#28 - 10/2023
Η θεωρία της Μεγάλης Έκρηξης (Big Bang) σε λίγο θα κλείσει έναν αιώνα ζωής – ίσως το ιωβηλαίο της συμπέσει με την στιγμή που θα αναπαυτεί στην ιστορία των ανθρώπινων επιστημονικών επινοήσεων. Η συστηματοποίησή της το 1927 αποδίδεται στον βέλγο Georges Henri Joseph Edouard Lemaitre, που ήταν ταυτόχρονα παπάς (καθολικός), μαθηματικός, αστρονόμος και θεωρητικός της φυσικής, καθηγητής μάλιστα φυσικής στο καθολικό πανεπιστήμιο της Louvain. Κανονικά ένας χριστιανός παπάς, που πιστεύει και διαδίδει την «δημιουργία του κόσμου σε 7 ημέρες» απ’ τον μεγαλοδύναμο, δεν θα έπρεπε να υποστηρίζει κάτι τόσο αντίθετο όπως μια «μεγάλη κοσμογονική έκρηξη»∙ εκτός αν ο μεγαλοδύναμος μετατρεπόταν από «κτίστη της πλάσης» σε δυναμιτιστή. Αλλά ο Lemaitre το διέπραξε. Στις αρχές του 20ου αιώνα μπορούσαν να γίνουν μερικές αστρονομικές παρατηρήσεις με ιδιαίτερη ακρίβεια για τα δεδομένα της εποχής. Συνεπώς η παρατήρηση (ή, όπως θα φανεί αργότερα, η υπόθεση) ενός διαστελλόμενου γαλαξία και, κατά συνέπεια, ενός διαστελλόμενου σύμπαντος, θα απαιτούσε μια «στιγμή 0», την αφετηρία αυτής της επεκτατικής κίνησης. Εκεί, συν τω χρόνω, τοποθετήθηκε το Big Bang: σύμφωνα με τους επιστημονικούς υπολογισμούς πριν 13,8 δισεκατομμύρια χρόνια…
Η εικονογράφηση της Μεγάλης Έκρηξης για μαζική χρήση, δισδιάστατη ή τρισδιάστατη, είναι υποχρεωτικά παραπλανητική. Υπάρχει πάντα ένα περιβάλλον του Big Bang, το οποίο μπορεί να εκλαϊκεύει την θεωρία αλλά επίσης την διαστρέφει. Ωστόσο, το ότι ο ανθρώπινος νους δεν μπορεί να συλλάβει το “τίποτα - απ’ - το - οποίο - δημιουργούνται - τα - πάντα” ίσως είναι κυρίως πρόβλημα της θεωρίας...
Το ερώτημα της δημιουργίας του κόσμου είναι καθαρά ιδεολογικό / πολιτισμικό, και είναι βέβαιο ότι δεν απασχολεί κανένα απ’ τα εκατοντάδες χιλιάδες διαφορετικά έμβια όντα του πλανήτη. Το πιθανότερο είναι ότι δεν απασχολούσε ούτε τους προγόνους του homo sapiens. Δεν θα ήταν αυθαίρετο να υποστηρίξουμε ότι θα πρέπει να δημιουργήθηκε μέσα απ’ την κατασκευή διάφορων θρησκευτικών πεποιθήσεων (συμπεριλαμβανόμενων, ίσως, και κάποιων ανιμιστικών), σαν ταυτόσημο της κυριότητας του κόσμου (από τον κατασκευαστή του, έναν ή περισσότερους.) Ήταν υποχρεωτικό κατά συνέπεια να έχει υπάρξει ήδη όχι απλά κάποια οργάνωση του ανθρώπινου είδους (ας πούμε ανθρώπινες αγέλες) αλλά και κάποιες κατασκευαστικές ικανότητες μέσα σ’ αυτές. Το ερώτημα της δημιουργίας του κόσμου είναι, κατά συνέπεια, απορία (όχι άδολη) του homo faber και των δομών εξουσίας στο εσωτερικό των κοινοτήτων του.
Δεν υπάρχουν στοιχεία για απαντήσεις σ’ αυτό το ερώτημα παλιότερες από, ας πούμε χοντρικά, δύο ή δυόμιση χιλιάδες χρόνια π.χ. Και όλες, παρά τις διαφορές τους, έχουν στο κέντρο τους δημιουργούς (του κόσμου) σε γενικές γραμμές ανθρωπόμορφους: τους θεούς ή τις όποιες υπερφυσικές οντότητες / δυνάμεις είχαν αναγορευτεί σε ιερές.
Απ’ αυτή την άποψη η Μεγάλη Έκρηξη θα έπρεπε να θεωρείται όχι ακλόνητη αλήθεια αλλά μάλλον η πολιτισμική / τεχνική / επιστημονική ιδέα (περί καταγωγής του κόσμου) των αρχών του καπιταλιστικού 20ου αιώνα, αφού πρώτα οι εκρήξεις, μικρότερες ασφαλώς, είχαν γίνει κοινότοπες ως ανθρώπινα έργα: πόλεμοι, και οπωσδήποτε ο 1ος παγκόσμιος.
Από πολλές απόψεις η θεωρία της «δημιουργίας του κόσμου» από μια Μεγάλη Έκρηξη είναι ακόμα πιο μυστικιστική απ’ τις παλιότερες θρησκευτικού τύπου. Για να συλλάβει, για παράδειγμα, κάποιος την ιδέα ότι το Big Bang είναι η αφετηρία της δημιουργίας της κοσμικής ύλης (δηλαδή των γαλαξιών, των ήλιων, των πλανητών, κι ανάμεσά τους της ασήμαντης πέτρας στην οποία ζούμε) θα πρέπει να εγκαταλείψει ριζικά κι οριστικά την απορία «και τι υπήρχε πριν»: το Big Bang, σύμφωνα με την θεωρία, δημιούργησε και τον χρόνο. Η δημιουργία του χώρου – και – του – χρόνου απ’ το απόλυτο τίποτα μέσω μιας απόλυτης έκρηξης είναι μια ενδιαφέρουσα διανοητικά άσκηση∙ αλλά δεν διαφέρει στον πυρήνα της, για παράδειγμα, απ’ την ιουδαϊκή άποψη για τον μάστορα (και βιοτεχνολόγο!) μεγαλοδύναμο που επίσης ξεκινάει το έργο του απ’ το απόλυτο τίποτα όντας το απόλυτο παν∙ ούτε απ’ την βαβυλωνιακή, για την οποία «στην αρχή ήταν το χάος»∙ ούτε απ’ την αιγυπτιακή, για την οποία «στην αρχή ήταν ο λόγος» (του θεού Ρα). Για να το πούμε διαφορετικά, η θεωρία της Μεγάλης Έκρηξης χρειάζεται (χρειαζόταν…) κάτι που είναι ανάθεμα για την επιστημονικότητα: κάποια ποσότητα πίστης. Αλλά, οπωσδήποτε, και επιστημονικές αποδείξεις.
Επί έναν αιώνα χιλιάδες επιστημονικών ανακοινώσεων, εξειδικευμένων βιβλίων, βιβλίων για επιμόρφωση των μαζών, άρθρων, διαλέξεων, δημοσιογραφικών πονημάτων, συγκέντρωναν, ανέλυαν και ανακύκλωναν αυτά τα επιστημονικά ντοκουμέντα (παρατηρησιακές καταγραφές από τηλεσκόπια για την διαστολή του σύμπαντος και φυσικομαθηματικές εξισώσεις) θεωρώντας την Μεγάλη Έκρηξη αποδεδειγμένο γεγονός. Για να καλυφθούν κάποιες «ανεξήγητες» ασυνέχειες στη σχέση της θεωρίας με τα παρατηρησιακά δεδομένα έγιναν και μερικές αυθαιρεσίες (κάτι καθόλου άγνωστο στην επιστημοσύνη…): κατασκευάστηκαν οι έννοιες της σκοτεινής ύλης και της σκοτεινής ενέργειας – δημιουργώντας, όπως θα περίμενε κάποιος, νέους πονοκεφάλους στην κοινότητα των αστροφυσικών, μακριά πάντως απ’ την κοινή γνώμη και τις πεποιθήσεις της.
Όλο αυτό το «βασίλειο» της δημιουργίας του κόσμου απ’ το Big Bang κλονίζεται σοβαρά τα τελευταία χρόνια. Και πάλι μακριά απ’ το πλήθος∙ στα επιστημονικά άδυτα. Δεν είναι κάτι ήσυχο και ειρηνικό – απλά συμβαίνει… Και παρότι συμβαίνει τόσο «μακρυά» απ’ την καθημερινή εμπειρία, για ένα θέμα τόσο «μακρυά» απ’ τα καθημερινά ενδιαφέροντα, έχει πολλαπλή σημασία. Κυρίως επειδή απο-ιεροποιεί και απο-μυθοποιεί αυτό που ονομάζεται «επιστήμη» στο κεντρικό, στη μητρικό της πεδίο: την φυσική.
… Το βασικό χαρακτηριστικό της επιστημονικής κοινότητας είναι η αποδοχή ενός κοινού Παραδείγματος (paradigm)… Η επιστήμη αρχίζει, για τον Kuhn, με την εμφάνιση του πρώτου Παραδείγματος (και τη δημιουργία της πρώτης επιστημονικής κοινότητας). Μέχρι τότε δεν υπάρχει επιστήμη, αλλά μια πλειάδα αντιμαχόμενων «σχολών» και απόψεων.
Το Παράδειγμα κερδίζει τη γενική αποδοχή, οι επιστήμονες παύουν να θέτουν σε συνεχή αμφισβήτηση τα θεμέλια του κλάδου τους και αφοσιώνονται στη «φυσιολογική έρευνα», που γρήγορα αποδίδει καρπούς. Οι γενιές των επιστημόνων εκπαιδεύονται στο φως του αποδεκτού Παραδείγματος, μαθαίνουν να έχουν τις ίδιες αξίες και την ίδια οπτική με τους εκπαιδευτές τους. Η εκπαιδευτική αυτή ευθυγράμμιση περνά μέσα από τα διδακτικά εγχειρίδια και τα έργα που θεωρούνται κλασικά, και παίζει τεράστιο ρόλο στην οικονομία δυνάμεων και στην αποδοτικότητα του κλάδου.
Η «στράτευση» σ’ ένα Παράδειγμα δεν είναι μόνο η αποδοχή μιας θεωρίας. Είναι ταυτόχρονα μια οντολογική παραδοχή (από τι είδους οντότητες αποτελείται ο κόσμος), μια μεθοδολογική κατεύθυνση (ποια προβλήματα είναι σημαντικά και τι θεωρείται επιστημονική λύση) και μια κοινή γλώσσα. Η στράτευση είναι λοιπόν τόσο ολοκληρωτική, ώστε ο Kuhn φτάνει να μιλά για είσοδο σε ένα νέο κόσμο.
Η δραστηριότητα επίλυσης γρίφων της φυσιολογικής επιστήμης δεν είναι, ωστόσο, μια συνεχώς επιτυχημένη διαδικασία. Υπάρχουν ορισμένα προβλήματα, που παρά τη θεμελιώδη σημασία τους και τις επανειλημμένες προσπάθειες της κοινότητας, εξακολουθούν να παραμένουν άλυτα. Απ’ την άλλη μεριά, ορισμένα πειράματα και νέες παρατηρήσεις μπορεί να οδηγήσουν σε δεδομένα που διαψεύδουν μια αποδεκτή πεποίθηση. Τέτοιες περιπτώσεις συνιστούν ανωμαλίες για το Παράδειγμα, και μια συσσώρευση ανωμαλιών μπορεί να οδηγήσει σε ανατροπή του Παραδείγματος. Βέβαια, οι ανωμαλίες είναι ως ένα βαθμό φυσικές∙ κανένα Παράδειγμα δεν είναι απαλλαγμένο από ανωμαλίες, και τις περισσότερες φορές οι επιστήμονες έχουν πλήρη επίγνωση αυτού του γεγονότος, χωρίς να χάσουν την πίστη τους στο Παράδειγμα. Το ερώτημα που γεννιέται, φυσικά, είναι σε ποια περίπτωση η συσσώρευση των ανωμαλιών θεωρείται τόσο σημαντική, ώστε να οδηγήσει στην ανατροπή του Παραδείγματος.
Το ερώτημα είναι κρίσιμο και δεν επιδέχεται μια γενική λύση. Η ιστορία των επιστημών δείχνει ότι δεν ισχύουν πάντα τα ίδια κριτήρια, ούτε έχουμε πάντα μπροστά μας όλα τα δεδομένα του προβλήματος. Εκείνο, πάντως, που μπορούμε να υποστηρίξουμε είναι ότι δεν έχει τόσο σημασία ο αριθμός των ανωμαλιών όσο η σπουδαιότητά τους. Σημαντικότερες ανωμαλίες θεωρούνται εκείνες που θίγουν τα θεμέλια ενός Παραδείγματος, τα αναπόσπαστα μέρη του. Βασικό ακόμη στοιχείο στη μείωση της αξιοπιστίας ενός Παραδείγματος είναι η ύπαρξη (ή η γένεση) ενός αντίθετου Παραδείγματος που καταφέρνει να συμβιβάσει τις ανωμαλίες.
Η συσσώρευση ανωμαλιών οδηγεί στην κατάσταση κρίσης. Η επιστημονική κοινότητα χάνει την εμπιστοσύνη της στο Παράδειγμα και αρχίζει πάλι η αμφισβήτηση των θεμελίων του κλάδου. Αρχίζει μια περίοδος διαμάχης όπου διάφορα Παραδείγματα, νέα και παλιά, συνυπάρχουν και αντιτίθενται. Είναι η – σύντομη συνήθως – περίοδος της ιδιόρρυθμης επιστήμης, που ο Kuhn περιγράφει με ένα καθαρό πολιτικό λεξιλόγιο. Το Παράδειγμα μοιάζει με την κοινωνία, που βρίσκεται σε επαναστατική περίοδο∙ οι θεωρίες του και οι μεθοδολογικές επιταγές του είναι οι θεσμοί που δεν καταφέρνουν να επιβάλουν την τάξη∙ ακολουθεί μια περίοδος αναρχίας, όπου διάφορες κοινωνικές ομάδες διεκδικούν την εξουσία∙ η κριτική επιχειρηματολογία δίνει προοδευτικά τη θέση της στις μεθόδους πειθαναγκασμού των μαζών∙ η εξουσία τελικά κερδίζεται όχι απ’ το ορθότερο πρόγραμμα αλλά από το πειστικότερο. Παρόμοια, στο πεδίο της Επιστήμης, η περίοδος της κρίσης λύνεται με την επικράτηση ενός νέου Παραδείγματος. Η επικράτηση όμως, κατά κανόνα, δεν οφείλεται αποκλειστικά στην εξηγητική πληρότητα του νέου Παραδείγματος∙ ο διάλογος των επιστημόνων φτάνει να μοιάζει με διάλογο κουφών και η τελική τους επιλογή μοιάζει περισσότερο με «θρησκευτική μεταστροφή» ή ξαφνική αλλαγή οπτική εικόνας όπως στα πειράματα της μορφολογικής ψυχολογίας (gestalt switches).
… Εκείνο που θεωρήθηκε ιδιαίτερα ριζοσπαστικό ή «αιρετικό» στη θεώρηση του Kuhn, είναι ο τρόπος που λύνεται η περίοδος της κρίσης, η φύση της επιστημονικής επανάστασης. Η αλλαγή που συντελείται στη διάρκεια μιας επανάστασης δεν είναι δυνατό, για τον Kuhn, να αναχθεί σε μια απλή λογική συγκριτική αποτίμηση, μια «επανερμηνεία ορισμένων σταθερών και ατομικών δεδομένων». Η ιστορική έρευνα δείχνει ότι η εισαγωγή ενός νέου Παραδείγματος προκαλεί τεράστια προβλήματα επικοινωνίας ανάμεσα στους επιστήμονες. Οι επιστήμονες διαφωνούν για την επιστημονική μέθοδο, για τα κυριότερα τρέχοντα επιστημονικά προβλήματα, για το νόημα των όρων που χρησιμοποιούν (μιλούν διαφορετική γλώσσα), φαίνονται να ζουν σε διαφορετικούς κόσμους. Τα Παραδείγματα που ασπάζονται είναι ασσύμετρα (incommensurable). Ο Kuhn δανείζεται αυτόν τον όρο απ’ τα μαθηματικά για να τονίσει ότι η προ-επαναστατική και η μετ-επαναστατική επιστήμη δεν είναι απλώς ασυμβίβαστες, αλλά δεν έχουν ούτε καν κοινό μέτρο σύγκρισης. Δεν μπορούμε λοιπόν να συγκρίνουμε δύο διαδοχικά Παραδείγματα σε αντικειμενική βάση, ούτε να διατυπώσουμε αξιολογικές κρίσεις για την ορθότητα του καθενός. Το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να κατανοήσουμε το κάθε Παράδειγμα στο εννοιολογικό και κοινωνιολογικό του πλαίσιο και να εκτιμήσουμε κατά πόσο είναι συνεπές με τις αρχές του και αποτελεσματικό στα προβλήματα που αυτό θέτει προς επίλυση.
Αυτά μεταξύ άλλων σημείωνε ο Βασίλης Κάλφας, επιμελητής της έκδοσης του καίριου Η Δομή των επιστημονικών επαναστάσεων του Thomas Kuhn απ’ τις εκδόσεις «σύγχρονα θέματα» - το πρωτότυπο στα αγγλικά εκδόθηκε το 1962. Η προσέγγιση του Kuhn ήταν η ίδια ένα είδος επανάστασης στη θεώρηση της ιστορίας των επιστημών (: επιστημολογία). Και χάρη σ’ αυτήν πετάχτηκε στα σκουπίδια η αυτάρεσκη αντίληψη των ειδικών πως αν υπάρχουν κατά περιόδους διαφορετικές «επιστημονικές Αλήθειες» αυτές εν τέλει δεν αντιπροσωπεύουν παρά την «πορεία προς την τέλεια, την απόλυτη Αλήθεια» του κόσμου, η κάθε μια καλύτερη απ’ την προηγούμενη. Αντίθετα, μέσα απ’ την Δομή των επιστημονικών επαναστάσεων, αποκαταστάθηκε όχι μόνο η πραγματική ιστορία της ατέλειας της ανθρώπινης σκέψης, αλλά και η εσωτερική, συχνά συγκρουσιακή ενδο-επιστημονική πραγματικότητα, πίσω απ’ την ομίχλη της δήθεν ιερότητας και της δήθεν ανωτερότητας των επιστημόνων και των ισχυρισμών τους.
Βρίσκεται η αστροφυσική και, πιο συγκεκριμένα, η θεωρία της Μεγάλης Έκρηξης στην κατάσταση που περιέγραφε για τις «αλλαγές παραδείγματος» στις επιστήμες (ειδικά στη φυσική και σ’ όλες τις προεκτάσεις της) ο Kuhn πριν 60 χρόνια; Ακριβώς! Και η αιτία είναι καινούργιες παρατηρήσεις, ασύμβατες με την θεωρία.
Μηχανή-του-σκανδάλου είναι το διαστημικό τηλεσκόπιο James Webb. Έργο της συνεργασίας μεταξύ της αμερικανικής nasa, της ευρωπαϊκής υπηρεσίας διαστήματος (esa) και της καναδικής αντίστοιχης (csa), το JWST (James Webb Space Telescope) είναι ένα φιλόδοξο πρόγραμμα προέκτασης της (ανθρώπινης) όρασης μέσα στο διάστημα / σύμπαν πολύ μακρύτερα από ποτέ. Καθώς κινείται όλο και πιο βαθιά-στο-άγνωστο, οι υψηλής ανάλυσης και υψηλής ευαισθησίας συσκευές του στέλνουν πίσω στη γη εικόνες από «παλιά συμπαντικά αντικείμενα», που δεν ήταν προσιτά στο οπτικό πεδίο του προηγούμενου εγχειρήματος, του Hubble Space Telescope. Σύμφωνα με τις φιλοδοξίες των κατασκευαστών του, το JWST θα επιτρέψει την παρατήρηση των πρώτων άστρων και τον σχηματισμό των πρώτων γαλαξιών – των «πρώτων άστρων» και των «πρώτων γαλαξιών» που σύμφωνα με την θεωρία της Μεγάλης Έκρηξης βρίσκονται στην άκρη του σύμπαντος.
Το JWST εκτοξεύτηκε στις 25 Δεκέμβρη του 2021, και η πρώτη λήψη του έφτασε στη γη στις 11 Ιούλη του 2022. Συνέχισαν να έρχονται οι επόμενες, ώσπου μόνο μια βδομάδα μετά, στις 19 Ιούλη του 2022, 17 αστροφυσικοί συνυπέγραψαν ένα άρθρο του οποίου ο τίτλος ξεκινούσε έτσι: Panic!
Πανικός!!! Πράγματι. Τα ευρήματα του JWST δεν συμφωνούσαν καθόλου με τις προβλέψεις του Big Bang: πάρα πολλοί γαλαξίες, πολύ «παλιοί», πολύ μικροί και πολύ καλοσχηματισμένοι ΔΕΝ ήταν εκείνο που προβλεπόταν να υπάρχει «εκεί» αν αυτό το «πανάρχαιο εκεί» ήταν σύμφωνα με το Big Bang το «πέρα-μακρυά» ενός διαρκώς επεκτεινόμενου / διαστελλόμενου σύμπαντος. Σύμφωνα με τα πρώτα στοιχεία που επεξεργάστηκαν οι συγγραφείς του Panic! οι εικόνες του JWST έδειχναν την ύπαρξη 10 φορές περισσότερων γαλαξιών απ’ όσους προβλέπονταν απ’ την θεωρία της Μεγάλης Έκρηξης∙ και επιπλέον πολύ καλοσχηματισμένων, με καμία ένδειξη «συγχώνευσης» μεταξύ τους, και πάλι αντίθετα απ’ ό,τι προέβλεπε η θεωρία της Μεγάλης Έκρηξης. Για να γίνουν τα πράγματα ακόμα χειρότερα, οι γαλαξίες που εντόπιζε το JWST θα έπρεπε να είναι ηλικίας 400 έως 500 εκατομμυρίων ετών (μετά την Μεγάλη Έκρηξη). Προς μεγάλη έκπληξη η ηλικία κάποιων απ’ τους ήλιους τους προσδιορίστηκε σε πάνω από 1 δισεκατομμύριο χρόνια.
Αυτά τα στοιχεία (στοιχεία των τελευταίων 14 μηνών) προστίθενται σε άλλες ασυνέπειες μεταξύ της θεωρίας και των παρατηρήσεων των τελευταίων χρόνων. Σύμφωνα με τον φυσικό Eric Lerner [1Αρκετά δραστήριος ο 76χρονος σήμερα Lerner έχει μεγάλη ιστορία συμμετοχής σε απαγορευμένες πολιτικές δράσεις στις ηπα: το 1968 συμμετείχε στις φοιτητικές κινητοποιήσεις στο Columbia κατά του πολέμου στο βιετνάμ∙ και το 2011 στο κίνημα Occupy Wall Street…] η θεωρία του Big Bang μετράει ως τώρα 16 λαθεμένες προβλέψεις και μόνο μία σωστή: την αφθονία δευτέριου, ενός ισότοπου του υδρογόνου, στο σύμπαν. Πρόκειται για τις ανωμαλίες ενός κυρίαρχου επιστημονικού Παραδείγματος σύμφωνα με την ορολογία του Kuhn, ανωμαλίες που συσσωρεύονται.
Γιατί, λοιπόν, η όλο και μεγαλύτερη «αστάθεια» της θεωρίας του Big Bang παραμένει άγνωστη και, σε μεγάλο βαθμό, κουκουλώνεται ακόμα και μέσα στους κύκλους των αστροφυσικών; Ο Lerner παρουσιάζει την εξήγησή του, που έχει όλα όσα ανέλυσε ο Kuhn για τον επιστημονικό συντηρητισμό και συντεχνιασμό: [2The Big Bang didn’t happen, 11 Αυγούστου 2022.]
… Η απάντηση βρίσκεται σ’ αυτό που ονομάζω «Το Σύνδρομο των Καινούργιων Ρούχων του Βασιλιά». Στη χειρότερη περίπτωση μπορεί κάποιος να πει «βλέπω τον αγκώνα του βασιλιά» ή «βλέπω το γόνατο του βασιλιά», έστω ίσως «βλέπω τον κώλο του βασιλιά». Απαγορεύεται όμως να πει «ο βασιλιάς είναι γυμνός». Όποιοι θέσουν υπό αμφισβήτηση το Big Bang χαρακτηρίζονται ηλίθιοι και ακατάλληλοι για την αστροφυσική. Δυστυχώς η χρηματοδότηση σ’ αυτόν τον τομέα προέρχεται από ελάχιστες κυβερνητικές πηγές που ελέγχονται από μια χούφτα επιτροπές στις οποίες κυριαρχούν οι θεωρητικοί του Big Bang. Αυτοί οι θεωρητικοί έχουν φάει την ζωή τους κτίζοντας τις καριέρες τους πάνω σ’ αυτήν την θεωρία. Όποιος κάνει ερωτήσεις γι’ αυτήν απλά δεν χρηματοδοτείται.
Μέχρι πριν λίγα χρόνια, αν κάποιοι ερευνητές μπορούσαν να αυτο-χρηματοδοτήσουν μια κοσμολογική έρευνα, όπως είναι η περίπτωσή μου, μπορούσαν να δημοσιεύσουν τις «αιρετικές» απόψεις τους, αν και το πιθανότερο ήταν να αγνοηθούν απ’ την κυρίαρχη άποψη… Αλλά καθώς η κρίση στην κοσμολογία έγινε ολοφάνερη το 2019, αυτή η κυρίαρχη άποψη άρχισε να οχυρώνεται για να υπερασπιστεί τον εαυτό της μέσω λογοκρισίας, αφού δεν είχε πια άλλα αμυντικά μέσα. Όμως η λογοκρισία είναι πάντα βλαβερή για την επιστήμη…
… Τα επιστημονικά ερωτήματα ωστόσο είναι πεισματάρικα και είναι εδώ. Εδώ και δεκαετίες κάποιοι επιστήμονες, με αφετηρία τον βραβευμένο με το νόμπελ φυσικής Hannes Alfven [3Ο σουηδός Hannes Olof Gosta Alfven (1908 – 1995) φυσικός και ηλεκτρολόγος μηχανικός κέρδισε το 1970 το νόμπελ φυσικής για τις έρευνές του στην μαγνητοϋδροδυναμική. Τα μαγνητοϋδροδυναμικά κύματα ονομάζονται προς τιμήν του «κύματα Alfven». Μεταξύ άλλων η φυσική πλάσματος στην ανάπτυξη της οποίας είχε σημαντική συμβολή (θεωρείται πως) παίζει σημαντικό ρόλο στη δημιουργία των γαλαξιών. ], έχουν δείξει ότι αν εγκαταλειφθεί η υπόθεση του Big Bang, η εξέλιξη του σύμπαντος και τα φαινόμενα που παρατηρούμε σήμερα, όπως το υπόβαθρο των κοσμικών μικροκυμάτων, μπορούν να εξηγηθούν χρησιμοποιώντας τις φυσικές διαδικασίες που παρατηρούμε στο εργαστήριο – ειδικά τις ηλεκτρομαγνητικές διαδικασίες του πλάσματος. Το πλάσμα είναι το μερικώς ιονισμένο αέριο που συνθέτει όλη την ύλη που βλέπουμε στο διάστημα, στα άστρα και στο χώρο ανάμεσα στα άστρα.
… Μια απ’ τις βασικές διαδικασίες του πλάσματος την οποία ταυτοποίησε ο Alfven και οι συνεργάτες του, διαδικασία που είναι υπό μελέτη εδώ και 50 χρόνια, είναι η νηματοποίηση του πλάσματος. Πρόκειται για την διαδικασία κατά την οποία ηλεκτρικά ρεύματα και τα μαγνητικά πεδία που δημιουργούν, τραβούν το πλάσμα στον σχηματισμό δανδελωτών συστημάτων από νήματα τα οποία βλέπουμε σ’ όλες τις κλίμακες του σύμπαντος, απ’ το σέλας στην γήινη ατμόσφαιρα ως το ηλιακό στέμμα, ως τους σαν σπιράλ βραχίονες των γαλαξιών, ακόμα και τις συστάδες των γαλαξιών. Μαζί με τις βαρυτικές δυνάμεις, η νηματοποίηση του πλάσματος είναι μια απ’ τις βασικές διαδικασίες σχηματισμού των πλανητών, των άστρων, των γαλαξιών και των δομών του σύμπαντος σ’ όλες τις κλίμακες…
Ο Lerner αναφέρεται σ’ αυτό που έχει ονομαστεί κοσμολογία του πλάσματος. Πρόκειται για μια θεωρία για την εξέλιξη του σύμπαντος η οποία δίνει (ή αυτό ισχυρίζονται όσοι την υποστηρίζουν) απαντήσεις στις ανωμαλίες της θεωρίας της Μεγάλης Έκρηξης χωρίς καμία απ’ τις βασικές παραδοχές της. Κατά την κοσμολογία του πλάσματος δεν υπάρχει «αρχή του σύμπαντος» (ούτε τέλος)∙ δεν υπάρχει διαστολή-του-σύμπαντος∙ δεν υπάρχει σκοτεινή ύλη και σκοτεινή ενέργεια.
Δεν μπορούμε φυσικά να ελέγξουμε την αξιοπιστία της κοσμολογίας του πλάσματος!!! Είμαστε (πολύ μακρινοί) παρατηρητές της διένεξης γύρω απ’ τις (ανθρώπινες) συμπαντικές θεωρίες, όπως άλλωστε είμαστε πολύ μακρινοί παρατηρητές του ίδιου του σύμπαντος. Εκείνο που μας ενδιαφέρει σ’ αυτό το επιστημονικό πεδίο που απλώνεται τόσο μακριά απ’ τις καθημερινές εμπειρίες ώστε να θεωρείται εξωτικό, άρα χωρίς μάζες φανατικών οπαδών της ως τώρα κυρίαρχης θεωρίας, είναι ο ανίερος χαρακτήρας εκείνου που λέγεται επιστήμη.
Το 2020, το 2021, το 2022, το 2023 (και υποθέτουμε βάσιμα από δω και στο εξής) το δόγμα αυτό είναι επιστημονικό ζήτημα (σε σχέση με τις mRNA πλατφόρμες γενετικής μηχανικής) επιβλήθηκε με δύο τελικά διατάγματα. Αυτό είναι επιστημονικό ζήτημα – άρα δεν πέφτει λόγος σ’ εμάς, τους «κοινούς θνητούς»… Ή/και αυτό είναι επιστημονικό ζήτημα, άρα όσα (μας) λένε οι ειδικοί είναι σωστά. Δεν είναι καθόλου παράξενο το ότι γύρω απ’ την ιδέα της επιστήμης – ταμπού βρέθηκαν να συνυπάρχουν αντίπαλοι σε σχέση με την διαχείριση της «πανδημίας», ακόμα και την «πανδημία» την ίδια. Απ’ την μεριά ο βούρκος των caradinieroi/pfizeroi και απ’ την άλλη η αίρεση των αντι-caradinieroi αλλά όχι και αντι-pfizeroi.
Ακόμα μακρύτερα, η κριτική στις βιοτεχνολογίες και στη γενετική μηχανική πέφτει στις μέρες μας πάνω σ’ ένα ντουβάρι που δεν υπήρχε πριν 30 ή 40 χρόνια: την μυθοποίηση των τεχνο-επιστημών (όχι μόνο των συγκεκριμένων αλλά στο σύνολό τους…) που ακόμα κι εκεί που δεν παράγει τυφλή πίστη (μια εντελώς θρησκευτική στάση) υπαγορεύει, επιβάλλει, μυστικοποιεί το «απαγορεύεται η είσοδος στους μη εγκεκριμένους ειδικούς». Τι είναι εκείνο που έχει αλλάξει ανάμεσα στις δεκαετίες του 1960 και του 1970 και την αμείλικτη (τότε) κινηματική, προλεταριακή κριτική-στους-ειδικούς και στις δεκαετίες του 2010, του 2020 και τις επόμενες, με την τυφλή εμπιστοσύνη στους ειδικούς ή/και το δέος απέναντι στις τεχνοεπιστήμες;
Η βασική αλλαγή είναι ο πολλαπλασιασμός απ’ την δεκαετία του 1980 και μετά των εξειδικεύσεων, ο μαζικός πολλαπλασιασμός των πιστοποιημένων ειδικοτήτων μέσα από μεταπτυχιακά, διδακτορικά, σεμινάρια, κλπ∙ με δυο λόγια η διαρκής παραγωγή ενός μαζικού σώματος υπηκόων των σύγχρονων δυτικών κοινωνιών που θεωρούνται και θεωρούν εαυτούς ειδικούς κάποιου υπο-υπο-υποτομέα κάποιας τεχνοεπιστήμης. Οι Καταστασιακοί, την δεκαετία του ’60, όταν αυτοί οι «πιστοποιημένοι επιστήμονες / ειδικοί» ήταν πολύ λιγότεροι, μιλούσαν για ειδικευμένους ηλίθιους. Με τα δεδομένα του καπιταλιστικού 21ου αιώνα δεν πρόκειται μόνο για μαζικοποίηση της ειδικευμένης άγνοιας (άρα και ηλιθιότητας) αλλά επιπλέον για την κατασκευή μιας πεποίθησης τόσο μαζικής όσο ο (πολύ μεγάλος) όγκος των «πτυχιούχων», των «πιστοποιημένων» κάθε είδους μέσα στις δυτικές κοινωνίες: της πεποίθησης περί της ιερότητας οποιασδήποτε διαχωρισμένης, εξειδικευμένης γνώσης. Άρα των τεχνοεπιστημών και των τεχνοεπιστημόνων στο σύνολό τους. Αυτό το λέμε επιστημονισμό: μ’ άλλα λόγια μια ακόμα ιδεολογία, στις αρχές της 4ης βιομηχανικής καπιταλιστικής επανάστασης.
Κάποιοι έχουν αποδώσει σ’ αυτήν την κατάσταση που μοιάζει πρωτοφανής τα χαρακτηριστικά θρησκείας. Έχει τέτοια (πολύ «πίστη») αλλά πρόκειται για κάτι πολύ πιο πεζό: υπεράσπιση πραγματικών, συμβολικών (ή κατά φαντασίαν) συμφερόντων. Και δεν είναι καν πρωτοφανής. Πρόκειται μάλλον για την «επαγγελματική ιδεολογία» των επιστημόνων στο μεγαλύτερο μέρος του 20ου αιώνα∙ στο απόσπασμα απ’ την «Δομή» στη συνέχεια ο Kuhn αναφέρεται σ’ αυτό ακριβώς: στην πίστη.
Συνεπώς μπορούμε να μιλήσουμε για την ευρεία διάχυση μέσα στις σύγχρονες μικροαστικές και μεσοαστικές κοινωνικές σχέσεις, στις σύγχρονες παραστάσεις και αναπαραστάσεις του Εαυτού – Κεφάλαιο, των χαρακτηριστικών της «κατοχής της γνώσης – κεφάλαιο / επιστήμης», που ως τις δεκαετίες του 1970 ή ακόμα και του 1980 ήταν περιορισμένη αριθμητικά. Χαρακτηριστικών «επαγγελματικής ιδεολογίας» που διαχύθηκαν σε εκατομμύρια «πτυχιούχους».
Δείτε το παρακάτω απόσπασμα απ’ το βιβλίο του Kuhn [4Η αντίδραση στην κρίση, σελ. 150, ο.π.], γραμμένου (το θυμίζουμε) το 1962, όταν ο επιστημονισμός δεν ήταν μαζική σανίδα σωτηρίας:
…Ας δεχτούμε, λοιπόν, ότι οι κρίσεις είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την εμφάνιση νέων θεωριών και ας θέσουμε τώρα το ερώτημα πως οι επιστήμονες αντιδρούν σ’ αυτές τις κρίσεις. Ένα προφανές αλλά και σημαντικό μέρος της απάντησης μπορεί να δοθεί αν παρατηρήσουμε τι ΔΕΝ κάνουν ποτέ οι επιστήμονες όταν αντιμετωπίζουν ακόμη και τις πιο σοβαρές και επίμονες ανωμαλίες.
Μπορεί λοιπόν να αρχίζουν να χάνουν την πίστη τους και στη συνέχεια να εξετάζουν κάποιες άλλες λύσεις, δεν απαρνούνται όμως το Παράδειγμα που τους οδήγησε σε κρίση. Μ’ άλλα λόγια δε θεωρούν ποτέ τις ανωμαλίες αντενδείξεις [counterinstances] – αν και στην ορολογία της επιστημολογίας αυτό ακριβώς είναι οι ανωμαλίες. Αυτή η εκτίμηση βγαίνει απλούστατα απ’ τα ιστορικά γεγονότα… Και μας οδηγεί σ’ αυτό που θα αποκαλυφθεί ξεκάθαρα, όταν πια εξετάσουμε την διαδικασία απόρριψης των Παραδειγμάτων: μια επιστημονική θεωρία, απ’ τη στιγμή που αποκτά το κύρος Παραδείγματος, δε χάνει την εγκυρότητα της παρά μόνο όταν υπάρχει ένα εναλλακτικό Παράδειγμα για να πάρει τη θέση της.
Η ιστορική μελέτη της επιστημονικής ανάπτυξης δεν έχει αποκαλύψει καμιά απολύτως διαδικασία που να μοιάζει με το μεθοδολογικό στερεότυπο της «διάψευσης» [falsification] μετά από άμεση σύγκριση με τη φύση.
Αυτή η παρατήρηση δε σημαίνει ότι οι επιστήμονες δεν απορρίπτουν θεωρίες, ούτε ότι η εμπειρία και το πείραμα δεν είναι ουσιαστικά σημεία μιας τέτοιας διαδικασίας απόρριψης. Εκείνο όμως που εννοεί είναι – κάτι που θα αποδειχθεί κεντρικό σημείο τελικά – ότι η διαδικασία της απόφασης, που οδηγεί τους επιστήμονες στην απόρριψη μιας αποδεκτής ως τότε θεωρίας, δε στηρίζεται ποτέ απλώς σε μια σύγκριση της θεωρίας αυτής και της φύσης. Η απόφαση της απόρριψης ενός Παραδείγματος είναι πάντοτε ταυτόχρονα η απόφαση για την αποδοχή ενός άλλου Παραδείγματος∙ και η διαπραγμάτευση που οδηγεί σ’ αυτή την απόφαση περιλαμβάνει τόσο τη σύγκριση των δύο Παραδειγμάτων με τη φύση όσο και τη σύγκριση των Παραδειγμάτων μεταξύ τους…
Προσέξτε αυτά τα δύο. Πρώτον, αν η διάψευση είναι μια πιθανή αλλά (δύσκολα) αποδεκτή κατάσταση μέσα στις λεγόμενες «επιστημονικές κοινότητες» είναι αφόρητη για τα άτομα, στη συντριπτική πλειονότητά τους «ειδικούς» εδώ ή εκεί, όταν ο επιστημονισμός έχει γίνει κοινωνική νόρμα και διάχυτη ιδεολογία. Παρατηρήθηκε και παρατηρείται κατά κόρον τα 3 τελευταία χρόνια: οι υποστηρικτές όλων των σταδίων της τρομοεκστρατείας νοιώθουν πως αν παραδεχτούν πως έκαναν λάθος θα αυτο-διαψευστούν συνολικά σαν άτομα! Ακόμα και η παραδοχή ότι εξαπατήθηκαν, κάτι πολύ φυσιολογικό ακόμα και πριν 30 ή 40 χρόνια, θεωρούν ότι τους υποτιμά, κάτι που δεν το αντέχουν…
Και δεύτερον, για την απόρριψη ενός (επιστημονικού) Παραδείγματος, μιας θεωρίας δηλαδή, δεν είναι αρκετή η αντίθεσή του με την φύση, ακόμα κι αν αυτή η τελευταία είναι το ανθρώπινο σώμα. Φτάνει ένας κλάδος της τεχνο/επιστήμης, η γενετική μηχανική, να σκοτώνει ή/και να καταστρέφει το ανθρώπινο φυσικό ανοσοποιητικό, το ανθρώπινο σώμα… Όμως αυτό, αυτή η σκληρή αντίθεση, για τους οπαδούς του επιστημονισμού (που κάλλιστα μπορεί να είναι κι οι ίδιοι / ίδιες θύματα..) δεν είναι αρκετή για να απορρίψουν την συγκεκριμένη «επιστημονική Αλήθεια» περί ζωής. Γιατί έτσι θα ραγίσει το κοσμοείδωλό τους.
Μια εντυπωσιακή (και γιατί όχι; μαγική!) εικόνα του σύμπαντος, κάπου πολύ μακριά. Η θέση έχει ονομαστεί Orion Nebula, και η εικόνα είναι λήψη του JWST. Στα δικά μας μάτια φαίνεται κάτι σαν ιστός αράχνης. Όχι στα μάτια των κοσμολόγων. Οι φωτογραφίες του JWST έδειξαν “περίεργα” φαινόμενα: πλανήτες που δεν περιστρέφονταν γύρω από κάποιον ήλιο αλλά βολόδερναν μόνοι τους, ή (άλλο παράξενο) πλανήτες που περιστρέφονταν σε ζευγάρια, ο ένας γύρω απ’ τον άλλο.
Ο αστροφυσικός Samuel Pearson σχολίασε σχετικά: “Αυτά δεν έπρεπε να υπάρχουν. Είναι σα να πετάς ένα φλυτζάνι με καφέ σ’ ένα άδειο δωμάτιο και ο καφές, αφού πεταχτεί απ’ το φλυτζάνι να ξαναγυρνάει όλος μέσα σ’ αυτό... Κι αυτό να συμβαίνει όχι μία αλλά 42 φορές! Υπάρχει κάτι λαθεμένο στον τρόπο που καταλαβαίνουμε τον σχηματισμό των πλανητών, ή των αστεριών, ή και των δύο”.
Η θεωρία της Μεγάλης Έκρηξης και η όποια «κρίση της κοσμολογίας» είναι μια ανώδυνη περίπτωση Αλλαγής (επιστημονικού) Παραδείγματος. Ανώδυνη με την έννοια ότι δεν επηρεάζει την καθημερινή ζωή των υπηκόων∙ μπορούν εύκολα να την αγνοήσουν. Σε άλλους τομείς ωστόσο οι παρενέργειες, τόσο των όποιων τεχνο-επιστημονικών θεωριών όσο και των όποιων ασυνεχειών, αντιφάσεων, αδυναμιών τους, ακόμα και της μοχθηρής προαγωγής και αξιοποίησής τους, είναι κοντινές, άμεσες. Εκεί η ιερότητα και το αδιαμφισβήτητο της «επιστημοσύνης» γίνεται όπλο κυριαρχίας.
Υπάρχει κάτι που μπορεί να οριστεί με ακρίβεια σαν επιστήμη ξεπερνώντας τους διαφορετικούς ιστορικούς (ή και κοινωνικούς) προσδιορισμούς των τελευταίων 5 ή 10 αιώνων της “δυτικής” ιστορίας; Οι ίδιοι οι ιστορικοί των επιστημών φαίνεται ότι απαντούν “ναι”, ορίζοντας την γραμμή της διάκρισης ανάμεσα σε “επιστήμη” και σε “μη επιστήμη” (ό,τι και νάναι αυτό το τελευταίο) σε σχέση με την μέθοδο μάλλον παρά σε σχέση με τα συμπεράσματα, τις εφαρμογές τους, τις επιτυχίες και τις αποτυχίες τους, τις ασυνέχειες, την διάρκεια ισχύος της “αλήθειας” εκείνου ή του άλλου επιστημονικού θεωρήματος. Ωστόσο ένας τέτοιος προσδιορισμός (του είδους “επιστήμη είναι πείραμα συν μαθηματικά”) είναι ιδιαίτερα συζητήσιμος. Ειδικά εάν συμβεί σε κάποιον, που δεν έχει αυτόν τον υποτιθέμενα άγιο τίτλο (του “επιστήμονα”), να παρακολουθήσει ισχυρές διαφωνίες και καυγάδες μεταξύ “επιστημόνων”. Εκεί, η κατηγορία του “αντι-επιστημονικού”, είναι η πιο ήπια που μπορεί να εκσφενδονηθεί μεταξύ αλλήλων· πράγμα που σημαίνει, το λιγότερο, ότι το τι είναι “επιστήμη” έχει σχετικοποιηθεί ακόμα και ανάμεσα σ’ αυτούς που την υπηρετούν.
Σα να μην έφταναν αυτά, και για να γίνουν τα πράγματα ακόμα χειρότερα, έχει σχεδόν εξαφανιστεί η όποια διάκριση ανάμεσα σε “επιστήμη” και “τεχνολογία”. Υπάρχουν οπωσδήποτε ισχυροί δεσμοί ανάμεσά τους, και πάντα υπήρχαν. Αλλά καθώς η “τεχνολογία” (ή, πιο σωστά, ορισμένοι τομείς της) παράγουν διαρκώς όλο και περισσότερες μηχανές / συσκευές καθημερινής χρήσης, διαμορφώνοντας αυτό που μερικοί έχουν ονομάσει τεχνικό οικοσύστημα, κατασκευάζει και τις προσλαμβάνουσες παραστάσεις του “μεγάλου κοινού”· την ιδεολογία πιο σωστά.
Για την τεχνολογία η διέπουσα ιδέα είναι πρακτική. Το λειτουργεί: οι μηχανές “δουλεύουν” (ή χαλάνε). Για την επιστήμη η διέπουσα ιδέα είναι πολύ πιο φιλοσοφική. Το η αλήθεια. Η “αλήθεια του κόσμου”, σε έναν ικανό (αν και όχι ομολογημένο πάντα) βαθμό η “ακλόνητη αλήθεια του πως ‘είναι’ (δηλαδή: πως‘λειτουργεί’) ο κόσμος”. Παρότι πολλοί (και ο κύριος Τραχανάς ανάμεσά τους...) ισχυρίζονται ότι το ειδοποιό στοιχείο του οτιδήποτε μπορεί να ονομαστεί επιστήμη είναι το πείραμα (και μαζί του η επαλήθευση ή η διάψευση μιας ορισμένης υπόθεσης ή θεωρίας), κατά την γνώμη μας το κυρίως χαρακτηριστικό είναι άλλο. Είναι η εκκοσμίκευση των “νόμων (της φύσης”). Η δυνατότητα δηλαδή του ανθρώπινου πνεύματος να τους εννοήσει / καταλάβει / αναλύσει / μεταγράψει· κόντρα στη θρησκευτική αντίληψη ότι υπάρχουν μεν τέτοιοι “νόμοι” (και μάλιστα πολύ αυστηροί), αλλά αυτοί βρίσκονται σε γνώση μόνο κάποιου θεού, άρα είναι απρόσιτοι στην ανθρώπινη νόηση.
Η κοινότοπη ιδέα, λοιπόν, του φυσικού νόμου (απ’ το “νόμο της βαρύτητας” έως...) και άρα της εγγενούς Αλήθειας (με κεφαλαίο “α”) κάθε φυσικού νόμου, που είναι ή μπορεί να γίνει κατανοητή από ένα μικρό υποσύνολο αυτής της “φύσης” (το ανθρώπινο είδος...), ιδέα που αποτελεί εκκοσμίκευση μιας άλλης, της ιδέας του “θεού κατασκευαστή του κόσμου” και μοναδικού γνώστη των “νόμων”, είναι αυτή που εμπνέει αλλά και κυνηγάει τους επιστήμονες. Στο βάθος οποιασδήποτε επιστημονικής αναζήτησης, θεωρίας, μεθόδου στοιχειώνει το φάντασμα ενός μεγάλου ρολογιού με γρανάζια· αδιάφορο εάν τα γρανάζια έχουν αναζητηθεί στους “νόμους της κληρονομικότητας” του Μέντελ, στους “νόμους του Κέπλερ”, στους “νόμους της κβαντικής μηχανικής” της ερμηνείας της Κοπεγχάγης, ή τώρα στους “νόμους της κβαντικής σύζευξης”.
Δικαιούμαστε λοιπόν να έχουμε την εξής απορία: εάν οποιοδήποτε “σώμα γνώσης” ορίζει το ίδιο τους τρόπους του, τους “εσωτερικούς του κανόνες”, τις “εσωτερικές διαδικασίες επαλήθευσης ή/και διάψευσης,” δικαιούται αυτονόητα το να είναι στο απυρόβλητο οποιασδήποτε εξωτερικής κριτικής; Η χριστιανική θρησκευτική πίστη διατεινόταν, στα καλύτερά της, ότι αποτελεί την μόνη έγκυρη μορφή γνώσης, ας πούμε “γνώση δι’ αποκαλύψεως”. Είχε διαμορφώσει όχι μόνο τους “εσωτερικούς κανόνες” της “πορείας προς την θεϊκή φώτιση”, αλλά επίσης και θεσμούς / μηχανισμούς “επαλήθευσης ή/και διάψευσης”: ας πούμε τις επισκοπικές συνόδους (ένα είδος συνεδρίων...) όπου συχνά ανακυρύσσονταν και οι “αιρετικοί” - δηλαδή οι “ψευδοπιστοί”, οι “ξεγελασμένοι”, τα “όργανα του σατανά”. Ασφαλώς το πείραμα δεν περιλαμβανόταν, γενικά, στο ρεπερτόριο της αναζήτησης της θεϊκής φώτισης· αλλά αυτό δεν έκανε την ιεραρχία της εκκλησίας λιγότερο βέβαιη για το ότι γνωρίζει ή βρίσκεται κοντά στην “θεϊκή βούληση” ή στη θεϊκή τάξη του κόσμου.
Ωστόσο (και η ιστορία των επιστημών είναι μάρτυρας) ακόμα και οι πειραματικοί επιστήμονες (διάφοροι, μάλιστα, ιδιαίτερα φημισμένοι) έζησαν και πέθαναν με την βεβαιότητα ότι γνωρίζουν έναν τουλάχιστον απ’ τους βασικούς - νόμους - της - φύσης· μόνο για να έρθει αργότερα μια (αρχικά “αιρετική”) καινούργια επιστημονική αλήθεια να τους διαψεύσει. Έως ότου διαψευστεί κι αυτή από μια επόμενη.
Σαν συλλογική περιπέτεια της ανθρώπινης σκέψης αυτά τα διαδοχικά κύματα ανακάλυψης “νόμων της φύσης” και διάψευσής τους, που στοιχειώνουν ό,τι και να ονομαστεί επιστήμη, είναι ιδιαίτερα ενδιαφέροντα έως διασκεδαστικά - ως ένα σημείο τουλάχιστον. Σε ό,τι αφορά όμως τον όρκο περί αποκάλυψης της Αλήθειας, της ακλόνητης και αδιαμφισβήτης Αλήθειας - του - Κόσμου, η επιστήμη είναι μια συλλογή αποτυχιών, όχι μικρότερη από διάφορες θρησκευτικές συλλογές. Κι εδώ ίσως βρίσκεται μια καθαρή (αν και ανομολόγητη) αιτία του γιατί, από ένα χρονικό σημείο και μετά (ας πούμε: στο πέρασμα του 20ου αιώνα), ακόμα και οι “σπουδαγμένοι επιστήμονες” γίνονται όλο και πιο ανοικτά μεταφυσικοί, συχνά του χειρότερου είδους. Πιθανότατα να υπάρχει ένα θεμελιώδες (διανοητικό) λάθος στην πίστη (γιατί περί πίστης πρόκειται) στην ύπαρξη μιας μοναδικής, ακλόνητης και αδιαμφισβήτητης Αλήθειας (με το “α” κεφαλαίο άρα) για τον Κόσμο. Κι αν συμβαίνει έτσι, το λάθος αυτό το μοιράζονται εξίσου οι επιστήμονες και οι θεολόγοι· πράγμα που σημαίνει ότι είναι πιθανά κοντινότεροι μεταξύ τους απ’ ότι οι ίδιοι αναγνωρίζουν. Εν τέλει, οι επιστήμονες δεν δικαιώνονται πια απ’ την χαρά της περιπέτειας των σκέψεων, αλλά απ’ τις εφαρμογές που παράγουν. Απ’ την τεχνολογία δηλαδή.
Η εξάπλωση (ίσως και η επιβολή) του επιστημονισμού και, εν τέλει, η βαθιά αλλοίωση του τι είναι επιστήμη, θα μπορούσε να θεωρηθεί συνώνυμη της τεχνοκρατίας. Επιστήμη δεν είναι η «πίστη σε μια ακλόνητη Αλήθεια» (με κεφαλαίο Α) – αυτό είναι θρησκοληψία, που φυσικά ανθεί και στο εσωτερικό των όποιων «επιστημονικών κύκλων». Επιστήμη είναι ο έλεγχος, η τεκμηρίωση, αλλά και η κριτική, η τεκμηριωμένη αμφισβήτηση.
Επιστημονισμός είναι η υπονόμευση της τεκμηριωμένης αμφισβήτησης, η απαγόρευση της κριτικής στο όνομα, ακριβώς, της ιερότητας της Αλήθειας, που εμφανίζεται σαν ακλόνητη επειδή στηρίζεται σε κάτι που έχει ονομαστεί «φυσικός νόμος». Παράγεται από πολλές μεριές. Απ’ τα εδραιωμένα συμφέροντα (οικονομικά, κύρους, κλπ) εκείνων που υπηρετούν μια δεδομένη (επιστημονική) αλήθεια όταν αυτή αρχίζει να ζορίζεται υπό το βάρος των συσσωρευόμενων ανωμαλιών της… Απ’ τα συμφέροντα των επιχειρηματιών που εμπορεύονται τις εφαρμογές της τάδε ή της δείνα (επιστημονικής) αλήθειας… Απ’ τους φόβους και τις ανασφάλειες των κατεχόμενων πληθυσμών, που χρειάζονται βεβαιότητες ακόμα κι αν αυτές είναι μυθολογικές… Απ’ την έπαρση όλων όσων (ως Εαυτοί – Κεφάλαια) έχουν να επιδείξουν την πιστοποίηση μιας εξειδικευμένης γνώσης, ακόμα κι αν αυτή είναι μηδαμινής κοινωνικής αξίας, ακόμα κι αν είναι αντικοινωνική.
Είναι δυνατόν η επιστήμη να στραφεί ενάντια στον επιστημονισμό; Αν κάποιος φαντάζεται κάτι τέτοιο σα συλλογική αυτο-κριτική και αυτο-κάθαρση των επιστημόνων και των κοινωνιών του 21ου καπιταλιστικού αιώνα, απλά ματαιοπονεί. Η μόνη πιθανότητα θα ήταν η επιστήμη (οι επιστήμες…) να φύγει απ’ τα χέρια του οικονομικού ελέγχου (των αφεντικών) και της ιδεολογίας της κοινωνικής ανωτερότητας (του επιστήμονα). Η μόνη πιθανότητα θα ήταν να φύγουν οι κρίσιμες επιστημονικές γνώσεις απ’ τα χέρια των ενσωματωμένων ειδικών, των τεχνοκρατών του συστήματος. Θα τολμούσαμε να πούμε μόνο η εργατική απαλλοτρίωση της επιστήμης θα μπορούσε να την απελευθερώσει απ’ την τυραννία που η ίδια στηρίζει.
Όμως αν είναι έτσι, με τις σημερινές συνθήκες, ματαιοπονούμε εμείς...
Ziggy Stardust
1 – Αρκετά δραστήριος ο 76χρονος σήμερα Lerner έχει μεγάλη ιστορία συμμετοχής σε απαγορευμένες πολιτικές δράσεις στις ηπα: το 1968 συμμετείχε στις φοιτητικές κινητοποιήσεις στο Columbia κατά του πολέμου στο βιετνάμ∙ και το 2011 στο κίνημα Occupy Wall Street…
[ επιστροφή ]
2 – The Big Bang didn’t happen, 11 Αυγούστου 2022.
[ επιστροφή ]
3 – Ο σουηδός Hannes Olof Gosta Alfven (1908 – 1995) φυσικός και ηλεκτρολόγος μηχανικός κέρδισε το 1970 το νόμπελ φυσικής για τις έρευνές του στην μαγνητοϋδροδυναμική. Τα μαγνητοϋδροδυναμικά κύματα ονομάζονται προς τιμήν του «κύματα Alfven». Μεταξύ άλλων η φυσική πλάσματος στην ανάπτυξη της οποίας είχε σημαντική συμβολή (θεωρείται πως) παίζει σημαντικό ρόλο στη δημιουργία των γαλαξιών.
[ επιστροφή ]
4 – Η αντίδραση στην κρίση, σελ. 150, ο.π.
[ επιστροφή ]