Τετάρτη 23 Μάη. Η ασταμάτητη μηχανή έχει υποστηρίξει πρόσφατα ότι οι μέχρι τώρα διαφορές της αμερικανικής “διαχείρισης” του μετώπου της μέσης Ανατολής (με κεντρικό σημείο το ιράν) και του κυρίως μετώπου στην ανατολική ασία (με κεντρικό σημείο την βόρεια κορέα) είναι, απλά, διαφορά φάσης – ο όρος προέρχεται απ’ την φυσική.
Όσο παιρνούν οι μέρες αποδεικνύεται ότι έτσι συμβαίνει. Η Ουάσιγκτον ανεβάζει διαρκώς τους “τόνους” τόσο σε σχέση με το ιράν (και άρα, σε σχέση τόσο με την ευρώπη όσο και την ρωσία), όσο και σε σχέση με την βόρεια κορέα (εδώ, “πιάνοντας” και την κίνα).
Θα μπορούσε να είναι ρηχός βερμπαλισμός. Κρίνουμε το αντίθετο: ότι δεν είναι μια κενή πρακτικών ρητορική. Είναι αρκετά πιθανό ότι το αμερικανικό βαθύ κράτος δεν έχει αποφασίσει “κανονικά” την κήρυξη ενός all out πολέμου· ότι δεν είναι καν και καν έτοιμο για κάτι τέτοιο· και ότι βρυχάται τείνοντας προς τα εκεί με την ελπίδα ότι οι αντίπαλοί του θα φοβηθούν και θα κάνουν πίσω. Όμως, έχουμε την εκτίμηση, ότι δεν θα γίνει έτσι· σίγουρα δεν θα γίνει έτσι ουσιαστικά. Οι αντίπαλοι δεν θα κάνουν πίσω· είναι too late (με όρους καπιταλιστικής ανάπτυξης και ενδοκαπιταλιστικού ανταγωνισμού) για κάτι τέτοιο, ακόμα κι αν ούτε αυτοί θα είχαν σαν πρώτη επιλογή έναν all out πόλεμο.
Το είδος της «εξωτερικής πολιτικής» που ακολουθεί πια σταθερά η Ουάσιγκτον, σε όλες τις εκφάνσεις της, ένα μόνο πράγμα δείχνει, και μ’ έναν τρόπο μόνο εξηγείται: στρίμωγμα, σοβαρό στρίμωγμα. Με βάση την ιστορία, την ιδεολογία και την μεθοδολογία της ηγεμονίας του, το αμερικανικό καθεστώς δεν έχει plan b για να αντιμετωπίσει το στρίμωγμά του: μια μόνο ιδέα επιβολής έχει, κι αυτή είναι στρατιωτική / μιλιταριστική.
Στον μικρό καπιταλιστικό πλανήτη γη κανείς δεν μπορεί να κάνει πίσω. Μπορεί να διαφέρουν οι τακτικές, μπορεί να διαφέρουν οι μέθοδοι ιμπεριαλιστικής προώθησης, αλλά για κανέναν δεν υπάρχει «πίσω». Το γεγονός είναι σαφές και καθόλου πρωτοφανές: δεν χωράνε όλοι! Γιατί είναι όλοι το ίδιο καπιταλιστές, το ίδιο “πεινασμένοι”. Η ξαναμοιρασιά του πλανήτη (της εργασίας, των πρώτων υλών, της κατανάλωσης) απαιτεί, όλο και πιο έντονα, την εξουδετέρωση «κάποιου» ή «κάποιων».
Δείτε το έτσι: ούτε η συμφωνία για τα πυρηνικά του ιράν όπως εφαρμόστηκε ως τώρα, ούτε και η αμερικανική αναγνώριση της πυρηνικής πραγματικότητας της Πγιονγκγιάνγκ θα ήταν κάποιου είδους άμεση καταστροφή για την Ουάσιγκτον. Αν, όμως, τα αφεντικά της βλέπουν έτσι τα πράγματα, κι αν δρουν με τον τρόπο που δρουν, θα έχουν τους σοβαρούς λόγους τους. Είναι μάταιο να ελπίζει κανείς ότι «με λίγη βοήθεια απ’ τους φίλους τους θα αλλάξουν μυαλά».
Γιατί, είναι φανερό αυτό, η Ουάσιγκτον υπερασπίζεται κάτι που κατακτήθηκε (και) με τα όπλα, και πράγματι αμφισβητείται σοβαρά: την παγκόσμια ηγεμονία της, ειδικά όπως αυτή διαμορφώθηκε πολύ πρόσφατα, στα ‘90s. Και είναι στοιχειώδες από ιστορική άποψη ότι οι “αυτοκρατορίες” δεν γκρεμίζονται αθόρυβα…