Κυριακή 27 Αυγούστου. Μια νύχτα… Κυνηγούσα κάτι γραμμές τόσο σίγουρες για τον εαυτό τους, που πείστηκα πως δεν υπήρχα. Ανάμεσα στα φώτα των δρόμων και τις βαριές ανάσες συνάντησα κάποια που είχε το κεφάλι της ανάποδα. Όχι μόνο το μπρος πίσω, αλλά και το πάνω κάτω. Θα μπερδεύτηκε όπως το φορούσε το πρωί, σκέφτηκα.
Κι αφού υποψιάστηκα πως ζούσε μέσα σε μια λάμπα στην άρκη του δρόμου, τρία μέτρα πάνω απ’ το πεζοδρόμιο, πρόσθεσα στη σκέψη μου πως εκεί μέσα δε θα χωρούσε κανένας καθρέφτης.
Δικαιολογημένα λοιπόν όλα αυτά, αφού έκανα τόσο δρόμο για να αγοράσω λίγους φόβους… Προτιμώ βέβαια εκείνους που έμειναν χρόνια στα αζήτητα. Από περιέργεια να δω πόσο χρεώνονται.
Έτσι κι αλλιώς για έναν κύκλο όλοι οι φόβοι ίδιοι είναι.