Τρίτη 16 Μάρτη. Αν έπρεπε κάποιος να διαβάσει ένα και μόνο ένα βιβλίο για να απομυθοποιήσει όχι μόνο την επανάσταση του 1821 αλλά συνολικά την δημιουργία (και την πραγματική εθνική ιδεολογία) του νέου ελληνικού κράτους, αυτό είναι το βιβλίο του Ν. Κασομούλη: Ενθυμήματα Στρατιωτικά της Επαναστάσεων των Ελλήνων 1821-1833. Η λέξη «βιβλίο» θα μπορούσε βέβαια να ξεγελάσει. Πρόκειται για 3 τόμους 553+749+633=1935 σελίδων (!), γραμμένων σε μια γλώσσα τυπικά μεν ελληνική αλλά και αρκετά d.i.y. (πραγματική πάντως μέσα σε εκείνα τα ιστορικά δεδομένα), που χρειάζεται εξοικείωση μέχρι να αρχίσει να γίνεται κατανοητή στις λεπτομέρειές της.
Κι όμως, μ’ αυτές τις δυσκολίες, τα “στρατιωτικά ενθυμήματα” έχουν ένα μοναδικό προσόν, ακριβώς εκείνο που τα έσπρωξε στο περιθώριο της εθνικιστικής μυθολογίας (για το ’21 και όχι μόνο), να είναι γνωστά μόνο σε εξιδεικευμένους ιστορικούς: γράφτηκαν από κάποιον που συμμετείχε στρατιωτικά αλλά και “γραφειοκρατικά” σ’ όλη αυτήν την ιστορία, κρατώντας διαρκώς σημειώσεις, έγγραφα και προφορικές συνεννοήσεις, χωρίς να νοιάζεται να “κτενίσει” (δηλαδή να λογοκρίνει) την πραγματικότητα ώστε να ταιριάζει σε κάποια επική κρατική ιδεολογία! Μ’ άλλα λόγια τα “στρατιωτικά ενθυμήματα” είναι ό,τι πιο κοντινό θα μπορούσε να φανταστεί κανείς σε ρεπορτάζ – απ’ – την – πρώτη – γραμμή, σε μια εποχή που θα ήταν αδιανόητο για κάποιον να κάνει τέτοια δουλειά για τόσο πολύ καιρό.
Δεν θα διδάσκονταν ποτέ και πουθενά επιλεγμένα αποσπάσματα αυτού του ρεπορτάζ! Θα κατέστρεφαν τα εθνικά παραμύθια!
Ποιά είναι η πραγματικότητα όπως εντοπίζεται απ’ το έργο του Κασομούλη; Ένα μικρό, ελάχιστο δείγμα (τόμος Β, σελ. 32 – 33):
… Πριν έβγουν οι βαθμοί και οι μισθοί από την Κυβέρνησιν εύρισκες μέγα μέρος των Ελλήνων όπου έτρεχαν εις τον πόλεμον μόνο από πατριωτισμόν….
[σ.σ.: Από τις αρχές του 1822 συστάθηκε κάτι σαν “κράτος” του οποίου η βασικότερη δουλειά ήταν να μοιράζει – κατά προτίμηση στους “οικείους και φίλους” – λεφτά που έρχονταν είτε σαν δάνεια είτε σαν χορηγείες ελλήνων αστών και φιλελλήνων της ευρώπης, αλλά επίσης αξιώματα (“βαθμούς”) και γη· γη που θα γινόταν “κρατική” μετά την “απελευθέρωση”…]
Οι παλαιοί Αρματωλοί αισχύνοντο να ονομασθούν μισθωτοί. Τους βαθμούς τους περιφρονούσαν, αλλά και πολλοί άλλοι άξιοι, οίτινες είχον την επιρροήν από μόνην την παληκαργιάν εις τους στρατιώτας, δεν εδέχθησαν ούτε βαθμόν ούτε μισθόν, έως έναν καιρόν.
Ο πόλεμος κατά των Ανταρτών [σ.σ.: Εννοεί τον εμφύλιο ρουμελιωτών – μωραϊτών που ξεκίνησε πολύ γρήγορα, με υλικό επίδικο ακριβώς τις “αμοιβές”…] έβαλεν εις την αυτήν την Κυβέρνησιν να μεταχειριστή και το εν και το άλλο [σ.σ.: και τους μισθούς και τους βαθμούς / αξιώματα], τα οποία εστάθησαν η πηγή των επόμενων διχονοιών και έριδων αναμεταξύ των στρατιωτικών.
Οι Σουλιώται όλοι σχεδόν εμισθώθησαν, οι μεν υπό την άμεσον διοίκησιν της Κυβερνήσεως, οι δε υπό άλλους οπλαρχηγούς, και άγοντο και με την περίστασιν. [σ.σ.: Δρώντας σαν μισθοφόροι πήγαιναν σε όποιον έδινε τα περισσότερα]. Αφού αποσύρθηκαν από την πατρίδα τως εις τα Νησιά, και εβγήκαν έπειτα και έξω, αναγκασμένοι από την δυστυχίαν, έτρεξεν ο καθείς όπου ήτον μισθός.
Εις Κορυφούς [σ.σ.: Corfu, η Κέρκυρα] εκατοικούσαν έως τότε, και απ’ εκεί η επιτροπή της εκεί συστημένης Ελλ. Εταιρίας τους επλήρωνε ανά δώδεκα δίστηλα και τους έβγαζεν εις την Ελλάδα από εκει, μυστικώς από την εκεί Αγγλικήν κυβέρνησιν, και με αδρά έξοδα…
Οι Πελοποννήσιοι προύχοντες εμίσθωσαν εκτελεστικήν δύναμιν από Ρουμελιώτας να υπερασπίζονται και να επιρρεάζουν εις τους λαούς της Πελοποννήσου.
Αφού η διαφθορά αυτή των βαθμών και μισθών διεδόθη εις όλους, ο λαός ετραβήχθη από το πολεμικό χρέος, στηριζόμενος εις τα μισθωτά στρατεύματα…
(φωτογραφία: Αυτός λένε ότι είναι ο συγγραφέας, ο Κασομούλης. Δεν του φαίνεται…)