ουρανέ, όχι, δεν θα πω το ναι
Διάφοροι, οπαδοί (σύμφωνα μ’ αυτά που δηλώνουν) της επερχόμενης “ανατροπής”, “επανάστασης”, βερμπαλιστές και μεταφυσικοί του σκοινιού και του παλουκιού δηλαδή, έσπαγαν το κεφάλι τους το βράδυ της 20ης Σεπτέμβρη, για το πως ήταν δυνατόν ο “ίδιος λαός που ψήφισε κατά 62% το μεγαλειώδες ‘όχι’ στις 5 Ιούλη ύστερα από 2,5 μήνες να γεμίσει το κοινοβούλιο με “φιλομνημονιακά” κόμματα. Η πιο μεγάλη σύγχυση συναντιέται εύλογα στις τάξεις της αριστερής πλατφόρμας and friends, και της αντ.αρ.συ.α.: ήταν οι δύο σχηματισμοί που προσπάθησαν να κάνουν προίκα τους αυτό το “62%” εν όψει των τελευταίων εκλογών, όχι βέβαια για να “εκφράσουν” το σύνολό του αλλά σίγουρα για να ξανακάτσουν οι μεν στις βουλευτικές καρέκλες ενώ οι δε να πλησιάσουν εκείνες τις 75.000 ψήφους που είχαν μαζέψει στις εκλογές του περασμένου Γενάρη.
Πίσω απ’ αυτήν την απορία, που απαντιέται (τρόπος του λέγειν) με διαφόρων ειδών θεολογικές ακροβασίες, κρύβεται το ανομολόγητο δράμα της ελληνικής (και όχι μόνο) “επαναστατικής” ιντελιγκένσιας: δεν είναι, εδώ και δεκαετίες, σε θέση να αναλύσει σοβαρά οτιδήποτε, και απλά πουλάει σαν αναλύσεις διάφορα αναμασήματα που συναγωνίζονται μεταξύ τους σε λογικά στραμπουλήγματα, φτηνά συνθήματα και κενολογία.
Γιατί είμαστε τόσο “σκληροί”; Επειδή το πιο κρίσιμο και αναγκαίο να αναλυθεί δεν είναι η δήθεν αντίφαση της “λαϊκής βούλησης” μεταξύ 5 Ιούλη και 20 Σεπτέμβρη, αλλά αυτά καθ’ εαυτά τα χαρακτηριστικά και τα περιεχόμενα εκείνου του θρυλικού σαν ποσοστό “όχι” στο (επιμένουμε) πιο virtual δημοψήφισμα μέχρι σήμερα. Όμως αυτή η χρεωκοπημένη ιντελιγκένσια δεν θα έκανε (και δεν έκανε) κανένα κόπο να ασχοληθεί κριτικά, ακόμα και επιφυλακτικά, με εκείνο το “62%”. Το πανηγύρισε ερμηνεύοντάς το όπως την βόλευε. Απλές δουλειές. Την ώρα (ας μας επιτραπεί η “σεξιστική” έκφραση) της πολιτικής - ιδεολογικής εκσπερμάτωσης (το βράδυ της 5ης Ιούλη και στη συνέχεια) κάνενας απ’ τους μικροαστούς ή μεσοαστούς απελευθερωτές μας δεν είχε λόγο να αμφιβάλει για την πολιτική - ιδεολογική γοητεία του, ειδωμένη μέσα απ’ την αγωνιστική ανάταση του ελληνικού λαού. Ούτε για τις μονοδιάστατες (και συχνά μανιχαϊστικές) εξηγήσεις του σε ότι αφορά την πολιτική (με την έννοια της αντιπροσώπευσης και της εξουσίας) συμπεριφορά αυτού του λαού.
Μια μέρα μετά το θρυλικό “όχι”, δηλαδή στις 6 Ιούλη (πριν υπογραφτεί οποιοδήποτε μνημόνιο Γ...) αναρτήσαμε στην πρώτη σελίδα του site του Sarajevo ένα μάλλον προκλητικό κείμενο με τίτλο στου κρεμασμένου το σπίτι αγόρασαν κι άλλο σκοινί! Θεόστραβοι; Ή διορατικοί; Γιατί εκεί που κάθε συνεπής επαναστάτης, ανατροπέας και λοιπά έβλεπε μια “απελευθερωτική” έκρηξη (στις κάλπες του δημοψηφίσματος πάντα) εμείς βλέπαμε διπλάσιο σκοινί στου κρεμασμένου το σπίτι; Έλα ντε!!!
Οι δύο πρώτες παράγραφοί του ήταν οι εξής (οι τονισμοί με αραίωση είναι τωρινοί):
Στην αρχή το πράγμα ήταν εντυπωσιακό. Ένας απίστευτα μεγάλος αριθμός ανθρώπων, 6.140.000 και κάτι έλληνες και ελληνίδες, μέσα σε ελάχιστο χρόνο (μια βδομάδα) μελέτησαν εξονυχιστικά δύο πολυσέλιδα κείμενα, με τους εξής τίτλους:
- Reforms for the completion of the current program and beyond· και
- Preliminary debt sustainability analysis.
Ήταν μια λαϊκή έκρηξη ανάγνωσης και αυτοεκπαίδευσης, πάνω σε στριφνά κείμενα σε οικονομικούς και τεχνικούς όρους. Οι περισσότεροι / ες είχαν σοβαρά προβλήματα, αφού τα αγγλικούλια του σχολείου (κάτι lower με το ζόρι) δεν βοηθούσαν. Ευτυχώς, υπήρχαν πολλοί με proficiency (και ακόμα περισσότεροι με πτυχία οικονομικών σπουδών) που ανέλαβαν να βοηθήσουν. Όλη η χώρα έγινε ένα απέραντο φροντιστήριο. Κάθε γειτονιά και ένα σοβιέτ ανάγνωσης, εξηγήσεων, συζητήσεων, αντεγκλίσεων. Μικροί και μεγάλοι ήθελαν να έχουν στέρεη γνώμη, να κατασταλάξουν με σιγουριά. Κι έτσι ακριβώς έγινε - όπως άλλωστε ταιριάζει σε βαθιά δημοκρατικούς λαούς. Πρώτα η ενημέρωση, ύστερα η επεξεργασία, στο τέλος η διαμόρφωση γνώμης. Σημαντική ήταν η βοήθεια όλων των οργανώσεων που υποστήριζαν είτε το “ναι” είτε το “όχι”: πολλές εκατοντάδες χιλιάδες μπροσούρες, με τα κείμενα σε πιστή μετάφραση και εύστοχα εκλαϊκευμένα σχόλια υπέρ και κατά, μοιράστηκαν σ’ όλη την επικράτεια. Σε σχολεία, καφενεία, λαϊκές αγορές, κομμωτήρια, μπαρ, νοσοκομεία, στάσεις, στο δρόμο... ακόμα και σε κηδείες.
Ή μήπως δεν έγινε έτσι, ούτε κατά διάνοια, ούτε κατά φαντασία; Ας το παραδεχτούμε. Έξι εκατομμύρια και λίγες χιλιάδες συνέλληνες έπαιξαν σαν κομπάρσοι στην απόλυτη υπερπαραγωγή ever: “ναι” ή “όχι”; Το ελληνικό “ναι” ή “όχι” του 2015 πρόκειται να αντικαταστήσει για πάντα το σαιξπηριανό “to be or not to be?”, απ’ τον Άμλετ. Έξι εκατομμύρια κομπάρσοι που πλήρωσαν κιόλας για να παίξουν, σ’ ένα έργο του οποίου αγνοούν την πλοκή, την σκηνοθεσία (και τους σκηνοθέτες) - και, φυσικά, το τέλος.
Δεν ήταν πράξη αυτογνωσίας· ήταν πράξη αυτοχειρίας. Δεν ήταν έκρηξη δημοκρατίας· ήταν έκρηξη συναισθηματικών πειθαναγκασμών που σερβίρονται με σαντιγύ και πολλούς υπαινιγμούς. Το “ναι” υποτίθεται ότι σήμαινε ναι στο ευρώ και την ευρώπη αλλά χωρίς αυστηρούς όρους... Το “όχι” υποτίθεται ότι σήμαινε ναι στο ευρώ και την ευρώπη αλλά χωρίς αυστηρούς όρους... Υπήρξαν, βέβαια, σ’ ότι αφορά το “όχι” κι άλλες ερμηνείες: “εθνική ανεξαρτησία”, “εθνική υπερηφάνεια”, “η επανάσταση δεν τέλειωσε το ‘21", “η έφοδος στα χειμερινά ανάκτορα δεν τέλειωσε το ‘17”... Μια κάποια διαφοροποίηση θα ήταν αναγκαία (του είδους “μπααα”, “τσου”, “αποκλείεται σου είπα, αποκλείεται σου λέω”). Όμως όλοι προτίμησαν το ίδιο μονολεκτικό “όχι”. Είναι σα να δίνει ο καθένας ένα δηνάριο (προσοχή: σκόπιμη αποφυγή αναφοράς σε νόμισμα) για κάποιον διακηρυγμένο “κοινό σκοπό"... Τελικά όμως το ταμείο το κρατάει ένας, και το κάνει ό,τι θέλει. Παίρνει τα λεφτά και τρέχει.
...
Στην πρώτη παράγραφο ειρωνευόμασταν βέβαια, όχι όμως αναίτια και όχι χωρίς κάποια μελαγχολική οργή. Ανάμεσα στα πολλά που χρωστάμε στους μακρινούς και χαμένους στο χρόνο πολιτικούς μας προγόνους (τους σοσιαλιστές, τους κομμουνιστές, τους αναρχικούς του 19ου και των αρχών του 20 αιώνα) είναι κι αυτό: είναι όχι απλά ατιμία αλλά προδοσία το να “τσιγκλάς” το θυμικό των υποτελών ποντάροντας στις ψυχοσυναισθηματικές αντιδράσεις τους· σ’ αυτό, άλλωστε, οι αληθινοί μάστορες είναι οι παπάδες και τα αφεντικά. Όχι μόνο ο επαναστάτης (ο πραγματικά τέτοιος) αλλά ακόμα και ο “προοδευτικός μεταρρυθμιστής” (ο πραγματικός τέτοιος) έχει καθήκον ζωής και θανάτου να “διαφωτίζει - τις - μάζες” (που έλεγαν τότε...) και να κάνει τα αδύνατα δυνατά για να εκπαιδεύσει και να οξύνει την λογική και την κριτική ικανότητα των “κατώτερων τάξεων”. Η διανοητική, λογική, κριτική ανατίμηση των εργατών ήταν (γι’ αυτούς τους πολιτικούς μας προγόνους) η μία απ’ τις δύο βασικότερες προϋποθέσεις και της (τελικής) απελευθέρωσής τους αλλά και της καθημερινής τους δράσης - η άλλη ήταν η οργάνωσή τους. Με απλά λόγια: με άφθονη βλακεία όχι “ανατροπές” δεν γίνονται αλλά και οτιδήποτε που να είναι έξω απ’ τους σχεδιασμούς των αφεντικών και την διαλεκτική της εξουσίας. Απλό, σαφές, τελεία και παύλα.
Ειρωνευόμασταν λοιπόν, αλλά χωρίς χαρά. Το ερώτημα εκείνου του δημοψηφίσματος ήταν τόσο θολό, σκόπιμα θολό, ώστε μια στοιχειωδώς κριτική “ενημέρωση του λαού” επί της διακύβευσης θα κατέληγε σε ένα μόνο πολιτικό συμπέρασμα: μακρυά απ’ τις κάλπες· αποχή· ακύρωση της μανούβρας όχι μόνο των τότε κυβερνητών αλλά του καθεστώτος συνολικά... Οτιδήποτε άλλο, οποιαδήποτε συμμετοχή, είτε υπέρ του “ναι” είτε υπέρ του “όχι” είτε υπέρ του “άκυρου” [1Αναφερόμαστε, φυσικά, στο θλιβερό “ελιγμό” του κκε. Κάποιοι στον Περισσό ίσως κατάλαβαν ότι η αποχή ήταν η μόνη σωστή επιλογή. Όμως πως να προτείνεις “αποχή” στη “λαϊκή έκφραση” (σε τι;...) όταν, λόγω της απολίθωσής του, βρυκολακιάζουν πάντα τα φαντάσματα της αποχής απ’ τις εκλογές του Μάρτη του 1946 (που εκ των υστέρων θεωρήθηκε μεγάλο λάθος), κι όταν άπαξ και προτείνεις μια φορά “αποχή” θα πρέπει να μαζεύεις κάθε τόσο τα μέλη σου από παρόμοια στάση σε άλλες περιπτώσεις;
Για να γλυτώσει ο Περισσός απ’ αυτό το στρίμωγμα σκαρφίστηκε κάτι πρωτοφανές: να μεθοδεύσει το “άκυρο”, με έναν τρόπο όμως που να μην λέγεται καν έτσι (γιατί τότε θα απαιτούνταν κάποιες εξηγήσεις), αλλά να λέγεται “ψηφίζουμε με δικό μας ψηφοδέλτιο”! Ήταν πειστικό αυτό; Απ’ όσο ξέρουμε όχι και τόσο. Διάφορες “επιρροές” του κκε ψήφισαν, τελικά, “όχι”...] θα ήταν (πάντα με βάση τα συμπεράσματα της στοιχειωδώς κριτικής αντιμετώπισης του θέματος) κοπάδιασμα μέσα στη θολούρα, τράβηγμα - απ’ - το - μανίκι των “συγκινήσεων”, άλλη μια έκφραση δουλοπρέπειας.
Είτε αυτό είχε προβλεφτεί εξ αρχής είτε όχι (μάλλον το δεύτερο, αλλά δεν έχει σημασία) η θολούρα του ερωτήματος επέτρεπε στον καθένα (κυριολεκτικά στον καθένα και στην καθεμιά!) να το εννοεί κατά βούληση. Η πιο επίσημη (με όρους εξουσίας) εννόηση, που παράχθηκε απ’ τα κόμματα της δεξιάς / νεοδεξιάς (ν.δ., πα.σο.κ., ποτάμι) και έγινε ευμενώς δεκτή απ’ την φαιορόζ κυβέρνηση, ήταν ότι το ερώτημα αφορά την παραμονή ή όχι του ελλαδιστάν στην ευρωζώνη. Αυτή ήταν μια εξαιρετικά βρώμικη εννόηση: επέτρεπε στο υπαρκτό “κόμμα της δραχμής”, που είχε επωαστεί με κοινή διακομματική φροντίδα απ’ τον Φλεβάρη και μετά αλλά ήταν εξαιρετικά μειοψηφικό στην κοινωνική βάση, να καταχραστεί το σύνολο των ψήφων υπέρ του “όχι”, και να εμφανιστεί έτσι πολύ πιο μαζικό απ’ ότι ήταν / είναι πραγματικά. Αυτήν ακριβώς την ερμηνεία δέχτηκε αμάσητη η επαναστατική ιντελιγκένσια στα μέρη μας, γιατί αυτό βόλευε την εγκληματική μυωπία της, την φιλαυτία της, την ασχετοσύνη της, τον τυχοδιωκτικό μικροαστισμό της. Ή μήπως βόλευε και κάποια ιδεοτελή συμφέροντα;
Η δική μας γνώση, γνώση και εμπειρική αναμφισβήτητα αλλά όχι λειψή, ήταν εντελώς διαφορετική. Όπως οι ψηφοφόροι υπέρ του “ναι” (ερμηνευμένου σαν “ναι στο ευρώ”) δεν ήταν τέτοιοι “άνευ όρων”, έτσι και οι ψηφοφόροι υπέρ του “όχι” (ερμηνευμένου σαν “όχι στο ευρώ / ναι στη δραχμή”) δεν ήταν τέτοιοι γενικά. “Άνευ όρων”. Υπολογίζουμε, όχι αυθαίρετα (ούτε όμως με “επιστημονικά” στοιχεία και μετρήσεις) πως στις αρχές Ιούλη, κάτω απ’ τις συγκεκριμένες ψυχοπολιτικές συνθήκες, περίπου το 1/3 όσων ψήφισαν “όχι” (δηλαδή ένα 20% του συνόλου των τότε ψηφοφόρων) θα μπορούσαν πράγματι να υποστηρίξουν “ναι ρε, δραχμή γαμώ το κερατό μου”. Άλλοι επειδή αυτό εξυπηρετούσε (και εξυπηρετεί...) τα συμφερόντά τους (διαφόρων ειδών μικρά, μεσαία και μεγάλα αφεντικά)· άλλοι επειδή αγνοούσαν (και αγνοούν) τις συνέπειες της μετάβασης στην καθημερινή ζωή τους αλλά βολεύονταν να πιστεύουν ότι έτσι θα εκδικηθούν τους “κωλογερμανούς”.
Οι υπόλοιποι του θρυλικού “όχι”; Αν ήταν δυνατόν να ομαδοποιηθούν κάπως, θα τους χαρακτηρίζαμε σαν ψηφόφορους του “όχι στην λιτότητα” - αλλά μέσα στο ευρώ! Κι αυτή η ομαδοποίηση όμως είναι γενική. Υπήρξαν χιλιάδες που ψήφισαν “όχι” (εννοημένο σαν “όχι στη λιτότητα - μέσα στο ευρώ”) για να εκφράσουν κάπως τα ζόρια τους... Υπήρξαν άλλες χιλιάδες που ψήφισαν “όχι” (εννοημένο όπως πριν) επειδή πίστευαν ότι αυτό θα βοηθούσε τον Αλετσιπράδο να πετύχει μια κάπως καλύτερη συμφωνία... Υπήρξαν άλλοι που ψήφισαν “όχι” επειδή έτσι έκαναν οι φίλοι τους, ή επειδή αυτό τους διέταξαν τ’ αφεντικά τους, ή επειδή απλά δεν άντεχαν να καυγαδίζουν με το “όχι” περιβάλλον τους. Τέλος θα πρέπει να ήταν πολλοί και πολλές που ψήφισαν “όχι” για το γαμώτο· χωρίς πολλά πολλά.
Η ετερόκληρη (έως και με αντιπαλότητες στο εσωτερικό της) σύνθεση των ψηφοφόρων του “όχι”, που οφειλόταν στη σκόπιμα θολούρα του διλήματος και στην απόλυτη αδιαφορία για την διαύγαση / απόρριψή του, δεν θα μπορούσε να διαφύγει από οποιονδήποτε μιλάει ή ακούει “απλούς” (“λαϊκούς”) ανθρώπους, και απ’ όποιον αντιμετωπίζει την πραγματικότητα ωμά, χωρίς ιδεολογική τύφλα. Αυτό το “όχι στη λιτότητα - αλλά μέσα στο ευρώ” το ακούσαμε, με διάφορα και διαφορετικά λόγια, μασημένο, ανάμεσα σε συγκινησιακά επιφωνήματα και διάφορες κατάρες και επευφημίες, από πολλούς και διαφορετικούς “λαϊκούς” πριν το δημοψήφισμα. Και είχαμε πριν απ’ αυτό την επίγνωση: όσο μεγαλύτερο (θα) ήταν αυτό το ετερογενές πλήθος του “όχι” τόσο περισσότερο θα ύψωνε το εικονικό μπόι του “κόμματος της δραχμής”.
Έτσι, αμέσως μετά το δημοψήφισμα, γράψαμε / καταγράψαμε / εκθέσαμε δημόσια την εξής διαπίστωση:
Δεν ήταν πράξη αυτογνωσίας· ήταν πράξη αυτοχειρίας. Δεν ήταν έκρηξη δημοκρατίας· ήταν έκρηξη συναισθηματικών πειθαναγκασμών που σερβίρονται με σαντιγύ και πολλούς υπαινιγμούς. Το “ναι” υποτίθεται ότι σήμαινε ναι στο ευρώ και την ευρώπη αλλά χωρίς αυστηρούς όρους... Το “όχι” υποτίθεται ότι σήμαινε ναι στο ευρώ και την ευρώπη αλλά χωρίς αυστηρούς όρους...
Παρουσιάζοντας τόσο το “ναι” όσο και το “όχι” (στο μεγαλύτερο μέρος του, υπάρχει και συνέχεια στο κείμενο) με το ίδιο περιεχόμενο (πιο σωστά: με ένα περιεχόμενο εννοημένο απ’ την μεριά μας με δέκα ίδιες λέξεις...) προφανώς “μπερδέψαμε” τόσο τους εχθρούς μας όσο και τους φίλους μας. Οι εχθροί μας θα χάρηκαν θεωρώντας ότι “τα έχουμε χάσει”. Οι φίλοι, απ’ τη μεριά τους, θεώρησαν ότι έγινε “τυπογραφικό λάθος” - κάποιοι μας το επισήμαναν κιόλας.
σε μια στίβα καλαμιές αποκοιμήθηκα (κι έβλεπα παντού φωτιές)
Όχι λοιπόν! Δεν είχαμε κάνει κανένα λάθος!!! Εκείνο που είχαμε παραλείψει ήταν το να τονίσουμε ότι οι “αυστηροί όροι” που απορρίπτουν διάφορα κοινωνικά υποκείμενα (τάξεις, επαγγελματικές κατηγορίες, κλπ) είναι, βέβαια, διαφορετικοί κατά περίπτωση... Ήταν μια παράλειψη υποχρεωτική, γιατί αν έπρεπε να αναλύσουμε αυτές τις διαφοροποιήσεις θα προέκυπτε ένα μεγάλο (και άβολο για την περίσταση) κείμενο / ανάλυση, που θα επαναλάμβανε διάφορες θέσεις μας γνωστές από καιρό.
Όμως, πράγματι, είχαμε καταλάβει καλά την πραγματικότητα, ακόμα κι αν εμφανιζόταν τόσο συμπυκνωμένη και παραμορφωμένη: μεγάλο μέρος του “όχι” (το υπολογίζουμε στα 2/3 τότε) δεν αφορούσε ούτε το ευρώ, ούτε την παραμονή στην ευρωζώνη, ακόμα και υπό κάποιο “μνημόνιο”! Αφορούσε ορισμένους (ίσως αρκετούς) απ’ τους “αυστηρούς όρους” του, κυρίως την λιτότητα στις διάφορες εκφάνσεις της. Όμως αυτή η εκδοχή του “όχι”, η πιο πληβειακή [2Στο βαθμό που αφορά την τάξη μας η αφετηρία είναι σωστή. Όμως ισχύει εδώ περισσότερο από οπουδήποτε αλλού ότι “αν δεν μπορείς να ξυστείς μην περιμένεις να σε ξύσουν άλλοι”. Όσο η τάξη μας αρνείται την αυτονομία της οι υπόλοιπες αρνήσεις της θα είναι πρόχειρες, μεσολαβημένες, χειραγωγίσιμες.], χωρίς πλήρη άρθρωση και καθαρά χαρακτηριστικά, απαλλοτριώθηκε τότε από την επαναστατική ιντελιγκένσια ηθελημένα ή όχι, εν γνώσει της ή όχι, υπέρ του “κόμματος της δραχμής”!
Ήταν όμως παράξενο που όταν ο σημαιοφόρος του “κόμματος της δραχμής” ως τότε (μόνο ως τότε; θα φανεί...), ο τιμημένος Αλετσιπράδο, είπε “μάγκες, δεν γίνεται, θα καταστραφούμε”, ελάχιστοι απ’ τους ψηφοφόρους του “όχι” (οι επαναστάτες βέβαια) βγήκαν στους δρόμους για να τιμωρήσουν την προδοσία του; Για εμάς δεν ήταν καθόλου. Στις 13, στις 14, στις 15 και στις 16 του Ιούλη δύο ήταν τα ενδεχόμενα. Είτε “Athens burning”, είτε θα έπρεπε να λυθούν τα μάγια του θρυλικού “όχι”, να απομυθοποιηθεί η υποτιθέμενη κατάφασή του στο “εθνικό νόμισμα” σαν έξοδο απ’ την σκλαβιά του ευρώ και των μνημονίων που το συνοδεύουν (στην πραγματικότητα βέβαια αυτά τα μνημόνια αφορούν οτιδήποτε άλλο εκτός απ’ αυτό καθ’ αυτό το νόμισμα - αλλά άντε να το παραδεχτεί αυτό το “κόμμα της δραχμής” και οι οπαδοί του). Θα έπρεπε να έχει γίνει η απομάγευση στη σκέψη οποιουδήποτε στοιχειωδώς τίμιου “ανατροπέα”. Όμως το είπαμε ήδη: το διαζύγιο με την πραγματική ανάλυση και την πραγματική κριτική είναι οριστικό και αμετάκλητο, κι αυτό το μόνο που παράγει είναι η αντικειμενική ατιμία. Σε κάμποσες περιπτώσεις και υποκειμενική.
Η απόδειξη πως αυτά που υποστηρίζουμε (αυτά που υποστηρίξαμε και στις 6 Ιούλη αλλά και πιο πριν) είναι ... το “σπαζοκεφαλιά” αποτέλεσμα των εκλογών της 20ης Σεπτέμβρη - η υποτιθέμενη αναντιστοιχία του με το δημοψήφισμα. Η αποχή ήταν μεγάλη, όπως μεγάλη ήταν η αποχή και απ’ το δημοψήφισμα (αυτό το τελευταίο, φυσικά, πέρασε ασχολίαστο). Δεν θα υποστηρίξουμε ότι πρόκειται για τους ίδιους ψηφοφόρους που απείχαν και στις δύο περιπτώσεις. Πάντως δεν είναι οι ... πεθαμένοι, ούτε είναι (γενικά και αδιαφοροποίητα) οι ... τεμπέληδες. Μέσα στους απέχοντες, ίσως σε μικρό ποσοστό τους, βρίσκονται σύγχρονοι εργάτες και εργάτριες, απ’ τους οποίους λείπουν βέβαια πολλά (όπως, για παράδειγμα, η διάθεση να “μπλέξουν” σε συλλογικές ανταγωνιστικές “περιπέτειες”) όχι όμως και η στοιχειώδης ευστροφία του πνεύματος.
Οι υπόλοιποι / υπόλοιπες που πήγαν ως τις κάλπες των βουλευτικών εκλογών εκδήλωσαν εκείνο που υπήρχε, κρυμμένο αλλά υπήρχε, και στα κουκιά του δημοψηφίσματος, 2,5 μήνες πριν! Τίποτα παράδοξο, τίποτα αντιφατικό - κρίμα γι’ αυτούς που ήθελαν να κάνουν την πολιτική προίκα τους απ’ το “όχι”!
Το ενδιαφέρον είναι σ’ αυτή τη λεπτομέρεια: εάν συμπεριλάβουμε στο “κόμμα της δραχμής” και τα βοθρολύματα [3Όχι, όμως, το κκε, το οποίο ανεμίζοντας τον μεσσιανισμό της “λαϊκής εξουσίας” ρίχνει το θέμα του νομίσματος σε δεύτερη ή και τρίτη μοίρα.] (που όμως, σαν “στελεχικό δυναμικό”, κάνουν και λένε ό,τι τους διατάζουν τα αφεντικά τους στο βαθύ κράτος, οπότε σήμερα είναι έτσι και αύριο αλλιώς), η εκλογική επιρροή του “εθνικού νομίσματος” κινήθηκε στις 20/9ου γύρω στο 11,5% - και από κοινοβουλευτική άποψη ήταν μονόπαντα φασιστική. Ήταν άραγε λάθος μας που την υπολογίζαμε στις αρχές Ιούλη γύρω στο 20%, ακόμα και 25%;
Μπορεί. Συμβαίνει όμως και το εξής. Μετά την βίαιη προσγείωση της 12ης Ιούλη, όταν έγινε γνωστό ότι υπάρχει πράγματι “σχέδιο μετάβασης στη δραχμή”, μόνο που αυτό δεν είναι φαντασιωτικό και “γιούρια πάμε ρε!” αλλά πολύ πραγματικό, πολύ σκληρό (και πολύ ευρωπαϊκό!) η εντόπια ιντελιγκένσια του “κόμματος της δραχμής” ξεβρακώθηκε. Ξεβρακώθηκε επειδή α) αποδείχθηκε ότι αυτή δεν είχε κανένα άλλο σχέδιο, και β) επειδή απ’ τις 13 Ιούλη ως τις 20 Σεπτέμβρη, δηλαδή σε διάστημα μεγαλύτερο των 2 μηνών, απέτυχε να φτιάξει και να παρουσιάσει δημόσια ένα τέτοιο άλλο σχέδιο “μετάβασης στο εθνικό νόμισμα / εθνικής απελευθέρωσης” [4Οι της λ.α.ε. κλαψουρίζουν μετεκλογικά, σα γνήσιοι έλληνες: "εεε, είχαμε μόνο 28 ημέρες για να προετοιμαστούμε!!!”. Όχι δα! Είχατε πάνω από 3 χρόνια! Κι άλλωστε (αυτό έχει ξεχαστεί βέβαια...) λίγο μετά την 12η Ιούλη διέδιδαν ότι έχουν στρωθεί και φτιάχνουν αυτό το ρημαδοσχέδιο. Να θυμίσουμε δημόσιες δηλάσεις του γίγαντα απελευθερωτή Λαπαβίτσα ότι αυτό το “σχέδιο” υπήρχε από μήνες και ότι είχε απορριφθεί απ’ τον Αλετσιπράδο; Τι να θυμίσουμε;]. Έμεινε στις ιδεολογικές ασκήσεις ύφους και στα γελοία προεκλογικά σποτάκια. Κατόπιν αυτού δεν μπορούσε να είναι εκλογικά ελκυστική σ’ όλο το εύρος της ιδεολογικής επιρροής της. Ίσως ένα κάποιο μέρος των απεχόντων να είναι δικό της.
Μ’ αυτά τα δεδομένα θεωρούμε αξιοσημείωτο το διπλό γεγονός ότι α) ο συ.ριζ.α. έχασε μόνο 320.000 ψηφοφόρους, και β) οι ψεκασμένοι ξαναμπήκαν στο κοινοβούλιο. Υπάρχει μια ανεξήγητη από πρώτη ματιά γενναιοδωρία του σοφού ελληνικού λαού προς την φαιορόζ κυβέρνηση 1.0, κραυγαλέα μάλιστα γενναιοδωρία εάν συγκριθεί απ’ την “τύχη” που επιφυλάχτηκε στην κυβέρνηση του Παπανδρέου του 3ου, εξ αρχής, για πολύ λιγότερες “προδοσίες” ή “κωλοτούμπες”... Εάν ίσχυαν τα ίδια κριτήρια και στις δύο περιπτώσεις, τότε ο συ.ριζ.α. θα έπρεπε να καταβαρθρωθεί στις εκλογές της 20ης Σεπτέμβρη, σαν τιμωρία για τα παραμύθια που έλεγε απ’ τις αρχές του 2012 και την παταγώδη αποτυχία του σαν κυβέρνηση. Όσο για τους ψεκασμένους; Δεν θα έπρεπε να βρουν ούτε τις δικές τους ψήφους στα κουτιά.
Κι όμως. Κάποιο “αόρατο χέρι” πρέπει να φροντίζει την υπόθεση αυτή. Η παράξενη γενναιοδωρία αποκτάει μιαν εξήγηση εάν τεθεί στο ιστορικό πλαίσιο του πως δουλεύει το ελληνικό βαθύ κράτος / παρακράτος απ’ τις αρχές του 2010. Αυτό, λοιπόν, που έχει συμβεί αυτά τα πάνω από 5 χρόνια είναι ότι κατασκευάστηκε εξ αρχής και με φτηνά ή και σαθρά υλικά ένας “ηγέτης της κεντροαριστεράς” (ο Τσίπρας) στη θέση ενός άλλου (του Παπανδρέου του Γ) που πέρα απ’ το “όνομα” ή/και την “κληρονομιά” είχε σαφώς περισσότερα προσόντα για την θέση, και πολύ σαφέστερη άποψη για τις ανάγκες μεταρρυθμίσεων του ελληνικού συμπλέγματος κράτος / κεφάλαιο. Θα μπορούσαμε, με αρκετή δόση ειρωνείας, να πούμε ότι έγινε αυτό που συμβαίνει συστηματικά στα υψηλά πόστα της ντόπιας δημόσιας διοίκησης, σε διάφορους τομείς (υπηρεσίες, υπουργεία, πανεπιστήμια): αυτός που είχε τα προσόντα “κόπηκε” (ακριβώς επειδή είχε τα προσόντα) και προωθήθηκε εκείνος που δεν είχε τίποτα, αλλά βόλευε τους μηχανισμούς.
Τα “ηγετικά προσόντα” του καινούργιου “ηγέτη της κεντροαριστεράς” εκθιάζονται γενικά κι αφηρημένα, χωρίς να δείχνονται κάποια συγκεκριμένα. Δεν υπάρχουν! Η αλήθεια είναι οικτρή: πρόκειται για άνθρωπο που δεν μπορεί ούτε ένα υπουργικό συμβούλιο της προκοπής να φτιάξει. Πέρα απ’ το θέμα με τον κραγμένο φασίστα Δ. Καμμένο, το “μοίρασμα των υπουργείων” σε διάφορες φράξιες και υποφράξιες του κυβερνητικού συνασπισμού θυμίζει τις χειρότερες στιγμές αδύναμων πρωθυπουργών που προσπαθούν να επιπλεύσουν σαν τροχονόμοι σε εσωτερικούς συσχετισμούς δυνάμεων.
Αλλά το “αόρατο χέρι” έχει κάνει τη δουλειά του, με επιτυχία. Πρέπει να θυμίσουμε κάτι που έχουμε υποστηρίξει εδώ και χρόνια: οι πρωθυπουργοί στην ελληνική πολιτική σκηνή απ’ το 1996 και μετά αναδεικνύονται (αφού πρώτα γίνουν αρχηγοί των κομμάτων τους...) από μηχανισμούς που δεν ελέγχουν οι ίδιοι· στήνονται σαν ξόανα στο κέντρο του πολιτικού θεάματος, για να τραβούν την προσοχή, και να κάνουν οι μηχανισμοί και τα κυκλώματα της δουλειές τους στη σκιά. Ο νέος “ηγέτης της κεντροαριστεράς” είναι η πιο τέλεια κατασκευή αυτού του τύπου ως τώρα! Long life λοιπόν [5Ο άλλος, ο “κομμένος” έκανε πράγματι εντελώς προκλητικά πράγματα. Πρώτα πρώτα πήγε και έφτιαξε μια κυβέρνηση αφήνοντας σε ικανό βαθμό το “βαθύ πα.σο.κ.” απ’ έξω• πολύ αργότερα, προς το τέλος της θλιβερής καριέρας του σαν πρωθυπουργός, αναγκάστηκε να συμβιβαστεί (και το όνομα του συμβιβασμού “Βενιζέλος”...). Κατηγορήθηκε εξ αρχής με μεγάλη αγανάκτηση ότι έκανε υπουργούς τους “φίλους του”... Και είχε κάτι “φίλους” εντελώς “στραβόξυλα”. Έτσι, για χάρη της ιστορικής ακρίβειας, και μιλώντας σαν τουρίστες, δείτε κάτι “φίλους” που είχε ο καταραμένος ΓΑΠ: μια κάποια Τίνα Μπιρμπίλη, που σαν υπουργός περιβάλλοντος αρνούνταν να υπογράψει την σύμβαση για τις Σκουριές - πράγμα που, παράδοξο ή όχι, έχει εντελώς διαγραφεί απ’ την ιστορία... Ήταν δυνατόν, με τέτοια μυαλά, να γίνει το αντισυμβατικό (για τη θέση της) ντύσιμό της “θρύλος” όπως το ντύσιμο του κυρ Γιάνη; ΌΧΙ ΒΕΒΑΙΑ, ΤΙΠΟΤΑ ΥΠΕΡ ΤΗΣ!!! Έπρεπε να φύγει με τις κλωτσιές (κι ας πήγαινε όπου αλλού ήθελε, αρκεί να μην ανακατεύεται στις δουλειές του βαθέος κράτους / κεφάλαιου - κωδικός “Μπόμπολας and friends”) μαζί με εκείνον που της έδωσε το πόστο. Κι έτσι έγινε, προς μεγάλη ανακούφιση του ελληνικού λαού... Ή ο άλλος, ένας κάποιος Γιάννης Ραγκούσης, που ήθελε ντε και καλά να “σπάσει” την μαφιόζικη (και με κάμποση ε.υ.π. μέσα, καθότι πολλά ταξί είναι “μάτια” της δημόσιας τάξης στις πόλεις και ένα καλό undercover...) δουλειά του Λυμπερόπουλου και των δικών του. Είναι δυνατόν τέτοια άτομα να παίρνουν αποφάσεις; ΕΙΝΑΙ ΔΥΝΑΤΟΝ!!!! Στα τσακίδια κι αυτός, και πάλι προς μεγάλη ανακούφιση του λαού...
Δεν εκθιάζουμε, φυσικά, κανέναν. Δείχνουμε μόνο παραδειγματικά, “με ονόματα και διευθύνσεις”, την καθεστωτική χορογραφία, τις μεθοδεύσεις που κανείς δεν θέλει να καταλαβαίνει. Γιατί βέβαια, στη στελέχωση της “μεγάλης” Κουμουνδούρου αλλά και των φαιορόζ κυβερνήσεων, δεν θα βρει κανείς τέτοιου είδους “ανώμαλα ρήματα” - μόνο κούφιες διακηρύξεις. Θα βρει κάμποσο βαθύ κράτος (το παλιό, καλό, βαθύ πα.σο.κ., την εκκλησία, και άλλα τέτοια όμορφα...) - και λίγους αφελείς.
Και πάλι, δεν έχουμε κάτι “προσωπικό”. Σκέτη ανάλυση...].
Φυσικά (θα πουν πολλοί, ειδικά οι “φίλοι του λαού” όλων των ιδεολογικών και πολιτικών αποχρώσεων) ο νέος “ηγέτης της κεντροαριστεράς” δεν είναι έργο κάποιου αόρατου χεριού αλλά των ορατών χεριών των ψηφοφόρων!!! Συμφωνούμε απόλυτα! Ζούμε στον 21ο αιώνα διάολε! Αν δεν είναι ο “λαός πρωταγωνιστής” τι θα κάνουν οι “δημοκρατίες” των αφεντικών, του καπιταλισμού;
Long life και στους ψηφοφόρους λοιπόν!!!