Δευτέρα 22 Ιούλη (00.13)>> Όχι μισός αλλά ούτε δέκα αιώνες δεν (θα) είναι αρκετοί για να πεταχτούν οριστικά οι εθνικιστικές μυθολογίες γύρω απ’ το «κυπριακό». Για παράδειγμα το (νατοϊκό) «σεμινάριο της Ρώμης» στα μέσα Νοέμβρη του 1973 ή το γεγονός ότι ο ίδιος ο Μακάριος (απ’ την μονή Κύκκου όπου είχε καταφύγει μετά το εναντίον του πραξικόπημα) κάλεσε την Άγκυρα να επέμβει στρατιωτικά στην κύπρο σαν εγγυήτρια δύναμη, αυτά και πολλά άλλα κομμάτια της πραγματικότητας δεν χωρούν στην μυθολογία του «κατατρεγμένου χρυσοπράσινου φύλλου». Ούτε, φυσικά, στις «εθνικές επετείους».
Αν υπάρχει κάτι επίκαιρο σήμερα είναι ότι εκδηλώνεται μια κάποια υπόγεια αντίθεση μεταξύ Αθήνας και Άγκυρας σε σχέση με την συνεχιζόμενη σφαγή των Παλαιστινίων, και το γεγονός ότι το νοτιοκυπριακό έδαφος χρησιμοποιείται πράγματι επιμελητειακά υπέρ του θεοναζί, απαρτχάιντ καθεστώτος. Οι μόνιμες αγγλικές βάσεις εκεί και ο ρόλος τους ποτέ δεν είναι κεντρικό ζήτημα για την ντόπια εθνικιστική ρητορική∙ ούτε οι συμφωνίες «παροχής υπηρεσιών» της Λευκωσίας με το Παρίσι, την Ουάσιγκτον και το Τελ Αβίβ. Κι αν είναι αλήθεια ότι η Άγκυρα μεταφέρει στη βόρεια κύπρο αντιαεροπορικά συστήματα in case of… (: όξυνσης του πολέμου μεταξύ του θεοναζί καθεστώτος και της Χεζμπ’ Αλλάχ) τότε…
Τιμής ένεκεν θα γυρίσουμε ωστόσο πίσω 30 χρόνια, στον μακρινό Ιούνη του 1994, όταν ο αυτοδιαχειριζόμενος ρ/σ «Ουτοπία» στη Σαλονίκη, στη διάρκεια του καλοκαιρινού φεστιβάλ του, οργάνωσε εκδήλωση ενάντια στον εθνικισμό και στον ρατσισμό με την συμμετοχή (και) τούρκων αντιμιλιταριστών αλλά και του κύπριου αναρχικού Α.Π.: το «κυπριακό» ήταν ένα απ’ τα βασικά θέματα συζήτησης, και ο Α.Π. μετέφερε όχι μια «ιδεολογική» άποψη αλλά μια ιστορική – πολιτική – γεωγραφική εμπειρία, επεξεργασμένη φυσικά όπως θα έπρεπε. Αναπαράγουμε εδώ κάποια σημεία εκείνης της εισήγησης που έχουν πάντα αξία:
Καταρχήν δεν μιλώ ούτε σαν έλληνας-κύπριος ούτε σαν τούρκος-κύπριος. Μιλώ σαν κύπριος. Δεν εννοώ ότι υπάρχει κυπριακό έθνος, δεν με ενδιαφέρει κάτι τέτοιο. Με ενδιαφέρει η γεωγραφική και ιστορική μου εμπειρία.
Η κύπρος είναι ένα ακριβό οικόπεδο μέσα στο παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα. Τυχαίνει να βρίσκεται βόρεια της διώρυγας του Σουέζ, τυχαίνει να βρίσκεται δίπλα στην Ιερουσαλήμ που είναι ένας σημαντικός σημειολογικός χώρος, είναι και εμπορικά χρήσιμη σήμερα, κατά συνέπεια έχουμε έξι στρατούς (εγγλέζικο, ελληνικό, τουρκικό, ελληνοκυπριακό, τουρκοκυπριακό και ΟΗΕ), έχουμε βάσεις, έχουμε ένα κράτος κανονικό και ένα ημικράτος, οι βάσεις είναι επίσης δύο ημικράτη…
Με όλα αυτά οι ιθαγενείς, 800.000 όλοι κι όλοι, διαβιούμε μια κοινωνία που πάνω της πλανιέται διαρκώς η απειλή του πολέμου. Αυτό όμως που πλανιέται πιο έντονα πάνω από την κύπρο, τουλάχιστον όσο ζω εγώ, είναι το «εθνικό πρόβλημα». Στην κύπρο είναι αδύνατο (ή τουλάχιστον μέχρι πολύ πρόσφατα ήταν αδύνατο) να αρθρώσεις λόγο για οτιδήποτε αν δεν μιλάς ταυτόχρονα για το «κυπριακό».
… Στην κύπρο δεν είχαμε ουσιαστικά μία αποικιοκρατία, την αγγλική. Είχαμε τρεις αποικιοκρατίες. Μια πολιτική (την αγγλική) και δύο πολιτιστικές: την ελληνική και την τουρκική. Για παράδειγμα επί αγγλικής κατοχής το πρόγραμμα των σχολείων καθοριζόταν απ’ τα υπουργεία παιδείας της Αθήνας και της Άγκυρας.
Οι κύπριοι «εθνικοποιήθηκαν». Γιατί οι παραδοσιακοί κύπριοι του 19ου αιώνα δεν ανήκαν σε έθνη αλλά σε θρησκευτικές κοινότητες. Ήταν ορθόδοξοι ρωμιοί – όπως λέγονταν – δηλαδή χριστιανοί, ήταν μουσουλμάνοι, και υπήρχε και μια μεγάλη κοινότητα ενδιάμεση, οι λινοβάμβακοι, που ήταν χριστιανομουσουλμάνοι. Αυτή η κοινότητα διασπάστηκε κάθετα και δια της βίας. Οι περισσότεροι έγιναν μουσουλμάνοι, και οι υπόλοιποι χριστιανοί.
Αυτή η διαδικασία της «εθνικοποίησης» μέσα από την μεταγραφή των θρησκευτικών πεποιθήσεων σε εθνικές ταυτότητες (χριστιανοί = έλληνες και μουσουλμάνοι = τούρκοι) ευνοούσε την εγγλέζικη αποικιοκρατία. Γιατί αφού η κύπρος είναι ένα πολύτιμο οικόπεδο μέσα στο παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα, το τελευταίο πράγμα που θα χρειάζονταν οι αποικιοκράτες ήταν να διεκδικήσουν οι ιθαγενείς το οικόπεδο. Είναι πολύ πιο χρήσιμο να πεισθούν οι ιθαγενείς πως κατά λάθος βρίσκονται σ’ αυτό το οικόπεδο, ότι είναι έποικοι των Αθηνών ή της Άγκυρας, ότι είναι κάτι άλλο εν πάσει περιπτώσει, και πως άρα ανήκουν σε αυτό το κάτι άλλο.
Υπάρχει φυσικά η ιστορία αυτών των ιθαγενών που δείχνει τα αντίθετα. Τον 19ο αιώνα υπάρχουν κοινές αγροτικές εξεγέρσεις – πριν από την κάθοδο των άγγλων. Όταν ήρθαν οι άγγλοι χώρισαν διοικητικά τις θρησκευτικές κοινότητες, κάθετα, σαν εθνικές κοινότητες. Με διαφορετικά σχολεία, διαφορετικές γλώσσες, κλπ. Αυτή η διαδικασία διαχωρισμού συνεχίστηκε αλλά παρεμβλήθηκαν ήδη από την δεκαετία του 1920 κινήματα μοντερνίστικα, όπως το εργατικό κίνημα που εξελίχθηκε αργότερα σε κομμουνιστικό, και ήταν κοινό όλων των κυπρίων.
Στη δεκαετία του 1950 ο εθνικισμός ήταν μια σαφέστατη προσπάθεια να σπάσει το εργατικό κίνημα. Η ΕΟΚΑ για παράδειγμα, την οποία λιβανίζουν και οι δικοί μας και οι δικοί σας, εκτός από το να πολεμά τους εγγλέζους είχε σαφέστατο στόχο να πολεμά το εργατικό κίνημα. Η ΕΟΚΑ σκότωσε περισσότερους ελληνοκύπριους παρά άγγλους. Σκότωσαν πολλούς αριστερούς, ακόμα και με λιθοβολισμούς, μπαίνοντας μέσα στα σπίτια τους, κλπ. Απ’ την άλλη πλευρά η τουρκοκυπριακή εθνικιστική οργάνωση, η ΤΜΤ, εφάρμοσε ένα ακριβώς ίδιο σχέδιο, με τις ίδιες ακριβώς μεθόδους, ίσως και χειρότερες, μιας και η τουρκοκυπριακή εργατική τάξη ήταν πιο μικρή αριθμητικά, άρα πιο αδύνατη. Έτσι, ενώ στην ελληνοκυπριακή πλευρά η εργατική τάξη κατάφερε κάποια στιγμή να αντισταθεί στην τρομοκρατία της ΕΟΚΑ αναγκάζοντάς την να σταματήσει, η τρομοκρατία της ΤΜΤ κατά της τουρκοκουπριακής εργατικής τάξης συνεχίστηκε απ’ το 1957 ως το 1962.
Το ’60 παραχωρήθηκε στην κύπρο μια ανεξαρτησία περίεργη: έκατσαν δηλαδή η αγγλία, η ελλάδα και η τουρκία και έφτιαξαν ένα σύνταγμα της «ανεξάρτητης κύπρου» και το έδωσαν στους κυπραίους λέγοντάς τους «αυτό είναι το σύνταγμά σας, και αν δεν το δεχτείτε θα σας αφήσουμε να σκοτώνεστε». Οπότε «το δεχτήκαμε»… Εν πάσει περιπτώσει αυτό το σύνταγμα του 1960 περιείχε ένα μέρος της κυπριακής ιστορικής εμπειρίας. Παραδεχόταν δηλαδή πως οι δύο κοινότητες στην κύπρο, όπως είχαν διαχωριστεί από την αγγλική αποικιοκρατία, είχαν μια έντονη αλληλεξάρτηση. Δεν κατοικούσαν σε διαφορετικά μέρη. Υπήρχαν παντού κοινά χωριά, και υπήρχε κι ένα κοινό κίνημα 30 – 40 χρόνων. Το σύνταγμα λοιπόν του ’60 υποχρέωνε τις δύο ελίτ (ελληνοκυπριακή και τουρκοκυπριακή) να αλληλοεξαρτώνται στη διοίκηση της κύπρου.
Η ελληνοκυπριακή ελίτ, νοιώθοντας ίσως μια αριθμητική υπεροχή προσπάθησε το 1963 να απαλλαγεί από τις υποχρεώσεις που είχε στη βάση αυτού του συντάγματος, προσπάθησε να αλλάξει το σύνταγμα, και ουσιαστικά εξαπέλυσε μια μαζική επίθεση ενάντια στους τουρκοκύπριους. Έτσι οι τουρκοκύπριοι από το 1964 ως το 1974 ζούσαν ουσιαστικά σε καθεστώς εγκλωβισμού. Ενώ ήταν το 18% του πληθυσμού είχαν στριμωχτεί στο 4% του εδάφους.
… Θα κάνω μια παρένθεση εδώ, για να ξαναθυμίσω τις αγκυλώσεις που δημιουργεί ο «εθνικός λόγος». Λέει λοιπόν ο ελληνοκύπριος εθνικιστής: «Μα είμαστε το 80%. Γιατί το 20%, οι τουρκοκύπριοι, να μπερδεύονται στα πόδια μας;»
Αυτή είναι η λογική του ελληνοκυπριακού εθνικισμού. Αλλά με την ίδια λογική, αν το κοιτάξει κάποιος από άλλη οπτική γωνία, θα δει ότι η κύπρος ανήκει στον γεωγραφικό χώρο της τουρκίας. Η τουρκία είναι 40 μίλια μακριά απ’ την κύπρο. Συνεπώς θα μπορούσε, με την ίδια λογική πάντα, να απαντήσει κάποιος «μα είστε μια ελάχιστη μειοψηφία μέσα στον τουρκικό γεωγραφικό χώρο». Εξαρτάται που ζωγραφίζει ο καθένας τα σύνορα, στη φαντασία του: αν θέλεις να κόψεις τα σύνορα έτσι ώστε να φαντάζεσαι την κύπρο σαν ένα αυτόνομο νησί στην Αλάσκα, τότε ναι, οι ελληνοκύπριοι είναι πλειοψηφία. Αλλά έτσι, φυσικά, μπορεί η άλλη πλευρά να θυμηθεί τη γεωγραφία και να σου θυμίσει πως οι ελληνοκύπριοι είναι μια χριστιανική μειοψηφία σε μια θάλασσα μουσουλμάνων.
… Έρχομαι ξανά στην ιστορία. Το 1974 έγιναν δύο πράγματα στην κύπρο. Ένα πραξικόπημα του ελληνικού στρατού βοηθούμενο από την ελληνοκυπριακή ακροδεξιά, και ακολούθησε, στις 20 Ιούλη, η τουρκική εισβολή. Οι αμερικάνοι και οι άγγλοι ήθελαν με αυτό το πραξικόπημα να ξεφορτωθούν τον Μακάριο, επειδή απ’ την μια μεριά επέτρεπε την ύπαρξη του ΑΚΕΛ, ενώ από την άλλη ακολουθούσε ανεξάρτητη πολιτική έχοντας εντάξει την κύπρο στις αδέσμευτες χώρες. Ο ελληνοκυπριακός και ο ελληνικός εθνικισμός έκαναν τους δικούς τους λογαριασμούς, για πλήρη έλεγχο της κύπρου.
Σφαγές έγιναν και από τις δύο μεριές. Και από τους εθνικιστές ελληνοκεντρικούς σε πρώτη φάση, και από τον τουρκικό στρατό στη συνέχεια. Υπήρξαν όμως και συγκινητικές στιγμές ελληνοκυπρίων και τουρκοκυπρίων που αλληλοπροστατεύονταν….
*Όλες οι εισηγήσεις είχαν δημοσιευτεί στο περιοδικό σαμποτάζ νο 13 – 14. Αν κάποιος / α ενδιαφέρεται για το σύνολο της εισήγησης του Α.Π., υπάρχει σε ψηφιακή μορφή στην βιβλιοθήκη του site, με τίτλο: Μεσόγειος: το υπόλοιπο κύπρος. Στην ίδια θέση (στην βιβλιοθήκη…) υπάρχει (σε μορφή pdf) το Sarajevo νο 8 (μπροσούρα) με τίτλο κύπρος: ένα αβύθιστο αεροπλανοφόρο.