Πολλά μποφώρ

Σάββατο 1 Ιούνη.Έχουμε εδώ λοιπόν ένα ακραίο παράδειγμα της δυσαρμονίας μεταξύ του γενικού και του ειδικού συμφέροντος. Κάθε κράτος, σε μια προσπάθεια να βελτιώσει την σχετική του θέση, παίρνει μέτρα βλαβερά για την ευημερία των γειτόνων του· κι αφού αυτή η πρακτική δεν περιορίζεται μόνο σε ένα κράτος, ο καθένας υφίσταται πολύ περισσότερες συνέπειες απ’ τις παρόμοιες λογικές που εφαρμόζουν οι γείτονές του απ’ τα οφέλη που έχει ο ίδιος απ’ τις επιλογές.

Πρακτικά όλα τα λαοφιλή γιατρικά που κυκλοφορούν σήμερα είναι τέτοιου αλληλοεξοντωτικού χαρακτήρα. Ανταγωνιστικές μειώσεις μισθών, ανταγωνιστικοί δασμοί, ανταγωνιστική ρευστοποίηση περιουσιακών στοιχείων στην αλλοδαπή, ανταγωνιστικές υποτιμήσεις, ανταγωνιστικά οικονομικά προγράμματα – η κατάσταση του θα κάνω τον γείτονα ζητιάνο. Κι αυτό γιατί το έξοδο του ενός είναι κανονικά το έσοδο κάποιου άλλου. Έτσι, καθώς προσπαθούμε να βελτιώσουμε το δικό μας περιθώριο, μειώνουμε το περιθώριο κάποιου άλλου· κι αν η ίδια πρακτική ακολουθηθεί παντού θα χειροτερέψει η κατάσταση όλων.

Ο μοντέρνος καπιταλισμός είναι πλεύση καλού καιρού. Όταν ξεσπάσει η καταιγίδα ο καπιταλιστής εγκαταλείπει τα καθήκοντα του καπετάνιου, και μπορεί να βουλιάξει ακόμα και τις βάρκες που θα τον γλύτωναν, από τη λύσσα του να σπρώξει τον κοντινό του έξω απ’ την βάρκα για να μπει αυτός…

Αν οι «τρικυμίες» της όξυνσης του ενδοκαπιταλιστικού διακρατικού ανταγωνισμού (σε περιβάλλον 4ης βιομηχανικής επανάστασης…) κάνουν εξαιρετικά επίκαιρο εκτός απ’ τον Μαρξ και τον Κέυνς αυτό οφείλεται στο ότι ο καπιταλισμός είναι πάντα καπιταλισμός, με σταθερά τα βασικά του χαρακτηριστικά και τις δομικές του αντινομίες.

Τα πιο πάνω τα έλεγε ο Κέυνς σε μια διάλεξή του το 1932, με τίτλο «η κατάσταση της παγκόσμιας οικονομίας»… Μετά από κάτι λιγότερο από 90 χρόνια, το θα κάνω τον γείτονα ζητιάνο λέγεται «κυρώσεις», «δασμοί» – «εμπορικός πόλεμος»….

Μικροδιαφορές στην ορολογία, καμία διαφορά στον πυρήνα της διαχείρισης της κρίσης / αναδιάρθρωσης…

Νεοκρατισμός

Σάββατο 1 Ιούνη. Το έμπειρο μάτι του Κέυνς, ενός οικονομολόγου με βαρύ όνομα και εξίσου βαρύ φιλελεύθερο παρελθόν, είχε διακρίνει τότε ότι η ραγδαία αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας (καθώς η 2η βιομηχανική επανάσταση είχε μπει για τα καλά στις ράγες της) ήταν πολύ υψηλότερη απ’ όσο οι περιφραγμένες εθνικές αγορές θα μπορούσαν να συντηρήσουν. Χωρίς παγκόσμιους κοινούς κανόνες το διεθνές εμπόριο είχε γίνει μέσο απελπισίας για την διατήρηση της εγχώριας απασχόλησης – σχολιάζε…

Πρότεινε ότι η μορφή – κράτος (και όχι λυσσασμένοι καπιταλιστές) θα έπρεπε του λοιπού να αναλάβει την γενική καπιταλιστική διεύθυνση, φροντίζοντας ο εργατικός μισθός να επιτρέπει ένα καλό επίπεδο κατανάλωσης εκείνων που παρήγαγε η εργασία. Αλλά ήξερε επίσης ότι η ειρηνική διευθέτηση της παγκόσμιας κρίσης τότε ήταν απλά η ευχή του· όχι η λογική εξέλιξη των πραγμάτων…

Ο νεοκρατισμός δεν είναι “αναβίωση του κεϋνσιασνισμού”, όπως ο νεοφιλελευθερισμός δεν ήταν “αναβίωση του Άνταμ Σμιθ”. Στο βαθμό που τα σημερινά κράτη αναλαμβάνουν τις ευθύνες του στρατηγού για την οργάνωση της μεταξύ τους αναμέτρησης, και στο βαθμό επίσης που πρέπει να ελέγξουν (“επιστρατεύσουν”…) ιδεολογικά τους πληθυσμούς τους, διατηρούν ταυτόχρονα αρκετά χρήσιμα (για την συσσώρευση) νεοφιλελεύθερα εργαλεία…

Ποιά επέτειος;

Παρασκευή 10 Μάη.Ο ιστορικός υλιστής αφήνει τους άλλους να εξαντληθούν με την πόρνη που ονομάζεται “Μια φορά κι ένα καιρό” στο μπουρδέλο του ιστορικισμού…

Αυτό είπε ο Walter Benjamin τότε. Κάποτε. Προειδοποίησε, μπορεί μάταια, μπορεί όχι. Αν υπήρχε ιστορικός υλιστής σήμερα (υπάρχει;) θα σιχαινόταν τους ιστορικιστές κάθε είδους και ιδεολογικής ταυτότητας που χτες “γιόρτασαν” (τα εισαγωγικά απαραίτητα: ρουτινιάρικες στιγμές) την “νίκη κατά του φασισμού” στα show του συστήματος. Του Μάη στις 9, έτος 1945: το τρίτο ράιχ υπέγραψε την ήττα του στον Β παγκόσμιο. Νίκη κατά του φασισμού; Όχι δα! Νίκη κατά του τότε γερμανικού ιμπεριαλισμού στην ευρώπη; Ναι. Ως εκεί.

Ο ιστορικός υλιστής δεν πρέπει να λαθέψει για το “τότε”, για να μην λαθεύει στο κάθε “τώρα”. Πώς, για παράδειγμα, θα μπορούσε να είναι “ήττα του φασισμού” η συνθηκολόγηση της ναζιστικής γερμανίας όταν μερικές εκατοντάδες χιλιόμετρα νοτιοδυτικότερα το φασιστικό καθεστώς του Φράνκο, στην ισπανία, καθεστώς αδελφό του χιτλερικού, εκείνη την ημέρα, στις 9 Μάη του 1945, και την επόμενη και την μεθεπόμενη, ήταν ακμαίο, και κράτησε τα στρατόπεδα μαζικής συγκέντρωσης / εξόντωσης κομμουνιστών και αναρχικών ως την δεκαετία του 1970; Πώς θα μπορούσε να είναι “ήττα του φασισμού” το γεγονός πως ήδη πριν την 9η Μάη οι γνώσεις και οι τακτικές των ναζί έμπαιναν εθελοντικά στην υπηρεσία των “νικητών”, ειδικά των ηπα; Πώς θα μπορούσε να είναι “ήττα του φασισμού” οι χούντες που πολλαπλασιάστηκαν σ’ όλο τον κόσμο στο δεύτερο μισό του 20ου αιώνα;

Οι ιστορικιστές στην πραγματικότητα γιόρτασαν χτες, σαν “νίκη κατά του φασισμού”, την ενσωμάτωσή του στη “δημοκρατική τάξη”! Ο ιστορικός υλιστής μπορεί και πρέπει να παρακολουθήσει τα βήματα αυτής της ενσωμάτωσης απ’ τα μέσα του 20ου αιώνα ως τις μέρες μας. Δεν ξαφνιάζεται με την επιστράτευση του φασισμού (με τις αναγκαίες προσαρμογές, αλλοίμονο) στις τακτικές κυριαρχίας του μεταμοντέρνου καπιταλισμού. Ξέρει ότι οι επιτυχίες του, το know how του, ούτε μια στιγμή δεν υποτιμήθηκαν απ’ τους σφετεριστές του πλούτου που δημιουργεί η εργασία.

…Για τον ιστορικό υλισμό το ζήτημα είναι να συλλάβει μια εικόνα του παρελθόντος, καθώς αυτή εμφανίζεται απροσδόκητα στο ιστορικό υποκείμενο τη στιγμή του κινδύνου. Ο κίνδυνος απειλεί τόσο το περιεχόμενο της παράδοσης όσο και τους παραλήπτες του. Και για τους δύο είναι ο ίδιος: να γίνουν όργανα της κυρίαρχης τάξης. Κάθε εποχή πρέπει να κάνει τη δύσκολη προσπάθεια για την εκ νέου αρπαγή της παράδοσης από τον κoνφoρμισμό, που είναι έτoιμoς να την καταδυναστεύσει…

Κι αυτό ο Benjamin το έγραψε. Και άλλα πολλά. Ποιός καταλαβαίνει; Ποιός έχει τα κότσια να κάνει πράξη το αστραποβολητό της ιστορικής συνείδησης;

Ποιός ζει την ιστορική στιγμή του κινδύνου; Ποιός ανταλλάσσει τον φόβο με την άγνοια;

Η γκλίτσα του τσοπάνη

Κυριακή 7 Απρίλη. Μέχρι να “τελειώσει το νατο” ο κόκκινος Κατρού προλαβαίνουν τα αφεντικά του θα δείξουν την συμμαχική τους πειθαρχία και προσήλωση… Που; Στη μαύρη θάλασσα. Η νατοϊκή άσκηση “θαλάσσια ασπίδα 2019” ξεκίνησε εκεί προχτές και θα διαρκέσει ως τις 13 Απρίλη.

Αν και είναι καθιερωμένη ετήσια άσκηση, φέτος γίνεται μετά την απόφαση του νατο “να ενισχύσει την ουκρανία και την γεωργία”. Έτσι, παρότι το Κίεβο και η Τυφλίδα δεν ανήκουν στο νατο, θα συμμετάσχουν λιγάκι στη «θαλάσσια ασπίδα 2019». Αυτό είναι καινούργιο – και προβοκατόρικο.

Το θίξαμε στο παρελθόν, ας το θυμήσουμε: η Ουάσιγκτον θα προσπαθήσει να «ανεβάσει την πίεση» κατά της Μόσχας στην ανατολική Μεσόγειο όσο πιο κοντά γίνεται στην Κριμαία. Η μαύρη θάλασσα δεν είναι εύκολη υπόθεση, αφού απαιτεί την (αντιρωσική) συνεργασία της Άγκυρας, που δεν φαίνεται στον ορίζοντα. Το Αιγαίο είναι κάπως ευκολότερο, αφού υπάρχει η διαθεσιμότητα της Αθήνας. Που δείχνεται έμπρακτα.

Έχει ξαναπάρει μέρος ο ελληνικός ιμπεριαλισμός σε τέτοια κόλπα. Ήταν το 1919 και η «εκστρατεία της Κριμαίας» ήταν μέρος της δυτικής επίθεσης κατά των μπολσεβίκων. Αν και η πρωτοβουλία ερχόταν απ’ το Παρίσι, ο γίγαντας Βενιζέλος χάρηκε τόσο πολύ που (αρχικά) προσέφερε περισσότερο στρατό απ’ όσο θα έβαζαν οι γάλλοι…. Τελικά συμβιβάστηκε να στείλει περίπου τον ίδιο (2 μεραρχίες, συν 4 πολεμικά). Ο ελληνικός στρατός, όμως, αποδείχθηκε πιο πορωμένος απ’ τον γαλλικό: κάμποσες εκατοντάδες γάλλοι ναύτες στασίασαν και σηκώνοντας την κόκκινη σημαία ενώθηκαν με τους μπολσεβίκους της Σεβαστούπολης. Ποιοι ανέλαβαν να τους «συνετίσουν»; Ένας ελληνικός λόχος…

Ποιο ήταν το αποτέλεσμα εκείνης της «περιπέτειας»; Ατυχές λέει η επίσημη ιστορία, λέξη που είναι ο ευφημισμός της δεινής ήττας – και δεν περιλαμβάνεται στη διδακτέα ύλη της σχολικής ιστορίας… Ήταν «συντριβή μετ’ ιμπεριαλιστικών συμμαχικών επαίνων» – αλλά οι σχεδόν 400 (απ’ τον ελληνικό στρατό) που άφησαν τα κοκκαλάκια τους για χάρη του εθνικού συμφέροντος δεν το γιόρτασαν.

Εκατό χρόνια μετά ο ελληνικός ιμπεριαλισμός και οι υπηρέτες του συνεχίζουν να τρίβονται… Εύκολο: ποιός τους εμποδίζει;

Ιστορικό προηγούμενο

Δευτέρα 25 Μάρτη. Πριν έναν αιώνα, στις 25 Γενάρη του 1919 και στις 28 Ιούνη της ίδιας χρονιάς δημιουργήθηκε η “κοινωνία των εθνών”. Σαν ένας διεθνής θεσμός μεσολαβήσεων και διαπραγματεύσεων με σκοπό το “ποτέ ξανά” μετά το σφαγείο του Α παγκόσμιου πολέμου… Για τα παγκόσμια ιστορικά δεδομένα η ελπίδα ότι δεν θα ξαναγίνει ποτέ πόλεμος όπως μορφοποιήθηκε με την δημιουργία της “κοινωνίας των εθνών” ήταν κάτι ιδιαίτερα προχωρημένο. Ήταν η πρώτη μορφή “διεθνούς νομιμότητας” στον σύγχρονο καπιταλιστικό κόσμο.

Παρότι η “κοινωνία των εθνών” είχε μερικές επιτυχίες στην αποφυγή ή στον τερματισμό κάποιων περιφερειακών συρράξεων, ήταν αδύνατο – προφανώς – να κάνει τον καπιταλιστικό ανταγωνισμό “ειρηνικό”. Το 1933 η φρεσκο-ναζιστική γερμανία και η μιλιταριστική ιαπωνία απλά αποχώρησαν απ’ την “κοινωνία” των εθνών. Το 1935 ο Μουσολίνι έστειλε 400.000 στρατιώτες να καταλάβουν την αβυσσηνία (αιθιοπία) – η “κοινωνία των εθνών” ανίκανη για οτιδήποτε άλλο επέβαλε “οικονομικές κυρώσεις” στο φασιστικό καθεστώς… Το 1937 ο Μουσολίνι απλά αποχώρησε απ’ τον διεθνή θεσμό…

Κι ωστόσο αυτές οι “αποχωρήσεις” δεν θεωρήθηκαν το τέλος της “κοινωνίας των εθνών” και της “διεθνούς νομιμότητας” που, υποτίθεται, επρόκειτο να εγγυάται. Τον Μάρτη του 1938 ο στρατός του γ ράιχ εισέβαλε στην τσεχοσλοβακία, και κατέκτησε την σουδιτία (suderenland) – ούτε κι αυτό, όμως, θεωρήθηκε το «τέλος της κοινωνίας των εθνών». Ενώ, ουσιαστικά, ο Β παγκόσμιος είχε ξεκινήσει, οι πάντες παρίσταναν πως «όχι»… «τίποτα δεν θα συμβεί»…

Τυπικά η «κοινωνία των εθνών» συνέχισε την ύπαρξή της ακόμα και σ’ όλη την διάρκεια του Β παγκόσμιου (!!!). Η έδρα της ήταν στη Γενεύη (στην ουδέτερη ελβετία…) και συνέχισε να συνεδριάζει ακόμα κι ως τις αρχές του 1946… Τότε αντικαταστάθηκε από μια καινούργια θεσμοθέτηση της «διεθνούς νομιμότητας», τον «οργανισμό ηνωμένων εθνών»… Που πήρε και τα όποια περιουσιακά στοιχεία της «κοινωνίας των εθνών»…

Η διάλυση τέτοιων θεσμών, που πάντα γίνεται παράλληλα με την εντατικοποίηση των ενδοκαπιταλιστικών συγκρούσεων, μπορεί να κρατάει αρκετό καιρό. Όποιος, όμως, δεν την βλέπει ενόσω ξετυλίγεται είναι θεόστραβος…

(φωτογραφία: Ούτε μια επέτειο δεν αξίζει…)

Έγινε – και αθωώθηκε; (1)

Δευτέρα 28 Γενάρη. Το ελληνικό κράτος είναι στενός σύμμαχος του ρατσιστικού, απαρτχάιντ ισραηλινού· και συνεργάτης του στην εξόντωση των παλαιστινίων – γνωστό.

Αυτή είναι η μόνη θέση που νομιμοποιεί αυτό το κράτος (το ελληνικό) και τα αφεντικά του για να εμφανίζονται σήμερα (χτες) πως τιμούν τη μνήμη του Ολοκαυτώματος… Τίποτα δεν τιμούν – εκτός απ’ τα περιθώρια που τους έχει δώσει ο ισραηλινός ρατσισμός και οι οπαδοί του. Δεν τιμούν με τίποτα τους δολοφονημένους στα ναζιστικά στρατόπεδα χιλιάδες εβραίους της Σαλονίκης. Γιατί ποτέ δεν τιμωρήθηκαν οι έλληνες συνεργάτες των ναζί (και γι’ αυτό το μαζικό έγκλημα). Ποτέ δεν τιμωρήθηκαν όσοι (και δεν είναι καθόλου λίγοι) επωφελήθηκαν υλικά απ’ την σφαγή των εβραίων.

Η μνήμη του Ολοκαυτώματος και η υπεράσπιση του ισραηλινού φασισμού / ρατσισμού είναι εντελώς αντίθετες, αντίπαλες μεταξύ τους πολιτικές θέσεις. Έχουμε καθήκοντα στην υπεράσπιση του πρώτου· και στην αδιαπραγμάτευτη αντιπαλότητα με το δεύτερο. Και καμία πρόθεση να αφήσουμε οτιδήποτε στα χέρια (και στις ορέξεις) των καπηλευτών και των διαστρεβλωτών της Ιστορίας και της πραγματικότητας. Απ’ όπου κι αν προέρχονται. Η μνήμη του Ολοκαυτώματος δεν ανήκει στους κρατικούς και παρακρατικούς δολοφόνους!

Αυτά γράφαμε λοιπόν, μεταξύ άλλων, στο Sarajevo νο 13, τον Μάη του 2007, στη σειρά κειμένων τα μυστικά του βούρκου: καλά κρυμμένες ιστορίες του ελληνικού ιμπεριαλισμού (δ μέρος).

… Στις 23 Ιούνη 1931 η εφημερίδα μακεδονία δημοσίευσε ένα εμπρηστικό άρθρο που κατηγορούσε τους αντιπρόσωπους του εβραϊκού αθλητικού και πολιτιστικού συλλόγου Μακαμπί ότι συμμετείχαν σε συνάντηση του βουλγαρικού κομιτάτου στην Σόφια, όπου συζητήθηκε η αυτονόμηση της μακεδονίας. Η κατηγορία ήταν αέρας κοπανιστός, αλλά η δημοσίευση ήταν μια καλά υπολογισμένη προβοκάτσια σε βάρος της εβραϊκής κοινότητας.

Την σκυτάλη πήρε η “εθνική παμφοιτητική ένωση” που κυκλοφόρησε την ίδια μέρα εμπρηστική προκήρυξη όπου κατηγορούσε τους εβραίους ότι “ως κομμουνισταί συνεργάζονται μετά των κομιτατζήδων και σκάπτουν τον τάφο της Ελλάδος… προτρέπουν τους Έλληνας στρατιώτες να στρέψουν τα όπλα κατά των αξιωματικών τους… δυσφημούν παν το ελληνικόν… κηρυσσόμενοι υπέρ της αυτονομήσεως της Μακεδονίας”, καλούσε “σε άγριον μποϋκοτάρισμα εναντίον των Εβραίων” και έκλεινε “εμπρός Έλληνες, αρχίσατε με ενθουσιασμόν τον αγώνα και ετοιμασθήτε δια μεγαλυτέρους αγώνας”.

Στην ρατσιστική εκστρατεία προσχώρησαν άμεσα οι υπόλοιπες φασιστικές συμμορίες, σύνδεσμοι απόστρατων, εν ενεργεία στρατιωτικοί, αλλά και εθνικιστικές οργανώσεις προσφύγων. Τις επόμενες μέρες ξεκίνησαν επεισόδια που σε ορισμένες περιπτώσεις εξελίχτηκαν σε κανονικές μάχες στα όρια των εβραϊκών συνοικισμών, όπου στήθηκαν οδοφράγματα για αυτοπροστασία. Τα γραφεία της Μακαμπί πυρπολήθηκαν, ενώ συναγωγές και καταστήματα πετροβολήθηκαν.

Στις 28 Ιούνη αποσπάσματα φασιστών επιτέθηκαν στον συνοικισμό 151, αλλά οι ντόπιοι τους έδειραν. Το επόμενο βράδυ ένας όχλος περίπου 2.000 φασιστών υπό την καθοδήγηση των τριεψιλιτών επιτέθηκε στον συνοικισμό Κάμπελ όπου έμεναν 220 φτωχές εβραϊκές οικογένειες, εγκατεστημένες εκεί μετά την πυρκαγιά του ’17. Οι κάτοικοι φοβισμένοι είχαν κλειστεί στα σπίτια τους, αναγκάστηκαν όμως να τραπούν σε φυγή για να γλιτώσουν όταν οι φασίστες έβαλαν φωτιά στον οικισμό. Επιθέσεις έγιναν και σε άλλες δύο γειτονιές, αλλά εκεί οι κάτοικοι κατάφεραν να τις αποκρούσουν. Στις βιαιοπραγίες στο Κάμπελ πήρε μέρος μέχρι και το στρατιωτικό απόσπασμα που είχε σταλθεί δήθεν για να επιβάλλει την τάξη, ενώ πολλοί από τους τραυματίες φασίστες ήταν στρατιωτικοί. Τις επόμενες μέρες οι κάτοικοι τρομαγμένοι εγκατέλειψαν την ρημαγμένη συνοικία κι αναζήτησαν καταφύγιο σε κοινοτικά κτήρια του κέντρου, χωρίς ποτέ να επιστρέψουν στις εστίες τους.

Μετά το πογκρόμ έγινε ολότελα καθαρό στην εβραϊκή κοινότητα, ήδη βαριά χτυπημένη από τις διακρίσεις και την καταστροφή του ’17, ότι ήταν παγιδευμένη σε μια απελπιστική κι επικίνδυνη κατάσταση. Για ακόμη μία φορά η προσφυγιά έγινε η μόνη διέξοδος σωτηρίας κι ένα κύμα μετανάστευσης αποψίλωσε ακόμη περισσότερο την κοινότητα….

Έγινε – και αθωώθηκε; (2)

Δευτέρα 28 Γενάρη.Στην λογιστική της διεστραμμένης “αλληλεγγύης” που καταλήγει στο συμπέρασμα ότι “οι έλληνες έσωσαν 8.226 εβραίους από ένα σύνολο 77.377” άρα έχουν μόνιμη θέση στο πάνθεον της ηθικής (κι έτσι δικαιολογείται ο αντισημιτισμός τους), ανταπαντάει η ίδια μακάβρια αριθμητική του ξεριζωμού και των θανάτων. Αναλογικά, σε σύγκριση με τα υπόλοιπα κράτη που βρέθηκαν υπό γερμανική κατοχή, η γενοκτονία των εβραίων της ελλάδας (με ένα ποσοστό που υπερβαίνει το 70%) είναι μεταξύ των πρώτων σε έκταση. Μόνο η πολωνία είναι πιο πάνω στην κλίμακα (που είχε μετατραπεί σ’ ένα απέραντο σφαγείο χωρίς εξαιρέσεις και διακρίσεις) και τα βαλτικά κράτη λεττονία και λιθουανία, όπου ο ρατσισμός εναντίον των εβραίων ήταν βαθιά ριζωμένος στις τοπικές κοινωνίες.

Το ερώτημα προκύπτει αναπόφευκτα και δεν είναι το “πώς κατάφεραν οι έλληνες να σώσουν (μόνο) τόσους εβραίους” αλλά το πώς η συντριπτική πλειοψηφία των εβραίων κατέληξε στα χέρια των ναζί και τα κρεματόρια, τι έκανε η ντόπια ελληνική πλειοψηφία πριν φτάσει αυτή η στιγμή και πώς την εκμεταλλεύτηκε στη συνέχεια. Η εφαρμογή της ναζιστικής τελικής λύσης στην ελλάδα δεν ήταν το αποτέλεσμα κάποιας “ειδικής” μεταχείρισης (όσο κι αν ο χίμλερ προειδοποιούσε τον χίτλερ από το 1941 ότι η εβραϊκή κοινότητα της Θεσσαλονίκης αποτελεί “απειλή για την γερμανία”). Ήταν η σιωπηρή συνεργασία – όχι η ανοχή, ούτε η αδιαφορία, αλλά ο κυνικός υπολογισμός της ενδεχόμενης “ωφέλειας” και οι εσκεμμένες ενέργειες – που επέτρεψε στους ναζί να φέρουν σε πέρας την κτηνωδία με τέτοια “αποτελεσματικότητα”.

Και, παραδόξως για τις ελληνικές φαντασιώσεις περί αλληλεγγύης, όπου στην επικράτεια οι εβραϊκές κοινότητες ήταν μικρές και σε μεγάλο βαθμό ενσωματωμένες – άρα ανεκτές από τον κυρίαρχο εθνικό σχηματισμό – εκεί ήταν που αποτράπηκε έστω σε ένα βαθμό η ολοκληρωτική εξόντωση των εβραίων (κι όχι μόνο χάρη στην αλληλεγγύη του κομμουνιστικού αντάρτικου· κάποια συμβολή είχε και η ιταλική διοίκηση που είχε υπό τον έλεγχό της μεγάλο μέρος της χώρας και για τους δικούς της λόγους δεν συναινούσε στην εφαρμογή της τελικής λύσης). Αντίθετα στη Θεσσαλονίκη, εκεί που υπήρχε η μεγαλύτερη κοινότητα και το πιο χοντρό καρφί στο μάτι του ελληνικού εθνικισμού, οι εβραίοι πλήρωσαν το βαρύτερο τίμημα σε αίμα.

Τον Μάρτη του 1943 οι πενήντα-πέντε χιλιάδες εβραίοι της πόλης κλείστηκαν σε γκέτο· από το γκέτο-φυλακή που βρισκόταν δίπλα στον σιδηροδρομικό σταθμό τα τρένα άρχισαν να τους μεταφέρουν· μέσα σε λίγες ώρες από την άφιξή τους στο Άουσβιτς οι περισσότεροι είχαν θανατωθεί στους θαλάμους αερίων· μόλις πέντε χιλιάδες πρόλαβαν ζωντανοί το τέλος του πολέμου.

Οι προγραφές των θεσσαλονικιών εβραίων ξεκίνησαν τον Ιούλη του 1942. Στις αρχές του μήνα ο διοικητής του γερμανικού στρατού στη Θεσσαλονίκη έδωσε εντολή να παρουσιαστούν όλοι οι άντρες εβραίοι ηλικίας 18 ως 45 ετών προκειμένου να απογραφούν. Στην ανακοίνωση δεν αποκαλύπτονταν ο λόγος της απογραφής αλλά έγινε γνωστό ότι οι άντρες θα χρησιμοποιούνταν σε καταναγκαστικά έργα. Το Σάββατο 11 Ιούλη εννέα χιλιάδες εβραίοι είχαν στηθεί στην πλατεία Ελευθερίας, υπό στρατιωτική επίβλεψη, περιμένοντας να δηλώσουν τα ονόματά τους. Η διαδικασία κράτησε ώρες, αποτέλεσε “θέαμα” για ένα μεγάλο πλήθος που μαζεύτηκε για να “χαζέψει” κι εξελίχτηκε σε μια αποτρόπαια τελετή συλλογικού εξευτελισμού και προσβολών.

Αλλά αυτή η πρώτη ενέργεια που προμήνυε ξεκάθαρα όσα θα ακολουθούσαν, δεν ήταν αποκλειστικό αποτέλεσμα της ναζιστικής πολιτικής. Τις προηγούμενες μέρες ο κατοχικές αρχές είχαν αρχίσει να στρατολογούν εργάτες σε καταναγκαστικά έργα, πράγμα που είχε προκαλέσει μεγάλη ένταση στην πόλη. Προκειμένου να κατασιγαστούν οι αντιδράσεις ο έλληνας διοικητής της μακεδονίας εισηγήθηκε στην γερμανική διοίκηση να στρατολογηθούν εβραίοι, που μέχρι τότε, σύμφωνα με την εισήγηση, απολάμβαναν “προνόμια” σε σχέση με την υποχρεωτική εργασία. Στη βάση αυτή, τα γεγονότα της 11ης Ιούλη δείχνουν το πώς μεθοδεύτηκε στην Θεσσαλονίκη η τελική λύση: όχι μόνο με εντολές από το Βερολίνο, αλλά και σαν μια συνισταμένη των ναζιστικών σχεδίων και των εγχώριων βλέψεων.

Ύστερα από τέσσερις μήνες η εβραϊκή κοινότητα κατάφερε να πετύχει την απόλυση των αντρών από τα καταναγκαστικά έργα πληρώνοντας ένα υπέρογκο ποσό στις γερμανικές αρχές (που κατατέθηκε σε ελληνικές τράπεζες κι έμεινε στα χέρια των ελλήνων τραπεζιτών μετά το τέλος του πολέμου). Στις διαπραγματεύσεις οι έλληνες συνεργάτες των γερμανών επέμεναν να περιληφθεί στα ανταλλάγματα και η παραχώρηση στο δήμο του εβραϊκού νεκροταφείου, που κάλυπτε έκταση 350 στρεμμάτων και φιλοξενούσε εκατοντάδες χιλιάδες τάφους.

Στα μέσα Οκτώβρη οι ελληνικές αρχές ειδοποίησαν την εβραϊκή κοινότητα να σταματήσει κάθε χρήση του νεκροταφείου και να χτίσει δύο νέα στις παρυφές της πόλης· κάθε καθυστέρηση θα σήμαινε άμεση κατεδάφιση. Όταν ζητήθηκε μια παράταση μέχρι να τελειώσει ο χειμώνας, η απάντηση του δήμου ήταν να στείλει άμεσα 500 εργάτες που άρχισαν να καταστρέφουν τους τάφους, σκορπώντας λείψανα και στοιβάζοντας τις ταφόπλακες. Οι γερμανοί επωφελήθηκαν άμεσα κατάσχοντας ένα μέρος από τις πλάκες για στρώσιμο δρόμων (και την κατασκευή μιας πισίνας). Αλλά οι έλληνες, υπηρεσίες κι ιδιώτες, πλιατσικολόγησαν τα περισσότερα. Μέσα σε διάστημα λίγων εβδομάδων το νεκροταφείο είχε αφανιστεί, ενώ αυλές και μάντρες είχαν γεμίσει από ταφόπλακες για μελλοντικές οικοδομικές χρήσεις. Το έργο συνέχισαν οι τυμβωρύχοι που έσκαβαν τους τάφους αναζητώντας κοσμήματα και τιμαλφή (τα τρωκτικά συνέχισαν το άθλημα για χρόνια ακόμη). Στην καταστροφή αυτή, οι κατοχικές αρχές έδωσαν το πράσινο φως, αλλά ούτε η πρωτοβουλία, ούτε η εφαρμογή ήταν δικιά τους.

Μετά τον πόλεμο οι ελληνικές αρχές φρόντισαν να “ξεπλύνουν” την ξεφτίλα, κηρύσσοντας νόμιμη την απαλλοτρίωση κι ολοκλήρωσαν τον αφανισμό του νεκροταφείου θεμελιώνοντας στον ίδιο χώρο το Αριστοτέλειο πανεπιστήμιο….

Έγινε – και αθωώθηκε; (3)

Δευτέρα 28 Γενάρη. Τον επόμενο χρόνο η οργανωμένη εξόντωση των εβραίων της πόλης έφτασε στο οριστικό στάδιο και την τελική λύση. Τον Φλεβάρη δόθηκε εντολή να φορέσουν το κίτρινο αστέρι, να σημαδέψουν τα σπίτια και τα μαγαζιά τους και να μετακινηθούν όλοι σε δύο γκέτο. Δίπλα στον σταθμό των τρένων ο συνοικισμός Βαρόνου Χιρς μετατράπηκε σε στρατόπεδο-φυλακή και γύρω του υψώθηκαν ξύλινοι φράχτες και συρματοπλέγματα. Από τις τρεις εισόδους, η μία οδηγούσε κατευθείαν στον σταθμό.

Αντίστοιχες διαδικασίες, όχι ταυτόχρονα αλλά την ίδια περίοδο, είχαν ξεκινήσει και στις υπόλοιπες πόλεις όπου υπήρχαν κοινότητες εβραίων. Όμως οι αντιδράσεις και οι κινήσεις αλληλεγγύης, σε συνδυασμό με το μικρό μέγεθος των κοινοτήτων, περιόρισαν κάπως την πλήρη εφαρμογή των μέτρων. Στην Αθήνα σχεδόν οι μισοί διέφυγαν τον κίνδυνο, ενώ στην Ζάκυνθο δόθηκε καταφύγιο σε ολόκληρη την κοινότητα του νησιού που αριθμούσε όμως μόλις 270 ανθρώπους. Αντίθετα στη Θεσσαλονίκη, οι συνεχείς εκκλήσεις της κοινότητας προς τους φορείς, τις οργανώσεις και τους συλλόγους της πόλης απαντήθηκαν με μια επαίσχυντη αδιαφορία. Μόνο ο σύλλογος παλαιμάχων κινητοποιήθηκε οργανωμένα και τα μέλη του απειλήθηκαν με εκτελέσεις αν προχωρούσαν στις διαδηλώσεις που σχεδίαζαν…

Με το που εκτοπίστηκαν οι εβραίοι, ο όχλος ξέσπασε σε επιδρομές στ’ άδεια σπίτια και καταστήματα λεηλατώντας και ψάχνοντας για κρυμμένα τιμαλφή. Μέσα σε λίγες ώρες οι καταστροφές ήταν απερίγραπτες εξαιτίας του μανιασμένου πλήθους που ξήλωνε πλακάκια, γκρέμιζε τοίχους και διέλυε έπιπλα για να βρει τον “κρυμμένο θησαυρό”.

Ταυτόχρονα άρχισαν οι καταλήψεις των εγκαταλειμμένων κτηρίων και σχεδόν 11.000 κατοικίες πέρασαν στα χέρια άλλων. Οι κατοχικές αρχές από την μεριά τους, έχοντας την εμπειρία από άλλες χώρες, ήξεραν ότι αυτό το αχαλίνωτο πλιάτσικο ήταν αναποτελεσματικό, επειδή δεν άφηνε να οργανωθεί “σωστά” η διανομή στους “κατάλληλους” ανθρώπους κι επικίνδυνη, επειδή κατέλυε την δημόσια τάξη. Έτσι έδωσαν εντολή στην ελληνική διοίκηση μακεδονίας να συστήσει άμεσα ένα τμήμα που θα διαχειριζόταν τις εβραϊκές περιουσίες για λογαριασμό του ελληνικού κράτους. Η υπηρεσία διαχειρίσεως ισραηλιτικών περιουσιών έγινε ο επίσημος φορέας της τερατώδους αναδιανομής και το εργαλείο με το οποίο το ελληνικό κράτος, η αστική τάξη και οι λακέδες τους έγιναν συνεργοί στην γενοκτονία των θεσσαλονικιών εβραίων, ολοκληρώνοντας το έγκλημα.

Η υδιπ οργάνωσε το έργο της με μια αφάνταστη επιμέλεια και τυπικότητα. Όση κινητή περιουσία περισώθηκε μπήκε σε αποθήκες και καταγράφηκε λεπτομερώς. Συστήθηκαν δύο σώματα, απογραφέων και μεσεγγυούχων, όπου οι πρώτοι θα έφτιαχναν αναλυτικούς καταλόγους των υπαρχόντων σε κάθε κατάστημα, γραφείο κι εργοστάσιο, ενώ οι άλλοι θα “φρόντιζαν” τις περιουσίες των “αποδημούντων” (έτσι αναφέρονταν οι εβραίοι στα επίσημα κατάστιχα της υπηρεσίας). Αυτή η άθλια γραφειοκρατία που στήθηκε πάνω στους νεκρούς και η προσήλωση σε κάποιο δήθεν γράμμα των κανονισμών ήταν ένα θέατρο. Για το ελληνικό κράτος η επίφαση “κανονικότητας”, λες και οι αφανισμένοι είχαν χαθεί από “φυσικά αίτια”, ήταν ένα μέτρο κουκουλώματος της αθλιότητας.

Στην πραγματικότητα το όργιο απληστίας συνεχίστηκε ανεξέλεγκτα. Οι “απογραφείς” και οι “μεσεγγυούχοι” είχαν στήσει μηχανή υπεξαιρέσεων των πιο πολύτιμων υπαρχόντων. Έξω από την υδιπ υπήρχαν ουρές υποψηφίων για τα δύο σώματα κι ο κόσμος έβαζε λυτούς και δεμένους για να μην χάσει τέτοιο “κελεπούρι”. Ο εκνευρισμός ήταν μεγάλος όταν ο διορισμός αφορούσε κάποιο ταπεινό κατάστημα κι όχι επιχειρήσεις με περιουσία. Συμμορίες έσπαγαν καταστήματα και έβγαζαν στη μαύρη αγορά ότι έβρισκαν. Μέχρι και τα χαλάσματα των γκέτο πουλήθηκαν σε εργολάβους ως οικοδομικά υλικά. Φυσικά οι εκλεκτοί των ελληνικών αρχών κι οι συνεργάτες των κατοχικών δυνάμεων ήταν αυτοί που ευνοήθηκαν περισσότερο· η γενοκτονία αντάμειψε απλόχερα τους δωσίλογους, τους μαυραγορίτες, τους χαφιέδες και τους φασίστες.

Με την λήξη του πολέμου η νέα κυβέρνηση του ελληνικού κράτους αποκήρυξε όλα τα μέτρα των κατοχικών αρχών και κατά συνέπεια οι περιουσίες των εβραίων έπρεπε υποθετικά να επιστρέψουν στους νόμιμους κατόχους και τους κληρονόμους τους. Αλλά αυτά ήταν λόγια του αέρα, αφού ερχόταν σε σύγκρουση με τα συμφέροντα των ευεργετημένων από την λεηλασία κι όσους τους κάλυπταν. Μόνο τους λίγους μήνες που η Θεσσαλονίκη ήταν υπό τον έλεγχο του EAM έγιναν κάποιες πραγματικές προσπάθειες να εκδιωχθούν οι καταπατητές αλλά κι αυτές ήταν ελάχιστες. Οι “μεσεγγυούχοι”, φοβούμενοι ότι θα κατηγορηθούν για συνεργάτες, είχαν ήδη αρχίσει να πουλάνε σε τρίτους τις περιουσίες, αλλά οι φόβοι τους αποδείχτηκαν αβάσιμοι· το ελληνικό κράτος δεν είχε καμία απολύτως πρόθεση να αντιστρέψει την κατάσταση. Από την μία, ο “δωσιλογισμός” και η συνεργασία με τις κατοχικές δυνάμεις είχαν τέτοια έκταση που η αποκάλυψή της μόνο θα αποτελούσε παγκόσμιο σκάνδαλο για το ελληνικό κατεστημένο.

Πράγματι, το ελληνικό κράτος ήταν από τα πρώτα στην ευρώπη που σταμάτησε τις διώξεις των συνεργατών κι έδωσε αμνηστία. Από την άλλη, το ξεκλήρισμα των εβραίων ήταν αντικειμενικά σύμφωνο με τις ελληνικές εθνικιστικές επιδιώξεις για “ομογενοποίηση” του πληθυσμού κι απόλυτα συμβατό με τα συμφέροντα των ελλήνων αφεντικών που ήθελαν να “ξεμπλέξουν” με τους εβραίους ανταγωνιστές τους. Το πρόβλημα για το ελληνικό κράτος δεν ήταν πώς θα “επιστρέψει” τις περιουσίες και θα “τιμωρήσει” τους καταπατητές, αλλά πώς θα νομιμοποιήσει το έγκλημα και θα επικυρώσει το νέο status quo. Όπως και έγινε: οι λίγες διεκδικήσεις χάθηκαν σ’ ένα δικαστικό λαβύρινθο, δικαστές άρχισαν να αποφαίνονται ότι οι εβραίοι “εγκατέλειψαν” τις περιουσίες τους άρα δεν έχουν δικαιώματα, οι μεσεγγυούχοι σύστησαν επίσημο σύλλογο για την υπεράσπιση των συμφερόντων τους, ενώ το ’47 οι εφημερίδες ξεκίνησαν μεγάλης κλίμακας εκστρατεία ενάντια στις “υπερβολικές απαιτήσεις” των επιζησάντων. Η υπόθεση έκλεισε…

Έγινε – και αθωώθηκε; (4)

Δευτέρα 28 Γενάρη. Νομιμοποιείται ένα κράτος σαν το ελληνικό, με την ιστορική συνέχειά του και την θεσμική “αμνησία” του να εμφανίζεται σαν προσκυνητής της μνήμης των δολοφονημένων εβραίων; Δικαιούται όσο ακριβώς του το επιτρέπει η δολοφονική συμμαχία του με ένα άλλο κράτος, το ισραηλινό, που είναι ότι πιο αντισημιτικό θα μπορούσε να υπάρξει, και μάλιστα στο όνομα του Ολοκαυτώματος.

Είναι οι δύο όψεις του ίδιου ακριβώς νομίσματος. Και δεν είναι μόνο η Ιστορία σαν παρελθών χρόνος το πεδίο όπου το επιδεικνύουν. Αλλά και η Ιστορία εν τω γίγνεσθαι…

Κυρίως αυτή.

Η τεχνολογική διάσταση

Σάββατο 19 Γενάρη. Παρότι δεν είναι ασυνήθιστο σε κράτη να απαγορεύουν την εξαγωγή τεχνολογιών που θεωρούν “στρατηγικής σημασίας” για την ισχύ τους, θα πρέπει να έχει κανείς πλήρη συναίσθηση για το είδος των τεχνικών που είναι σήμερα στον πάγκο του διακρατικού ανταγωνισμού.

Τον καιρό της 2ης βιομηχανικής επανάστασης για παράδειγμα, όπου το ατσάλι και η κατασκευή του ήταν τεχνολογία αιχμής, το να “αντιγράψει” ή να “κλέψει” κανείς το γερμανικό know how θα μπορούσε να είναι άχρηστο (πέρα από δύσκολο). Αφού δεν θα μπορούσε να έχει την ποιότητα σιδήρου και άνθρακα της Ρουρ. Ο γερμανικός καπιταλισμός υπήρξε (και ως ένα βαθμό παραμένει) πρωτοπόρος στις εργαλειομηχανές όχι επειδή ήταν αδύνατο να ξεβιδώσει κανείς και να αντιγράψει τα εξαρτήματα που έφτιαχνε· αλλά επειδή κατείχε Α ποιότητας πρώτες ύλες.

Στην digital καπιταλιστική φάση δεν ισχύουν ούτε οι ίδιες δυσκολίες ούτε η ανάλογη «αποδοτικότητα» στην «προστασία» τεχνολογιών αιχμής. Η απόδειξη δεν είναι καινούργια. Και δεν είναι ο κινέζικος αλλά ο πακιστανικός, ο βορειοκορεατικός και ο ιρανικός καπιταλισμός που την ανεμίζουν: ανέπτυξαν σε μεγάλο βαθμό εκ των «ενόντων» το πυρηνικό know how τους και καμία διεθνής απαγόρευση δεν τους εμπόδισε. Μπορεί να τους καθυστέρησε· αλλά τελικά πέτυχαν. Σε τέτοιο βαθμό ώστε να θεωρούνται (απ’ την Ουάσιγκτον) «απειλή». Υπάρχει κι άλλο παράδειγμα: τα γενόσημα φάρμακα. Καμμία φαρμακοβιομηχανία δεν χαρίζει τις λεπτομέρειες της χημικής σύστασης των φαρμάκων της· αυτό, ωστόσο, δεν εμποδίσει τους χημικούς hackers να τα αντιγράφουν.

Μ’ αυτή την έννοια, είτε μιλάει κανείς για «κλοπή τεχνολογιών», είτε μιλάει για «παράνομη αντιγραφή», πέρα απ’ το καθαρά εμπορικό ζήτημα της κερδοφορίας που μπορεί να εξασφαλίζει ένα «τεχνολογικό μυστικό» («πνευματική ιδιοκτησία» γαρ…), μιλάει πρωτόγονα. Είναι η κυκλοφορία των know how που εξασφαλίζει την καπιταλιστική υγεία· όχι η απαγόρευσή της. Η οποία, επιπλέον, μπορεί να είναι αναποτελεσματική…

Το δράμα του αμερικανικού καπιταλισμού (και όχι μόνο) το έχουμε ξανασημειώσει: αφού, για κάποιες δεκαετίες, ήταν «καβάλα στο κύμα» της τεχνολογικής αναδιάρθρωσης (με ότι αυτό σήμαινε για την παγκόσμια ηγεμονία του), διαπιστώνει εδώ και κάτι χρόνια ότι στον ένα τομέα μετά τον άλλον το κύμα τον σκεπάζει. Όμως τι θα μπορούσε να περιμένει κανείς από έναν καπιταλισμό που έχει σα «βάση ανθρώπινου κεφαλαίου» (όπως άρεσει να λένε οι νεοφιλελεύθεροι) 1,3 δισεκατομύρια μυαλά, αν όχι το να βρει τους τρόπους όχι απλά να καβαλήσει το κύμα αλλά να το φτιάξει κιόλας; Να μείνει μια φανατικά αγροτική επικράτεια που παράγει και τρώει ρύζι;

Πριν 170 χρόνια, στα μέσα του 19ου αιώνα, η τότε υπερδύναμη (η αγγλική αυτοκρατορία) έστησε έναν πόλεμο κατά της κινέζικης αυτοκρατορίας, που είχε μείνει πίσω τεχνολογικά, προκειμένου να την αναγκάσει να πειθαρχήσει στα αγγλικά καπιταλιστικά συμφέροντα. Ονομάστηκε «πόλεμος του οπίου», και είναι μέρος της σύγχρονης κινεζικής ιστορίας.

Σήμερα διάφοροι «ειδικοί αναλυτές» υποστηρίζουν ότι τα 300 τελευταία χρόνια της ιστορίας στον πλανήτη, που έχουν υπάρξει οι αιώνες της πλανητικής ηγεμονίας της «δύσης», ήταν στην πραγματικότητα μια εξαίρεση· και ότι η κίνα ήταν επί αιώνες πριν μακράν το πλουσιότερο, το τεχνολογικά πιο αναπτυγμένο και το πιο «δυνατό» (στρατιωτικά) κράτος στη γη. Η «πτώση» του άρχισε όταν, από υπερβολική αυτοπεποίθηση (η ιδεολογία παίζει πάντα ρόλο!) δεν υιοθέτησε την 1η βιομηχανική επανάσταση…

Τώρα, που αυτό το διάλειμα τελειώνει, πιστεύουν τα αμερικανικά αφεντικά ότι μπορούν να ρεφάρουν μ’ έναν ακόμα «πόλεμο του οπίου»;