Κυριακή 12 Μάη. Αν κατηγορήσετε την ασταμάτητη μηχανή για το αμάρτημα της προσωποποίησης της εξουσίας (σε «προεκλογική περίοδο»…) θα έχετε σχεδόν δίκιο. Σχεδόν. Όχι εντελώς.
Γιατί αν η ιστορία του «σύγχρονου ελληνικού κράτους» χωράει σε 35 δευτερόλεπτα διαφημιστικού / προεκλογικού promo αφήνοντας άλλα 25 για την αποθέωση του παγκόσμιας εμβέλειας τενεκεδένιου (εξοχότατου πρωθυπουργού), αν δηλαδή η ιστορία παρουσιάζεται τόσο λεηλατημένη ώστε να αποτελεί φυσιολογικό αποκορύφωμά της η τωρινή πολιτική βιτρίνα των ντόπιων αφεντικών, τότε στριμώχνεσαι, εκβιάζεσαι να «υπάρχεις» σαν το φιλοθεάμον κοινό στην παρέλαση της εξουσίας! Αν όλα υπήρξαν κάτι σαν «η συνωμοσία της ιστορίας» υπέρ του π.ε.τ. (και κάθε άλλου παρόμοιου, προηγούμενου και επόμενου), τότε δενόμαστε πισθάγκωνα, αιχμαλωτιζόμαστε στα ερείπια της εικονικότητας.
Ευρισκόμενη παρά τη θέλησή της σ’ αυτήν την θέση, στιγμιαία, απέναντι στην προσβολή της Ιστορίας, η ασταμάτητη μηχανή δεν έχει να καταθέσει τίποτα άλλο εκτός από ένα σημαντικότερο καρέ, ένα καρέ που λείπει απ’ το πιο πρόσφατο προεκλογικό video του κυβερνείου· ένα καρέ το οποίο θα έπρεπε να ολοκληρώνει την προσωπολατρεία και την αποθέωση. Είναι αυτό:
Κατά μία «ανάγνωση της κοινωνίας» το ανώτατο σημείο, η κορύφωση της πολιτικής «διασημότητας», είναι να γίνεις εξώφυλλο (και πολυσέλιδο φωτογραφικό αφιέρωμα μέσα) σε ένα gossip περιοδικό. Ή, κατά μία άλλη «ανάγνωση της κοινωνίας», τα πρόσωπα της εξουσίας (οι βιτρίνες δηλαδή) πρέπει να είναι προσιτά στη «λατρεία των πολλών» αντανακλώντας θολά, μέσα απ’ το λούστρο τους, αυτούς τους «πολλούς».
Όπως και νάχει πρόκειται για πλάνα εκείνης της στιγμής όπου η πασοκική δεξιά (η οποία στην ειδωλολατρεία της εξουσίας εμφανίζεται σαν «αριστερά») αλληθωρίζει προς την άκρα δεξιά του θεάματος. Κι αυτό επειδή το (εικονικό) «σώμα της εξουσίας» κλείνει ραντεβού με τους φωτογράφους, μακιγιάρεται, ποζάρει, φτιάχνει το φωτογραφίσιμο πεδίο στα δικά του μέτρα διώχνοντας απ’ το πλάνο τους άλλους, με δυο λόγια μαστορεύει την Διασημότητα του Εαυτού (της εξουσίας) στα μέτρα όχι απλά ενός λατρευτικού «κοινού» αλλά ειδικά του εμπορίου (διασημοτήτων). Αλληθωρίζει προς την άκρα δεξιά του θεάματος επειδή αυτό το «σώμα της εξουσίας» εμφανίζεται σαν εξαιρετικό, σαν special, και ταυτόχρονα σαν πρωταγωνιστής στην παράσταση της εικονικής κοινο-τοπίας, δηλαδή της φετιχιστικής αισθητικής του εμπορεύματος.
Έχει δίκιο ο π.ε.τ. να διαμαρτύρεται που φωτογραφήθηκε λαθραία να ξεκουράζεται σε ένα μπουρζουάδικο (πλωτό) asset. Έπεσε θύμα του παράνομου εμπορίου της εικόνας του. Εδώ, όμως, τον περασμένο Νοέμβρη, ποζάρει οικειοθελώς και με χαρά. Το οργανώνει αυτό το εμπόριο, και το απολαμβάνει.
Οπότε είναι ο.κ.! (Μένουν σ’ εμάς οι αμαρτίες…)