Κυριακή 28 Ιούλη. Σύμφωνα με την εμπειρία της ασταμάτητης μηχανής η αποφασιστική στροφή στην καλλιέργεια των νευρώσεων / ψυχώσεων περί «πανεπιστημιακού ασύλου» δεν ήταν καθόλου το οτιδήποτε συνέβαινε (ή δεν συνέβαινε) μέσα στα ιδρύματα· δεν ήταν, ας πούμε, μια «αύξηση της βίας». Στην πραγματικότητα μάλλον το αντίθετο έχει συμβεί: απ’ τα ‘90s και μετά οι «πολιτικές εντάσεις» αμβλύνθηκαν αισθητά – σε σύγκριση με τα ηρωϊκά ‘70s.
Η αποφασιστική αλλαγή ήταν η «απελευθέρωση των media», των ραδιοφωνικών σταθμών και των καναλιών· και η εκρηκτική ανάπτυξη της δημοσιογραφίας / δημαγωγίας πιράγχας! Ως χοντρικά τα τέλη των ‘80s η ενδο-ιδρυματική βία, όποια μορφή ή ένταση κι αν είχε, θεωρούνταν σε γενικές γραμμές «ζήτημα των πανεπιστημίων» – ένα είδος αυτοπροστασίας τους από την δυσφήμισή τους. Απ’ τις αρχές των ‘90s και μετά όμως, αυτό άρχισε να αλλάζει. Και όχι μόνο απ’ την μεριά των δημαγωγών πιράγχας αλλά και απ’ την μεριά των πανεπιστημιακών.
Κατ΄ αρχήν, τα πιράγχας της εντόπιας δημοσιογραφίας, «ψάχνοντας θέματα», ήταν ικανά να κάνουν την τρίχα τριχιά κατά βούληση· και, εννοείται, απέναντι στην «ενημέρωση του κοινού» δεν υπήρχε κανένα άσυλο και καμία προστασία. Τα ψέμματα, οι υπερβολές, οι διαστρεβλώσεις, όλες στο ίδιο μοτίβο (που αρέσει στο κοινό…), το μοτίβο «βία – καταστροφή – βία – καταστροφή» έφτασαν σε απίστευτο σημείο: ακόμα και πλαστά «μπάχαλα» πρόβαλαν και ξαναπρόβαλαν οι οθόνες, για το καλό της τηλεθέασης.
Με κάποια καθυστέρηση άρχισαν και οι πανεπιστημιακοί να συμβιβάζονται με την μηντιακή προβολή· και να την επιδιώκουν. Ο Νίκος Μαρκάτος, πρύτανης του εμπ απ’ το 1991 ως το 1997, ήταν ο πρώτος σε τέτοια θέση που επεδίωξε να γίνει (και έγινε) τηλεπερσόνα. Άλλοι, άγνωστοι στο κοινό προφεσσόροι, άρχισαν να συμμετέχουν στην εύκολη «καταγγελιολογία» που ευνοούσαν τα νέα, «ελεύθερα» μήντια – με στόχο όχι μόνο την ανάδειξή τους, αλλά (κυρίως) την ενίσχυση της θέσης τους έναντι ανταγωνιστών συναδέλφων τους, για τα μερίδια από διάφορες «δουλειές» και «δουλίτσες» που θα έπρεπε να γίνονται υπόγεια… Για διάφορους λόγους. Έτσι αρκετοί πανεπιστημιακοί, εγκατέλειψαν την λιτότητα και την αυστηρότητα του ακαδημαϊκού ήθους (ethos) και έγιναν γλάστρες του ενός ή του άλλου μηντιακού στάβλου. Με το αζημίωτο.
Ούτε η πραγματική ιδιωτικοποίηση των ιδρυμάτων (μέσω της συμμετοχής των προφεσόρων και των εκλεκτών φοιτητών / οπαδών τους σε διάφορα «προγράμματα») ούτε οι γενικευμένοι σεξουαλικοί εκβιασμοί σε βάρος φοιτητριών αξιόθηκαν τον τίτλο τα εγκλήματα που γίνονται μέσα στα πανεπιστήμια. Η αποχαλινωμένη μηντιακή μεσολάβηση σήμαινε υπόγεια νταραβέρια μεταξύ των πιράνχας και κάθε άλλου ενδιαφερόμενου για την «διαφήμιση» ή την «δυσφήμιση» του ενός ή του άλλου ιδρύματος. Αυτοί που περίσσευαν πάντα απ’ αυτούς τους διακανονισμούς «προβολής» (του «καλού» ή του «κακού» στα πανεπιστήμια) και, άρα, ήταν εύκολοι στην στοχοποίηση, ήταν τα «εξωφοιτητικά στοιχεία». Ακόμα κι όταν δεν ήταν καθόλου τέτοια…