Σφαίρες στο ψαχνό 2

Τετάρτη 7 Αυγούστου. Η “κοινωνική παρακμή” είναι σαφής. Αλλά στην ιστορία του είδους μας έχει πάρει κατά καιρούς διάφορες μορφές. Στην μορφή “σκάβω τους τ άφους σας” υπάρχει κάτι επίμονα κοινωνικό, επίκαιρο και δυσοίωνο. Θα πρέπει να μιλήσουμε για τον (ελεύθερο) εξοπλισμό του κράματος νεοφιλελευθερισμού και νεοσυντηρητισμού. Την σκοτεινή πλευρά του αμερικανισμού, που ανθεί και κάπου κοντά στα μέρη μας…

Ο νεοφιλελευθερισμός είναι η εκκλησία του αμοραλισμού και του κυνισμού. Ο νεοσυντηρητισμός είναι η εκκλησία του φθόνου και της μνησικακίας. Κι αλλού στον κόσμο αυτός ο συνδυασμός είναι γενική νόρμα. Αλλά μόνο στις ηπα το “πάτημα της σκανδάλης” είναι πολιτικά νόμιμο.

Τι σημαίνει “πολιτικά νόμιμο”; Ο μέσος λευκός αμερικάνος, πολύ περισσότερο από οποιονδήποτε παρόμοιο στον κόσμο σαν φύλο και κουλτούρα, είναι φορέας μιας επίσημης ιδεολογίας και πολιτικής “δολοφονιών για καλό σκοπό”. Το λεγόμενο “φορτίο του λευκού άνδρα” (η αποστολή να “σώσει τον κόσμο” καταστρέφοντάς τον…) χαρακτηρίζει σχεδόν όλες τις πρωτοκοσμικές, δυτικές, χριστιανικές κοινωνίες. Η διαφορά του σκοτεινού αμερικανισμού είναι ότι στον δημόσιο λόγο το “έχουμε καθήκον να σκοτώνουμε για…”, είτε αφορά την αστυνομία είτε τον στρατό, είναι μόνιμα παρόν. Και καθόλου μεμπτό. Αυτό οφείλεται στη θέση των ηπα, σαν κράτος και σαν κοινωνία, στην ιμπεριαλιστική πυραμίδα.

Αποδίδεται στην υπ.εξ. του Κλίντον (δεκαετία του ’90) Madeleine Albright η διάσημη φράση “τι νόημα έχει να έχουμε αυτόν τον σπουδαίο στρατό αν δεν μπορούμε να τον χρησιμοποιήσουμε;” Αυτή είναι η “χοντρική” του μιλιταρισμού, όπου δύο πράγματα υπάρχουν μόνο: τα όπλα, και ο κίνδυνος να σκουριάσουν λόγω αχρηστίας… Το ίδιο δόγμα στη “κοινωνική λιανική” είναι “τι νόημα έχει να οπλοφορώ αν δεν μπορώ να σκοτώσω;”

Εκείνο, λοιπόν, που στην  κορυφή του κράτους εμφανίζεται σαν η λειτουργικότητα της λευκής κυριαρχίας, στην κοινωνική βάση εκδηλώνεται αναδιπλωμένο σαν “αποστολή αυτοκτονίας: όσους περισσότερους φάω τόσο το καλύτερο!!”

Η μυθολογία του (πανεπιστημιακού) ασύλου 1

Κυριακή 28 Ιούλη. Το πως το δόγμα «νόμος και τάξη» κατασκευάζει μαζικές κοινωνικές νευρώσεις / ψυχώσεις έτσι ώστε όχι μόνο να συντηρείται αλλά να παράγει πρακτικά αυτό που ονομάζουμε εικονική νομιμότητα είναι βασικό στοιχείο της «κανονικότητας» στις μεταμοντέρνες καπιταλιστικές κοινωνίες. Θα πρέπει πάντα να παίρνει κανείς υπόψη του πως όσο πιο «δυνατά» προωθούνται / αναπαράγονται αυτές οι κοινωνικές νευρώσεις / ψυχώσεις, τόσο εντονότερη είναι η σύμφυση του αντίστοιχου κράτους με το οργανωμένο έγκλημα.

Το καλύτερο παράδειγμα είναι το αμερικανικό κράτος. Μόνον εκεί θα μπορούσε να «συλληφθεί» (και να εφαρμοστεί) η ιδέα της μηδενικής ανοχής· που θεωρείται, και σωστά, η γεννήτρια της εικονικής νομιμότητας που είναι αναγκαία για την ευημερία του οργανωμένου εγκλήματος. Στην πατρίδα, λοιπόν, της δήθεν «αντιεγκληματικής (αλλά στην πραγματικότητα το ακριβώς αντίθετο!) μηδενικής ανοχής» είναι εύκολο να βρείτε πόσες δολοφονίες γίνονται καθημερινά· και πόσες απ’ αυτές τις κάνουν οι μπάτσοι…

Στα μέρη μας η κοινωνική νεύρωση / ψύχωση περί «επιβολής του νόμου και της τάξης» έχει τα λίγα κλισέ που της αναλογούν. Και ένα απ’ αυτά είναι «τα φαινόμενα βίας στο πανεπιστημιακό άσυλο». Θα υπέθετε κανείς ότι εφόσον (έτσι πάει ο μύθος…) εκεί δεν πλησιάζουν τα όργανα της τάξης μέσα στα ιδρύματα γίνονται από φονικά όργια ως τελετές μαύρης μαγείας· και από χοντρεμπόριο ναρκωτικών και όπλων μέχρι εκπαίδευση “τζιχαντιστών”…

Ας δούμε λοιπόν (μάταια προφανώς: οι κοινωνικές διαταραχές δεν αντιμετωπίζονται με επιχειρήματα) τι συμβαίνει στα ιδρύματα…

Η μυθολογία του (πανεπιστημιακού) ασύλου 2

Κυριακή 28 Ιούλη. Κατ’ αρχήν η «ενδοπανεπιστημιακή βία» με την μορφή των συγκρούσεων (με ξύλο!) μεταξύ αντίπαλων φοιτητικών παρατάξεων είναι «παλιά ιστορία». Το αργότερο απ’ τα τέλη της δεκαετίας του ’70. Δεν θα μπούμε σε λεπτομέρειες, απλά να θυμήσουμε την «μάχη του Χημείου», στα τέλη του 1979, που έμεινε στην ιστορία (χωρίς υπερβολές στο στίχο) μέσα από ένα απ’ τα πρώτα τραγουδάκια των «μουσικών ταξιαρχιών» και του Πανούση, το ‘80: Νύχτες της Μόσχας…

Καμία “ειρήνη”, λοιπόν, στο “πανεπιστημιακό άσυλο” στα τέλη των ‘70s… Το αντίθετο. Φυσικά, μιας και δεν είχε διαμορφωθεί η κατάλληλη μικροαστική νεύρωση / ψύχωση, δεν διανοούνταν κανείς ότι τέτοιου είδους συγκρούσεις, μικρότερες ή μεγαλύτερες σε μέγεθος και ένταση, ανήκαν στην αρμοδιότητα της αστυνομίας!

Αργότερα, χοντρικά στα μέσα των ‘80s και για αρκετά χρόνια, αυτού του είδους οι «πολιτικές συγκρούσεις» συμπυκνώθηκαν γύρω απ’ τις φοιτητικές εκλογές, με κορύφωση την «νύχτα των αποτελεσμάτων»… Αυτή η πραγματικότητα έδινε την ευκαιρία σε «εξωφοιτητικά στοιχεία» (στην πραγματικότητα όχι και τόσο «εξωφοιτητικά»…) να συμπληρώνουν κατά κάποιον τρόπο την ένταση με οδομαχίες κατά της αστυνομίας· κατά προτίμηση έξω απ’ τη Νομική της Αθήνας. Παρότι τα όργανα της τάξης είχαν την ευθύνη των δρόμων, ποτέ δεν τέθηκε ζήτημα ότι θα πρέπει να μπουκάρουν στα ιδρύματα για να χωρίζουν τους δαπίτες απ’ τους πασπίτες (π.χ….) ανοίγοντάς τους τα κεφάλια… Και πάλι το «πανεπιστημιακό άσυλο» δεν ήταν ΤΟ θέμα.

Στην πράξη, καθώς περνούσαν τα χρόνια, και καθώς οι φοιτητικές παρατάξεις του «δικομματισμού» εξελίχθηκαν σε «εταιρείες παροχής υπηρεσιών» συμπεριλαμβανόμενης της διασκέδασης / πάρτυ (με ό,τι αυτό συνεπάγεται από οικονομική άποψη…) φρόντισαν να περιφρουρούν αυτές τις ενάρετες εκδηλώσεις τους προσλαμβάνοντας μπράβους – από την αγορά. Έμεινε διάσημη η προτίμηση της πασπ για «γαύρους» (απ’ τα Μανιάτικα και όχι μόνο) και της δαπ για «βάζελους» – προτιμήσεις που απηχούσαν την ευρύτερη όσμωση του κράτους με το παρακράτος. Η ύπαρξη μπράβων δεν ήταν «παραβίαση του ασύλου». Ήταν «μέτρα περιφρούρησης»…

Ούτε κι αυτά, πάντως, προκαλούσαν την μικροαστική οργή περί εγκληματικότητας μέσα στα πανεπιστήμια. Στο κάτω κάτω τα παιδιά τους ήταν που διασκέδαζαν υπό την «προστασία» που θα έβρισκαν και στα εκτός πανεπιστημίου μαγαζιά…

Η μυθολογία του (πανεπιστημιακού) ασύλου 3

Κυριακή 28 Ιούλη. Σύμφωνα με την εμπειρία της ασταμάτητης μηχανής η αποφασιστική στροφή στην καλλιέργεια των νευρώσεων / ψυχώσεων περί «πανεπιστημιακού ασύλου» δεν ήταν καθόλου το οτιδήποτε συνέβαινε (ή δεν συνέβαινε) μέσα στα ιδρύματα· δεν ήταν, ας πούμε, μια «αύξηση της βίας». Στην πραγματικότητα μάλλον το αντίθετο έχει συμβεί: απ’ τα ‘90s και μετά οι «πολιτικές εντάσεις» αμβλύνθηκαν αισθητά – σε σύγκριση με τα ηρωϊκά ‘70s.

Η αποφασιστική αλλαγή ήταν η «απελευθέρωση των media», των ραδιοφωνικών σταθμών και των καναλιών· και η εκρηκτική ανάπτυξη της δημοσιογραφίας / δημαγωγίας πιράγχας! Ως χοντρικά τα τέλη των ‘80s η ενδο-ιδρυματική βία, όποια μορφή ή ένταση κι αν είχε, θεωρούνταν σε γενικές γραμμές «ζήτημα των πανεπιστημίων» – ένα είδος αυτοπροστασίας τους από την δυσφήμισή τους. Απ’ τις αρχές των ‘90s και μετά όμως, αυτό άρχισε να αλλάζει. Και όχι μόνο απ’ την μεριά των δημαγωγών πιράγχας αλλά και απ’ την μεριά των πανεπιστημιακών.

Κατ΄ αρχήν, τα πιράγχας της εντόπιας δημοσιογραφίας, «ψάχνοντας θέματα», ήταν ικανά να κάνουν την τρίχα τριχιά κατά βούληση· και, εννοείται, απέναντι στην «ενημέρωση του κοινού» δεν υπήρχε κανένα άσυλο και καμία προστασία. Τα ψέμματα, οι υπερβολές, οι διαστρεβλώσεις, όλες στο ίδιο μοτίβο (που αρέσει στο κοινό…), το μοτίβο «βία – καταστροφή – βία – καταστροφή» έφτασαν σε απίστευτο σημείο: ακόμα και πλαστά «μπάχαλα» πρόβαλαν και ξαναπρόβαλαν οι οθόνες, για το καλό της τηλεθέασης.

Με κάποια καθυστέρηση άρχισαν και οι πανεπιστημιακοί να συμβιβάζονται με την μηντιακή προβολή· και να την επιδιώκουν. Ο Νίκος Μαρκάτος, πρύτανης του εμπ απ’ το 1991 ως το 1997, ήταν ο πρώτος σε τέτοια θέση που επεδίωξε να γίνει (και έγινε) τηλεπερσόνα. Άλλοι, άγνωστοι στο κοινό προφεσσόροι, άρχισαν να συμμετέχουν στην εύκολη «καταγγελιολογία» που ευνοούσαν τα νέα, «ελεύθερα» μήντια – με στόχο όχι μόνο την ανάδειξή τους, αλλά (κυρίως) την ενίσχυση της θέσης τους έναντι ανταγωνιστών συναδέλφων τους, για τα μερίδια από διάφορες «δουλειές» και «δουλίτσες» που θα έπρεπε να γίνονται υπόγεια… Για διάφορους λόγους. Έτσι αρκετοί πανεπιστημιακοί, εγκατέλειψαν την λιτότητα και την αυστηρότητα του ακαδημαϊκού ήθους (ethos) και έγιναν γλάστρες του ενός ή του άλλου μηντιακού στάβλου. Με το αζημίωτο.

Ούτε η πραγματική ιδιωτικοποίηση των ιδρυμάτων (μέσω της συμμετοχής των προφεσόρων και των εκλεκτών φοιτητών / οπαδών τους σε διάφορα «προγράμματα») ούτε οι γενικευμένοι σεξουαλικοί εκβιασμοί σε βάρος φοιτητριών αξιόθηκαν τον τίτλο τα εγκλήματα που γίνονται μέσα στα πανεπιστήμια. Η αποχαλινωμένη μηντιακή μεσολάβηση σήμαινε υπόγεια νταραβέρια μεταξύ των πιράνχας και κάθε άλλου ενδιαφερόμενου για την «διαφήμιση» ή την «δυσφήμιση» του ενός ή του άλλου ιδρύματος. Αυτοί που περίσσευαν πάντα απ’ αυτούς τους διακανονισμούς «προβολής» (του «καλού» ή του «κακού» στα πανεπιστήμια) και, άρα, ήταν εύκολοι στην στοχοποίηση, ήταν τα «εξωφοιτητικά στοιχεία». Ακόμα κι όταν δεν ήταν καθόλου τέτοια…

Η μυθολογία του (πανεπιστημιακού) ασύλου 4

Κυριακή 28 Ιούλη. Γύρω απ’ την ιδέα ότι υπάρχουν, μέσα στην πόλη, «τρύπες» στην αρμοδιότητα και στη δράση των επίσημων μηχανισμών δημόσιας τάξης, κατασκευάστηκε η νευρωσική / ψυχωσική εικονική παραβατικότητα / εγκληματικότητα. Για παράδειγμα ο νυν διευθυντής της καθεστωτικής «καθημερινής» Παπαχελάς δεν είχε κανένα πρόβλημα να γράφει και να ξαναγράφει στο παρελθόν ότι μέσα σ’ ένα στέκι / κατάληψη στο ε.μ.π. φτιαχνόταν το υλικό των μολότοφ μέσα σε καζάνι… Ήταν τερατώδες ακόμα και σαν προβοκάτσια· ταιριαστό ωστόσο και με την δημαγωγία των πιράγχας αλλά και με τις μικροαστικές φαντασιώσεις: τελικά οι μολότοφ δεν είναι γυάλινα μπουκάλια που γεμίζουν με βενζίνη κατευθείαν απ’ το σωληνάκι οποιουδήποτε δικύκλου, αλλά περιέχουν κάποιον «μαγικό ζωμό» που φτιάχνεται σε καζάνι, με μυστική συνταγή, κουτάλες να ανακατεύουν – και χαμηλή φωτιά…

Η ασταμάτητη μηχανή (και όχι μόνο, άλλωστε) θα μπορούσε να γεμίσει σελίδες με τις απίστευτες τερατολογίες αυτής της επιχείρησης εικονικής παραβατικότητας / εγκληματικότητας που εδράζεται, υποτίθεται, στα πανεπιστημία. Μόνο ανεκδοτολογικό ενδιαφέρον θα είχε όμως. Στην πράξη οι ιδεολογικοί μηχανισμοί έχουν ισχύ ανάλογη με την αδυναμία των στόχων τους.

Αυτό, ωστόσο, δεν αλλάζει σε τίποτα τις επιχειρήσεις (ιδεολογικές ή/και αστυνομικές) εικονικής νομιμότητας. Δεν αλλάζει σε τίποτα ούτε τις πραγματικές τους δυνατότητες ούτε, απ’ την άλλη, την πραγματική τους αδυναμία. Για παράδειγμα, αν αύριο γίνει συμπλοκή μεταξύ αντίπαλων φοιτητικών ομάδων μέσα σε κάποιο ίδρυμα, καμία αστυνομία δεν πρόκειται να μπουκάρει όσες κλήσεις κι αν δεχτεί. Ούτε μπορεί ούτε θέλει να το κάνει – θα βρεθεί μπλεγμένη… Δεν θα είναι κανένα (ανύπαρκτο, έτσι κι αλλιώς) «άσυλο» που θα την εμποδίσει. Θα είναι ότι θα φάει ξεγυρισμένες μηνύσεις απ’ τους γονείς κάποιων φοιτητών· που, πιθανότατα, (θα) ανήκουν στην καλή κοινωνία…

Αντίθετα, αν είναι να κυνηγήσει κανάν αφρικάνο μετανάστη που πουλάει («παράνομα» προφανώς – πως αλλιώς;) λαθραία παπούτσια αυτό… Αυτό είναι παιχνιδάκι! Φυσικά, τα ίδια λαθραία παπούτσια πουλιούνται στα καθωσπρέπει μαγαζιά… Επίσης, εξίσου φυσικά, δεν εισάγονται στις τσέπες των μεταναστών αλλά απ’ το λιμάνι του Πειραιά, απ’ τον νο 1 «εθνικό επενδυτή». Τι σημασία έχει όμως; Και κάστανα να πουλούσαν οι μετανάστες, πάλι ένοχοι θα ήταν! Για την εικονική νομιμότητα δύο τρεις καλο-προβεβλημένες (μέσω μήντια) επιχειρήσεις, όσο ασήμαντες κι αν είναι, αποκαθιστούν το «αίσθημα της νομιμότητας».

Η μυθολογία του (πανεπιστημιακού) ασύλου 5

Κυριακή 28 Ιούλη. Σημαίνουν τα πιο πάνω πως στα πανεπιστήμια όλα είναι ο.κ.; Η απάντηση εξαρτιέται απ’ την θέση απ’ την οποία μιλάει κανείς. Για την ασταμάτητη μηχανή το μεγαλύτερο πρόβλημα έγκειται στο ότι τόσο το εκπαιδευτικό σύστημα όσο και οι ευρύτερης απήχησης κοινωνικές ιδεολογίες έχουν καταφέρει εδώ και χρόνια να παράγουν (μέσα στα ιδρύματα) το τέλειο είδος ειδικευμένων ηλίθιων που είχαν αναγγείλει / καταγγείλει οι Καταστασιακοί απ’ την δεκαετία του ’60 – καταστρέφοντας ψυχοσυναισθηματικά χιλιάδες νεαρούς και νεαρές. Λειτουργικά αναλφάβητοι, με βραχυκυκλωμένη οποιαδήποτε κριτική ικανότητα, επιρρεπείς στις αιώνιες αγωνίες της δικαίωσης του ναρικισσισμού τους… δεξιοί, ότι κι αν ψηφίζουν… Το κρισιμότερο στοιχείο αυτής της παραγωγής είναι η ενσωμάτωση ενός μίγματος κυνισμού και φοβιών, που τείνει σχεδόν να εξαφανίσει εκείνο που άλλοτε λεγόταν το ζωντανό κομμάτι της εκπαίδευσης.

Κυνισμός και φοβίες μαζί σημαίνει αυτό: αδιαφορώ (σαν φοιτητής / φοιτήτρια) για οτιδήποτε δεν συνδέεται στενά με το «μάθημα» και την «προοδό» μου· δεν θέλω και είμαι ανίκανος/η να λύσω και το πιο απλό ζήτημα που βρίσκεται εκτός «ύλης» αλλά εντός πανεπιστημίου… Συνεπώς, για κάθε «διατάραξη της ομαλής λειτουργίας» αυτού του ιμάντα συναρμολόγησης που λέγεται «ο φιλόδοξος Εαυτός» θέλω να φωνάξω κάποια εξουσία… Δεν έχω, δεν ξέρω, και δεν θέλω να ξέρω τίποτα άλλο… Η τραγική έλλειψη πρακτικού πνεύματος που είναι η πίσω και συμπληρωματική όψη της τραγικής έλλειψης κοινωνικής εμπειρίας, αφήνει άφθονο χώρο και χρόνο για την επίκληση διάφορων μορφών εξουσίας, να “λύσουν το πρόβλημα”. Το όποιο πρόβλημα. Η αστυνομία, οι ψυχολόγοι, οι καθηγητές (ινδάλματα!), οι συνδικαλιστές – ή η οικογένεια…

Τα ιδρύματα είχαν πάντα μια ροπή προς την (ακαδημαϊκή) κλεισούρα. Από τότε που έγιναν θερμοκοιτίδες γέμισαν μωρά.

Οι νευρωσικοί / ψυχωσικοί μικροαστοί επιμένουν: γίνονται νταραβέρια μέσα στα πανεπιστήμια! Δεν θα πούμε όχι, αποκλείεται! Αλλά οι πιάτσες είναι πολύ συγκεκριμές σε κάθε πόλη, και ο νομαδισμός τους είναι συνήθως δουλειά της αστυνομίας!

Θα πούμε κάτι άλλο: και ποιος σας είπε ότι τα παιδιά σας δεν ντρογκάρονται μαζικά έξω απ’ τα πανεπιστήμια; Προφανώς και θα έπρεπε οι νταραβεριτζήδες να μείνουν μακριά απ’ τα ιδρύματα… Είναι, όμως, η φυσική τους παρουσία εκεί το μόνο ζήτημα;

Αυτά είναι ζόρικα ερωτήματα… Η εικονική νομιμότητα έχει κι αυτήν την αναλγητική λειτουργία: παγώνει την εννόηση της πραγματικότητας σε ελάχιστα συγκεκριμένα καρέ.

Και έτσι όλα πάνε καλά…

Απλές οδηγίες αναγνώρισης κοινωνικών διαταραχών

Παρασκευή 26 Ιούλη. Το να είσαι κλασσικός δεξιός συνεπάγεται κοινωνικές ψυχώσεις. Στις ρητορικές του γιατί το «άσυλο (το ποιό;) πρέπει να καταργηθεί» στην πρώτη ή στην δεύτερη θέση επιχειρημάτων βρίσκονται οι μικροπωλητές στο πεζοδρόμιο έξω απ’ την ασοεε. Οι οποίοι (οι άθλιοι) τι κάνουν νομίζετε; Αν σκάει η αστυνομία καταφεύγουν πίσω απ’ τα κάγκελα. Τόσο χάλια η κατάσταση στο κέντρο της Αθήνας!..

Ε, ναι λοιπόν, είναι αλήθεια: Οι άνεργες και οι άνεργοι αλλά κι αυτοί που δουλεύουν σε σκατοδουλειές πληρωμένες με ψίχουλα· οι συνταξιούχοι που κτυπιούνται για τις κομμένες συντάξεις τους· όλοι όσοι ξηλώνονται για να λαδώσουν στα δημόσια νοσοκομεία· όλοι όσοι δεν κάνουν διακοπές το καλοκαίρι παραπάνω από 3 – 4 ημέρες (γιατί δεν τους παίρνει για παραπάνω ή γιατί, απλά, δουλεύουν και στις άδειές τους), οι εκατοντάδες χιλιάδες που μένουν με την μαμά και τον μπαμπά στα 30 τους, όλοι αυτοί κι αυτές κάθε φορά που θυμώνουν ένα πράγμα φέρνουν στο μυαλό τους: τον αφρικάνο μετανάστη που πουλάει ένα ζευγάρι παπούτσια (ή λαθραία τσιγάρα) όντας καβατζωμένος πίσω απ’ τα κάγκελα της ασοεε. (Σίγουρα τον έχουν δει και ξαναδεί στην τηλεόραση…)

Λαϊκίζουμε; Έτσι φαίνεται. Ωστόσο το «πανεπιστημιακό άσυλο» που πρέπει να καταργηθεί είναι το μικρό ψάρι. Το μεγάλο ψάρι είναι τα άσυλα που πρέπει να ανοίξουν σ’ όλη την επικράτεια: αυτοί οι ψυχωσικοί συνάνθρωποί μας, πολλές εκατοντάδες χιλιάδες, έχουν ανάγκη φροντίδας… (Δεν μπορεί το ρημαδοΚουλιστάν να τους πετάει ξεροκόμματα «νόμου και τάξης» και να περιμένει να χορτάσουν…)

Το ξαναλέμε: αν καταργήσετε αυτό το ανύπαρκτο πανεπιστημιακό άσυλο τι σκατά θα ταΐζετε τις μικροαστικές φαντασιώσεις;

(φωτογραφία: Αν φαρδαίνανε λίγο το πεζοδρόμιο;)

Και τα μυαλά στις κάμερες!

Σάββατο 18 Μάη. Περπατούσε, και είδε μπροστά του το πράσινο μπατσικό van με τις κάμερες «αναγνώρισης προσώπου». Σήκωσε την μπλούζα κρύβοντας την φάτσα του, έσκυψε, και επιτάχυνε να προσπεράσει…

Αμ δε. Η αγγλική μπατσαρία τον τσίμπισε. Άμα θέλω να κρύψω το προσωπό μου θα το κάνω, δεν θα ζητήσω άδεια είπε στον χωροφύλακα. Τα στοιχεία σας ήταν η απάντηση του οργάνου. Το πρόστιμο (90 λίρες) έπεσε…

Το λογισμικό «αναγνώρισης προσώπου» έχει μπει για τα καλά στην υπηρεσία της αγγλικής δημόσιας τάξης. Τα βανάκια με τις κάμερες την στήνουν σε πολυσύχναστους δρόμους και σκανάρουν τους διαβάτες στο σωρό – και χωρίς να τους ζητούν την άδεια. Υποτίθεται ότι κάνουν «διασταυρώσεις» με φωτογραφίες «διωκόμενων». Το συγκεκριμένο κόλπο πρωτομπήκε σε εφαρμογή στον τελικό του champions league στο Κάρντιφ, το 2017. Το αποτέλεσμα ήταν μια θεαματική αποτυχία: 2000 άτομα ταυτοποιήθηκαν λανθασμένα σαν «wanted»…

Αλλά ούτε η αστυνομία και ο έλεγχος ούτε η τεχνολογία τους σταματούν από τέτοια λάθη. Υπάρχει πάντα η υπόσχεση «βελτίωσης» (γιατί να μην υπάρχει; τσάμπα είναι!) – και ένα ψόφιο …«συγγνώμη για την ενόχληση»…

Υπάρχουν ζητήματα «δικαιωμάτων»; Ακόμα κι αν η απάντηση είναι «ναι», θα χρειαστεί πολύ μεγάλος κόπος για να φρενάρει, αν φρενάρει, το γενικευμένο πανοπτικό. Εν τω μεταξύ οι κάθε είδους βάσεις «δεδομένων προσώπων» θα έχουν απογειωθεί.

Κάμερες, κάμερες, κάμερες παντού…

(φωτογραφία: Μήπως είσαι οπαδός του niqab;)

Υπόθεση Assange 2

Δευτέρα 15 Απρίλη. Δεν θα πέσουμε στις γραφικότητες περί «ιερής ελευθερίας του τύπου». Όπως και κάθε άλλη ελευθερία (εντός ή εκτός εισαγωγικών) στον καπιταλιστικό πρώτο κόσμο, έτσι κι αυτή ήταν πάντα σχετική. Αυτή η σχετικότητα δεν ορίζεται ποτέ από αφηρημένα ιδεώδη· μόνο από πραγματικούς συσχετισμούς δύναμης.

Αυτό που δεν θα γινόταν εναντίον του Assange πριν 10 χρόνια, γίνεται τώρα. Τώρα, για παράδειγμα, μια (προφανώς προπληρωμένη…) πρωτοκοσμική δημαγωγική εκστρατεία δυσφήμισης (έως γελοιοποίησής) του είναι εφικτή. «Αρρώστησε», «παρανόησε», «έβαζε σκατά στους τοίχους» (του δωματίου στην πρεσβεία), «δεν πρόσεχε την γάτα του»: αυτά είναι τα tips μιας εκστρατείας με στόχο το μην ασχολείστε με δαύτον, δεν αξίζει τον κόπο… Μπορεί αυτή η διαχείριση να προέρχεται απ’ τα καλύτερα manual του μοντέρνου ολοκληρωτισμού (όπου οι διαφωνούντες έπρεπε να επιδεικνύονται σαν «άρρωστοι», “ψυχικά διαταραγμένοι”, κλπ), ωστόσο έχει πιθανότητες να δουλέψει και στον μεταμοντέρνο καπιταλιστικό κόσμο – για μια persona. Μια persona που αυτο-φυλακίστηκε στην υπόγεια αντινομία: αν η “ψηφιακή αποκαλυπτική δημοσιογραφία” (τα wikileaks) είναι – και πρέπει να είναι – απρόσωπη, δεν γίνεται να είναι ταυτόχρονα και ισχυρά προσωποποιημένη· παρά μόνο σαν κάποια “διαταραχή”…

Δεν πρόκειται, λοιπόν, απλά για την ελευθερία (ποιά ελευθερία;) του τύπου (ποιού τύπου;) στην εποχή της γενικευμένης ψηφιακής παραπληροφόρησης / αποπληροφόρησης / χειραγώγησης. Πρόκειται, ταυτόχρονα, για την επιστράτευση των “παλιών” εξουσιατικών, κρατικών και παρακρατικών μεθόδων, άλλοτε δαιμονοποίησης και άλλοτε γελοιοποίησης του “εχθρού”, κατά προτίμηση σαν προσώπου / ατόμου.

Στην κατασκευή των “παράλληλων πραγματικοτήτων” δεν επιπλέει η ανοχή, αφού μία και μοναδική είναι η επιτρεπόμενη πραγματικότητα: η εξουσιαστική θέληση της εκμηδένισης οποιουδήποτε εμποδίου…. Πρωτόγονη αλλά πάντα ισχυρή (πραγματικότητα). Που ενισχύεται απ’ την μαζική εγωϊκή κενοδοξία των υπηκόων.

(Το ότι αυτό επιβεβαιώνεται στο Λονδίνο και όχι στην Καμπούλ – για παράδειγμα – κρατείστε το…)

(φωτογραφία: Ο Lauri Love, ηλεκτρολόγος μηχανικός στην αγγλία, κατηγορήθηκε απ’ την Ουάσιγκτον σαν μέλος των anonymus, και πιο συγκεκριμένα ότι συμμετείχε σε χακαρίσματα που έγιναν το 2012 και το 2013 με στόχους το fbi, τη nasa, τον αμερικανικό στρατό, το υπουργείο άμυνας και το υπουργείο οικονομικών. Το ψοφιοκουναβιστάν ζήτησε την έκδοσή του, πράγμα που σήμαινε ότι κινδύνευε με καταδίκη 100 χρόνων φυλακή.

Τον Φλεβάρη του 2018 αγγλικό δικαστήριο απαγόρευσε την εκδοσή του – με αιτιολογία, ωστόσο, τους κινδύνους για την υγεία του: ο Love έχει διαγνωστεί για το σύνδρομο Aspreger. Αυτή ήταν μια καλή για τον Love αλλά μεσοβέζικη στάση του αγγλικού κράτους..)

Υπόθεση Assange 3

Δευτέρα 15 Απρίλη. Ο Assange και η «τύχη» του, πέρα απ’ αυτήν καθεαυτήν την προσωπική διάσταση, είναι ένας δείκτης. Ο βετεράνος John Pilger, ρεπόρτερ μιας «άλλης εποχής», σωστά το θυμίζει σ’ ένα προχθεσινό του άρθρο με αφορμή την σύλληψη του «κυρίου wikileaks»:

… Στη δεκαετία του ’70 συνάντησα την Leni Reifenstahl, στενή φίλη του Χίτλερ, της οποίας τα φιλμ βοήθησαν σημαντικά τη ναζιστική προπαγάνδα στη γερμανία.

Μου είπε ότι το μήνυμα των ταινιών της, η προπαγάνδα, δεν εξαρτιόταν από «εντολές απ’ τα πάνω» αλλά απ’ αυτό που η ίδια ονόμαζε «η υπάκουη κενότητα» του κοινού.

– «Περιλαμβανόταν σ’ αυτήν την υπάκουη κενότητα και η φιλελεύθερη, μορφωμένη διανόηση;» την ρώτησα.

– «Φυσικά» μου απάντησε, «ειδικά η διανόηση… Όταν ο κόσμος σταματάει να κάνει σοβαρές ερωτήσεις, γίνεται υπάκουος και χειραγωγήσιμος. Οτιδήποτε μπορεί να συμβεί έτσι».

Και έτσι έγινε. Τα υπόλοιπα, θα μπορούσε να προσθέσει, είναι ιστορία.

Ο κόσμος έχει ξανασταματήσει να κάνει σοβαρές ερωτήσεις. Τρέφεται με σκατά (όχι του Assange στους τοίχους ενός δωματίου σε μια πρεσβεία!) και νομίζει ότι κάνει κάτι πολύ σοβαρό.

Αυτή η ναρκισσιστική πρωτοκοσμική κοπρολαγνεία είναι που έχει αλλάξει δραματικά τους συσχετισμούς δύναμης σε ότι αφορά πολλά, μεταξύ των οποίων και οι μυθικές “ελευθερίες”… Αυτό είναι που κάνει σήμερα εφικτό εκείνο που χθες έμοιαζε αδιανόητο…