#31 - 10/2024
Τα (ιπτάμενα) drones, ή αλλιώς UAV (unmanned aerial vehicle / μη επανδρωμένο ιπτάμενο όχημα) έγιναν διεθνώς γνωστά ως αμερικανική εφεύρεση, στο ξεκίνημα της νατοϊκής εισβολής στο αφγανιστάν. Εναντίον, δηλαδή, ελαφρά οπλισμένων ανταρτών: ένα τηλεκατευθυνόμενο αεροπλάνο, με τον χειριστή του ασφαλή σε κάποια βάση στην ευρώπη ή ακόμα και στο αμερικανικό έδαφος, εξοπλισμένο με πυραύλους hellfire και κάμερα, μπορούσε να πετάει για ώρες πάνω απ’ τα βουνά και τις κοιλάδες του αφγανιστάν, «ψάχνοντας» στόχους. Το τι θα μπορούσε να σημαίνει «ψάχνω και βρίσκω στόχους» μέσω μιας ιπτάμενης κάμερας και από απόσταση χιλιάδων χιλιομέτρων φάνηκε γρήγορα: οτιδήποτε «έμοιαζε (για τους χειριστές) ύποπτο» βομβαρδιζόταν. Γάμοι, βαφτίσια, συγκεντρώσεις ανθρώπων σε ανοικτούς χώρους, μπήκαν στο ρεπερτόριο του δυτικού «πολέμου κατά της τρομοκρατίας» απ’ τον αμερικανικό κατά κύριο λόγο στρατό. Και ο όρος «παράπλευρες απώλειες» γεννήθηκε ακριβώς χάρη σ’ αυτό το καινούργιο όπλο∙ την θηριώδη απόσταση και την ακόμα πιο θηριώδη «διαφορά κατάστασης» μεταξύ πυροβολητή και στόχων (ο πυροβολητής σε κάποιο γραφείο μπροστά από οθόνες, τα θύματα στα υψίπεδα του Ινδοκούς…)∙ και φυσικά την ευκολία του να σκοτώνεις με απόλυτη ασφάλεια ό,τι «νομίζεις πως…». Οι ταλιμπάν κατηγόρησαν ξανά και ξανά τον high tech νατοϊκό στρατό για δειλία υπερασπιζόμενοι ένα είδος πολέμου («εκ του σύνεγγυς») που είναι ξεπερασμένος προ πολλού… Αλλά τι θα περίμενε κανείς από «πρωτόγονους»; (Απλά έδιωξαν τους high tech κατακτητές μετά από 20 χρόνια κατοχής…)
Με τα UAV σ’ εκείνη την πρώτη εμφάνισή τους, τον Φλεβάρη του 2001, έμοιαζε ότι τα drones ήταν κάτι σαν μικρού μεγέθους τηλεκατευθυνόμενα ελικόπτερα: μια σαφώς φτηνότερη και ασφαλέστερη μηχανή θανάτου, αν και όχι ένα τεχνολογικό άλμα στη διεξαγωγή των πολέμων. Ουσιαστικά τα ιπτάμενα τηλεκατευθυνόμενα ήταν γερμανική εφεύρεση στη διάρκεια του 2ου παγκόσμιου πολέμου, για να αντιγραφτούν γρήγορα απ’ τον αγγλικό και τον αμερικανικό στρατό: μικρότερα σε μέγεθος αντίγραφα των τύπων αεροπλάνων που ήδη χρησιμοποιούνταν, τηλε-ραδιοχειριζόμενα, σαν «ιπτάμενες βόμβες» κατά ορατών στόχων (κυρίως πλοίων). Δεν είχαν σπουδαία επιτυχία, κυρίως λόγω των αδυναμιών στην τηλε-ραδιοκατεύθυνση. Απ’ αυτή την ιστορική άποψη τα Predator και τα MQ-9 Reaper (οι δύο πιο γνωστοί τύποι των αμερικανικών UAV), είτε ως «αναγνωριστικά» είτε ως «αναγνωριστικά / βομβαρδιστικά», θα μπορούσαν να θεωρηθούν βελτιωμένοι απόγονοι εκείνων των πρώτων προσπαθειών του 2ου παγκόσμιου, και μάλιστα εναντίον αντιπάλων που δεν είχαν κανένα μέσο να τα αντιμετωπίσουν, ούτε ραντάρ ούτε αντιαεροπορικά. Εν τέλει, όταν οι ταλιμπάν έμαθαν πως να κρύβονται, τα UAV θεωρήθηκαν περιορισμένης αποτελεσματικότητας και αξίας όπλα (απ’ τα νατοϊκά επιτελεία), με δεδομένο ότι δεν θα μπορούσαν να φανταστούν ότι θα έβρισκαν ποτέ απέναντί τους μαζικούς οργανωμένους στρατούς: κατά τα δυτικά μιλιταριστικά επιτελεία η χρήση τέτοιων όπλων θα συντόμευε εντυπωσιακά έναν πόλεμο∙ έναν πόλεμο όπως τον φαντάζονταν: εναντίον αδύναμων αντιπάλων. Αυτό, και ως εκεί.
Ο πόλεμος στο ουκρανικό πεδίο μάχης άλλαξε αυτά τα δεδομένα. Ούτε η Μόσχα ούτε το Κίεβο είχαν κατ’ αρχήν ασχοληθεί ιδιαίτερα μ’ αυτό το είδος. Όμως η Τεχεράνη (η οποία δεν διέθετε επί δεκαετίες υψηλής τεχνολογίας πολεμικά αεροπλάνα) και η Άγκυρα (η οποία έχοντας κατά βάση αμερικανικό αερο-εξοπλισμό ήταν εξαρτημένη απ’ τις αμφίθυμες σχέσεις της με την Ουάσιγκτον) διέβλεψαν στα drones ένα καλό και με διάφορες δυνατότητες υποκατάστατο της κλασσικής αεροπορίας. Κάθε ένα απ’ αυτά τα κράτη έριξε βάρος στην τεχνολογία και στις «εναλλακτικές» δυνατότητές της, συνυπολογίζοντας το σαφώς μικρότερο κόστος ανάπτυξης στόλων από drones, και την ευκολία στη χρήση τους. Ειδικά η Άγκυρα είχε την ευκαιρία να δοκιμάσει live τα δημιουργήματά της, πρώτα στη λιβύη (με την πλευρά του τζενεράλ Haftar) χωρίς σπουδαία επιτυχία, και ύστερα στον πρόσφατο σύντομο πόλεμο μεταξύ αρμενίας και αζερμπαϊτζάν (για το Ναγκόρνο Καραμπάχ) με την πλευρά του δεύτερου και συντριπτικά κτυπήματα κατά του αρμενικού στρατού, που δεν είχε ούτε ιδέα ούτε μεθόδους για την αντιμετώπιση αυτού του ουρανοκατέβατου όπλου.
Στο ουκρανικό πεδίο μάχης η χρήση των drones πρέπει να αποδοθεί αρχικά στις συμβουλές και τις υποδείξεις της Τεχεράνης προς την μάλλον διστακτική Μόσχα∙ και στη συνέχεια στην αξιολόγηση του θέματος απ’ τους δυτικούς συμμάχους του Κιέβου, κυρίως το Λονδίνο και την Ουάσιγκτον. Πριν συμπληρωθεί ο πρώτος χρόνος του πολέμου εκεί, στις αρχές του 2023, μια καλή δόση 4ης βιομηχανικής επανάστασης προστέθηκε σε μια αναμέτρηση που ήταν ταυτόχρονα α λα 1ος παγκόσμιος (: χαρακώματα, αμπριά…), α λα 2ος (τανκς, βομβαρδιστικά…) και α λα 3ος (ελικόπτερα…) Εκεί που η χρήση των drones απ’ το νατο και ειδικά τον αμερικανικό στρατό στο αφγανιστάν και στο ιράκ ήταν «επιλεκτική», με μεμονωμένα «κομμάτια» αρκετά ακριβές κατασκευές που χρησιμοποιούνταν χωρίς κίνδυνο, στο ουκρανικό πεδίο μάχης τα drones χρησιμοποιούνται κατά εκατοντάδες και χιλιάδες, ενώ ταυτόχρονα γίνονται διαρκείς προσπάθειες για την κατασκευή αντιμέτρων.
Μια παρτίδα τετράπτερων drones αμερικανικής κατασκευής, πάνω στις βαλίτσες τους, μόλις έφτασαν κάπου στην ουκρανία…
Η πιο ουσιαστική (και φονική) «αλλαγή» στην κατασκευή και στη χρήση των drones (σε σχέση με τα «βαριά» αμερικανικά Reaper) στο ουκρανικό πεδίο μάχης είναι τα λεγόμενα FPV (: first personal view / πρώτος οπτικός εντοπισμός). Κυκλοφορούν σε διάφορες μορφές αλλά σε γενικές γραμμές είναι αρκετά φτηνά τετράπτερα, που έχουν κάμερα και μια (μικρή σχετικά) βόμβα. Ενόσω πετάει χωρίς προκαθορισμένο στόχο σε μια περιοχή που πρέπει να αναζητηθούν τέτοιοι, ο χειριστής του εντοπίζει τι αξίζει να κτυπηθεί, και κατευθύνει εκεί το drone. Αν μεν πρόκειται για όχημα (τανκς, τεθωρακισμένο μεταφοράς προσωπικού, πυρόβολο) το drone γίνεται «αυτοκτονίας»: πέφτει στο σημείο που ο χειριστής θεωρεί πιο ευαίσθητο – καταστρέφει και καταστρέφεται.
[...]
...η συνέχεια στο έντυπο τεύχος του Cyborg.
[ σημεία διακίνησης ]
Ziggy Stardust