Στις 13 Νοέμβρη του 1974, όταν ο Yasser Arafat, ηγέτης της τότε «οργάνωσης για την απελευθέρωση της Παλαιστίνης» (μιας οργάνωσης / ομπρέλλα που περιλάμβανε διάφορες ένοπλες οργανώσεις…) μπήκε να μιλήσει στη γενική συνέλευση του οηε, είχε στη μέση του το πιστόλι του. Η αντίσταση στην ισραηλινή κατοχή ήταν ένοπλη, και απλωνόταν σε διάφορα μήκη και πλάτη του πρώτου κόσμου. Και ήταν ευρύτατα αποδεκτή σαν τέτοια!
Η πολιτική, κινηματική υποστήριξη στον αγώνα των Παλαιστινίων ήταν στα ’70s εξαιρετικά μαζική – στη δύση. Μέρος του γενικότερου πλέγματος αρνήσεων. Και, φυσικά, κανείς δεν τολμούσε, ούτε διανοούνταν καν, να ονομάσει είτε τον αγώνα των παλαιστίνιων είτε την αλληλεγγύη σ’ αυτόν «αντι-σημιτισμό»! Θα ήταν το ίδιο σα να κατηγορούσε τον αγώνα των μαύρων αιχμάλωτων γηγενών της νότιας Αφρικής κατά των λευκών αποικιοκρατών σαν … «ρατσισμό»!! Μόνο φασίστες θα έκαναν τέτοια αντιστροφή…
Στην πραγματικότητα αυτή η «κατηγορία» περί «αντισημιτισμού» εφευρέθηκε απ’ τους ιδεολογικούς μηχανισμούς του Τελ Αβίβ και προωθήθηκε απ’ τις μυστικές του υπηρεσίες πολύ αργότερα. Μόλις στα ‘90s. Γιατί τότε, ειδικά μετά την πολύχρονη intifada απ’ το 1987 ως το 1992, που έδειξε σ’ όλο τον κόσμο το μιλιταριστικό, φασιστικό πρόσωπο του ισραηλινού κράτους, οι ειδικοί του διαπίστωσαν ότι μπορεί να «κέρδιζαν» στρατιωτικά, έχαναν όμως, απ’ τους άοπλους παλαιστίνιους, τον ιδεολογικό πόλεμο. Σε παγκόσμια θέα. Και χάνοντας αυτήν την ιδεολογική αναμέτρηση, έχοντας γίνει πια ο «Γολιάθ» απέναντι στον παλαιστινιακό «Δαβίδ», καταλάβαιναν πως αργά ή γρήγορα θα αναγκαστούν να συνθηκολογήσουν απέναντι στα παλαιστινιακά δίκαια. Έπρεπε, λοιπόν, να εφεύρουν γρήγορα κάτι που να τους θωρακίσει ιδεολογικά. Κάτι που να λειτουργεί σαν αυτόματη ασπίδα…
Έτσι κατασκευάστηκε το ιδεολόγημα ότι «όποιος αντιστέκεται στο ιερό κράτος του ισραήλ είναι ‘απολίτιστος’, κι όποιος του συμπαραστέκεται είναι σχεδόν ναζί»… Το πρώτο ήταν αντιγραφή και ρατσιστική εκλαΐκευση της θεωρίας του Χάντιγκτον περί επερχόμενων “πολέμων μεταξύ πολιτισμών”. Το δεύτερο ήταν μια κτηνώδης αντιστροφή της ιστορίας, εφόσον υποστηρικτές όχι μόνο του παλαιστινιακού αγώνα αλλά των ανάλογων αγώνων διάφορων καταπιεσμένων ήταν οι κομμουνιστές και οι αντιφασίστες· και μόνον αυτοί!
Ωστόσο αποδείχθηκε ότι στην postmodern εποχή της γενικής θεαματικής αποχαύνωσης, όπου η αλήθεια εμφανίζεται σαν μια στιγμή του ψέμματος, σιγά σιγά, με επίμονη «δουλειά», τέτοιες ιδεολογικά χρήσιμες αντιστροφές είχαν και έχουν το περιθώριο να «πείσουν» την απολίτικη πρωτοκοσμική ρατσιστική και αντι-μουσουλμανική μάζα να μένει απαθής (ή και υποστηρικτική) απέναντι στα εγκλήματα σε βάρος των παλαιστινίων.
Να “πείσουν”; Ίσως ούτε καν. Ίσα ίσα να δώσουν μια δικαιολόγηση στην πρωτοκοσμική απάθεια / εγωπάθεια, να ανοίξει διάπλατα στον δρόμο στην κλιμάκωση της “δημιουργικής καταστροφής” που τόσο έχει ανάγκη, και πάλι, ο καπιταλιστικός κόσμος και τα αφεντικά του.
Γιατί, πράγματι, όταν οι λέξεις “εργατικός ανταγωνισμός” και “αντίσταση” είχαν νόημα και δεν ήταν πτώματα που περιφέρονται από στόμα σε στόμα, όπως τώρα, θα μπορούσε κανείς να έχει ορισμένες επιφυλάξεις για τους εθνικοαπελευθερωτικούς αγώνες… Θα μπορούσε, απ’ την άλλη, να καταλάβει την χωρίς τέλος σημασία της φράσης “γη κι ελευθερία”.
Πλάτες, πάντως, στους πρωτοκοσμικούς δεσμοφύλακες και στις “λευκές φρουρές” δεν διανοήθηκε ποτέ να κάνει κανείς!!!