Τρίτη 26 Φλεβάρη. Η εποχή της “αστακομακαρονάδας” σαν διαμάντι στα μικροαστικά στέμματα (τρως λίγο αστακό και πολύ ζυμαρικό, οπότε νοιώθεις λιγάκι αστός – η κοινωνική άνοδος των μικροαστών περνάει σίγουρα απ’ το στομάχι τους· και λίγο χαμηλότερα απ’ αυτό!) ήταν πολύ υπαρκτή και πολύ μαζική. Σ’ αυτήν την κοινωνία, που ψήφισε κάποιον το ’09 κόβοντας στη μέση μια φράση του και κρατώντας το ευχάριστο “λεφτά υπάρχουν…”, το να μοιράζουν λεφτά οι τραπεζικές γραφειοκρατείες επί μια δεκαπενταετία πριν ήταν το πιο ευχάριστο πράγμα που θα μπορούσε να ζήσει.
Δανεικά σημαίνουν υποθήκη. Υποθηκεύει κανείς όχι μόνο το “ακίνητό” του, αλλά πιθανά και την ζωή του – αν κάτι πάει στραβά, κι αν είναι (στην πραγματικότητα) πληβείος. Φαντασμένος μεν, πληβείος δε…. Και επειδή η σχέση δανειστή – οφειλέτη είναι άνιση (πάντα ήταν, σ’ όλη την ιστορία του δανεισμού!) όταν έρθει η στιγμή να “έχεις πρόβλημα”, μπορεί και να είναι πρόβλημα ζωής…
Γι’ αυτά θα μπορούσαμε να γράφουμε ώρες. Όμως η ευθύνη, το ξαναλέμε, δεν είναι μοιρασμένη στη μέση. Αυτός που κάνει “΄πολιτική τιμών” στο εμπόριο πρέζας επειδή θέλει να ανοίξει την αγορά και να αυξήσει τα κέρδη του δεν έχει στο ζύγι το ίδιο βάρος με τον πρεζάκια. Ούτε μπορεί να κρυφτεί ο έμπορος πίσω απ’ τον πρεζάκια (του χρήματος…) με το επιχείρημα “ας πρόσεχε”. Αν πρόσεχαν όλοι αυτός θα πούλαγε χαρτομάντηλα στα φανάρια – και δεν θα του άρεσε καθόλου…
Οι ευθύνες των εμπόρων πρέζας (εν προκειμένω: των εμπόρων χρήματος) είναι πολύ μεγάλες, πολύ συγκεκριμένες – και εύκολα αποδείξιμες. Όχι γενικές, του είδους “κάτω οι τράπεζες”. Όχι “οι μπάτσοι πουλάνε την ηρωΐνη!” (σωστό, ισχύει και για την κοκαΐνη, αλλά είναι λειψό). Το τραπεζικό κύκλωμα, στα high του, είχε συγκεκριμένες ιεραρχικές δομές, που τις στελέχωναν συγκεκριμένα άτομα: προέδρους τραπεζών, εκτελεστικούς διευθυντές των δ.σ., μετόχους και μερίσματα, διευθυντές καταστημάτων, πωλητές δανείων, λογιστές, κλπ. Ήξεραν ότι ρίχνουν ζαριές πάνω σε καμπούρες. Ήξεραν ότι η ντόπια «αγορά ακινήτων» ήταν «υπερθερμασμένη». Ήξεραν ότι με ή χωρίς «παγκόσμια κρίση» η «φούσκα θα έσκαγε». Αλλά την τάιζαν. Ο κάθε μαλάκας μικροαστός στον γκισέ δεν καταλάβαινε χριστό. Αυτοί ήξεραν όμως. Ήξεραν ότι θα έρθει μια στιγμή που αυτός ο μαλάκας μικροαστός θα είναι μπροστά στον γκισέ όχι κορδωμένος αλλά γονατιστός… Στατιστικά ήταν απόλυτα βέβαιοι…
Πέρασε ο καιρός με τον πατερναλιστικό «νόμο Κατσέλη». Χώθηκαν εκεί και καβατζώθηκαν πολλές «πρώτες κατοικίες / βίλες». Εκείνοι που έκαναν την τύχη τους με το «πάρε κόσμε δανεικά» ουσιαστικά καθάρισαν. Ο «πάρε κόσμε» όμως είναι εδώ και καιρό μπροστά στην υποθήκευση της ζωής του. Χρωστάει και δεν μπορεί να ξεχρεώσει. Ασυναίσθητα αποδεικνύεται ότι το «οι ωραίοι έχουν χρέη» ήταν ύμνος για εκείνους με τα μύρια. Όμως ο “πάρε κόσμε” το τραγούδισε κι ας το ξανατραγούδησε νομίζοντας ότι γράφτηκε γι’ αυτόν.
Την υποθήκευσή του την συνυπέγραψε – αυτό είναι βέβαιο. Δεν τόλμησε να πάρει οργανωμένα και μαζικά πίσω την υπογραφή του. Δεν τόλμησε να σπάσει μια και καλή το συμβόλαιό του με τον έρωτα και το τσιφτετέλι για τα φράγκα: θα έπρεπε πριν να πνίξει τον μικροαστισμό του.
Αυτό δεν το διανοείται καν… Εντάξει. Αλλά ο καπιταλισμός που δίνει τα μεν παίρνει τα δε. Και δεν ασχολείται με τις λεπτομέρειες και τα “ψυχολογικά” του κάθε εθελόδουλου, όσο φτωχοδιάβολος κι αν έγινε, όσο κι αν μιξοκλέγεται…