Σάββατο 6 Μάρτη. Ίσως είναι προϊόν του χριστιανισμού, από τότε που έγινε εξουσία: η αντιμετώπιση και η εξόντωση των αντιπάλων δεν γίνεται με πεζά, χρησιμοθηρικά επιχειρήματα αλλά με την επίκληση κάποιου είδους «ανώτερου σκοπού». Τόσο «ανώτερου» ώστε να νομιμοποιεί κάθε είδους κάθαρμα να κάνει ότι καλύτερο (δηλαδή ότι χειρότερο) μπορεί.
Τα δυτικά βασίλεια και οι δυτικές αυτοκρατορίες ποτέ δεν κατέκτησαν τον πλανήτη και ποτέ δεν εξόντωσαν τους πληθυσμούς εδώ κι εκεί για να τους κλέψουν τους πόρους ή για να τους κάνουν σκάβους, είλωτες. Ποτέ δεν είπαν κάτι τέτοιο. Πάντα σκότωναν, λεηλατούσαν, κατακτούσαν, υπηρετώντας μια «ανώτερη αποστολή». Τον εκπολιτισμό, τον εκχριστιανισμό… Οι διάδοχοί τους, οι αυτοχαρακτηριζόμενες «δημοκρατίες» της δύσης, ποτέ δεν έκαναν κανένα πόλεμο, είτε παγκόσμιο είτε περιφερειακό, για να λεηλατήσουν πρώτες ύλες, να υποδουλώσουν ζωντανή εργασία, να εκμεταλλευτούν γεωγραφικές θέσεις, ότι είναι πρακτικά ο ιμπεριαλισμός. Πάντα δρούσαν με την συναίσθηση ενός ανώτερου καθήκοντος: για το καλό της ελευθερίας και της δημοκρατίας… Οι σταυροφορίες είναι ο αιώνιος τύπος αυτής της “ανωτερότητας”…
Σ’ αυτό το (ιστορικά) πρωτόγονο σημείο βρίσκεται πάντα ο αμερικανικός ιμπεριαλισμός. Οι απειλές εναντίον του είναι γνωστές. Σ’ ένα διάγγελμά του πριν 3 ημέρες με τίτλο Μια Εξωτερική Πολιτική για τον Αμερικανικό Λαό ο Παρωπίδας έδειξε την ιερή αποστολή που αναλαμβάνει το Joνυσταλεάν και ο ίδιος:
… Όσα περισσότερα μπορούμε να κάνουμε, εμείς και άλλες δημοκρατίες, για να δείξουμε στον κόσμο τις ικανότητές μας, όχι μόνο για τον δικό μας λαό αλλά και για κάθε άλλο, τόσο περισσότερο θα μπορέσουμε διαψεύσουμε το ψέμα που οι αυταρχικές χώρες αγαπούν να λένε, ότι ο δικός τους τρόπος είναι καλύτερος στην εξυπηρέτηση των βασικών ανθρώπινων αναγκών και ελπίδων. Είναι στο χέρι μας να αποδείξουμε ότι κάνουν λάθος.
Συνεπώς το ερώτημα δεν είναι αν θα υποστηρίξουμε την δημοκρατία σ’ όλο τον κόσμο αλλά πως θα το κάνουμε.
Θα χρησιμοποιήσουμε την δύναμη του παραδείγματός μας. Θα ενθαρρύνουμε άλλους να κάνουν βασικές μεταρρυθμίσεις, να βάλουν στην άκρη κακούς νόμους, να πολεμήσουν την διαφθορά και να σταματήσουν τις άδικες πρακτικές. Θα ενισχύσουμε την δημοκρατική συμπεριφορά.
Αλλά δεν θα προωθήσουμε την δημοκρατία με πολυέξοδες στρατιωτικές επεμβάσεις ή προσπαθώντας να ανατρέψουμε αυταρχικά καθεστώτα δια της βίας. Δοκιμάσαμε αυτές τις τακτικές στο παρελθόν. Αν και είχαν καλές προθέσεις δεν δούλεψαν. Έβγαλαν κακό όνομα στην προώθηση της δημοκρατίας, και έχασαν την εμπιστοσύνη του Αμερικανικού λαού. Θα κάνουμε τα πράγματα με διαφορετικούς τρόπους.
Μετατρέπονται, λοιπόν, οι ηπα σε μια μκο-με-πυρηνικά; Όχι βέβαια! Εννοείται ότι θα συνεχίσουν να στηρίζουν τον κάθε Guaido και τον κάθε Navalny, αυτούς τους «αγωνιστές της ελευθερίας και της δημοκρατίας» – και εννοείται ότι θα στηρίξουν κάθε πραξικόπημα και κάθε χούντα που θα φυλάει το χεράκι της Ουάσιγκτον με όρκους υπέρ της «δημοκρατίας και της ελευθερίας» – όπως το απαρτχάιντ ισραηλινό καθεστώς, την χούντα του Καΐρου… Εννοείται επίσης ότι θα αξιοποιήσουν κάθε διαθέσιμο proxy, όπως έκαναν τα προηγούμενα χρόνια. Εννοείται, τέλος, ότι δεν κάνουν βήμα για να φύγουν απ’ το αφγανιστάν, το ιράκ, την συρία, την υποσαχάρια αφρική…
Εκείνο που κάνει διαφορά απ’ την τετραετία του ψόφιου κουναβιού είναι η έμφαση στην αναζήτηση συμμάχων. Η Ουάσιγκτον έχει ηττηθεί ήδη· ονειρεύεται, λοιπόν, κάποιου είδους «κοινές σταυροφορίες» ώστε να αντιμετωπίσει την άλλοτε αργή και άλλοτε γρήγορη προώθηση των αντιπάλων της. Θα προσπαθήσει να αναστήσει το αγαπημένο της δίπολο στη διάρκεια του 3ου παγκόσμιου («ψυχρού») πολέμου, δημοκρατία εναντίον απολυταρχίας – ελπίζοντας ότι θα ξανανικήσει.
Έχει ελπίδες; Όχι! Πρώτον επειδή το κινέζικο κράτος / κεφάλαιο έχει ελάχιστα κοινά με το σοβιετικό καθεστώς· και κυρίως επειδή σε αντίθεση μ’ εκείνο πολεμάει (και νικάει) στο κατ’ εξοχήν γήπεδο των δυτικών ολιγαρχιών: το εμπόρευμα. Και μάλιστα όχι το φτηνό εμπόρευμα, αλλά το αναβαθμισμένο τεχνολογικά. Αν όμως η πολιτική απολυταρχία είναι πολύ περισσότερο αποδοτική τεχνολογικά και εμπορευματικά, κι αν επιπλέον δεν αναγκάζει κανέναν να την μιμηθεί, τότε από ιστορική άποψη διαθέτει κάθε καπιταλιστικό τεκμήριο εγκυρότητας και δύναμης!
Κι εκεί βρίσκεται το δεύτερο στοιχείο του εγκλήματος. Το 2020 δεν ήταν το Πεκίνο που προσπαθούσε να αντιγράψει το Λονδίνο, το Παρίσι, την Ουάσιγκτον ή το Βερολίνο, αλλά το ακριβώς αντίθετο: οι δυτικές ολιγαρχίες άρχισαν να ξεπερνούν επιθετικά και δια της βίας τις «ελευθεριάζουσες» και «δημοκρατικές» συνήθειές τους, υπέρ πιο απολυταχικών μορφών διοίκησης και ελέγχου. Με άλλα λόγια ο κινέζικος καπιταλισμός είναι ταυτόχρονα αντίπαλος και παράδειγμα προς μίμηση – όπου συμφέρει τα δυτικά αφεντικά.
Δεν είναι οι σταυροφόροι υπερασπιστές της δημοκρατίας και της ελευθερίας· ποτέ δεν ήταν! Προσπαθούν, μόνο, να τις μετατρέψουν ξανά σε όπλα, την ίδια ιστορική περίοδο που τις απολιθώνουν σχεδόν εντελώς.
Ψάχνουν δηλαδή, και πάλι, για φτηνό και υπάκουο κρέας…