#17 - 02/2020
Πραγματική συνάντηση με κόσμους ανύπαρκτους για τον δυτικό μας ορθολογικό πολιτισμό - κι ωστόσο υπαρκτούς, αν αποδεχθείς την προσπάθεια ανεύρεσής τους. Πραγματικά βιώματα της επαφής με πράγματα πίσω από τη φαινόμενη, στα δικά μας μάτια κι αντιλήψεις, επιφάνεια των πραγμάτων. Αυτή την εμπειρία του εξιστορεί ο Κάρλος Καστανέντα. Τη θαυμαστή του μύηση στον κόσμο της μαγείας από τον Δον Χουάν - άνθρωπο με γνώση και άνθρωπο με δύναμη. Μιας μαγείας που είναι πιότερο μια νέα κοσμοθεώρηση και στάση ζωής παρά μια πρακτική εξώκοσμου μυστηρίου.
Μια μύηση που δεν είναι διόλου ανακίνηση υπερφυσικών εικόνων και ήχων, μπρος σε μάτια κι αυτιά που διατηρούν άθικτα τα φίλτρα του δυτικού τρόπου σκέψης. Αλλά είναι ξεθάμπωμα των ματιών και ξεβούλωμα των αυτιών, διεύρυνση ασύλληπτη του πεδίου της αντίληψής τους, μέχρι τις περιοχές όπου η γνώση είναι η βίωση του ακατάληπτου - όπου η δύναμη είναι το υλικό του αδιάκοπου θαύματος. Απ' αυτόν τον κόσμο στέκονται θέλοντας και μη «εκάς οι βέβηλοι». Κι ωστόσο, είναι προσιτός σε κάθε θέληση που πράγματι επιθυμεί. Ο Κάρλος Καστανέντα, με τα βιβλία του, δείχνει και τους μετασχηματισμούς του τρόπου σκέψης κι αντίληψης, αλλά και τις τεχνικές που κάνουν εφικτή την πρόσβαση σ' αυτόν τον άλλο κόσμο - που είναι απόλυτα πραγματικός, αρκεί ν' αποδεχθείς και να επιδιώξεις τη βίωση της ύπαρξής του...
Η διδασκαλία του Δον Χουάν, Ο δρόμος της γνώσης των Γιακί
(Απ’ την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου, στην ελληνική έκδοσή του - πρώτη έκδοση στα αγγλικά απ’ το πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια, 1968)
Επαυξημένη... Παράλληλη... Εναλλακτική... Εικονική...: Αν η λέξη πραγματικότητα αποκτάει (και θα αποκτήσει ακόμα πιο έντονα στην 4η βιομηχανική επανάσταση) συζητήσιμο νόημα και περιεχόμενο, τα συνοδευτικά της επίθετα δεν ξεκαθαρίσουν τίποτε. Απλά τακτοποιούν περιοχές της βιομηχανίας του Θεάματος με βάση έναν τεχνικό καταμερισμό: η πραγματικότητα, πιο σωστά οι πραγματικότητες, είναι κατασκευάσιμες απ’ αυτούς που τους δίνουν επίθετα βαφτίζοντάς τες, τελεία και παύλα!... Μέσα απ’ την μηχανοποίηση των πάντων και των αναπαραστάσεών τους, καλώς ορίσατε στην καθολική πολιτική οικονομία!
Στην αφετηρία του σύγχρονου κοινωνιολογικού προβληματισμού περί πραγματικότητας βρίσκεται, όχι άδικα, ένας τραπεζίτης - φιλόσοφος φαινομενολόγος. Ο αυστριακός Alfred Schutz (Βιέννη, 1899 - Νέα Υόρκη 1959) άρχισε να αναρωτιέται για την ανθρώπινη συνείδηση και την εννόηση της πραγματικότητας στα χαρακώματα του Α παγκόσμιου πολέμου: οι ατέλειωτες ώρες μέσα στις λάσπες, το τσάκισμα των νεύρων, οι εκατόμβες των νεκρών, η κούραση και οι παραισθήσεις των φαντάρων, τα χημικά αέρια, ήταν εύλογο να προκαλούν στους πάντες υπαρξιακά ερωτήματα για το ποιοί είμαστε και τι κάνουμε εδώ. Απ’ αυτήν την αφετηρία πολλοί στρατιώτες οργάνωσαν αρνήσεις, εξεγέρσεις, επαναστάσεις... Για τον Schutz η έξοδος κινδύνου ήταν η φιλοσοφική / κοινωνιολογική αναζήτηση.
Λίγο αργότερα, το 1932, στην ταραγμένη και επικίνδυνη περίοδο της ανόδου του φασισμού στην ευρώπη, λίγο πριν ο Schutz και η οικογένειά του φύγουν απ’ τη Βιέννη αναζητώντας άσυλο στο Παρίσι (και το 1939 στη Ν. Υόρκη), εξέδωσε στα αγγλικά το πρώτο του βιβλίο, η Φαινομενολογία του Κοινωνικού Κόσμου. Παρότι δεν αρνούνταν την ύπαρξη μίας και μοναδικής πραγματικότητας (όπως αυτή μπορούσε να προσδιοριστεί με επιστημονικό τρόπο) εκείνο που θεωρούσε σημαντικότερο ήταν το πως οι άνθρωποι “κατασκευάζουν την δική τους συνείδηση” γι’ αυτήν την πραγματικότητα. Κατά την γνώμη του αυτές οι επιμέρους και διαφορετικές συνειδήσεις - της - πραγματικότητας δεν κατάγονται απ’ την επιστημονική θεωρία και γνώση, αλλά απ’ την διαλεκτική σχέση των εμπειριών με τα κοινωνικά και ιδεολογικά περιβάλλοντα μέσα στα οποία μεγαλώνουν και ζουν οι άνθρωποι...
Σαν τραπεζικό στέλεχος πλήρους απασχόλησης ως το τέλος της ζωής του, ο Schutz ασφαλώς μπορούσε να παρατηρήσει τους διαφορετικούς κοινωνικούς προσδιορισμούς στην εννόηση του χρήματος και, κυρίως, της αξιοποίησής του. Ο πόλεμος και η αγορά ήταν το έδαφος πάνω στο οποίο η πραγματικότητα σχετικοποιούνταν...
Σχεδόν 35 χρόνια αργότερα, το 1966, επηρρεασμένοι απ’ τις απόψεις του Schutz, οι αυστριακής καταγωγής αμερικάνοι κοινωνιολόγοι Peter L. Berger και Thomas Luckmann εξέδωσαν το βιβλίο Η Κοινωνική Κατασκευή της Πραγματικότητας. Το βιβλίο (που το 1998 θεωρήθηκε το πέμπτο πιο σημαντικό βιβλίο κοινωνιολογίας στον 20ο αιώνα..) υποστήριζε ότι η γνώση και οι ανθρώπινες εννοήσεις και πεποιθήσεις για το τι είναι η πραγματικότητα διαμορφώνονται απ’ τον ιστό των κοινωνικών θεσμίσεων. Η πραγματικότητα δεν είναι “καθ’ εαυτή”. Είναι κοινωνική κατασκευή... Οι γλώσσες, οι σημασίες, τα νοήματα που την διαμορφώνουν είναι κοινωνικές κατασκευές... Δεν υπάρχει αντικειμενική πραγματικότητα στην καθημερινή ζωή· υπάρχουν (κοινωνικά κατασκευασμένες) υποκειμενικές εννοήσεις της.
Άσχετα απ’ τον βαθμό “αλήθειας” που θα απέδιδε κανείς σ’ αυτόν τον σχετικισμό, είναι σαφής η αλλαγή “κέντρου βάρους”, η μετατόπιση της επιστημονικής (κοινωνιολογικής εν προκειμένω) εστίασης στο ζήτημα του τι είναι η πραγματικότητα, η αλήθεια, η συνείδηση. Ο 19ος αιώνας ήταν περίοδος ένδοξης βεβαιότητας ότι η πραγματικότητα είναι μία, επιστημονικά διαπιστώσιμη / αναλύσιμη, αντικειμενική. Και ότι υποχρέωση της ανθρώπινης γνώσης / εμπειρίας είναι να τείνει προς την κατανόηση αυτής της μίας, μοναδικής, αντικειμενικής και επιστημονικά εξηγήσιμης πραγματικότητας, εγκαταλείποντας τις κοινωνικές προλήψεις και προκαταλήψεις, τις εμπειρικές μισοαλήθειες, της ηθελημένες ή αθέλητες συμφεροντολογικές παραμορφώσεις της...
Πολλές δεκαετίες αργότερα, στο δεύτερο μισό του 20ου αιώνα, η διάταξη αυτή είχε αντιστραφεί: οι υποκειμενικές, λειψές, συχνά στρεβλές, κοινωνικά και ιδεολογικά προκατειλημμένες εννοήσεις της πραγματικότητας αναγνωρίζονταν σαν αξιώσεις αλήθειας· και η επιστήμη θα έπρεπε να τείνει στη μελέτη, στην εξήγηση, ακόμα και στην ανάδειξή τους... Ακόμα κι αν η βεβαιότητα ότι, σε τελευταία ανάλυση, η πραγματικότητα είναι μία και αντικειμενική δεν είχε εγκαταλειφθεί οριστικά στα ‘50s και στα ‘60s, μετατοπιζόταν στο εσωτερικό των αναπτυσσόμενων τεχνο-επιστημών της 2ης καπιταλιστικής επανάστασης, σαν το νομιμοποιητικό “μυστικό” τους... Διευκόλυνε το να μην υπάρχει κάτι κοινό σαν κοινωνικά ζητούμενο, η Αληθεια... Αφήνοντας χώρο και αποδοχή όχι μόνο στον (κοινωνικό) υποκειμενισμό και σχετικισμό αλλά ακόμα και στην άγνοια· αυτήν που ήταν το ανάθεμα του Διαφωτισμού στην επική του περίοδο...
Μέσα σ’ αυτό το διανοητικό, ιδεολογικό και αισθητικό περιβάλλον, που στη δεκαετία του 1960 σήκωσε τις σημαίες απόρριψης της μίας και μοναδικής πραγματικότητας (διαμορφωμένης απ’ το κράτος, την οικογένεια, την μισθωτή σχέση...) αναδύθηκε και κυρίως μαζικοποιήθηκε μια κουλτούρα μυθοποίησης των παραισθήσεων· κατασκευής ή ανακατασκευής διαφορετικών πραγματικοτήτων (ή διαφορετικών αντιλήψεων για το τι είναι “πραγματικό”, “αληθινό”) με λίγο πολύ χημικά μέσα.
Το LSD ή η υμνημένη απ’ τον Castaneda μεσκαλίνη δεν θεωρήθηκαν παραισθησιογόνα, δηλαδή τρόποι να απομακρυνθεί κανείς απ’ την μία, μοναδική και αντικειμενική πραγματικότητα. Αλλά το αντίθετο: μέσα, τρόποι, πύλες εισόδου σε άλλες, εναλλακτικές πραγματικότητες· από κάποιες απόψεις ακόμα πιο “πραγματικές” από εκείνη των συνηθισμένων αισθητηριακών εμπειριών.
Ο Timothy Leary είναι μια απ’ τις προσωπικότητες που διέσχισαν και δυνάμωσαν βιβλιογραφικά αυτήν την κουλτούρα απ’ την δεκαετία του 1960 και μετά, στον δυτικό καπιταλιστικό κόσμο. Ψυχολόγος, φιλόσοφος, γκουρού των drugs και της ψυχεδέλειας, σε μια εποχή όπου η “μία και μοναδική πραγματικότητα” είχε γίνει αφόρητα συντηρητική, γραμμική, κομφορμιστική, κατέκτησε δίκαια τον τίτλο του πιο επικίνδυνου ανθρώπου στον κόσμο - του τον απένειμε ο αμερικάνος πρόεδρος Nixon. Μια ματιά στις αρχές του συγγραφικού / ερευνητικού του έργου δείχνει πόσο συγχρονισμένος ήταν με μια εποχή που ήταν πια διατεθειμένη να ιδιωτικοποιήσει εκείνο που ως τότε έμοιαζε στέρεα γενικό και κοινό: την πραγματικότητα.
- Η Ψυχεδελική Εμπειρία (1964)
- Οδηγίες για την Ψυχεδέλεια (1965)
- Ψυχεδελικές προσευχές από το Tao Te Ching (1967)
- Η πολιτική της Έκστασης (1968).
Ο ίδιος γράφει για την διαδρομή του:
... Τον Γενάρη του 1960 αποδέχθηκα μια πρόσκληση να έρθω στο πανεπιστήμιο του Harvard για να δουλέψω σε νέα προγράμματα, που είχαν τον γενικό τίτλο “Αλλαγή Συμπεριφοράς”. Ήμουν πεπεισμένος ότι οι ψυχολογικές ασθένειες μπορούν να θεραπευτούν· ότι οι σκληροί περιορισμοί στην ανθρώπινη διανοητική και συναισθηματική λειτουργία προκαλούνταν από άκαμπτες καταστάσεις του μυαλού, νευρικά κυκλώματα που παρέμεναν στατικά, που δημιουργούσαν και συντηρούσαν τεχνητές και προβληματικές καταστάσεις αντίληψης της πραγματικότητας.
Πίστευα ότι το νευρικό σύστημα ήταν ένα βιο-χημικο-ηλεκτρικό δίκτυο ικανό να λαμβάνει και να δημιουργεί μια σειρά ευπροσάρμοστων πραγματικοτήτων εάν και εφόσον βρισκόταν ένα χημικό κλειδί για την τροποποίηση της συνείδησης, και χρησιμοποιούνταν στο πλαίσιο της κατάλληλης θεωρίας.
...
Για να το πω όσο πιο απλά γίνεται, πίστευα ότι ο άνθρωπος δεν ξέρει πως να χρησιμοποιήσει το κεφάλι του· ότι το στατικό, επαναλαμβανόμενο κύκλωμα που είναι γνωστό σαν κανονικό μυαλό είναι το ίδιο η πηγή των ασθενειών· και ότι το καθήκον του ψυχολόγου - νευρολόγου ήταν να ανακαλύψει την νευρο-χημεία για την αλλαγή του μυαλού, να επιτρέψει δηλαδή την αποτύπωση νέων πραγματικοτήτων και νέων συσχετίσεων. Τα αρχικά πειράματά μας στο Harvard έδειξαν ότι το LSD θα μπορούσε να είναι το κατάλληλο ναρκωτικό.
Στις αρχές της δεκαετίας του ‘60 δοκιμάσαμε αυτές τις υποθέσεις με μια σειρά ελεγχόμενων πειραμάτων χρήσης LSD με πολλές εκaτοντάδες άτομα, υπό τις εξής συνθήκες: το ζητούμενο ήταν η φιλοσοφική εξερεύνηση και αυτο-ανακάλυψη· η χρήση ήταν υποστηριζόμενη, ασφαλής και σεβαστή. Δεν υπήρξε κανένα ατύχημα ή “bad trip”. Τα αντικείμενα των πειραμάτων μπορούσαν να έχουν τακτικά την εμπειρία μετα-διασκεπτικών καταστάσεων, και ενθαρρύνθηκαν να αναλογιστούν τις προσωπικές και κοινωνικές συνέπειες αυτών των νέων σημάτων.
Τα αποτελέσματα αυτών και άλλων εμπειριών με ψυχεδελικά ναρκωτικά μας οδήγησαν στο συμπέρασμα ότι οι οργανικές νευρο-χημικές ουσίες θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν σαν εργαλεία για την μελέτη του νευρικού συστήματος, για την απελευθέρωση του εγκεφάλου απ’ τα όρια της σκέψης, για την εκπαίδευση των ανθρώπινων όντων στην ανάπτυξη νέων νευρικών κυκλωμάτων (και νέων σκέψεων).
...
Από το 1960 ως το 1963 δοκιμάσαμε αυτές τις θεωρίες με μια σειρά αντικειμενικών μελετών πάνω στην κοινωνική επανένταξη αποφυλακισμένων, στην ψυχεδελική ψυχοθεραπεία και στην αλλαγή προσωπικότητας. Οι υποθέσεις μας βεβαιώθηκαν. Μειώσαμε την επαναφυλάκιση κατά 90%. Πετύχαμε ποιοτική ψυχομετρική βελτίωση της προσωπικότητας. Ήταν μια ευγενής έρευνα που άξιζε βράβευση. Τα άτομα που ενεπλάκησαν σ’ αυτά τα πειράματα μοιράζονταν μαζί μας τον ενθουσιασμό, αλλά η επίσημη ιατρική όχι. Είμασταν αφελείς: μας εξέπληξε το γεγονός ότι πολλές ιατρικές διοικήσεις δεν ήθελαν στ’ αλήθεια να μειωθούν οι παθολογικές καταστάσεις που ήταν η πελατεία του συστήματος...
...
Ο Timothy Leary (στο κέντρο της φωτογραφίας) μαζί με μια φοιτητική μπάντα, στο πανεπιστήμιο της Ν. Υόρκης, στη διάρκεια μιας περιοδείας διαλέξεων - το 1969.
Τα γεγονότα της δεκαετίας του ‘60 ήταν η αναγέννηση της δράσης και της δημιουργικότητας. Πέρα απ’ ότιδήποτε άλλο τα ‘60s μας έδειξαν ότι μπορούμε να τροποποιήσουμε την συνείδησή μας. Γρήγορες αλλαγές στην συμπεριφορά, περισσότερο σεξ και χρήση ναρκωτικών έφεραν αποτελέσματα χωρίς προηγούμενο στην προσωπική ελευθερία, στην υπευθυνότητα και στις επιλογές...
Όντως, το mainstream ιατρικό περιβάλλον εκείνης της περιόδου δεν ήταν έτοιμο να δεχτεί αυτό που ο Leary και αρκετοί άλλοι (κυρίως αντι-ψυχίατροι) διέδωσαν με ευκολία στο διψασμένο για καινοτομίες και πειραματισμούς τέτοιου είδους νεολαιίστικο υποκείμενο: ότι τα χημικά είναι μέθοδος διεύρυνσης της συνείδησης. [1Στα ‘60s και στα ‘70s o Leary είχε διάφορα προβλήματα με την αμερικανική αστυνομία, κυρίως λόγω της νομοθεσίας περί ναρκωτικών.] Εκ των υστέρων δικαιούται κάποιος να εκπλαγεί με την τότε (και έκτοτε...) εύκολη και μάλλον βολική πεποίθηση ότι η με χημικό ή οποιοδήποτε άλλο μέσο βραχυκύκλωση των αισθητηριακών σημάτων έχει κάτι το “απελευθερωτικό”. Το ότι στη δεκαετία του 1960 (με τον 3ο “ψυχρό” παγκόσμιο πόλεμο στην ακμή του...) η προπαγάνδα και, κυρίως, οι προπαγανδιστές θα είχαν κάθε λόγο για εναλλακτικές μορφές brain washing, και το ότι τα πειράματα με το LSD έγιναν σ’ ένα καθωσπρέπει πανεπιστήμιο (ίσως και σε περισσότερα) πολύ πριν γίνουν κοινότοπο στοιχείο της νεανικής κουλτούρας, δεν ήταν φαίνεται λόγοι για να ανησυχήσουν άνθρωποι σαν τον Leary για το ενδεχόμενο να υποτιμούν πλευρές της πραγματικότητας απ’ αυτές που μπορεί κανείς να καταλάβει μόνο αν δεν έχει παραισθήσεις.
Ωστόσο, η μετατόπιση απ’ την βεβαιότητα της ύπαρξης μιας πραγματικότητας στην σχετικότητα της υποκειμενικής εννόησης (κατά προτίμηση μέσω διάφορων χημικών βοηθημάτων) του τι είναι πραγματικό, είχε έρθει για να μείνει. Ήταν μετατόπιση στρατηγικής σημασίας· αποδείχθηκε η εισαγωγή, ο προθάλαμος του μεταμοντερνισμού καθώς και διάφορων κοινωνικών όψεων του νεοφιλελευθερισμού.
Ο Timothy Leary μαζί με τον Robert Anton Wilson εξέδωσαν το 1977 ένα βιβλίο με τίτλο Νευροπολιτική. Πίστευαν πάντα ότι το ανθρώπινο νευρικό σύστημα είναι το πεδίο της ελευθερίας. Κι ακόμα περισσότερο: ότι αυτό που γενικά θεωρείται πραγματικότητα, ΑΥΤΟ είναι η ψευδαίσθηση! Ο Wilson δεν θα μπορούσε να είναι περισσότερο σαφής:
... Κάθε είδος άγνοιας στον κόσμο προέρχεται απ’ το ότι δεν έχουμε καταλάβει ότι οι αντιλήψεις μας είναι τζόγος. Πιστεύουμε σ’ αυτά που βλέπουμε και μετά πιστεύουμε στην ερμηνεία μας γι’ αυτά, κι ούτε καταλαβαίνουμε ότι πρακτικά, τον περισσότερο καιρό, κάνουμε ερμηνείες. Νομίζουμε ότι καταλαβαίνουμε την πραγματικότητα...
Με κάποια δόση ειρωνείας θα λέγαμε ότι μ’ αυτόν τον τρόπο οι αισθήσεις (που για κάποιες κρίσιμες δεκαετίες απ’ τον 19ο ως τα μέσα του 20ου αιώνα θεωρούνταν ασφαλής αρχική σχέση με την γνώση της πραγματικότητας και υλικό για την σκέψη), κηρύσσονταν είτε ύποπτες είτε περιοριστικές· ανοίγοντας όχι απλά δρόμους αλλά λεωφόρους στις μεταφυσικές δοξασίες· ως και στις “θεωρίες συνωμοσίας”.
Ωστόσο, ίσως περισσότερο απ’ την απελευθέρωση του ανθρώπινου είδους απ’ τις συμβάσεις του σκέπτεσθαι, οι πρωτοπόροι της Νευροπολιτικής ενδιαφέρονταν για την προσωπική τους καριέρα και καθιέρωση· πράγμα που σήμερα θα θεωρούνταν απόλυτα φυσιολογικό. Ο Walson το 1978 - 1979 έκανε το διδακτορικό του στο πανεπιστήμιο Paidea της Καλιφόρνια με τίτλο Η εξέλιξη των Νευρο-Κοινωνιολογικών Κυκλωμάτων: Συμβολή στην Κοινωνιοβιολογία της Συνείδησης. Μ’ αυτόν τον τίτλο μπορεί κάποιος να συμβάλει στην “πρόοδο της επιστήμης” - αλλά δεν γίνεται αναγνωρισμένος γκουρού στις δυτικές κοινωνίες...
Το 1982 τροποποίησε το κείμενο του διδακτορικού του, άλλαξε στυλ γραφής, και το εξέδωσε ένα χρόνο μετά σαν βιβλίο με τον σαφώς πιο πιασάρικο τίτλο Η Έγερση του Προμηθέα (Prometheus Rising). Ήταν ένα κράμα των θεωριών του Timothy Leary για το 8απλό κύκλωμα της συνείδησης, ασκήσεων αυτο-επισκόπησης, θεωρημάτων μαγείας, κοινωνιοβιολογίας, γιόγκα, σχετικότητας και κβαντικής μηχανικής, το οποίο για τον Walson ήταν “το ατομικό εγχειρίδιο διαχείρισης του ανθρώπινου εγκεφάλου”. Πιστός στις δυνατότητες της Νευροπολιτικής ο Walson ήταν πεπεισμένος πως όχι μόνο είναι δυνατόν αλλά και πρέπει να γίνεται ο “επαναπρογραμματισμός” του ανθρώπινου εγκεφάλου, μέσω νευρο-λεκτικού προγραμματισμού, κυβερνητικής, ύπνωσης, και άλλων μέσων έτσι ώστε “...ο καθένας να διευρύνει το τούνελ πραγματικότητας” μέσα στο οποίο κινείται...
Η αντικειμενική αλήθεια θαβόταν όλο και πιο βαθιά, ήδη απ’ την δεκαετία του ‘80, κάτω από όλο και πιο συμπαγή στρώματα ψευδαισθήσεων, παραισθήσεων, αυθαίρετων δοξασιών, ρευστών συμβασιοποιήσεων περί του τι είναι τι... Η χημεία, η νευρολογία και, στη συνέχεια, η ηλεκτρομηχανολογία της σχετικότητας εκείνου που λεγόταν ακόμα “συνείδηση” αλλά εξελισσόταν στο αντίθετο, έγιναν της μόδας...
Έχουν σημασία σ’ αυτό το σημείο δύο παρατηρήσεις. Πρώτον, οι προβληματικές περί “αλήθειας”, “γνώσης”, “πραγματικότητας” και “συνείδησης” όπως αναπτύχθηκαν στη δύση απ’ την δεκαετία του ‘60 και μετά, δεν είχαν καμία σχέση μ’ αυτό που άλλοτε ονομαζόταν σοφία. Είτε επρόκειτο για την αναζήτηση εναλλακτικών πραγματικοτήτων είτε για την αναζήτηση της διεύρυνσης της συνείδησης το ζητούμενο ήταν μια νεανική, σφριγηλή (έντρομη απέναντι στον θάνατο ή στη φθορά) συσσώρευση εμπειριών που να έχει αντίκρυσμα στον υπαρκτό, καπιταλιστικό κόσμο. Παρόλες, λοιπόν, τις λατρευτικές δοξασίες υπέρ των Άλλων (πραγματικοτήτων) ή των Μεγάλων (ενορατικών συνειδήσεων) τα υποκείμενα έμειναν σε γενικές γραμμές πιστά όχι μόνο στην εποχή τους αλλά και στην κοινωνία τους.
Αυτό επέτρεψε σε αρκετούς, όταν βαρέθηκαν τους περιθωριακούς πειραματισμούς, να περάσουν εύκολα απ’ τα κοινόβια της “επιτροφής στη φύση” στις διοικήσεις επιχειρήσεων της “νέας οικονομίας” των ‘80s και των “90s.
Δεύτερον, η μέθη, οι παραισθήσεις, τα παραισθησιογόνα δεν είναι καθόλου άγνωστα στους ανθρώπινους πολιτισμούς. Το αντίθετο. Υπάρχουν αρκετές αποδείξεις και ντοκουμέντα που δείχνουν τον συνήθως τελετουργικό χαρακτήρα τους - σαν εξαίρεση. Και πάντως δεν υπάρχουν στοιχεία που να υποδεικνύουν ότι αυτές οι καταστάσεις είχαν ποτέ αξιώσεις αλήθειας. [2Οι πρωθιέρειες του μαντείου του Απόλλωνα στους Δελφούς, που έμειναν στην ιστορία με το όνομα “Πυθία”, αποφαίνονταν ευρισκόμενες σε έκσταση, λέγοντας ακατάληπτες φράσεις... Αλλά είναι γενικά δεκτό ότι αυτό ήταν το τελετουργικό, θεατρικό στοιχείο της κατασκευής των χρησμών. Αυτοί φτιάχνονταν απ’ τους ιερείς του ναού, που τυπικά μεν εμφανίζονταν να “μεταφράζουν” τις ακατάληπτες φράσεις, αλλά πρακτικά και ουσιαστικά είχαν αρκετό χρόνο να μαθαίνουν, για κάθε περίπτωση, ποιο θα ήταν το ερώτημα που θα απευθυνόταν στο μαντείο, καθώς και τις παραμέτρους της διφορούμενης απάντησης που θα έπρεπε να δοθεί, ώστε να αποδεικνύεται Αληθής σε οποιαδήποτε περίπτωση.]
Η ορμή με την οποία ένα μεγάλο μέρος των πρωτοκοσμικών κοινωνιών στράφηκε προς τις παραισθήσεις σαν “πηγές γνώσης και αλήθειας” δεν έχει σχέση με τις παραισθησιογόνες ουσίες αυτές καθ’ αυτές. Προήλθε, αντίθετα, από εξαιρετικά πραγματικές εξελίξεις:
- Την μεγάλη επίδραση του φροϋδισμού και των ψυχαναλυτικών θεωριών για το σεξ (γενικά) αλλά και για τα όνειρα σαν πηγές αποκάλυψης της αλήθειας για το Εγώ (ειδικά)·
- Την ανάδυση μιας όλο και πιο συμπαγούς απαίτησης για μη δεσμευτικό ατομικισμό που, με τη σειρά της, ήταν άμεσο αποτέλεσμα της καπιταλιστικής ανάπτυξης και της αύξησης της κεντρικότητας της (ιδιωτικής) κατανάλωσης στην καθημερινή ζωή·
- Την όλο και πιο έντονη εμπιστοσύνη στις μεσο-λαβήσεις, που ήταν το χώνεμα του εντεινόμενου εμπορευματικού φετιχισμού.
Συνεπώς, τα ίδια ερωτήματα (περί “αλήθειας” ή/και “πραγματικότητας”) που σε άλλες εποχές και άλλους πολιτισμούς ήταν αντικείμενα στοχασμού και αναστοχασμού ή συστηματικής παρατήρησης και ζωής αντιμέτωπης με πολλές δυσκολίες, απ’ τις δεκαετίες του 1960 και μετά πέρασαν στην αρμοδιότητα χημικών μέσων· στα πλαίσια της προγραμματίσιμης Ανάπτυξης του Εαυτού. Επιπλέον ο θρυλικός δυτικός ορθολογισμός, δοκιμασμένος απ’ τα εγκλήματα δύο παγκοσμίων πολέμων και τις απειλές ενός σε εξέλιξη τρίτου και πυρηνικού, είχε χάσει κάθε ιδεολογική αίγλη: η αναζήτηση της “αλήθειας” είτε στις παραισθησιακές ανορθολογικότητες είτε στις μυθοποιημένες ανατολικές φιλοσοφίες ήταν, από αρκετές απόψεις, η πίσω όψη της ηθικής έκπτωσης εκείνου του διανοητικού εγχειρήματος που πριν ελάχιστους αιώνες είχε υποσχεθεί όχι μόνο την απελευθέρωση του ανθρώπινου είδους απ’ τον θρησκευτικό σκοταδισμό αλλά και την αρμονία στις ανθρώπινες σχέσεις.
Οι εποχές είναι καλές για τους προγραμματιστές. Και είναι ακόμα καλύτερες για εκείνους τους προγραμματιστές που ασχολούνται με την εικονική ή την επαυξημένη πραγματικότητα.
Τα τελευταία χρόνια μεγάλες τεχνολογικές επιχειρήσεις όπως η Google, η Facebook και η Apple επενδύουν στην εικονική πραγματικότητα (virtual reality / VR) και την κόρη της, την επαυξημένη πραγματικότητα (augmented reality / AR). Η Google μόλις κυκλοφόρησε μια νέα εφαρμογή με τίτλο “Ζωντανή Θέαση” (Live View) για τους δημοφιλείς χάρτες της, που χρησιμοποιεί επαυξημένη πραγματικότητα για να κάνει υπέρθεση πληροφοριών στο πεδίο της όρασής σας όταν κοιτάτε μέσα απ’ την κάμερα ενός smartphone. Υπάρχουν ήδη παρόμοια παραδείγματα απλών χρήσεων της επαυξημένης πραγματικότητας, όπως για παράδειγμα η εφαρμογή “Place” της IKEA, που δουλεύει μέσω της κάμερας του smartphone και επιτρέπει να τοποθετήσετε με εικονικό τρόπο διάφορα έπιπλα στο σπίτι σας, για να δείτε αν ταιριάζουν. Η Goggle συνεχίζει επίσης να βελτιώνει την πλατφόρμα ARCore, έτσι ώστε κάθε τηλέφωνο να μπορεί να κάνει διάφορα, όπως να μετράει το βάθος.
...
Όταν γίνεται λόγος για τις δυνατότητες της εικονικής πραγματικότητας σε σχέση με εκείνες της επαυξημένης, γίνεται όλο και περισσότερο φανερό ότι η AR είναι αυτή που θα έχει την μεγαλύτερη κοινωνική απεύθυνση. Ενώ η χρήση της VR περιορίζεται στους gamers που φορούν ειδικές συσκευές, οι μεγαλύτερες τεχνολογικές εταιρείες θεωρούν την εικονική πραγματικότητα σαν την πύλη για ένα μεγάλο φάσμα δυνατοτήτων της επαυξημένης. Η ιδέα είναι ότι η AR μπορεί να γίνεται ευρύτερα αποδεκτή στην καθημερινή ζωή μας...[3How tech companies are trying to make augmented and virtual reality a thing, again - Vox, 11 Φλεβάρη 2020.]
Προς το παρόν (και με βάση αυτά που λένε οι εταιρείες) φαίνεται ότι η “επαυξημένη πραγματικότητα” προσφέρεται σαν επιπλέον πληροφόρηση / πληροφοριοποίηση, ενώ η “εικονική πραγματικότητα” για “διασκέδαση”. Αυτός ο καταμερισμός, ωστόσο, έχει ένα κοινό τεχνικό και σε τελευταία ανάλυση πολιτικό υπόβαθρο. Την αποικιοποίηση των αισθήσεων, του ανθρώπινου νευρικού συστήματος και της αντίληψης με μηχανικά μέσα. Αυτή η αποικιοποίηση / μηχανοποίηση θα φτάσει οπωσδήποτε και στην αναδιοργάνωση τομέων της εργασίας, σε νέες κατηγορίες distance working. [4H κινηματογραφική ταινία Sleep Dealer (σε σκηνοθεσία Alex Rivera, 2008) θα αποδειχθεί προφητική...] Σ’ αυτές περιλαμβάνεται “πρωτοποριακά” ο πόλεμος: ήδη η εικονική πραγματικότητα χρησιμοποιείται σαν “εκπαιδευτικό περιβάλλον” (χωρίς κινδύνους) και η επαυξημένη σαν “βελτίωση των δυνατοτήτων” στο πεδίο της μάχης...
Η επαυξημένη πραγματικότητα είναι καλύτερη λέει ένα σύνθημα, υπονοώντας πως αν αυτό που λεγόταν (ιστορικά) πραγματικότητα πληροφοριοποιηθεί αρκετά (και γίνεται αντιληπτό μόνο σαν data και αλγόριθμοι επεξεργασίας τους) τότε η επαύξησή του, με απεριόριστες επιπλέον πληροφορίες και αλγόριθμους, είναι “καλύτερη”...
Σ’ αυτήν την ιστορική φάση η διαρκής ανακατασκευή της πραγματικότητας 2.0 (η πραγματικότητα 3.0, 4.0 κλπ) ακόμα κι αν εμφανίζεται σαν πληροφορική επέκταση / πληροφορικός πληθωρισμός γύρω γύρω, πάνω, κάτω και μέσα στην “κλασσική πραγματικότητα”, υπερβαίνει αυτό που στο hype των ‘60s και των ‘70s λεγόταν παραισθησία. Η τεχνολογικά μεσολαβημένη ανάπλαση / αναπαράσταση ή η τεχνολογικά μεσολαβημένη επέκταση του (άλλοτε) πραγματικού σημαίνει γενικευμένη υπερκωδικοποίηση: του χρόνου, του χώρου, των πραγμάτων, των ανθρώπων, των σχέσεων, των πάντων. Οι αισθήσεις, το νευρικό σύστημα, η σκέψη / το μυαλό αντιλαμβάνονται όλο και περισσότερο σαν “πραγματικό”, σαν “υπαρκτό”, σαν “αληθινό” όχι την ζωϊκή επεξεργασία των αισθητηριακών ερεθισμάτων αλλά την αναπαράσταση· και την εικονική κατασκευή. Αυτά είναι ρευστές, εφήμερες, συχνά στιγμιαίες καταστάσεις, που παράγονται από εταιρείες (μέσω εφαρμογών)· και, επιπλέον, μπορούν να διακοπούν οποισδήποτε στιγμή, για οποιοδήποτε λόγο (βλάβη, κακόβουλη ενέργεια ή, απλά, ηλεκτρικό black out). Τηρουμένων των ιστορικών και πολιτιστικών αναλογιών είναι ως εάν ένας θεατής κινηματογράφου να αντιλαμβάνεται όλη τη ζωή του σαν ταινία· συμπεριλαμβανομένων των “προσεχώς”, των “διαλειμάτων” - και του “the end”...
Ένα παράδειγμα είναι ικανό να υποδείξει τι σημαίνουν τα πιο πάνω. Είναι γνωστό ήδη πως όσοι κινούνται είτε στις πόλεις είτε εκτός με τις οδηγίες του gps και εφαρμογών “υποβοήθησης της κίνησης” πρακτικά δεν ξέρουν που κινούνται απ’ την άποψη του “φυσικού” χώρου· κινούνται καθοδηγούμενοι ιδεατά σχεδόν σαν τυφλοί. Μια εφαρμογή επαυξημένης πραγματικότητας θα ήταν η κίνηση (π.χ. σε μια πόλη) είτε μέσω ενός smart phone είτε, ακόμα καλύτερα, μέσω smart glasses, [5Αν και ορισμένες εφαρμογές επαυξημένης πραγματικότητας διατίθενται ή πρόκειται να διατεθούν για smart phones, οι υποστηρικτές του είδους λένε (και έχουν τα δίκια τους) ότι η πραγματική ανάπτυξη της AR απαιτεί οπωσδήποτε γυαλιά. Απ’ αυτήν την άποψη τα google glasses ήταν πρωτοπόρα. Τόσο πρωτοπόρα ώστε “κακόπαθαν” επειδή, όπως λέγεται τώρα, δεν είχαν αναπτυχθεί τότε (το 2013) εφαρμογές internet of things. ] να είναι ανάγνωση διαδοχικών “καρτών πληφοροριών” για οτιδήποτε “βλέπουν” τα γυαλιά· επιπλέον, ο χρήστης να μπορεί να “σημαδεύει” (εικονικά) οτιδήποτε θέλει στη διαδρομή, να κάνει εικονική αναδρομή στα σημεία που “σημάδεψε”, ή να στέλνει σε τρίτους αυτά τα “spots”.
Πρακτικά σ’ αυτή τη διαδικασία η (άλλοτε) “πραγματική” πόλη, οι “πραγματικοί” δρόμοι, κλπ είναι απλά μια επιφάνεια έδρασης ποσοτήτων από data διαφόρων ειδών. Αυτό που λέγεται (πληροφορική) επαύξηση λειτουργεί από διανοητική και αισθητική άποψη σαν ένα είδος φυτού - παράσιτου που μεγαλώνει τρεφόμενο από τον ξενιστή του, πάνω του, μέχρις ότου τον καλύψει / κρύψει εντελώς.
Η ρητορική υπέρ της AR (ή και της VR) είναι σχεδόν η ίδια με εκείνη των δεκαετιών του ‘60 και του ‘70, με μια μικρή μετατόπιση. Περισσότερες πληροφορίες (περισσότερες “συνοδευτικές” πραγματικότητες) σημαίνουν διεύρυνση της πληροφόρησης και άρα της γνώσης λένε τώρα· εκεί που οι γκουρού της ψυχεδέλειας μιλούσαν για διεύρυνση της συνείδησης. [6Το εξαιρετικά προβληματικό έτσι κι αλλιώς διάβημα περί “διεύρυνσης της συνείδησης” εγκαταλείφθηκε σύντομα απ’ τους χρήστες των drugs. Εδώ και τρεις τουλάχιστον δεκαετίες τα “smart drugs” υπηρετούν πολύ πιο ταπεινό στόχο: την εντατικοποίηση της απόδοσης.
Είναι εύλογη (απ’ την σκοπιά της κριτικής ανάλυσης) συνέπεια το ότι το εγκατελειμένο και χωρίς κοινωνικό / πολιτικό ενδιαφέρον πια πεδίο της συνείδησης καταλαμβάνεται εξ εφόσου, εύκολα, γρήγορα, χωρίς εμπόδια και αντιπαλότητες, απ’ την γενίκευση της μηχανικής μεσολάβησης...]
Ακόμα και οι πιο καλοπροαίρετοι ανάμεσα στους “παλιούς” (σίγουρα υπήρξαν και τέτοιοι) δεν θα μπορούσαν να αποκλείσουν την πιθανότητα το εμπόριο των (φυτικών ή χημικών) μέσων για την “διεύρυνση της συνείδησης” να εξελιχθεί σε εμπόριο συνειδήσεων... Το βέβαιο είναι τώρα (μάρτυρας είναι η προέλευση της ανάπτυξης των “νέων πραγματικοτήτων”) ότι η 4η βιομηχανική επανάσταση (θα) σημαίνει όχι μόνο εμπόριο εντός της τυπικής πραγματικότητας, αλλά εμπόριο πραγματικοτήτων. Αν αυτό συμβαίνει ήδη στην διακριτή περιοχή του gaming (ο κάθε ενήλικος διαλέγει το παιχνίδι / εικονική πραγματικότητα που του αρέσει), οι τεχνολογικές εξελίξεις που έχουν πυροδοτήσει την 4η βιομηχανική επανάσταση θα κάνουν εφικτό το εμπόριο “κόσμων”, κατά προτίμηση, on demand...
Η καθολικότητα της ψηφιακής υπερκωδικοποίησης είναι συνώνυμη της καθολικότητας της μηχανικής μεσολάβησης· του engineering of everything. Αλλά αυτό το τελευταίο δεν είναι παρά η προσπάθεια καθολικοποίησης των καπιταλιστικών προσταγών.
Η Νευροπολιτική σ’ όλο το εξουσιαστικό της μεγαλείο!
Ziggy Stardust
1 - Στα ‘60s και στα ‘70s o Leary είχε διάφορα προβλήματα με την αμερικανική αστυνομία, κυρίως λόγω της νομοθεσίας περί ναρκωτικών.
[ επιστροφή]
2 - Οι πρωθιέρειες του μαντείου του Απόλλωνα στους Δελφούς, που έμειναν στην ιστορία με το όνομα “Πυθία”, αποφαίνονταν ευρισκόμενες σε έκσταση, λέγοντας ακατάληπτες φράσεις... Αλλά είναι γενικά δεκτό ότι αυτό ήταν το τελετουργικό, θεατρικό στοιχείο της κατασκευής των χρησμών. Αυτοί φτιάχονταν απ’ τους ιερείς του ναού, που τυπικά μεν εμφανίζονταν να “μεταφράζουν” τις ακατάληπτες φράσεις, αλλά πρακτικά και ουσιαστικά είχαν αρκετό χρόνο να μαθαίνουν, για κάθε περίπτωση, ποιο θα ήταν το ερώτημα που θα απευθυνόταν στο μαντείο, καθώς και τις παραμέτρους της διφορούμενης απάντησης που θα έπρεπε να δοθεί, ώστε να αποδεικνύεται Αληθής σε οποιαδήποτε περίπτωση.
[ επιστροφή]
3 - How tech companies are trying to make augmented and virtual reality a thing, again - Vox, 11 Φλεβάρη 2020.
[ επιστροφή]
4 - H κινηματογραφική ταινία Sleep Dealer (σε σκηνοθεσία Alex Rivera, 2008) θα αποδειχθεί προφητική...
[ επιστροφή]
5 - Αν και ορισμένες εφαρμογές επαυξημένης πραγματικότητας διατίθενται ή πρόκειται να διατεθούν για smart phones, οι υποστηρικτές του είδους λένε (και έχουν τα δίκια τους) ότι η πραγματική ανάπτυξη της AR απαιτεί οπωσδήποτε γυαλιά. Απ’ αυτήν την άποψη τα google glasses ήταν πρωτοπόρα. Τόσο πρωτοπόρα ώστε “κακόπαθαν” επειδή, όπως λέγεται τώρα, δεν είχαν αναπτυχθεί τότε (το 2013) εφαρμογές internet of things.
[ επιστροφή]
6 - Το εξαιρετικά προβληματικό έτσι κι αλλιώς διάβημα περί “διεύρυνσης της συνείδησης” εγκαταλείφθηκε σύντομα απ’ τους χρήστες των drugs. Εδώ και τρεις τουλάχιστον δεκαετίες τα “smart drugs” υπηρετούν πολύ πιο ταπεινό στόχο: την εντατικοποίηση της απόδοσης.
Είναι εύλογη (απ’ την σκοπιά της κριτικής ανάλυσης) συνέπεια το ότι το εγκατελειμένο και χωρίς κοινωνικό / πολιτικό ενδιαφέρον πια πεδίο της συνείδησης καταλαμβάνεται εξ εφόσου, εύκολα, γρήγορα, χωρίς εμπόδια και αντιπαλότητες, απ’ την γενίκευση της μηχανικής μεσολάβησης...
[ επιστροφή]