή πυκνότητα των ανθρώπινων πληθυσμών και ο νομαδικός τρόπος ζωής τους. Οι μεταδοτικές ασθένειες άρχισαν να αποκτάνε κοινωνικά βαρύνουσα σημασία μόνο μετά την ανάπτυξη της γεωργίας, της κτηνοτροφίας και της μόνιμης εγκατάστασης, που είχαν ως αποτέλεσμα τη στενή συνάφεια μεταξύ ανθρώπων και ζώων (απ’ όπου προέρχονται πολλοί τέτοιοι μικροοργανισμοί) από τη μία, αλλά και των ανθρώπων μεταξύ τους από την άλλη (διευκολύνοντας έτσι τη μετάδοση) [5Βλ. The Cambridge World History of Human Disease, επιμ. K. Kiple, Cambridge University Press, 2008.]. Ο σκοπός αυτής της επισήμανσης δεν είναι φυσικά να υποδείξει ως τρόπο αντιμετώπισης των ασθενειών την επιστροφή σε έναν προ-αγροτικό, νομαδικό τρόπο ζωής. Λειτουργεί όμως ως μια πρώτη υπενθύμιση ότι το τι ορίζεται ως βιολογικό γεγονός μπορεί να βαραίνει πολύ λίγο στη ζυγαριά των κοινωνικών γεγονότων. Οι ιοί και τα μικρόβια δεν προσβάλλουν απλώς μεμονωμένα άτομα, αλλά κοινωνίες που είναι οργανωμένες με έναν τρόπο και όχι με άλλο.
Τα γεγονότα από την προ-ιστορία του ανθρώπου ίσως φαντάζουν απόμακρα, διατηρώντας μόνο ένα εγκυκλοπαιδικό ενδιαφέρον. Όμως παρόμοιοι κοινωνικοί μηχανισμοί όπως αυτοί που επέτρεψαν την κατ’ αρχάς ανάδυση των μεταδοτικών ασθενειών ενοχοποιούνται πλέον και για την γέννηση σύγχρονων παθογόνων μικροοργανισμών. Θεωρείται περίπου βέβαιο ότι τις τελευταίες δεκαετίες παρατηρείται μια συστηματική υπερ-παραγωγή νέων ιών, οι οποίοι και διαρκώς μεταλλάσσονται, με αποτέλεσμα να κυκλοφορεί πλέον ένα κοκτέιλ μιας μεγάλης ποικιλίας ιών [6Νοητικό πείραμα: μπορεί να πάρει κανείς τα γράμματα ΗΧΝΥ, να αντικαταστήσει τα Χ και Υ με δύο οποιαδήποτε αριθμητικά ψηφία και να είναι σχεδόν σίγουρος ότι ο κωδικός που θα προκύψει θα αντιστοιχεί σε κάποιον όντως υπαρκτό ιό. Ο γνωστός Η1Ν1, π.χ., είναι μόνο ένας από μια πολύ μεγάλη οικογένεια συγγενών ιών.]. Όπως πριν μερικές χιλιάδες χρόνια, έτσι και τώρα, η στενή συνάφεια ανθρώπων και ζώων είναι ένας παράγοντας που υποβοηθά αυτή την εξέλιξη. Η διαφορά είναι ότι δεν πρόκειται πλέον για εξημερωμένα ζώα, αλλά κυρίως για άγρια ζώα των οποίων το οικοσύστημα δέχεται συστηματική επίθεση λόγω συνεχούς επέκτασης των ανθρώπινων δραστηριοτήτων. Το αποτέλεσμα: ιοί που πριν κυκλοφορούσαν μεταξύ (συχνά αραιών) πληθυσμών άγριων ζώων βρίσκουν νέες ευκαιρίες να μεταπηδήσουν σε ανθρώπινους ξενιστές [7Βλ. το άρθρο του Scientific American, Destroyed Habitat Creates the Perfect Conditions for Coronavirus to Emerge. Βλ. επίσης στο PNAS (Proceedings of the National Academy of Sciences of the USA), το άρθρο Zoonosis emergence linked to agricultural intensification and environmental change του 2003.]. Η καπιταλιστική μηχανή μπορεί να επεκτείνεται κατακτώντας συνεχώς νέα εδάφη, όμως τα ανθρώπινα γρανάζια της (που συχνά είναι απλά οι τελευταίοι τροχοί της) κατακτώνται από αόρατους μικροοργανισμούς.
Επιπλέον, αυτή η νεοφανής υπερ-παραγωγή ιών φαίνεται πως σχετίζεται και έχει το αντίστοιχό της στη κτηνοτροφική υπερ-παραγωγή, όπως αυτή έχει οργανωθεί τις τελευταίες δεκαετίες στον καπιταλιστικό «Νότο». Όχι τυχαία εξάλλου, οι εστίες γέννησης των νέων ιών συχνά εντοπίζονται ακριβώς σε περιοχές με μονάδες εντατικής, βιομηχανικής κλίμακας κτηνοτροφικής παραγωγής, οι οποίες, μέσα από εκτεταμένα δίκτυα διακίνησης προμηθεύουν τον καπιταλιστικό «Βορρά» με τεράστιες ποσότητες κρέατος. Αυτές οι τερατώδεις μονάδες δεν κάνουν απλώς υπερ-εντατική χρήση ήδη γνωστών τεχνικών κτηνοτροφίας, αλλά επί της ουσίας δημιουργούν τεχνητά οικοσυστήματα τα οποία δεν έχουν εμφανιστεί ούτε θα εμφανίζονταν ποτέ αυθόρμητα στη φύση. Η υπερ-παραγωγή κρέατος με αυτόν τον τρόπο δημιουργεί τις ιδανικές συνθήκες και για υπερ-παραγωγή ιών [8Βλ. το άρθρο Breeding Influenza: The Political Virology of Offshore Farming του Robert Wallace στο περιοδικό Antipode από το 2009. Για μια καλή επισκόπηση, βλ. επίσης το πρόσφατο άρθρο του Monthly Review COVID-19 and Circuits of Capital. ]. Υπό κανονικές συνθήκες, δεν είναι προς το βιολογικό συμφέρον ενός ιού να έχει υψηλή θνητότητα, από τη στιγμή που αυτή θα ανέκοπτε τις δυνατότητες αναπαραγωγής και μετάδοσής του. Σε συνθήκες βιομηχανικής κτηνοτροφίας όμως, αίρεται η εξελικτική πίεση προς έναν ιό να διατηρήσει χαμηλά επίπεδα επιθετικότητας, από τη στιγμή που υπάρχει μια συνεχής διάθεση υποψήφιων ξενιστών. Για την ακρίβεια, δημιουργείται μια ανάστροφη εξελικτική πίεση στους ιούς να αυξήσουν τη μεταδοτικότητά τους. Όταν ένα κοτόπουλο σφάζεται πλέον στις 40 ημέρες (από τη στιγμή που βγαίνει από το αυγό, φτάνει σε βάρος σφαγής μέσα σε μόλις 40 ημέρες!), ένας ιός δεν έχει την πολυτέλεια να ακολουθήσει πιο αργούς κύκλους επώασης και μετάδοσης. Η επιτάχυνση της παραγωγής κρέατος επιταχύνει και τον κύκλο ενός ιού. Και όταν οι μονάδες αυτές επιλέγουν ποικιλίες που έχουν αναπτυχθεί ειδικά για αυξημένη παραγωγή κρέατος, απλώνουν στα πόδια ενός ιού μια γενετική μονοκαλλιέργεια η οποία θα είναι είτε απόλυτα απρόσβλητη από αυτόν είτε απολύτως ευάλωτη, οδηγώντας σε εκατόμβες με αδιανόητους ρυθμούς μετάδοσης. Το ίδιο ισχύει ακόμα και για άλλα μικρόβια, όπως τα βακτήρια, παρά τους τόνους αντιβιοτικών που διοχετεύονται στα σώματα αυτών των δύσμοιρων «φορέων κρέατος». Το μόνο που καταφέρνει η συστηματική χρήση αντιβιοτικών είναι να αναπτύσσονται ακόμα πιο ανθεκτικές ποικιλίες που με τη σειρά τους απαιτούν νέα αντιβιοτικά κ.ο.κ. Όσο ένα μικρόβιο προσβάλλει ανθρώπους, άλλο τόσο η καπιταλιστική φρενίτιδα προσβάλλει αυτό το ίδιο.
Δεν είναι όμως μόνο ο κορωνοϊός που, σε ένα βαθμό τουλάχιστον, αποτελεί παράγωγο ενός συγκεκριμένου τρόπου κοινωνικής οργάνωσης και παραγωγής. Το ίδιο ισχύει και για τα σώματα των θυμάτων του. Από τα στοιχεία που υπάρχουν μέχρι σήμερα, θεωρείται βέβαιο ότι η επικινδυνότητά του είναι επί της ουσίας μηδενική για υγιή άτομα μη προχωρημένης ηλικίας. Αυτό που μπορεί να τον κάνει πραγματικά επικίνδυνο είναι τα περίφημα υποκείμενα νοσήματα: διαβήτης, καρκίνος, αναπνευστικές και καρδιαγγειακές παθήσεις, παχυσαρκία. Τι το κοινό έχουν αυτές οι παθήσεις, πέρα από το γεγονός ότι καθιστούν κάποιον ευάλωτο στον κορωνοϊό; Όλες τους εντάσσονται στο φάσμα των περίφημων «δυτικών» ασθενειών, ασθενειών δηλαδή που κάνουν θραύση σε αστικά, βιομηχανοποιημένα περιβάλλοντα και που υπήρξαν σπάνιες ως ανύπαρκτες στο (όχι τόσο μακρινό) παρελθόν [9Βλ. Western diseases: their emergence and prevention, επιμ. H. C. Trowell, D. P. Burkitt, Harvard University Press, 1981 και Some diseases characteristic of modern Western civilization, D. P. Burkitt, British Medical Journal, 1973. Δεν ανήκουν μόνο αυτές στις δυτικές ασθένειας. Για παράδειγμα, τα αυτοάνοσα νοσήματα και οι διαφόρων ειδών ψυχικές παθήσεις που θερίζουν τις τελευταίες δεκαετίες θα πρέπει να θεωρούνται επίσης τυπικά δείγματα δυτικών ασθενειών.]. Δεν είναι μόνο οι μεταδοτικές ασθένειες που χρειάστηκαν έναν ειδικό τύπο κοινωνικής οργάνωσης για να αποκτήσουν το καθεστώς κοινωνικού γεγονότος. Κάθε τύπος κοινωνικής οργάνωσης έχει τις ασθένειες που του «αξίζουν». Οι μεταδοτικές ασθένειες είχαν περιοριστεί σε σημαντικό βαθμό ήδη προς το τέλος του 19ου αιώνα, κυρίως λόγω καλύτερης διατροφής και της εφαρμογής κάποιων μέτρων στοιχειώδους υγιεινής και δευτερευόντως λόγω των αντιβιοτικών και των εμβολίων. Όταν αυτές εξαφανίστηκαν, στο προσκήνιο βρέθηκαν οι «δυτικές» ασθένειες.
Η αιτιολογία τους παραμένει ακόμα αβέβαιη, όπως αβέβαιη ως οριακά χρήσιμη είναι και η θεραπεία που έχει να προσφέρει για αυτές η σύγχρονη ιατρική. Υποψιάζεται κανείς ότι ένας λόγος για αυτή την παταγώδη αποτυχία της σύγχρονης ιατρικής είναι και η εμμονή της να αντιμετωπίζει το σώμα ως έναν μηχανισμό του οποίου οι εισροές και εκροές πρέπει να ρυθμιστούν και αυτές μηχανικά ώστε ο οργανισμός να γίνει και πάλι στοιχειωδώς λειτουργικός και «παραγωγικός», αγνοώντας το πιο προφανές: ότι είναι το με την ευρεία έννοια οικολογικό περιβάλλον (δηλαδή και οικονομικό και κοινωνικό, όταν μιλάμε για ανθρώπινες κοινωνίες) που έχει τον πρωταρχικό ρόλο στη δημιουργία και εξαφάνιση των ασθενειών. Υπάρχουν μάλιστα ενδείξεις ότι υπεισέρχεται ακόμα και ένας ταξικός παράγοντας στη στόχευση ορισμένων ασθενειών [10Βλ. Rise and fall of Western diseases, David J. P. Barker, Narture, 1989.]. Η βρογχίτιδα, τα εγκεφαλικά, ο καρκίνος του στομάχου και οι ρευματικές καρδιοπάθειες δείχνουν μια ιδιαίτερη προτίμηση στα χαμηλά εισοδηματικά στρώματα. Οι ισχαιμικές καρδιοπάθειες από την άλλη ξεκίνησαν την «καριέρα» τους από τα ανώτερα στρώματα - υποθέτει κανείς λόγω καθιστικής ζωής και πλούσιας σε λιπαρά διατροφής -, αλλά σταδιακά έγιναν πιο κοινές στα κατώτερα - μια ακόμα δική μας υπόθεση εργασίας: τα ανώτερα στρώματα ανακάλυψαν τον υγιεινισμό και άφησαν τα διατροφικά σκουπίδια για τα κατώτερα.
Οι (μεταδοτικές ή μη) ασθένειες λοιπόν δεν συνιστούν απλά βιολογικά γεγονότα. Αν αντιμετωπιστούν ως τέτοια, γίνεται αδύνατη και η όποια απόπειρα κατανόησης της καταγωγής τους, των ιστορικών μοτίβων εμφάνισής τους και της αλληλεξάρτησής τους με τις εκάστοτε κυρίαρχες κοινωνικές πρακτικές. Για να το πούμε πιο αφοριστικά, όσο η υγεία επιτρέπει την ελευθερία, άλλο τόσο η ελευθερία επιτρέπει την υγεία. Δεν πρόκειται για ιστορική μυωπία και αθώο διανοητικό σφάλμα όμως. Ο μύθος της σύγχρονης ιατρικής, με τις πολυδαίδαλες οικονομικές και πολιτικές διακλαδώσεις της, προϋποθέτει την απο-ιστορικοποίηση της υγείας και της ασθένειας για να μπορέσει να νομιμοποιηθεί.
Υποτίθεται ότι η ιατρική, αν ήθελε να τιμήσει το όνομά της και να προσδώσει μια κάποια αξιοπιστία στον μύθο της, θα έπρεπε τουλάχιστον να έχει μια θεραπευτική αποτελεσματικότητα. Οι ασθένειες μπορεί να εμφανίζονται για τους τάδε και δείνα λόγους και από μια μακροσκοπική άποψη έχει σίγουρα τη σημασία του το να είναι δυνατή η ιχνογράφηση των ριζών τους. Άπαξ και εμφανιστούν όμως, το πιο άμεσο καθήκον της ιατρικής θα ήταν να υποδεικνύει τουλάχιστον κάποιες θεραπευτικές κατευθύνσεις. Σε ορισμένες περιπτώσεις, όντως το καταφέρνει. Σε πολλές άλλες, κινείται στα τυφλά, ακόμα κι αν δεν το παραδέχεται. Υπάρχει όμως περίπτωση να λειτουργεί η σύγχρονη ιατρική ως μηχανισμός συστηματικής παραγωγής ασθένειας;
Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα εξαρτάται από το πώς κατανοεί κανείς την έννοια της «θεραπευτικής αποτελεσματικότητας». Τι ακριβώς είναι αυτό που επιδιώκει μια θεραπευτική παρέμβαση, τι είδους αποτελέσματα αναμένει; Για αιώνες, τα κυρίαρχα μοντέλα της ιατρικής (συμπεριλαμβανομένης της δυτικής) εστίαζαν στην επίτευξη μιας ισορροπίας ως το ζητούμενο κάθε θεραπευτικής παρέμβασης. Ισορροπίας τόσο στο εσωτερικό του σώματος (π.χ., μεταξύ των περίφημων Γαληνικών χυμών) όσο και μεταξύ του σώματος και του περιβάλλοντος. Ο σκοπός των ιατρικών παρεμβάσεων ήταν να υποβοηθήσουν τις φυσικές διαδικασίες ώστε αυτές να ακολουθήσουν ανεμπόδιστα τη ροή τους κι έτσι να επέλθει η θεραπεία [11Για πιο εκτενείς αναλύσεις, βλ. ξανά το σημαντικό βιβλίο του Ίλλιτς, «Ιατρική Νέμεση. Η απαλλοτρίωση της υγείας.». Βλ. επίσης Cyborg, τ.15, Citius, Altius, Fortius... κάθε μέρα, όλη μέρα. Η υγεία ως διαρκής αναβάθμιση.]. Ένα σπασμένο οστό έμπαινε στη σωστή του θέση και οι φυσικές διαδικασίες του σώματος ήταν υπεύθυνες να δημιουργήσουν την οστική μάζα που θα συνένωνε ξανά το οστό (όπως εξάλλου συμβαίνει ακόμα στις περισσότερες περιπτώσεις, όταν δεν απαιτείται χειρουργική επέμβαση). Η τόσο συκοφαντημένη πλέον φυσική ανοσία ήταν αυτή που είχε το βάρος να ανακόψει την πορεία μιας μεταδοτικής ασθένειας – πού να φαντάζονταν οι οπαδοί του υγιεινισμού ότι ο όρος «φυσική» θα έφτανε να ακούγεται σαν κατάρα;
Ο επιστημονισμός όμως θα άφηνε τη σφραγίδα του και στην ιατρική, ήδη από τον 19ο αιώνα, αν όχι νωρίτερα. Η φιλοδοξία να μετατραπεί η ιατρική σε αυστηρή επιστήμη την οδήγησε στο να απαλλαγεί από ομοιοστατικές αντιλήψεις περί ισορροπίας και στην όλο και μεγαλύτερη υιοθέτηση ποσοτικών μεθόδων οι οποίες θα έκριναν την υγεία των ασθενών, ανεξαρτήτως της δικής τους υποκειμενικής αντίληψης. Η ίδια η ασθένεια αντικατέστησε τον ασθενή ως το αντικείμενο προσοχής του γιατρού. Δεν είχε πλέον σημασία το πώς αισθάνεται ένας ασθενής· σημασία είχαν οι εργαστηριακές μετρήσεις του γιατρού, οι μέσοι όροι, οι αποκλίσεις. Η απάλειψη της υποκειμενικότητας του ασθενούς υπήρξε η βασιλική οδός που οδήγησε στην επένδυση του ρόλου του γιατρού με ένα άνευ προηγουμένου κύρος και στην απο-ειδίκευση του ασθενούς απέναντι στο ίδιο του το σώμα. Το ιατρικό σώμα έγινε μια ειδική κάστα με το ρόλο να μοιράζει τα συχωροχάρτια της υγείας και τις καταδίκες της ασθένειας· και με ειδικά επενδυμένα συμφέροντα στην κατασκευή κάθε είδους ασθενειών καθώς και θεραπειών με ελάχιστη χρησιμότητα που απλά επιτρέπουν σε έναν ασθενή να συντηρεί μια μίζερη ύπαρξη.
Προϋπόθεση για την απάλειψη της υποκειμενικότητας του ασθενούς ήταν και μια γενικότερη μεταβολή στις ιατρικές αντιλήψεις περί σώματος. Η ιδεολογική προεργασία είχε γίνει ήδη από τον 17ο αιώνα, όταν ο Καρτέσιος και ο Χομπς, παρά τις κατά τ’ άλλα χαώδεις διαφορές τους, προσυπέγραφαν και οι δύο το καινούριο δόγμα: το σώμα είναι ένας μηχανισμός, ένα σύμπλεγμα από γρανάζια και αντλίες που ακολουθεί αυστηρά μηχανικούς νόμους. Η εισαγωγή των ποσοτικών μεθόδων στην ιατρική φάνηκε να επιβεβαιώνει αυτή την μέχρι τότε φιλοσοφική εικασία. Η ιατρική από τέχνη έγινε τεχνική, από θεραπευτική του οργανισμού έγινε μηχανική του σώματος. Το σύνορο μεταξύ κανονικού και παθολογικού άρχισε να θολώνει [12Βλ. το βιβλίο του Ζωρζ Κανγκιλέμ, «Το κανονικό και το παθολογικό», εκδ. Νήσος, μτφρ. Γ. Φουρτούνης.]. Σε κάθε περίπτωση, είτε λειτουργεί σωστά είτε αστοχεί, ένας μηχανισμός ακολουθεί πάντα αυστηρούς νόμους. Πρωταρχική σημασία έχει να ανακαλυφθούν αυτοί οι νόμοι και, με βάση αυτούς, σε δεύτερο χρόνο, οι υγιείς μέσοι όροι και οι παθολογικές αποκλίσεις. Η διαφορά ανάμεσα στην υγεία και την ασθένεια είναι κατά κύριο λόγο ποσοτικής τάξης και η θεραπεία συνίσταται στον κατάλληλο χειρισμό των σωματικών μηχανισμών, μέσω μηχανικού τύπου παρεμβάσεων, ώστε οι μετρήσεις να επανέλθουν στα φυσιολογικά τους επίπεδα (π.χ., να ρυθμιστούν τα επίπεδα σεροτονίνης στον εγκέφαλο, όπως υποτίθεται ότι κάνουν τα SSRI αντικαταθλιπτικά, για να χρησιμοποιήσουμε ένα παράδειγμα που, δυστυχώς, θα είναι οικείο σε πολλούς).
Το σώμα έγινε έτσι ένα απέραντο πεδίο μηχανικών παρεμβάσεων· με τη σημαντική υποσημείωση ότι στόχος αυτών των παρεμβάσεων δεν ήταν μόνο η θεραπεία ασθενειών, αλλά και η «κατασκευή» ασθενειών. Η ιατρικοποίηση καταστάσεων που πριν θα θεωρούνταν ως απόλυτα φυσιολογικές τις μετέτρεψε σε οιονεί παθολογικές, τροφοδοτώντας έτσι ένα τερατώδες ιατρικό κύκλωμα που έχει κάθε συμφέρον να ανακαλύπτει καινούριες παθολογίες και να συντηρεί παλιές. Τα αντισυλληπτικά χάπια κάποτε θεωρήθηκαν ως εργαλεία απελευθέρωσης, παρά το γεγονός ότι επί της ουσίας εξαπολύουν μια βίαιη επίθεση κατά των φυσιολογικών κύκλων του γυναικείου σώματος, ταυτόχρονα αφαιρώντας το αυτεξούσιο της γυναίκας και παρέχοντας κυριαρχία επί του σώματός της στον γιατρό. Η διαδικασία της γέννας είναι μια ακόμα τέτοια περίπτωση. Μια απόλυτα φυσιολογική διαδικασία, που μόνο σε λίγες περιπτώσεις χρειάζεται ειδική ιατρική εποπτεία και παρέμβαση, έχει πλήρως ιατρικοποιηθεί, μετατρέποντας αυτόματα κάθε εγκυμονούσα γυναίκα (αλλά και το βρέφος της) σε ασθενή [13Ειδικά στην Ελλάδα, η κατάσταση έχει ξεφύγει από κάθε έλεγχο. Η απληστία των γιατρών έχει φτάσει σε τέτοιο σημείο ώστε πλέον σχεδόν το 60% των γεννήσεων να γίνεται με καισαρική, ποσοστό αδιανόητο ακόμα και για τη δυτική ιατρική. Ποιος θα μας θεραπεύσει επιτέλους από τους γιατρούς;]. Ούτε στον θάνατό του δεν μπορεί να απαλλαγεί πλέον κανείς από τους γιατρούς. Ακόμα και αυτός έχει μετατραπεί σε ιατρική υπόθεση. Με την απλή χορήγηση κάποιων ισχυρών αναλγητικών, ένας καρκινοπαθής σε τελικό στάδιο θα μπορούσε να πεθάνει με αξιοπρέπεια στο σπίτι του, κοντά σε δικούς του ανθρώπους, μέσα σε ένα περιβάλλον που το έχει νοηματοδοτήσει ο ίδιος στη διάρκεια της ζωής του. Αντ’ αυτού, οι καρκινοπαθείς στοιβάζονται στα νοσοκομεία για να πεθάνουν σε άσπρα κρεβάτια, ανάμεσα σε αγνώστους, σε ένα ανοίκειο περιβάλλον που τους υποδέχεται σαν νούμερα και που κατά βάθος πολύ θα ήθελε να τους ξεφορτωθεί μια ώρα αρχύτερα. Ούτε οι ετοιμοθάνατοι δεν είναι πλέον ασφαλείς...
Πέρα από τα μεμονωμένα παραδείγματα που μπορεί να βρει κανείς εδώ κι εκεί (και ο κατάλογος σίγουρα μπορεί να μακρύνει πολύ), το ακόμα πιο ύπουλο του κυρίαρχου ιατρικού μοντέλου είναι ότι τείνει προς μια καθολική ιατρικοποίηση της ζωής. Όπως το εργοστάσιο απέσπασε κάποτε τις γνώσεις από τη ζωντανή εργασία για να τις ενσωματώσει στη νεκρή, στις μηχανές του που κατασκευάζονται από μια ειδική κάστα μηχανικών, έτσι και το κοινωνικό εργοστάσιο έχει απογυμνώσει το κοινωνικό σώμα από τις θεραπευτικές γνώσεις για τον εαυτό του για να τις αποδώσει στους ειδικούς της ιατρικής και στα μηχανήματά τους [14Αφελής απορία: γιατί άραγε το πρόγραμμα σπουδών στα σχολεία περιλαμβάνει κάθε είδους άχρηστα μαθήματα, αλλά κανείς δεν έχει διανοηθεί να προτείνει την εισαγωγή μαθημάτων πρώτων βοηθειών και στοιχειωδών ιατρικών γνώσεων;]. Ο ισχυρισμός ότι μια τέτοια εξέλιξη ήταν επιβεβλημένη από την υψηλή εξειδίκευση που απαιτούν πλέον οι ιατρικές παρεμβάσεις είναι εντελώς σαθρός, μια απλή πρόφαση. Σαφώς και απαιτείται και εξειδικευμένη γνώση· σε λίγες περιπτώσεις. Ωστόσο, η μεγάλη πλειοψηφία των θεραπευτικών τεχνικών που έχουν πραγματική αποτελεσματικότητα είναι αρκετά απλές στην εφαρμογή τους ώστε θα μπορούσαν να είναι κτήμα αν όχι όλου του πληθυσμού σίγουρα ενός μεγάλου τμήματός του, ύστερα από μια στοιχειώδη εκπαίδευση που δεν θα απαιτούσε χρόνια σπουδών – τα οποία μετά εξαργυρώνονται αδρά από τους κατόχους των σχετικών πτυχίων. Η διατήρηση ενός συστήματος που συντηρεί μια σχέση μόνιμης εξάρτησης του κοινωνικού σώματος από μια κάστα ειδικών δεν είναι «επιστημονικό» ζήτημα· είναι ζήτημα κατ’ εξοχήν πολιτικό [15Κι εδώ δεν έχουμε αναφερθεί καν σε άλλα, λιγότερα «φιλοσοφικά» ζητήματα, με άμεση πολιτική σημασία, όπως, π.χ. την κατάσταση των διαλυμένων συστημάτων υγείας (όπου όμως αξίζει να σημειωθεί ότι το γεγονός πως έχουν βρεθεί σε τέτοια κατάσταση δεν είναι άσχετο με το κυρίαρχο ιατρικό μοντέλο). Η αποφυγή υπερκορεσμού των νοσοκομείων μπορεί να επιτευχθεί όχι μόνο μέσω της περίφημης «επιπέδωσης της καμπύλης κρουσμάτων» (έστω κι αν θεωρήσει κανείς ότι αυτή έχει νόημα), αλλά και μέσω εύρωστων συστημάτων υγείας. Κανένα κράτος όμως δεν τόλμησε να πει ότι «σας κλειδώνουμε μέσα γιατί τα συστήματα υγείας που έχουμε φτιάξει παραπαίουν». Οχυρώθηκαν πίσω από την «ατομική ευθύνη» και τα (μαγειρεμένα, όπως του διαβόητου Imperial) «επιστημονικά δεδομένα».]. Αν κανείς συνειδητοποιήσει ότι εδώ έχουμε να κάνουμε με ένα ιατρικό – πολιτικό σύστημα του οποίου κύριος σκοπός είναι να παρέχει ένα είδος «υγείας» που συστηματικά αρνείται την «ελευθερία», τότε ίσως συνειδητοποιήσει και πόσο παραπλανητικό είναι εν τέλει το δίλημμα «ελευθερία ή υγεία».
Το κοινωνικό εργοστάσιο έχει γίνει πλέον και κοινωνικό νοσοκομείο. Πελάτες αυτού του νοσοκομείου είναι μια μάζα από υποχόνδρια, υπερτροφικά Εγώ που έχουν μάθει πώς ό,τι χρειάζονται πρέπει να το αγοράζουν ή να τους παρέχεται ως κρατικό επίδομα. Η υγεία δεν είναι κάτι που το κατακτά κανείς ως μέρος μιας συλλογικότητας, δεν αντανακλά μια κοινωνική κανονιστικότητα, για να χρησιμοποιήσουμε ορολογία του Κανγκιλέμ. Είναι κάτι που αγοράζει κανείς για να φροντίσει το ατομικό του κεφάλαιο, για να παραμείνει παραγωγικό, πειθήνιο κομμάτι της καπιταλιστικής μηχανής. Η υγεία αποκτά έτσι κάτι το «μαγικό», αρχίζει να έχει το χαρακτήρα φετίχ – όπως κάθε καλό εμπόρευμα. Και με μία ταυτόχρονη, ανάστροφη κίνηση, η ασθένεια, ο πόνος και ο θάνατος γίνονται ταμπού. Όταν η ιατρική έχει αφαιρέσει κάθε ίχνος αυτονομίας από τα κοινωνικά υποκείμενα καθιστώντας τα ανίκανα να κρίνουν τα ίδια την υγεία του σώματός τους, η ασθένεια προσλαμβάνεται ως κάτι το παράλογο που πρέπει να ξορκιστεί άμεσα. Για τα περιδεή Εγώ – πελάτες του κοινωνικού νοσοκομείου η αποδοχή του πόνου και η διαχείρισή του με ίδια μέσα είναι κάτι το αδιανόητο. Δεν είναι μόνο οι πραγματικά επείγουσες καταστάσεις που απαιτούν εξειδικευμένη ιατρική παρέμβαση· κάθε μικρή ενόχληση δρομολογεί διαδικασίες πανικού, κατ’ αρχάς σε ατομικό επίπεδο, που όμως εύκολα διευρύνεται και σε συλλογικό. Οι γιατροί και οι κρατικοί λειτουργοί αναδύονται ως οι μόνοι δυνατοί σωτήρες της κοινωνίας, κοινωνικά νομιμοποιημένοι πολύ πριν το όποιο lockdown.
Αν η άσπρη μπλούζα του γιατρού έχει γίνει το σύγχρονο πετραχήλι, αυτό οφείλεται και στην εικόνα παντοδυναμίας που έχει καλλιεργήσει συστηματικά για τον εαυτό της η ιατρική. Υπάρχουν μερικά πολύ απλά ερωτήματα σχετικά με τη διαχείριση του κορωνοϊού που ποτέ δεν τέθηκαν - ή πάντως δεν τέθηκαν με την επιμονή που θα έπρεπε - των οποίων οι απαντήσεις είναι αποκαλυπτικές για τον τρόπο που η ιατρική χτίζει το κοινωνικό της κύρος. Αν όντως υποτεθεί (κι αυτό είναι ένα μεγάλο αν) ότι τα μέτρα απομόνωσης έχουν ως αποτέλεσμα μια ομαλότερη καμπύλη κρουσμάτων και θυμάτων, αυτό τι ακριβώς σημαίνει; Στο τέλος της πανδημίας, ποιο θα είναι το τελικό αποτέλεσμα όσον αφορά τον συνολικό αριθμό των θανάτων; Θα έχει όντως μειωθεί; Αν, δηλαδή, δεν επικεντρωθούμε στην κορυφή αυτής της καμπύλης, αλλά στο συνολικό εμβαδό της, υπάρχουν δεδομένα που να υποστηρίζουν ότι αυτό το εμβαδό θα είναι μικρότερο με τη λήψη μέτρων; Η απάντηση είναι αρνητική. Τα όποια δεδομένα υπάρχουν από την πανδημία γρίπης του 1918 δείχνουν ότι η αποτελεσματικότητα των μέτρων στο συνολικό αριθμό θανάτων είναι εντελώς οριακή [16Βλ. Public health interventions and epidemic intensity during the 1918 influenza pandemic, Hatchett, Mecher, Lipsitch, Proceedings of the National Academy of Sciences, 2007.].
Δεύτερο ερώτημα: αν υποθέσουμε και πάλι ότι η καραντίνα βοηθάει όντως στο να πέσει ο ρυθμός μετάδοσης κάτω από το 1, ποια είναι τα δεδομένα που έστω υποδεικνύουν (δεν λέμε καν να αποδεικνύουν) ότι η άρση των μέτρων δεν θα εκτινάξει και πάλι αυτό το νούμερο; Απλούστατα δεν υπάρχουν τέτοια δεδομένα - υπάρχουν ενδείξεις για το ακριβώς αντίθετο. Πριν την επιβολή της καραντίνας όμως, δεν είχε ακουστεί σχεδόν τίποτα για το ενδεχόμενο ενός δεύτερου ή ενός τρίτου κύματος. Μόνο αφότου οι κοινωνίες είχαν φορέσει το ζουρλομανδύα της απομόνωσης άρχισαν να γίνονται κάποιες νύξεις. Στην Ελλάδα έπρεπε να περάσει σχεδόν ένας μήνας καραντίνας για να ψελλίσουν κάτι τα επίσημα χείλη του εθνικού λοιμωξιολόγου και να γραφτούν μονόστηλα στα μέσα μαζικής τρομοκράτησης. Αν ήθελαν να είναι συνεπείς, οι υπέρμαχοι της καραντίνας θα έπρεπε αυτή τη στιγμή να διοργανώνουν διαμαρτυρίες κατά της άρσης των μέτρων και να επιμένουν στη διατήρησή τους μέχρι την ανάπτυξη εμβολίου και τεχνητής ανοσίας (μιας και η φυσική ανοσία τούς μοιάζει σαν επιστροφή στη βαρβαρότητα). Επειδή όμως η φαιδρότητα έχει κι αυτή κάποια όρια, δεν διανοούνται καν να πράξουν κάτι τέτοιο για να είναι τουλάχιστον συνεπείς με τον εαυτό τους.
Όσο «κυνικό» κι αν ακουστεί στα ευαίσθητα αυτιά των καραντινολατρών, το συμπέρασμα είναι προφανές: κρινόμενη αυστηρά με βάση την αποτελεσματικότητά της, η ιατρική (ιατρο-πολιτική για την ακρίβεια) απλούστατα δεν έχει να προσφέρει πολλά στον περιορισμό της εξάπλωσης του ιού – κάτι που βεβαίως δεν σημαίνει ότι δεν μπορεί να προσφέρει στη φροντίδα των κρουσμάτων [17Κάποια σενάρια που ακούστηκαν για 13.000 θανάτους στην Ελλάδα αν δεν είχαν ληφθεί μέτρα είναι τελείως ανυπόστατα. Με λίγο πείραγμα των υπολογιστικών μοντέλων που χρησιμοποιήθηκαν, είναι σίγουρο ότι αυτό το νούμερο θα μπορούσε να βγει 23.000 ή 33.000 ή ό,τι τέλος πάντων βολεύει. Να σημειώσουμε απλά ότι η λήψη αποφάσεων με βάση τα αποτελέσματα υπολογιστικών μοντέλων είναι κάτι πρωτοφανές. Κανένας αεροναυπηγός δεν διανοείται να κατασκευάσει αεροπλάνα στη βάση υπολογιστικών μοντέλων και μόνο, χωρίς τα φυσικά μοντέλα και πρωτότυπα να περάσουν από εκτεταμένες δοκιμές. Καμμιά φαρμακοβιομηχανία δεν κυκλοφορεί φάρμακα (μέχρι τώρα) με βάση την αποτελεσματικότητα που προβλέπουν τα υπολογιστικά μοντέλα, χωρίς εκτεταμένες κλινικές δοκιμές. Παρ’ όλα αυτά, θεωρείται φυσιολογικό δισεκατομμύρια άνθρωποι να κλείνονται στα σπίτια τους με βάση τα αποτελέσματα επιδημιολογικών μοντέλων και μόνο, την ίδια στιγμή που τα δεδομένα από πραγματικές συνθήκες και τυχαιοποιημένες μελέτες (βλ. την έρευνα του Π.Ο.Υ. και αυτή για τη γρίπη του 1918 που αναφέραμε παραπάνω) υποδεικνύουν ότι η αποτελεσματικότητα τέτοιων μέτρων είναι περιορισμένη. Ένα διαφορετικό θέμα είναι το είδος της ιατρικής μέριμνας που παρέχεται στα κρούσματα, αλλά δεν θα επεκταθούμε εδώ.].
Πρόκειται για μια αδυναμία της ιατρικής που η ίδια αδυνατεί να ομολογήσει. Αντ’ αυτού, επιμένει να χτίζει ένα (βολικό για την ίδια) μύθο παντοδυναμίας. Ιδωμένη από αυτή τη σκοπιά, η καραντίνα ήταν, εκτός των άλλων, κι ένα μαζικό , πρωτοφανούς κλίμακας τελετουργικό νομιμοποίησης της ιατρο-πολιτικής εξουσίας. Δεν ήταν τελετουργικό αναστροφής κοινωνικών ρόλων (όπως αυτά που είχε αναλύσει ο ανθρωπολόγος Victor Turner), αλλά τελετουργικό ενίσχυσης του ρόλου που έχουν παίξει η ιατρική και η πολιτική εξουσία και που θα κληθούν να παίξουν καθώς βαδίζουμε προς την 4η βιομηχανική επανάσταση.
Το «ελευθερία ή θάνατος» ήταν κάποτε σχεδόν κοινότοπο στα χείλη και στις πένες των επαναστατών. Οι σημερινοί «επαναστάτες» των μέσων κοινωνικής δικτύωσης (πάλι καλά που αυτά συνέχισαν να λειτουργούν εν μέσω καραντίνας· αν είχαν κλείσει οι αντιδράσεις θα ήταν πιο οξείες σε σχέση με αυτές απέναντι στην καραντίνα) πληκτρολογούν επίμονα το «ελευθερία ή υγεία», αδυνατώντας να διακρίνουν τις στοιχειωδέστερες των διαλεκτικών αποχρώσεων. Αδυνατώντας να κατανοήσουν ότι αυτό που αλαζονικά τους λέει η ιατρο-πολιτική εξουσία συμπυκνώνεται στο «αν θέλετε από δω και στο εξής υγεία (και ποιος δεν τη θέλει;), θα πρέπει να είστε έτοιμοι να αποχαιρετίσετε την ελευθερία όποτε το πω εγώ». Όποιος υποχωρεί μπροστά σε τέτοιους εκβιασμούς όμως, μάλλον δεν αξίζει ούτε υγεία ούτε ελευθερία. Το βέβαιο είναι ότι, σε βάθος χρόνου, δεν θα έχει τίποτα από τα δύο.
Separatrix
1 - Στην ελλάδα, από τους «αιρετικούς» αυτούς επιστήμονες, πιο γνωστός είναι μάλλον ο Ιωαννίδης, καθηγητής στο Στάνφορντ. Φιλοξενήθηκε αρχικά σε κάποια ελληνικά μέσα, αλλά στην πορεία «εξαφανίστηκε». Δεν είναι απίθανο η εξαφάνισή του αυτή (με την εξαίρεση κάποιων επαρχιακών μέσων) να έγινε κατόπιν άνωθεν συστάσεων· κάποιες αρχικές σπόντες του εθνικού μας λοιμωξιολόγου για τις «απάνθρωπες» συστάσεις που του έκανε ένας Έλληνας ακαδημαϊκός διεθνούς κύρους μάλλον φωτογραφίζουν τον Ιωαννίδη. Φυσικά, ο Ιωαννίδης δεν είναι ο μόνος. Σε αυτό το άρθρο (στα γερμανικά) μπορεί να βρει κανείς μια εκτεταμένη λίστα διαφωνούντων (120 Expertenstimmen zu Corona. Weltweit kritisieren hochrangige Wissenschaftler, Ärzte, Juristen und andere Experten den Umgang mit dem Coronavirus. Απόψεις 120 ειδικών για τον κορωνΐό. Επιστήμονες, γιατροί, νομικοί και άλλοι ειδικοί υψηλού κύρους ανά τον κόσμο ασκούν κριτική στη διαχείριση του κορωνοϊού.). Μια μικρότερη λίστα έχει συντάξει και ο off-guardian.
[ επιστροφή]
2 - Υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις ότι αυτή η παραγωγή πανικού ενδέχεται να οδήγησε η ίδια σε ευρύτερη διάδοση του ιού, καθιστώντας τα νοσοκομεία πόλους έλξης φορέων και τελικά εστίες εξάπλωσης, αποδεκατίζοντας ταυτόχρονα το προσωπικό τους. Όμως και εμμέσως μπορεί να ευθύνεται για την αύξηση των θανάτων, όχι μόνο λόγω του ιού καθεαυτού (με όλες τις στατιστικές αλχημείες που ίσως γίνονται), αλλά λόγω της αποφυγής εκ μέρους πασχόντων από άλλες παθήσεις να αναζητήσουν ιατρική μέριμνα. Βλ. το άρθρο των The Times, Coronavirus: Record weekly death toll as fearful patients avoid hospitals.
[ επιστροφή]
3 - Βλ. την έκθεση του Π.Ο.Υ. Non-pharmaceutical public health measures for mitigating the risk and impact of epidemic and pandemic influenza, δημοσιευμένη τον Οκτώβριο του 2019. Μεταφέρουμε αμετάφραστο ένα κομμάτι από την περίληψη της έκθεσης: «The evidence base on the effectiveness of non-pharmaceutical interventions (NPIs) in community settings is limited, and the overall quality of evidence was very low for most interventions. There have been a number of high-quality randomized controlled trials (RCTs) demonstrating that personal protective measures such as hand hygiene and face masks have, at best, a small effect on influenza transmission, although higher compliance in a severe pandemic might improve effectiveness. However, there are few RCTs for other NPIs, and much of the evidence base is from observational studies and computer simulations. School closures can reduce influenza transmission but would need to be carefully timed in order to achieve mitigation objectives. Travel-related measures are unlikely to be successful in most locations because current screening tools such as thermal scanners cannot identify pre-symptomatic infections and afebrile infections, and travel restrictions and travel bans are likely to have prohibitive economic consequences.»
[ επιστροφή]
4 - Βλ. το βιβλίο του Ιβάν Ίλλιτς «Ιατρική Νέμεση. Η απαλλοτρίωση της υγείας.», εκδ. Νησίδες, μτφρ. Β. Τομανάς.
[ επιστροφή]
5 - Βλ. The Cambridge World History of Human Disease, επιμ. K. Kiple, Cambridge University Press, 2008.
[ επιστροφή]
6 - Νοητικό πείραμα: μπορεί να πάρει κανείς τα γράμματα ΗΧΝΥ, να αντικαταστήσει τα Χ και Υ με δύο οποιαδήποτε αριθμητικά ψηφία και να είναι σχεδόν σίγουρος ότι ο κωδικός που θα προκύψει θα αντιστοιχεί σε κάποιον όντως υπαρκτό ιό. Ο γνωστός Η1Ν1, π.χ., είναι μόνο ένας από μια πολύ μεγάλη οικογένεια συγγενών ιών.
[ επιστροφή]
7 - Βλ. το άρθρο του Scientific American, Destroyed Habitat Creates the Perfect Conditions for Coronavirus to Emerge. Βλ. επίσης στο PNAS (Proceedings of the National Academy of Sciences of the USA), το άρθρο Zoonosis emergence linked to agricultural intensification and environmental change του 2003.
[ επιστροφή]
8 - Βλ. το άρθρο Breeding Influenza: The Political Virology of Offshore Farming του Robert Wallace στο περιοδικό Antipode από το 2009. Για μια καλή επισκόπηση, βλ. επίσης το πρόσφατο άρθρο του Monthly Review COVID-19 and Circuits of Capital.
[ επιστροφή]
9 - Βλ. Western diseases: their emergence and prevention, επιμ. H. C. Trowell, D. P. Burkitt, Harvard University Press, 1981 και Some diseases characteristic of modern Western civilization, D. P. Burkitt, British Medical Journal, 1973. Δεν ανήκουν μόνο αυτές στις δυτικές ασθένειας. Για παράδειγμα, τα αυτοάνοσα νοσήματα και οι διαφόρων ειδών ψυχικές παθήσεις που θερίζουν τις τελευταίες δεκαετίες θα πρέπει να θεωρούνται επίσης τυπικά δείγματα δυτικών ασθενειών.
[ επιστροφή]
10 - Βλ. Rise and fall of Western diseases, David J. P. Barker, Narture, 1989.
[ επιστροφή]
11 - Για πιο εκτενείς αναλύσεις, βλ. ξανά το σημαντικό βιβλίο του Ίλλιτς, «Ιατρική Νέμεση. Η απαλλοτρίωση της υγείας.». Βλ. επίσης Cyborg, τ.15, Citius, Altius, Fortius... κάθε μέρα, όλη μέρα. Η υγεία ως διαρκής αναβάθμιση.
[ επιστροφή]
12 - Βλ. το βιβλίο του Ζωρζ Κανγκιλέμ, «Το κανονικό και το παθολογικό», εκδ. Νήσος, μτφρ. Γ. Φουρτούνης.
[ επιστροφή]
13 - Ειδικά στην Ελλάδα, η κατάσταση έχει ξεφύγει από κάθε έλεγχο. Η απληστία των γιατρών έχει φτάσει σε τέτοιο σημείο ώστε πλέον σχεδόν το 60% των γεννήσεων να γίνεται με καισαρική, ποσοστό αδιανόητο ακόμα και για τη δυτική ιατρική. Ποιος θα μας θεραπεύσει επιτέλους από τους γιατρούς;
[ επιστροφή]
14 - Αφελής απορία: γιατί άραγε το πρόγραμμα σπουδών στα σχολεία περιλαμβάνει κάθε είδους άχρηστα μαθήματα, αλλά κανείς δεν έχει διανοηθεί να προτείνει την εισαγωγή μαθημάτων πρώτων βοηθειών και στοιχειωδών ιατρικών γνώσεων;
[ επιστροφή]
15 - Κι εδώ δεν έχουμε αναφερθεί καν σε άλλα, λιγότερα «φιλοσοφικά» ζητήματα, με άμεση πολιτική σημασία, όπως, π.χ. την κατάσταση των διαλυμένων συστημάτων υγείας (όπου όμως αξίζει να σημειωθεί ότι το γεγονός πως έχουν βρεθεί σε τέτοια κατάσταση δεν είναι άσχετο με το κυρίαρχο ιατρικό μοντέλο). Η αποφυγή υπερκορεσμού των νοσοκομείων μπορεί να επιτευχθεί όχι μόνο μέσω της περίφημης «επιπέδωσης της καμπύλης κρουσμάτων» (έστω κι αν θεωρήσει κανείς ότι αυτή έχει νόημα), αλλά και μέσω εύρωστων συστημάτων υγείας. Κανένα κράτος όμως δεν τόλμησε να πει ότι «σας κλειδώνουμε μέσα γιατί τα συστήματα υγείας που έχουμε φτιάξει παραπαίουν». Οχυρώθηκαν πίσω από την «ατομική ευθύνη» και τα (μαγειρεμένα, όπως του διαβόητου Imperial) «επιστημονικά δεδομένα».
[ επιστροφή]
16 - Βλ. Public health interventions and epidemic intensity during the 1918 influenza pandemic, Hatchett, Mecher, Lipsitch, Proceedings of the National Academy of Sciences, 2007.
[ επιστροφή]
17 - Κάποια σενάρια που ακούστηκαν για 13.000 θανάτους στην Ελλάδα αν δεν είχαν ληφθεί μέτρα είναι τελείως ανυπόστατα. Με λίγο πείραγμα των υπολογιστικών μοντέλων που χρησιμοποιήθηκαν, είναι σίγουρο ότι αυτό το νούμερο θα μπορούσε να βγει 23.000 ή 33.000 ή ό,τι τέλος πάντων βολεύει. Να σημειώσουμε απλά ότι η λήψη αποφάσεων με βάση τα αποτελέσματα υπολογιστικών μοντέλων είναι κάτι πρωτοφανές. Κανένας αεροναυπηγός δεν διανοείται να κατασκευάσει αεροπλάνα στη βάση υπολογιστικών μοντέλων και μόνο, χωρίς τα φυσικά μοντέλα και πρωτότυπα να περάσουν από εκτεταμένες δοκιμές. Καμμιά φαρμακοβιομηχανία δεν κυκλοφορεί φάρμακα (μέχρι τώρα) με βάση την αποτελεσματικότητα που προβλέπουν τα υπολογιστικά μοντέλα, χωρίς εκτεταμένες κλινικές δοκιμές. Παρ’ όλα αυτά, θεωρείται φυσιολογικό δισεκατομμύρια άνθρωποι να κλείνονται στα σπίτια τους με βάση τα αποτελέσματα επιδημιολογικών μοντέλων και μόνο, την ίδια στιγμή που τα δεδομένα από πραγματικές συνθήκες και τυχαιοποιημένες μελέτες (βλ. την έρευνα του Π.Ο.Υ. και αυτή για τη γρίπη του 1918 που αναφέραμε παραπάνω) υποδεικνύουν ότι η αποτελεσματικότητα τέτοιων μέτρων είναι περιορισμένη. Ένα διαφορετικό θέμα είναι το είδος της ιατρικής μέριμνας που παρέχεται στα κρούσματα, αλλά δεν θα επεκταθούμε εδώ.
[ επιστροφή]