Δευτέρα 24 Απρίλη>> To Council on Foreign Relations είναι απ’ τα πιο παλιά αμερικανικά think tanks του αμερικανικού imperium, ηλικίας ενός αιώνα. Παλιό και «επιδραστικό». Εμφανίζεται σαν «ανεξάρτητο» αλλά φυσικά χρηματοδοτείται από «φιλάνθρωπους» του είδους Rockefeller foundation, κλπ.
Η κυρία Christine Lagarde, πρόεδρος της ΕΚΤ (: «ευρωπαϊκή κεντρική τράπεζα») έδωσε εκεί πριν μια βδομάδα μια διάλεξη για τον επερχόμενο κατακερματισμένο κόσμο – για το «τέλος της παγκοσμιοποίησης» θα μπορούσε να πει… Κανονικά όλοι εκείνοι που διαδήλωναν (πιο σωστά: παρήλαυναν…) πριν 24, 23, 22, 21, 20 χρόνια «κατά της παγκοσμιοποίησης» θα έπρεπε να παρακολουθούν με χαρούμενο πάθος τέτοιου είδους «τοποθετήσεις» των τεχνικών της εξουσίας… Απίθανο να το κάνουν, το έχουν ξεχάσει το θέμα. Ευτυχώς που υπάρχει η περιθωριακή ασταμάτητη μηχανή για να προσφέρει την άχρηστη (;;, μάταιη;;) αντιπληροφόρηση.
«Και τι μας νοιάζει τι λένε και τι κάνουν οι αρχιτραπεζίτες;» θα πουν κάποιοι. «Έχουμε τα προβλήματα και τα βάσανα μας…» (Έχουμε και εκλογές!) Χμμμ… Κι άλλες φορές ήταν αδιάφορο το τι λένε και τι κάνουν τα αφεντικά και οι τεχνικοί τους – πράγμα που έκανε τα προβλήματα και τα βάσανα ακόμα πιο μυστηριώδη, ακόμα πιο αφόρητα… (Ας μην θυμίσουμε πόσες και ποιες ήταν αυτές οι «άλλες φορές» τα τελευταία 25 χρόνια∙ δεν θα πείσουμε: όταν η (διανοητική…) μιζέρια ποτίζει ως το μεδούλι, η έξοδος γίνεται πολύ δύσκολη.)
Η ομιλία της κυρίας ΕΚΤ, ακόμα και μέσα στην (μέτρια) αργκώ της, ήταν μια ακόμα μαρτυρία της διαρκούς όξυνσης του ενδοκαπιταλιστικού ανταγωνισμού – του σε εξέλιξη 4ου παγκόσμιου πολέμου. Δεν ήταν μεγάλη η ομιλία. Μπορεί όποιος ενδιαφέρεται να την διαβάσει (στα αγγλικά) εδώ. Για τις ανάγκες της εργατικής κριτικής (μας) θα μεταφέρουμε μεταφρασμένα μερικά αποσπάσματα:
Η παγκόσμια οικονομία βρίσκεται σε μια περίοδο μετασχηματιστικών αλλαγών. Μετά την πανδημία, τον αδικαιολόγητο πόλεμο της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας, την οπλοποίηση της ενέργειας, την ξαφνική επιτάχυνση του πληθωρισμού, καθώς και τον εντεινόμενο ανταγωνισμό ανάμεσα στις ΗΠΑ και στην Κίνα, οι τεκτονικές πλάκες της γεωπολιτικής μετατοπίζονται γρηγορότερα.
Είμαστε μάρτυρες ενός κατακερματισμού της παγκόσμιας οικονομίας σε ανταγωνιζόμενα μπλοκ, με το κάθε μπλοκ να προσπαθεί να τραβήξει όσο μεγαλύτερο μέρος του κόσμου γίνεται κοντύτερα στα στρατηγικά του συμφέροντα και στις κοινές αξίες. Κι αυτός ο κατακερματισμός μπορεί να συσσωματωθεί γύρω από δύο μπλοκ υπό την ηγεσία των δύο μεγαλύτερων οικονομιών του κόσμου.
Όλα αυτά μπορεί να έχουν εκτεταμένες επιπτώσεις σε πολλούς τομείς της ασκούμενης πολιτικής. Και σήμερα με τις παρατηρήσεις μου θα ήθελα να εξερευνήσω τι επιπτώσεις μπορεί να υπάρχουν για τις κεντρικές τράπεζες.
Εν συντομία, μπορεί να δούμε δύο σοβαρές επιπτώσεις στο περιβάλλον της ασκούμενης πολιτικής των κεντρικών τραπεζών: πρώτον, μπορεί να δούμε μεγαλύτερη αστάθεια καθώς η ελαστικότητα της παγκόσμιας προσφοράς μειώνεται∙ και δεύτερον, μπορεί να δούμε μεγαλύτερη πολυπολικότητα καθώς οι γεωπολιτικές εντάσεις συνεχίζουν να οξύνονται.
Μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, ο κόσμος επωφελήθηκε από ένα αξιοσημείωτα ευνοϊκό γεωπολιτικό περιβάλλον. Κάτω απ’ την ηγεμονική ηγεσία των ΗΠΑ, οι βασισμένοι σε κανόνες διεθνείς οργανισμοί άνθησαν και το παγκόσμιο εμπόριο επεκτάθηκε. Αυτό οδήγησε σε ένα βάθεμα των παγκόσμιων αλυσίδων [παραγωγής] αξίας και, καθώς η Κίνα εντάχθηκε στην παγκόσμια οικονομία, σε μια μαζική αύξηση της παγκόσμιας προσφοράς εργασίας.
Σαν αποτέλεσμα, η παγκόσμια προσφορά έγινε πιο ελαστική στις αλλαγές της εγχώριας ζήτησης, οδηγώντας σε μια μακρά περίοδο σχετικά χαμηλού και σταθερού πληθωρισμού. Αυτό, με τη σειρά του, στήριξε ένα πλαίσιο πολιτικής στο οποίο οι ανεξάρτητες κεντρικές τράπεζες θα μπορούσαν να επικεντρωθούν στη σταθεροποίηση του πληθωρισμού κατευθύνοντας την ζήτηση χωρίς να χρειάζεται να δίνουν μεγάλη προσοχή σε διαταραχές της προσφοράς.
Αλλά αυτή η περίοδος σχετικής σταθερότητας μπορεί τώρα να δίνει τη θέση της σε μια διαρκή αστάθεια, με αποτέλεσμα χαμηλότερη ανάπτυξη, υψηλότερο κόστος και πιο αβέβαιες εμπορικές εταιρικές σχέσεις. Αντί για την πιο ελαστική παγκόσμια προσφορά, μπορεί να αντιμετωπίσουμε τους κινδύνους επαναλαμβανόμενων σοκ στην προσφορά…
Αυτό έχει γίνει περισσότερο ορατό στην Ευρωπαϊκή ενεργειακή κρίση, αλλά εκτείνεται επίσης σε άλλες κρίσιμες προμήθειες. Σήμερα οι ΗΠΑ εξαρτώνται απόλυτα από εισαγωγές τουλάχιστον 14 κρίσιμων ορυκτών. Και η Ευρώπη εξαρτάται από την Κίνα για το 98% των αναγκών της σε σπάνιες γαίες. Οι διακοπές εφοδιασμού σ’ αυτά τα μέτωπα θα μπορούσαν να επηρεάσουν κρίσιμους τομείς της οικονομίας, όπως η αυτοκινητοβιομηχανία και η μετάβασή της στην παραγωγή ηλεκτρικών οχημάτων.
Σαν αντίδραση, οι κυβερνήσεις νομοθετούν για να αυξήσουν την ασφάλεια των προμηθειών, ειδικά με τον Inflation Reduction Act στις ΗΠΑ, και την ατζέντα στρατηγικής αυτονομίας στην Ευρώπη. Όμως αυτά μπορεί, με τη σειρά τους, να επιταχύνουν τον κατακερματισμό, καθώς οι εταιρείες προσαρμόζονται περιμένοντας. Πράγματι, μετά την Ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, το ποσοστό των παγκόσμιων εταιρειών που σχεδιάζουν να περιφερειοποιήσουν τις προμηθευτικές τους αλυσίδες διπλασιάστηκε – περίπου στο 45% – σε σύγκριση με ένα χρόνο πριν.
… Μια πρόσφατη μελέτη βασισμένη σε στοιχεία απ’ το 1900 διαπίστωσε ότι οι γεωπολιτικοί κίνδυνοι έχουν οδηγήσει σε υψηλό πληθωρισμό, χαμηλότερες οικονομικές δραστηριότητες και πτώση του παγκόσμιου εμπορίου. Και η ανάλυση της ΕΚΤ εκτιμάει παρόμοια αποτελέσματα μπορεί να αναμένονται για το μέλλον. Αν οι παγκόσμιες εφοδιαστικές αλυσίδες κομματιαστούν κατά μήκος γεωπολιτικών γραμμών, η παγκόσμια αύξηση των τιμών καταναλωτή μπορεί να κινείται μεταξύ του 5% βραχυπρόθεσμα και σχεδόν 1% μακροπρόθεσμα. Αυτές οι αλλαγές δείχνουν ότι μια δεύτερη αλλαγή βρίσκεται σε εξέλιξη στο περιβάλλον των κεντρικών τραπεζών: μπορεί να δούμε τον κόσμο να γίνεται περισσότερο πολυπολικός.
Κατά την διάρκεια της Pax Americana μετά το 1945, το αμερικανικό δολάριο ενισχύθηκε σταθερά ως το παγκόσμιο αποθεματικό νόμισμα και μέσο συναλλαγών, και πιο πρόσφατα το ευρώ ανέβηκε στη δεύτερη θέση. Αυτό είχε μια σειρά από – κυρίως ευεργετικές – επιπτώσεις για τις κεντρικές τράπεζες. Για παράδειγμα η ικανότητα των κεντρικών τραπεζών να δρουν ως «ο μαέστρος της διεθνούς ορχήστρας» όπως σημειώνει ο Keynes, ή το να μπορούν οι εταιρείες να τιμολογούν στα εγχώρια νομίσματά τους, έκανε τις τιμές των εισαγωγών πιο σταθερές.
Παράλληλα, οι δυτικές δομές πληρωμών απέκτησαν έναν αυξανόμενο παγκόσμιο ρόλο. Για παράδειγμα, την δεκαετία μετά την πτώση του Τείχους του Βερολίνου, ο αριθμός των κρατών που χρησιμοποιούσαν το δίκτυο εκκαθάρισης πληρωμών SWIFT υπερδιπλασιάστηκε. Και το 2020 πάνω απ’ το 90% των διασυνοριακών συναλλαγών γινόταν μέσω του SWIFT. Αλλά τώρα τα καινούργια εμπορικά πρότυπα μπορεί να έχουν συνέπειες στις πληρωμές και στα διεθνή συναλλαγματικά αποθέματα.
Τις τελευταίες δεκαετίες η Κίνα έχει αυξήσει πάνω από 130 φορές το διμερές εμπόριο αγαθών με τις αναδυόμενες αγορές και τις αναπτυσσόμες οικονομίες, και η χώρα αυτή έχει γίνει επίσης ο κορυφαίος εξαγωγέας στον κόσμο. Μια πρόσφατη έρευνα δείχνει ότι υπάρχει σημαντική συσχέτιση ανάμεσα στο εμπόριο μιας χώρας με την Κίνα και στα αποθέματα που διατηρεί σε γουάν. Τα νέα εμπορικά πρότυπα μπορεί επίσης να οδηγήσουν σε νέες συμμαχίες. Μια μελέτη διαπιστώνει ότι οι συμμαχίες μπορεί να αυξήσουν το μερίδιο ενός νομίσματος στα αποθεματικά κάθε εταίρου του κατά περίπου 30%.
Όλα αυτά θα μπορούσαν να δημιουργήσουν μια ευκαιρία για ορισμένες χώρες που επιδιώκουν να μειώσουν την εξάρτησή τους απ’ τα δυτικά συστήματα πληρωμών και τα νομισματικά πλαίσια, είτε για λόγους πολιτικής προτίμησης, οικονομικών εξαρτήσεων, είτε λόγω της χρήσης των οικονομικών κυρώσεων την τελευταία δεκαετία.
Μη δημοσιευμένα στοιχεία και επίσημες δηλώσεις δείχνουν ότι ορισμένες χώρες σκοπεύουν να αυξήσουν τη χρήση εναλλακτικών λύσεων για την τιμολόγηση του διεθνούς εμπορίου σε μεγάλα παραδοσιακά νομίσματα, όπως το κινεζικό γουάν ή η ινδική ρουπία. Βλέπουμε επίσης αυξημένη συσσώρευση χρυσού ως εναλλακτικού αποθεματικού ενεργητικού, που πιθανά καθοδηγείται από χώρες με στενούς γεωπολιτικούς δεσμούς με την Κίνα και την Ρωσία. Υπάρχουν επίσης προσπάθειες να δημιουργηθούν εναλλακτικές λύσεις στο SWIFT. Από το 2014 η Ρωσία έχει αναπτύξει ένα τέτοιο σύστημα για εσωτερική και διασυνοριακή χρήση, με περισσότερες από 50 τράπεζες σε 12 χώρες να το χρησιμοποιούν το 2022. Και από το 2015 η Κίνα έχει δημιουργήσει το δικό της σύστημα εκκαθάρισης πληρωμών σε γουάν.
Αυτές οι εξελίξεις δεν υποδηλώνουν επικείμενη απώλεια κυριαρχίας του δολαρίου των ΗΠΑ ή του ευρώ. Μέχρι στιγμής τα στοιχεία δεν δείχνουν ουσιαστικές αλλαγές στη χρήση των διεθνών νομισμάτων. Ωστόσο υποδεικνύουν ότι το καθεστώς νομίσματος διεθνούς χρήσης δεν μπορεί πια να θεωρείται δεδομένο.
…