Δευτέρα 28 Οκτώβρη. Για να εξηγήσουμε την εθνική λάμψη της βρασνιώτικης έκρηξης πολιτισμού, αντιγράφουμε στοιχεία απ’ την μακριά (και κρυμμένη) ιστορία του ντόπιου φασισμού, ιστορικά τεκμηριωμένη:
… Από τις αρχές του 1922 είχε αρχίσει να συζητιέται σε υψηλά κυβερνητικά κλιμάκια η εκκένωση της Μικράς Ασίας από τον ελληνικό στρατό. Παρ’ όλα αυτά, όμως, η ελληνική κυβέρνηση αποφασίζει να απαγορεύσει στον ελληνικό πληθυσμό να εγκαταλείψει τη Μικρά Ασία. Η απόφαση αυτή πήρε τη μορφή του νόμου 2870/1922, ο οποίος προέβλεπε αυστηρές πειθαρχικές και χρηματικές ποινές στην περίπτωση σύλληψης πλοίων που θα μετέφεραν πληθυσμό…
… Το πρώτο άρθρο του νόμου ανέφερε: «Απαγορεύεται η εν Ελλάδι αποβίβασις προσώπων ομαδόν αφικνούμενων εξ αλλοδαπής, εφ’ όσον ούτοι δεν είναιεφωδιασμένοι δια τακτικών διαβατηρίων νομίμως θεωρημένων…» Τα υπόλοιπα άρθρα περιγράφουν τις τιμωρίες που θα υφίσταντο οι παραβάτες…
Αν οι πρόσφυγες απ’ την Μικρά Ασία έρχονταν με λαστιχένιες βάρκες είναι σίγουρο ότι οι αρχαιολόγοι θα τις έβρισκαν στον πάτο του Αιγαίου λίγο έξω απ’ την Σάμο, την Χίο, την Μυτιλήνη – κάτω απ’ τις βάρκες των σύγχρονων φυγάδων. Ευτυχώς γι’ αυτούς επρόκειτο να ταξιδέψουν με σιδερένια πλοία – οι τορπίλες δεν είχαν εφευρεθεί ακόμα. Όμως η πατρίδα είχε αναθέσει στον εαυτό της το καθήκον να κάνει ό,τι μπορεί για να τους εμποδίσει:
… Μετά την κατάρρευση του μετώπου, και πέντε ημέρες πριν ο κεμαλικός στρατός μπει στη Σμύρνη, στις 22 Αυγούστου με το παλιό ημερολόγιο, ο Αρμοστής της ελλάδας στην Ιωνία Αριστείδης Στεργιάδης στέλνει στην ελληνική κυβέρνηση τηλεγράφημα με το οποίο ζητά εντολές, αφού πρώτα παραθέτει κάποιες προτάσεις. Μια απ’ αυτές είναι: «Εγκρίνεται εμποδισθώσει αναχωρίσωσι Έλληνες Μικρασιάται δι’ Ελλάδα, ακόμα και όταν είναι εύποροι δυνάμενοι αναχωρήσωσι με συνήθη ταχυδρομικά ατμόπλοια;».
Αυθημερόν η ελληνική κύβέρνηση απάντησε: «Εις απάντησιν της υπ’ αριθμό 2873 συμφωνούμε μεθ’ υμών…»
Μπορεί η πατρίς να ήθελε αλλά να μην είχε τρόπο να εμποδίσει τους πρόσφυγες απ’ την Μικρά Ασία να φτάσουν στα τιμημένα εδάφη της· και να γίνουν, ακόμα και μετά από 100 σχεδόν χρόνια, επιχείρημα. Ήξερε, πάντως, τι ήθελε να τους συμβεί:
… Όλα αυτά υπήρξαν αποτέλεσμα της ειλημμένης πολιτικής εγκατάλειψης των ελλήνων της Μικράς Ασίας στο έλεος των νικητών του Μουσταφά Κεμάλ. Μόνο σ’ αυτό το πλαίσιο μπορεί να γίνει κατανοητός ο διάλογος Παπανδρέου – Στεργιάδη, που παραθέτει ο ιστορικός του μεσοπολέμου Γρηγόρης Δαφνής στο δίτομο έργο του «η ελλάς μεταξύ δύο πολέμων».
Όταν ο Στεργιάδης ανακοίνωσε στο νεαρό τότε πολιτικό Γιώργο Παπανδρέου την επερχόμενη καταστροφή, δέχτηκε την ερώτηση: «Γιατί δεν ειδοποιείτε τον κόσμο να φύγει;». Η απάντηση του έλληνα αρμοστή Σμύρνης ήταν η εξής: «Καλύτερα να μείνουν εδώ να τους σφάξει ο Κεμάλ, γιατί αν πάνε στην Αθήνα θα ανατρέψουν τα πάντα!»
Όχι, δεν ήταν ο Κεμάλ που ήθελε να τους σφάξει. Ήταν το ελληνικό κράτος που το ευχόταν… Οι ιστορικοί αποδίδουν αυτήν την ευχή στο γεγονός ότι η ελληνική κυβέρνηση ήταν βασιλική, ενώ οι πρόσφυγες σε μεγάλο βαθμό βενιζελικοί. Ακόμα κι αν αυτό ισχύει, δεν παύει ισχύει και το άλλο: οι υπήκοοι του βασιλείου ένοιωθαν γηγενείς και «όχι πρόσφυγες απ’ την Μικρά Ασία».
Απέμεινε το ηρωϊκό φασισταριό των Βρασνών να υπερασπίζεται αυτά τα «πατροπαράδοτα»…
(φωτογραφία: Δυο τρία ταχύπλοα να είχε το τότε λιμενικό, έναν φασιστοΜουζάλα για υπουργό ανθρωπισμού και έναν ψεκασμένο για υπ.αμ. και θα βλέπατε τι θα γινόταν…)