Δευτέρα 19 Νοέμβρη. Ακόμα κι αν οι λευκοί πρωτοκοσμικοί συνεχίζουν να παριστάνουν τους ανήξερους (βολικό…), οι ασιάτες του «αναπτυσσόμενου κόσμου» ξέρουν με κάθε βεβαιότητα. Η (φραστική, υποχρεωτικά) σύγκρουση ανάμεσα στην Ουάσιγκτον και στο Πεκίνο έγινε στη σύνοδο των κρατών της ένωσης των νοτιοανατολικών ασιατικών κρατών (asean) στη Σιγκαπούρη και στη σύνοδο οικονομικής συνεργασίας ασίας – ειρηνικού (apec) στην παπούα / νέα γουινέα. Ο ακροδεξιός χριστιανός αμερικάνος αντιπρόεδρος Mike Pence και ο κινέζος κομμουνιστής (με όσα θαυμαστικά γουστάρετε!) Xi Jinping τράβηξαν τα σπαθιά τους.
Για την Ουάσιγκτον η στρατιωτική διαχείριση της κινεζικής κυριαρχίας στη νότια θάλασσα της κίνας είναι έκφραση του δικού της μιλιταριστικού προτύπου καπιταλιστικής ανάπτυξης, αυτό που ο Eisenhower είχε υποδείξει απ’ τις 17 Γενάρη του 1961 σαν μείζονα απειλή για τις ίδιες της ηπα: το στρατο-βιομηχανικό σύμπλεγμα. Κραδαίνοντας πάντα το ζήτημα μιας εν δυνάμει στρατιωτικής αντιπαράθεσης στον δυτικό Ειρηνικό ο Pence (και μέσω αυτού το αμερικανικό βαθύ κράτος) γαργαλάει τα συμφέροντα των καραβανάδων των νοτιοανατολικών ασιατικών κρατών, ελπίζοντας στον επαγγελματικό τους προσοδισμό: περισσότερα όπλα (αμερικανικά προφανώς), περισσότερη εκπαίδευση (αμερικανική προφανώς), περισσότερο όσμωση με το αμερικανικό πεντάγωνο – με ό,τι σημαίνουν αυτά: οπωσδήποτε όποτε και όπως χρειαστεί, όχι και πολλή άβολη «δημοκρατία».
Απ’ την μεριά του ο Xi κατήγγειλε την Ουάσιγκτον σαν θιασώτη της εμπορικής / οικονομικής μονομέρειας, σαν κήρυκα του προστατευτισμού εναντίον των πιο αδύναμων καπιταλισμών, και σαν ιδιοτελή «εταίρο». Παρότι ο κινεζικός καπιταλισμός είναι ήδη «πειστικός» στην πολεμική / στρατιωτική βιομηχανία του (όχι, όμως, σαν τον αμερικανικό!), ο εκπρόσωπός του (ο Xi) απευθύνεται κυρίως σ’ εκείνα τα κοινωνικά στρώματα (και σε εκείνες τις επιχειρηματικές συνομαδώσεις) των ασιατικών κρατών που επειδή δεν είναι συναρθρωμένες με τα νηπιακά για τα δεδομένα του 21ο αιώνα (αλλά με βαριά ιστορία στον 20o) εθνικά στρατοεπιχειρηματικά συμπλέγματα των κρατών τους, έχουν περισσότερα να κερδίσουν απ’ τους «δρόμους του μεταξιού» παρά απ’ τις πολεμικές «αγορές του αιώνα».
Συνεπώς ο ενδοκαπιταλιστικός ανταγωνισμός μεταξύ Πεκίνου και Ουάσιγκτον μεταφράζεται στην ανατολική και νότια ασία (και) σαν ανταγωνισμός ανάμεσα σε διαφορετικά κεφάλαια / θεσμούς μέσα σε κάθε κράτος χωριστά. Κι αυτό εξηγεί, σε κάποιο βαθμό, γιατί η Ουάσιγκτον δεν είναι πια ο μόνος ηγεμόνας στην περιοχή: «υπό κανονικές συνθήκες θερμοκρασίας και πίεσης» ο καπιταλισμός δεν αναπτύσσεται μόνο με τον μιλιταριστικό του βραχίονα. Μάλιστα είναι εύλογο ότι οι υπόλοιποι (βραχίονες) μπορεί να είναι πιο μαζικοί και πιο «πιεστικοί» απ’ τους καραβανάδες και τα δικά τους στενά εννοημένα συμφέροντα.
Οι στρατιωτικές βάσεις είναι (και) «οικονομικοί παράγοντες». Το ίδιο είναι όμως τα εμπορικά λιμάνια, οι υποδομές συναρμολόγησης και εξαγωγών, τα εργοστάσια ηλεκτρισμού, τα αεροδρόμια, και τα γρήγορα τραίνα.
Όσοι καταλαβαίνουν τις εξελίξεις στον καπιταλισμό σαν ευκαιρία για «πάμε στοίχημα» ας ποντάρουν ποιος θα κερδίσει τους συσχετισμούς…