#08 - 02/2017
Σκεφτείτε ένα κινηματογραφικό φίλμ. Εντοπίζετε μια συγκεκριμένη σειρά από καρέ που θέλετε να αντικαταστήσετε. Αν έχετε μια κινηματογραφική κολέζα, πηγαίνετε και κόβετε το σελιλόιντ, και ξανακολάτε τα δύο άκρα, ή μπορείτε να ενθέσετε μια άλλη σειρά από καρέ. Φανταστείτε τώρα ότι μπορείτε να κάνετε το ίδιο στον γενετικό κώδικα, τον κώδικα της ζωής.
Jennifer Doudna, βιοχημικός, συνέντευξη στο CBS, 2015
Το αδιανόητο έγινε εφικτό
David Baltimore, βιολόγος, Δεκέμβρης 2015
Ονομάζεται Clustered Regularly Interspaced Short Panildromic Repeat/Cas9. Μπορείτε να θυμάστε το αρκτικόλεξό της: CRISPR/Cas9. Είναι η τελευταία ως τώρα εφεύρεση - θαύμα της γενετικής μηχανικής: επιτρέπει το κόψιμο και το ράψιμο ακολουθιών του dna (οποιουδήποτε dna) κατά βούληση. Οι γενετιστές πανηγυρίζουν. Και υπόσχονται (ξανά) την θεραπεία των πάντων. Οι εταιρείες τρίβουν τα χέρια τους. Μήπως θα έπρεπε να τους είχαμε σταματήσει νωρίτερα;
Απ’ τα τέλη της δεκαετίας του ‘90 και τις αρχές εκείνης του ‘00, οι γενετιστές έχουν ανακαλύψει πως να απαλλοτριώσουν μια φυσική αμυντική λειτουργία διάφορων βακτηριδίων. Προκειμένου αυτά να προστατευτούν από ιούς, παράγουν ένα είδος ενζύμου που “κόβει” το dna των ιών σε διάφορα σημεία, αχρηστεύοντάς τους. Για πρώτη φορά το 2005 δοκιμάστηκε εργαστηριακά / πειραματικά η χρήση ενός τέτοιου ενζύμου, που οι γενετιστές ονόμασαν “zinc finger” και παράγεται απ’ το βακτηρίδιο Flavobacterium okeanokoites. Η μέθοδος ήταν ένα σημαντικό “βήμα μπροστά” στη γενετική μηχανική, αλλά είχε διάφορα μειονεκτήματα. Ήταν ακριβή (5.000 δολάρια για κάθε πείραμα), και επιπλέον το συγκεκριμένο ένζυμο ήταν δύσκολο να καθοδηγηθεί με ακρίβεια σε προεπιλεγμένα σημεία του dna στόχου. Τέλος έκοβε κάθε φορά μόνο την μία (απ’ τις δύο) αλληλουχίες της διπλής έλικας, με αποτέλεσμα το dna στόχος να αυτοεπιδιορθώνεται.
Κι ύστερα ήρθαν, το 2012, η Jennifer Doudna, βιοχημικός στο πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια, και η Emmanuelle Charpentier, μικροβιολόγος του ινστιτούτου Max Plank, του Βερολίνου, να ανακοινώσουν ένα “άλμα”. Είχαν μελετήσει την αμυντική δράση ενός άλλου βακτηριδίου, του Streptococcus pyogenes. Προκειμένου να αμυνθεί έναντι ιών, αυτός ο στρεπτόκοκκος αναπτύσσει μια τεχνική που έγκειται στη δημιουργία δύο μικρών ακολουθιών rna. Η μία απ’ αυτές (που οι γενετίστριες ονόμασαν “rna οδηγό”) αντιγράφει ένα σημείο της dna ακολουθίας του εχθρικού ιού. Αυτές οι δύο “αμυντικές” ακολουθίες rna, διαμορφώνουν ένα “βιολογικό όχημα” με την προσθήκη της πρωτεΐνης / ψαλίδι, που οι γενετίστριες ονόμασαν cas9. Υπό την καθοδήγηση του rna οδηγού, η cas9 κόβει το dna του ιού στα σημεία που αντιστοιχούν στις άκρες αυτού του rna / απομίμηση. Στη συνέχεια η άλλη ακολουθία rna (που έχει δημιουργήσει το βακτήριο), ακολουθία που είναι διαφορετική απ’ αυτήν που κόπηκε, εγκαθίσταται στη θέση της. Ο ιός “επισκευάζει” το κομμένο dna του συμπληρώνοντας την δοτή - ένθετη rna ακολουθία. Κι έτσι αλλάζει αναγκαστικά τον γενετικό του κώδικα, και γίνεται ακίνδυνος: ένα εντυπωσιακό (και “φυσικό”...) γενετικό μοντάζ, σε βάρος του εχθρού...
Το συγκεκριμένο βακτηρίδιο κάνει και κάτι ακόμα. Τα κομμάτια του εχθρικού dna που κόβει απ’ τους επιτιθέμενους ιούς τα ενσωματώνει στο δικό του dna προκειμένου (εικάζουν οι ειδικοί) να τα έχει σαν υλικό αναφοράς για να φτιάχνει “rna οδηγό” σε επόμενες επιθέσεις (παρόμοιων) ιών. Το όνομα, λοιπόν, “Clustered Regularly Interspaced Short Panildromic Repeat” αφορά αυτήν την “αποθήκευση / ενσωμάτωση” τμημάτων του εχθρού... Δεν φαίνεται στο όνομα “crispr”, ούτε στην πανηγυρική εγκατάσταση της μεθόδου στο κέντρο της γενετικής μηχανικής... Αλλά πρόκειται για την αμυντική συμπεριφορά του πυογενούς στρεπτόκοκου...
Τα πλεονεκτήματα της μεθόδου crispr/cas9 αναγνωρίστηκαν με ενθουσιασμό διεθνώς, σαν την φωτιά που απλώνεται στα ξερά χόρτα. Κατ’ αρχήν αυτή η μέθοδος κόβει και τα δύο σκέλη της διπλής έλικας ταυτόχρονα. Οι Doudna και Charpentier βρήκαν έναν τρόπο να ενώνουν ένα τεχνητό “rna αναγνώρισης” (cr/rna, απομίμηση της dna αλληλουχίας / στόχου, αυτής που πρέπει να “κοπεί”) και ένα επίσης τεχνητό “νέο rna” (tracr/rna, rna αντικατάστασης) σε ένα συνθετικό “rna οδηγό” (sg/rna), που μπορεί να κατευθύνει την cas9 οπουδήποτε “πρέπει”. Μετά απ’ αυτό οποιοσδήποτε γενετιστής που θέλει να “κόψει” οποιαδήποτε αλληλουχία σε οποιοδήποτε dna οποιουδήποτε είδους, μπορεί γρήγορα και εύκολα να σχεδιάσει το sg/rna που θέλει, και να το παραγγείλει σε ένα εξειδικευμένο εργαστήριο έναντι (μόνο) 65 δολαρίων.
Φτηνή, εύκολη στη χρήση, και αποτελεσματική: η crispr/cas9 είναι πια το “πολυεργαλείο” της γενετικής μηχανικής. Όχι το τέλειο εργαλείο - για την ακρίβεια “όχι το εργαλείο για το οποίο οι πιο επώνυμοι γενετιστές θα έβαζαν το χέρι τους στη φωτιά”. Όχι ακόμα. Έχει διαπιστωθεί, για παράδειγμα, ότι η cas9 πηγαίνει και “κόβει” το dna και σε άλλα σημεία, όχι μόνο στους στόχους. Υπάρχει, επίσης, κι ένα δομικό πρόβλημα: η νουκλεοτιδική ακολουθία που έχει στοχοποιηθεί μπορεί να υπάρχει δύο ή και περισσότερες φορές, σε διαφορετικά σημεία της αλυσίδας του dna (“ομόλογες” ακολουθίες). Το σύμπλεγμα cas9-sg/rna μπορεί να ξεστρατίσει, και να κτυπήσει αλλού· ή και αλλού... Όμως αυτά είναι προβλήματα που εξιτάρουν τους ειδικούς. Έτσι, για παράδειγμα, στα τέλη του 2015 ο Feng Zhang, συνθετικός βιολόγος του MIT και του Harvard, έφτιαξε με την ομάδα του μια συνθετική εκδοχή του ενζύμου cas9, με αντικατάσταση ορισμένων απ’ τα αμινοξέα του. Κατ’ αυτόν τον τρόπο (υποστηρίζει ότι) “ηρέμησε” την δράση του, ώστε να μην δρα σε άλλα σημεία εκτός της ακολουθίας / των ακολουθιών για τις οποίες επιστρατεύεται κάθε φορά.
Δεν είναι τέρατα και, κατά πάσα πιθανότητα, δεν είναι προϊόντα γενετικής μηχανικής. Πολλοί θεωρούν, όχι άδικα, ότι έχουν καπαρώσει ένα Νόμπελ στα επόμενα χρόνια. Από αριστερά: Doudna, Charpentier και Zhang.
Είναι πια το πιο δυνατό εργαλείο που έχουμε στη βιολογία. Για κάθε βιολογική διαδικασία που μας απασχολεί σήμερα, μπορούμε να εντοπίσουμε το σύνολο των γονιδίων που την προκαλούν.
Κάτι τέτοιο ήταν αδύνατο πριν.
David Sabatini, βιοχημικός
Πρόκειται, πράγματι, για το όνειρο κάθε γενετιστή· το όνειρο όλων όσων εμπλέκονται επαγγελματικά με την γενετική τροποποίηση. Και δεν υπάρχει ζωϊκό είδος στον πλανήτη (ίσως, μελλοντικά, και σε άλλους) που να εξαιρείται απ’ τον ερευνητικό / επαγγελματικό (και, γρήγορα, πολύ γρήγορα, εμπορικό) “πειρασμό” της γενετικής τροποποίησης. Για καλό σκοπό - αυτό δεν είναι πάντα το κίνητρο;
Για παράδειγμα υπάρχει ένα πρόβλημα που εμείς αγνοούμε, ίσως κι εσεις: ο ιός της ντομάτας. Κτυπάει διάφορες ποικιλίες ντοματόφυτου (υποθέτουμε: όλες βιοτεχνολογικής προέλευσης· υπάρχουν πουθενά στον κόσμο οι “παλιές” ντοματιές;) προκαλώντας καχεξία στα φυτά, ανώμαλη ανάπτυξη του φυλλώματος και καταστροφή των καρπών. Παρά τις προσπάθειες διάφορων επιστημονικών τομέων να τον καταστείλουν, δεν είχε βρεθεί αποτελεσματική θεραπεία· ως πρόσφατα.
Μια ομάδα βιολόγων αποφάσισε να δοκιμάσει την μέθοδο crispr/cas9. Επέλεξαν να πειραματιστούν σε μια ποικιλία καπνού (φυτού), που αποτελεί “οργανισμό μοντέλο” για τους γενετιστές, και είναι επίσης ευπρόσβλητος στον ιό της ντομάτας... Πρώτα σχεδίασαν sg/rna που να έχουν στόχο κωδικοποιούσες και μη κωδικοποιούσες αλληλουχίες νουκλεοτιδίων του ιού, και τις εισήγαγαν σε ιούς που είναι ακίνδυνοι για την συγκεκριμένη ποικιλία του καπνού. Στη συνέχεια “μόλυναν” μ’ αυτούς τους ακίνδυνους ιούς τα φυτά του καπνού. Μετά από μια βδομάδα μόλυναν τα ίδια φυτά με τον ιό της ντομάτας, και μετά από άλλες δέκα ημέρες ανέλυσαν τα φυτά για να δουν εάν είχαν προσβληθεί απ’ τον ιό της ντομάτας. Μαντέψτε: το πείραμα ήταν σχεδόν απόλυτα πετυχημένο. Τα πειραματικά φυτά του καπνού είτε δεν είχαν προσβληθεί καθόλου απ’ τον ανυπότακτο και καταστροφικό ιό της ντομάτας, είτε είχαν πολύ μειωμένα τα συμπτώματα της προσβολής.
Οι γενετικές τροποποιήσεις διάφορων έμβιων ειδών ήταν γνωστές, ως τώρα, σαν σχεδιασμένες μεταλλάξεις. Ο “πόλεμος” σχετικά μ’ αυτές συνεχίζεται στο βαθμό που υπάρχει μια εξαιρετικά βάσιμη καχυποψία για τις αλυσιδωτές συνέπειες που έχει η γενετική τροποποίηση ενός οργανισμού στους υπόλοιπους με τους οποίους έχει οποιαδήποτε οικο-φυσική σχέση. Όμως η καχυποψία εστιάζεται κυρίως στα τρόφιμα· όχι, για παράδειγμα, στα έντομα. Τα γενετικά τροποποιημένα κουνούπια που θα εξαφάνιζαν, υποτίθεται, τον ιό Zika, δεν προκάλεσαν κάποια αποστροφή ή σάλο.
Η ευκολία και το χαμηλό κόστος της crispr/cas9 (και των βελτιώσεών της) την κάνει πασπαρτού για την γενετική κοπτοραπτική των πάντων. Μ’ αυτή την έννοια, η εμβέλειά της πηγαίνει πολύ μακρύτερα απ’ την ιδέα που έχουμε για τα τρόφιμα και την οργανωμένη παραγωγή τους στον 21ο αιώνα: μικροοργανισμοί που έχουν επιστρατευτεί μέσω crispr/cas9 για να “κτυπάνε” συγκεκριμένα είδη (ας πούμε: βρώσιμα) δεν χρειάζονται την έγκριση καμίας κρατικής αρχής προκειμένου να κυκλοφορήσουν· και να κάνουν μια post ποικιλία του ενός ή του άλλου βρώσιμου είδους επίσης “γενετικά βελτιωμένη” μέσω crispr/cas9, επειγόντως απαραίτητη. Με άλλα λόγια: ένας τέτοιου είδους βιολογικός πόλεμος δεν θα κηρυχτεί επίσημα.
Κι ούτε καν θα είναι εύκολο να γίνει αντιληπτός. Μέχρι πριν την εφεύρεση και την επέκταση της crispr/cas9 οι σχεδιασμένες μεταλλάξεις φυτών και ζώων έμπαιναν σε εφαρμογή αφού πρώτα είχε προηγηθεί μια περίοδος πειραματισμών, με εισαγωγές γονιδίων στο dna του ενός ή του άλλου είδους με λίγο ή πολύ τυχαίο (και σε κάθε περίπτωση όχι “ασφαλή”) τρόπο. Το πατεντάρισμα αυτών των εφαρμογών τις έκανε προσιτές σε ειδικούς που είναι αντίθετοι με την απελευθέρωση γενετικά μεταλλαγμένων dna στο περιβάλλον· κι αυτό, με τη σειρά του, τροφοδοτούσε με στέρεα επιχείρηματα την κοινωνική απόρριψη των μεταλλαγμένων τροφίμων. Με την crispr/cas9 είναι σχεδόν αδύνατο να ελεγχθεί εκ των υστέρων μια αλλαγή στο γονιδίωμα για το αν είναι τυχαία ή σχεδιασμένη και πραγματοποιημένη εργαστηριακά. Κι αν αυτή η αλλαγή είναι κακόβουλη και δεν έχει πατενταριστεί ή δημοσιοποιηθεί, τότε είναι ουσιαστικά “αόρατη”.
Η ευκολία και το εξαιρετικά χαμηλό κόστος της crispr/cas9 έχει ανοίξει την ερευνητική (κατ’ αρχήν) όρεξη γι’ αυτό που οι γενετιστές ονομάζουν γενετική καθοδήγηση (“gene drive”). Με διαφορετικά λόγια πρόκειται για την γενετική τροποποίηση οικοσυστημάτων· κι όχι απλά “ατόμων” ενός είδους. Με τις παλιότερες τεχνικές οι σχεδιασμένες μεταλλάξεις μεταφέρονταν πολύ αργά στις επόμενες γενιές του χ ή ψ μεταλλαγμένου είδους. Αυτό οφειλόταν στο γεγονός ότι η μετάλλαξη γινόταν στο ένα απ’ το ζευγάρι χρωματοσωμάτων, και κατά συνέπεια μεταφερόταν “κατά το ήμισυ” στην επόμενη γενιά. Μια μετάλλαξη που γίνεται με την crispr/cas9 (ή όποια ανάλογη πιο εξελιγμένη μέθοδο εφευρεθεί μελλοντικά) μεταφέρεται ολόκληρη στην επόμενη γενιά· γίνεται στάνταρ γονιδιακό χαρακτηριστικό. Μια σχεδιασμένη μετάλλαξη σε ένα είδος κουνουπιού θα μεταφερθεί στα αυγά του αμέσως: τα γενετικά τροποποιημένα (μέσω της crispr/cas9) έντομα και διάφοροι μικροοργανισμοί είναι ήδη όχι απλά πεδίο πειραμάτων αλλά εμπορικά αξιοποιήσιμα είδη. Όμως η γενετική τροποποίηση ενός είδους συνολικά (ακόμα και ενός εντόμου) δεν μπορεί παρά να έχει αλυσιδωτές συνέπειες σ’ όλο το οικοσύστημα· συνέπειες που ούτε μπορούν να προβλεφτούν ούτε, φυσικά, να σχεδιαστούν. Η επωδός έναντι τέτοιων ενδεχομένων είναι κοινότοπη: τα κράτη θα πρέπει να νομοθετήσουν τις προδιαγραφές και τα όρια αξιοποίησης της crispr/cas9...
Όλα αυτά εξελίσσονται με πολύ γρήγορους ρυθμούς: τα βιοτεχνολογικά εργαστήρια, οι γενετιστές και οι ενδιαφερόμενες εταιρείες για εμπορική αξιοποίηση είναι πάρα πολλά στον πλανήτη. Σε πάμπολα κράτη, με διαφορετικές νομοθεσίες· ή ακόμα και διαφορετική “επίγνωση” (ή άγνοια) των ζητημάτων. Η πορεία των πατεντών και των χρηματοδοτήσεων για τις έρευνες και τις εφαρμογές της crispr/cas9 (πιο πάνω πίνακες) δείχνουν πως οποιοιδήποτε “νομοθετικοί περιορισμοί” θα έρθουν, αν έρθουν, εκ των υστέρων - δηλαδή πολύ αργά. Και θα είναι μόνο συμβολικοί, για να “καθησυχάσουν την κοινή γνώμη”. Γιατί το χαμηλό κόστος και η τεχνική ευκολία της γενετικής κοπτοραπτικής μέσω crispr/cas9 έχει πετύχει ήδη αυτό που ορισμένοι ονομάζουν εκδημοκρατισμό (!) της γενετικής μηχανικής. Ακόμα και “μεσαία” εργαστήρια μπορούν να καταπιαστούν με δαύτην· χωρίς να είναι καν και καν “καταγραμμένα” και “νόμιμα”. Μήπως είναι άραγε κοντά η στιγμή που θα μας ειπωθεί ότι κάποιοι “τρομοκράτες” κατέχουν την τεχνική και τα μέσα και ετοιμάζονται για μια βιολογική “Αποκάλυψη”; Καθόλου απίθανο.
Ταυτόχρονα όμως όλα αυτά συμβαίνουν πατώντας πιστά πάνω στη γραμμή του γενετικού ντετερμινισμού. Πριν 4 μήνες (cyborg νο 7, γενετικός προκαθορισμός; όχι ευχαριστώ!) περιγράφαμε ότι η “σκληρή” γενετική αιτοκρατία είναι ξεπερασμένη· αλλά μόνο μεταξύ “ειδικών”. Σαν κοινωνική ιδεολογία δουλεύει μια χαρά, επειδή εμφανίζεται να προτείνει αιτίες και να προσφέρει λύσεις (στην μικροκλίμακα των γονιδίων) αν και, στην πραγματικότητα, δεν πρόκειται για τίποτα περισσότερο από μια ακόμα μαζική τεχνοεπιστημονική εξαπάτηση. Τα γνωστά (των ειδικών) σε ότι αφορά την λειτουργία των γονιδιωμάτων αντί να αυξάνονται μειώνονται σε σχέση με τα άγνωστα όσο προχωρούν οι σχετικές έρευνες.
Αλλά το εμπόριο είναι διαφορετική ιστορία. Προφανώς δεν πετυχαίνονται πωλήσεις σωτηρίας του ενός ή του άλλου είδους με “ίσως” και “δεν ξέρουμε”. Η γονιδιακή κοπτοραπτική και το τωρινό διαμάντι στο στέμμα της, η crispr/cas9, είναι ένα είδος “τεχνολογικής / εμπορικής απάντησης” στηριγμένο στο μονοδιάστατο ντετερμινιστικό μοτίβο: ξέρουμε (ή πρόκειται να μάθουμε) τα πάντα γύρω απ’ τα γονίδια (σας). Ωστόσο, επειδή αυτό είναι απλά ένα ιδεολογικά και εμπορικά χρήσιμο ψέμα, η ταχύτατη διάδοση της crispr/cas9 είναι καταδικασμένη να γεννήσει τέρατα.
Το γενετικό μοντάζ σε ανθρώπινα έμβρυα με την χρήση των τωρινών τεχνολογιών μπορεί να έχει απρόβλεπτες συνέπειες στις μελλοντικές γενιές. Αυτό το κάνει επικίνδυνο και απαράδεκτο
από ηθική άποψη.
Edward Lanphier, ιδρυτής και (μέχρι πέρυσι) πρόεδρος της βιοτεχνολογικής εταιρείας Sangamo BioSciences
Το να κρατηθούμε από πρόθεση μακρυά από έρευνες που μπορεί να σώσουν ζωές σημαίνει ότι θα είμαστε ηθικά υπεύθυνοι για τους προβλέψιμους και αντιμετωπίσιμους θανάτους όλων εκείνων
που θα μπορούσαν να ωφεληθούν απ’ αυτές τις έρευνες.
Julian Savulescu, βιοηθικός
Αρκετοί επαναπαύονται με την ελπίδα της περιβόητης “επιστημονικής ηθικής”. Πράγματι και οι γενετιστές (όπως και πολλοί άλλοι), προκειμένου να κατευνάσουν όχι απλά τις συχνά δικαιολογημένες ανησυχίες για τα έργα τους αλλά και την αμφισβήτηση του (κοινωνικού) ρόλου τους, έχουν φροντίσει να εσωτερικεύσουν τα “ερωτήματα ηθικής”. Ή πιο σωστά έχουν φροντίσει να τα κρατήσουν για τους εαυτούς τους, διατυπωμένα έτσι ώστε άμεσα ή έμμεσα, αργά ή γρήγορα, να καταλήγουν στο ερώτημα της επιστημονικής / ερευνητικής ελευθερίας.
Το έναυσμα για τέτοιου είδους καλά περιφρουρημένους “ηθικούς προβληματισμούς” είναι (τι άλλο;) η χρήση των τεχνικών γονιδιακής μετάλλαξης σε ανθρώπινα κύτταρα. Σε ότι αφορά την χρήση της crispr/cas9 η αφορμή δόθηκε τον Απρίλη του 2015 όταν μια ομάδα κινέζων ερευνητών, με επικεφαλής τον Junjiu Huang, έκανε πειραματική αξιοποίηση της μεθόδου σε ανθρώπινους τριπλοπυρηνικούς ζυγωτές· πρώιμα έμβρια που δεν επιζούν, καθώς τα κυτταρά τους περιλαμβάνουν τους πυρήνες ενός ωαρίου και δύο σπερματοζωαρίων, ούτε προσφέρονται για άλλες κλινικές χρήσεις. Ο στόχος τους ήταν να “κόψουν” με επιτυχία την γονιδιακή ακολουθία endogenous β-globin, που αν μεταλλαχτεί προκαλεί μια θανατηφόρα πάθηση του αίματος γνωστή σαν β-θαλασσαιμία. Το πείραμα δεν ήταν ιδιαίτερα πετυχημένο, για πολλούς λόγους, συμπεριλαμβανομένου του γεγονότος ότι η cas9 “έκοψε” και σημεία του dna εκτός στόχου. Ο ίδιος ο Huang αναγνώρισε ότι πρέπει να γίνουν σημαντικές βελτιώσεις στη μέθοδο, έτσι ώστε να λιγοστέψουν οι αστοχίες της.
Όπως και να ‘χει η ανακοίνωση του κινέζικου πειράματος, πέρα απ’ το να επιβεβαιώσει ότι ο κινεζικός καπιταλισμός δεν είναι καθόλου “πίσω” στις τεχνολογίες αιχμής, προκάλεσε την αναμενόμενη “ηθική αναταραχή” στους κύκλους των γενετιστών παγκόσμια. Πρόκειται για την ίδια “ηθική αναταραχή” που έχει ξεσπάσει σε κάθε προηγούμενη βιοτεχνολογική εφαρμογή σε ανθρώπους: απ’ τον ανασυνδυασμό του dna μέχρι την τεχνητή γονιμοποίηση. Όπως είχε γίνει και τις προηγούμενες φορές έτσι και τώρα, οι “ειδικοί” και εξ επαγγέλματος εκφραστές της “επιστημονικής ηθικής” της γενετικής μηχανικής, χωρίστηκαν στα δύο. Η μία τάση ζήτησε “εθελοντικό μορατόριουμ” στις έρευνες της crispr/cas9 σε ανθρώπινα κύτταρα, μέχρις ότου προκύψουν ασφαλή συμπεράσματα απ’ τις έρευνες και τις εφαρμογές σε άλλα είδη. Η άλλη τάση ειρωνεύτηκε αυτές τις εκκλήσεις, θυμίζοντας ότι στο παρελθόν είχαν θεωρηθεί κατ’ αρχήν προβληματικά από ηθική άποψη τα εμβόλια ή οι μεταμοσχεύσεις. Αν απαγορεύσεις κάτι, η πιθανότητα να ωφεληθεί η ανθρωπότητα απ’ αυτό είναι μηδέν. Αν δεν το απαγορεύσεις, είναι μεγαλύτερες από μηδέν. Αυτό το “σοφό” δήλωσε, για παράδειγμα, o Steven Pinker, ειδικός των “επιστημών συνείδησης” του Harvard.
Ωστόσο μια τεχνική που υπόσχεται τόσα πολλά είναι “υπεράνω ηθικής”· σίγουρα υπεράνω της συζητήσιμης τεχνο-επιστημονικής τέτοιας. Ενώ οι γενετιστές αναρωτιούνταν (ή παρίσταναν ότι αναρωτιούνται) “τι είναι το σωστό”, η βρετανική Αρχή Ανθρώπινης Γονιμοποίησης και Εμβρυολογίας έδωσε την 1 Φλεβάρη του 2016 την άδεια για την πρώτη χρήση της crispr/cas9 σε υγιή ανθρώπινα έμβρυα. Η σχετική αίτηση είχε γίνει μερικούς μήνες νωρίτερα για λογαριασμό ενός ερευνητικού προγράμματος που δεν έχει άμεσο θεραπευτικό σκοπό, ούτε καν σαν πρόσχημα. Είναι ένα είδος γενετικής “βασικής έρευνας”, για τον ρόλο που παίζουν διάφορα γονίδια στην ανάπτυξη του ανθρώπινου εμβρύου. Αλλά, φυσικά, εκείνοι που κάνουν πρώτοι τέτοιου είδους έρευνες αποκτούν πλεονεκτήματα έναντι των επόμενων. Και ο τεχνοεπιστημονικός κόσμος, με ελαστικότερη ή πιο σφικτή (ή και καθόλου) “ηθική”, παραμένει πάνω από όλα ένας κόσμος καπιταλιστικός. Δηλαδή: με σκοπό το κέρδος.
Έτσι συμβαίνει το εξής. Υπάρχουν κράτη που απαγορεύουν την τροποποίηση του ανθρώπινου γενετικού κώδικα, και υπάρχουν άλλα που δεν την απαγορεύουν, στο βαθμό που εμφανίζεται σαν ερευνητική (στην πρώτη περίπτωση ανήκουν 15 ευρωπαϊκά κράτη). Η μόνη διαφορά, που μοιάζει σοβαρή από πρώτη ματιά αλλά επί της ουσίας δεν είναι, έγκειται στην χρηματοδότηση τέτοιων ερευνητικών projects. Στην επίσημη χρηματοδότηση πρέπει να πούμε· από δημόσιους / κρατικούς λογαριασμούς.
Αλλά αυτό το πρόβλημα διορθώνεται εύκολα. Συχνά οι ερευνητικές ομάδες είναι πολυεθνικές· πράγμα που σημαίνει ότι γενετιστές από κράτη που δεν χρηματοδοτούν τις έρευνές τους μπορούν θαυμάσια να συνεργάζονται με άλλους που εξασφαλίζουν κρατική χρηματοδότηση. Και, φυσικά, υπάρχει πάντα η μεγάλη δεξαμενή των ιδιωτικών / επιχειρηματικών χρηματοδοτήσεων. No problem, λοιπόν. [1Ενδεικτικά: στις 1 Δεκέμβρη του 2016 μια ομάδα 36 τεχνοεπιστημόνων απ’ όλο τον κόσμο (περισσότερα από 15 κράτη, συμπεριλαμβανόμενης της σαουδικής αραβίας...), δημοσιοποίησαν στο ειδικό περιοδικό Nature το αποτέλεσμα μιας έρευνας για την εφαρμογή της crispr/cas9 σε ζωντανά σωματικά κύτταρα - αυτό, δηλαδή, που “απαγορεύεται” εδώ κι εκεί. Η ιδέα στο βάθος (;) είναι ότι αν μπορεί να γίνει μέσω crispr/cas9 μαζική γενετική τροποποίηση σε έναν μεγάλο αριθμό κυττάρων ενός (ανθρώπινου) οργάνου, τότε μπορεί να προκύψει μια αποτελεσματική θεραπευτική μέθοδος για ανίατες ασθένειες... (Φυσικά κάθε κουβέντα για πιθανές αλλά όχι ακόμα μελετημένες παρενέργειες μόνο σαν αντιεπιστημονική προκατάληψη μπορεί να θεωρηθεί... όταν έχεις μπροστά σου ένα τέτοιο σημαντικό τεχνολογικό βήμα...)]
Τέτοιες τεχνοεπιστημονικές κινήσεις όταν γίνονται ευρύτερα και εκτός “ειδικών” γνωστές (μάλλον σπάνια) προκαλούν δέος. Φόβο. H πληροφορική / κυβερνητική παράγει διάφορες εφαρμογές / gαdgets που εξοικειώνουν τα άτομα και τις κοινωνίες με μια αφηρημένη (και φετιχιστική) ιδέα περί “νέων τεχνολογιών” - και των υποτιθέμενα καλών σκοπών τους. Η γενετική, οι νευροεπιστήμες και οι βιοτεχνολογίες δεν έχουν το ίδιο μοντέλο δημόσιων σχέσεων. Παραμένουν εν πολλοίς διαχωρισμένες, εργαστηριακές, “σκοτεινές” για το μέλλον του είδους μας. Λόγω αντικειμένου. Κατά συνέπεια η επίγνωση ότι οι γενετιστές μηχανικοί μπορούν να μοντάρουν (και) το ανθρώπινο γονιδίωμα κατά βούληση θα προκαλούσε μεγάλες ανησυχίες· ακόμα κι αν τέτοια νέα σερβίρονταν με την γνωστή γαρντιτούρα της καταπολέμησης διάφορων ανίατων ασθενειών. Που είναι περίπου οι ίδιες (σα νομιμοποίηση των τεχνολογικών αλμάτων) εδώ και έναν τουλάχιστον αιώνα.
Που οφείλεται όμως αυτό το δέος και οι φόβοι; Σε δύο τουλάχιστον παράγοντες, που είναι οι ίδιοι σ’ ολόκληρο το φάσμα των τεχνολογιών του νέου καπιταλιστικού παραδείγματος. Πρώτον, ο “μέσος υπήκοος”, ακόμα κι αν έχει κάποιες εξειδικευμένες σπουδές εκτός γενετικής, αγνοεί τι ακριβώς (και γιατί) συμβαίνει στα βιοτεχνολογικά εργαστήρια. Είναι βολικός να υποστεί οποιαδήποτε ιδεολογική κατεργασία, ξεκινώντας απ’ τις μυθολογίες περί “τεχνοεπιστημονικής προόδου για το καλό της ανθρωπότητας” και φτάνοντας ακριβώς απέναντι, στις μυθολογίες περί βιολογικού Αρμαγεδώνα. Δεύτερον (και ως ένα σημείο σα συνέπεια του πρώτου) δεν υπάρχει, ούτε επιτρέπεται να υπάρχει, οποιοσδήποτε κοινωνικός έλεγχος πάνω στα “τι” και “γιατί” των τεχνοεπιστημονικών ερευνών· των γενετικών για παράδειγμα. Οι ίδιοι που θα έπρεπε να είναι ελεγχόμενοι, οι τεχνοεπιστήμονες δηλαδή, έχουν κρατήσει για τους εαυτούς τους, μονοπωλιακά, και την “ευθύνη” των ελεγκτών. Αυτό στο όνομα, υποτίθεται, της επιστημονικής ελευθερίας.
Υπάρχουν λοιπόν δύο τεράστια χάσματα ανάμεσα στους τεχνοεπιστήμονες του 21ου αιώνα και τις καπιταλιστικές κοινωνίες που χρηματοδοτούν τις έρευνες, τις εφαρμογές και τα εμπόριά τους. Το πρώτο είναι γνωσιολογικό. Το δεύτερο πολιτικό. Και παρότι θα κινδυνεύαμε να κατηγορηθούμε σαν αυτόνομοι εργάτες για ευχολόγια, κρίνουμε ότι υπάρχουν δυο κρίσιμα ερωτηματικά:
Α) Θα έπρεπε να ξέρουμε χωρίς, ταυτόχρονα, να χρειαζόμαστε εκατό ζωές για να φτάσουμε στις “εξειδικευμένες γνώσεις” των τεχνικών του ενός ή του άλλου είδους; Κι αν η απάντηση είναι “ναι”, πως μπορεί να γίνει αυτό;
Β) Θα έπρεπε να μπορούν να εμποδιστούν, με κοινωνικές (και όχι κρατικές) επιλογές και αποφάσεις, έρευνες και εφαρμογές που κρίνονται σαν επικίνδυνες; Θα ήταν κάτι τέτοιο “περιορισμός της επιστημονικής ελευθερίας”;
Το δεύτερο, που μοιάζει “φιλοσοφικό” (και πάντως ιντριγκαδόρικο) ερώτημα, είναι ίσως ευκολότερο να απαντηθεί. Κανείς μας δεν είναι “ελεύθερος”! Όλες / όλοι προσδιοριζόμαστε ιστορικά, ζούμε μέσα σε ευνόητους ή ανόητους κοινωνικούς περι-ορισμούς· και πάντως κανείς δεν μας χρηματοδοτεί για να νοιώθουμε (ή να παριστάνουμε) τους ελεύθερους! Το ίδιο ακριβώς ισχύει και για τους τεχνοεπιστήμονες, ειδικά όταν βρίσκονται έξω απ’ τα άσυλα / εργαστήριά τους. Επιπλέον οι εξειδικεύσεις τους δεν είναι προϊόν καμίας “ελευθερίας επιλογής” εκ μέρους τους. Είναι προϊόντα στατιστικών κατανομών· ξεκινώντας απ’ τα εκπαιδευτικά συστήματα και τους γενικούς καταμερισμούς εργασίας κάθε εποχής. Τέλος οποιαδήποτε έρευνα υπόκειται υποχρεωτικά στους κανόνες της χρηματοδότησής της· ή/και στους περιορισμούς του ακαδημαϊκού κύρους, της ερευνητικής και πανεπιστημιακής γραφειοκρατίας, κλπ. Αυτό σημαίνει: κανένας τεχνοεπιστήμονας δεν είναι “ελεύθερος”, έτσι κι αλλιώς.
Συνεπώς, το να εμποδιστεί κάθε έρευνα και εφαρμογή της crispr/cas9, σε οποιοδήποτε έμβιο είδος εάν ένα με καλή γνώση του θέματος ευρύ “κοινωνικό σώμα” (και όχι ο κύκλος συμφερόντων των γενετιστών, των βιο-ηθικολόγων, και των επιχειρηματιών της γενετικής) έκρινε, κατά πλειοψηφία, ότι αυτές οι έρευνες και εφαρμογές συνιστούν έναν κίνδυνο δυσανάλογα μεγάλο σε σχέση με τα όποια πιθανά οφέλη, αυτό δεν θα ήταν σκέτα και τυρρανικά “περιορισμός της επιστημονικής ελευθερίας”. Θα ήταν υπενθύμιση στους ειδικούς ότι έτσι κι αλλιώς δεν είναι περισσότερο ελεύθεροι απ’ τον καθένα μας, και πάντως δεν είναι μέτοχοι σε κάποια μεταφυσική, “θεϊκή ελευθερία”. Και, επιπλέον, θα ήταν πρακτική άσκηση των ευθυνών, και ειδικά των ηθικών ευθυνών, του καθενός και της καθεμιάς μας, ως κοινωνικών υποκειμένων.
Το γνωσιολογικό χάσμα όμως; Αυτό είναι δυσκολότερο να αντιμετωπιστεί. Πρόκειται για αποτέλεσμα μιας καλά υπολογισμένης (κρατικής και καπιταλιστικής) κατανομής και ιεράρχησης των γνώσεων (εντός ή εκτός εισαγωγικών) που έχει γίνει ακόμα κομβικότερη στη φάση του “γνωσιακού καπιταλισμού”. Συνεπώς το γνωσιολογικό χάσμα, πέρα απ’ τις “τεχνικές” πλευρές του, έχει μια πολιτική αφετηρία και βάση: την διανοητική (και πολιτική) καθήλωση των υποτελών μέσα απ’ την μοιρασιά όχι της “γνώσης” αλλά της άγνοιας.
Όμως ακόμα κι έτσι υπάρχουν ακόμα δυνατότητες “μη συμβατικής” μάθησης· έξω, δηλαδή, απ’ τα υπάρχοντα εκπαιδευτικά συστήματα. [2Ο Z. S. που υπογράφει αυτήν την αναφορά δεν έχει καμία εκπαίδευση σε θέματα βιολογίας, γενετικής, κλπ. Είναι “αυτοδίδακτος - στα - γενικά / βασικά”, αν επιτρέπεται ένας τέτοιος χαρακτηρισμός.] Μόνο που η αξιοποίησή τους είναι συνάρτηση της διάθεσης, του προσανατολισμού, και του διαθέσιμου χρόνου. Αν τα δύο πρώτα είναι υποκειμενικά, το τρίτο δεν είναι. [3Ο προσανατολισμός της δραστικής μείωσης του βασικού χρόνου εργασίας όπως έχει υποδειχθεί απ’ τους αυτόνομους (30/900) έχει άμεση σχέση και με αυτό το ζήτημα.]
Τι απομένει; Να αντιμετωπίσουμε σοβαρά, ατομικά και συλλογικά, αυτό το γνωσιολογικό χάσμα (που είναι συνώνυμο με την εξαφάνιση της κριτικής) πριν “μεταλλαχτούμε” οριστικά. Όχι μόνο γενετικά, αλλά και πληροφορικά / κυβερνητικά...
Ziggy Stardust
1 - Ενδεικτικά: στις 1 Δεκέμβρη του 2016 μια ομάδα 36 τεχνοεπιστημόνων απ’ όλο τον κόσμο (περισσότερα από 15 κράτη, συμπεριλαμβανόμενης της σαουδικής αραβίας...), δημοσιοποίησαν στο ειδικό περιοδικό Nature το αποτέλεσμα μιας έρευνας για την εφαρμογή της crispr/cas9 σε ζωντανά σωματικά κύτταρα - αυτό, δηλαδή, που “απαγορεύεται” εδώ κι εκεί. Η ιδέα στο βάθος (;) είναι ότι αν μπορεί να γίνει μέσω crispr/cas9 μαζική γενετική τροποποίηση σε έναν μεγάλο αριθμό κυττάρων ενός (ανθρώπινου) οργάνου, τότε μπορεί να προκύψει μια αποτελεσματική θεραπευτική μέθοδος για ανίατες ασθένειες... (Φυσικά κάθε κουβέντα για πιθανές αλλά όχι ακόμα μελετημένες παρενέργειες μόνο σαν αντιεπιστημονική προκατάληψη μπορεί να θεωρηθεί... όταν έχεις μπροστά σου ένα τέτοιο σημαντικό τεχνολογικό βήμα...)
[ επιστροφή ]
2 - Ο Z. S. που υπογράφει αυτήν την αναφορά δεν έχει καμία εκπαίδευση σε θέματα βιολογίας, γενετικής, κλπ. Είναι “αυτοδίδακτος - στα - γενικά / βασικά”, αν επιτρέπεται ένας τέτοιος χαρακτηρισμός.
[ επιστροφή ]
3 - Ο προσανατολισμός της δραστικής μείωσης του βασικού χρόνου εργασίας όπως έχει υποδειχθεί απ’ τους αυτόνομους (30/900) έχει άμεση σχέση και με αυτό το ζήτημα.
[ επιστροφή ]