Δευτέρα 19 Δεκέμβρη>> Στις 16 Δεκέμβρη ο «ριζοσπάστης», κάτω απ’ τον τίτλο ψήφισμα – πλυντήριο των σκανδάλων και της διαφθοράς, είχε ένα ενδιαφέρον ρεπορτάζ για το πως οι καλοπληρωμένοι ευρωβουλευτές αντιλαμβάνονται τους εαυτούς τους και τις «ομάδες πίεσης». Στη σκιά των κατηγοριών κατά μιας απ’ τις αντιπροέδρους του για δωροδοκία απ’ το κατάρ (Καϊλή) το ευρωκοινοβούλιο εξέδωσε ένα ψήφισμα που ανάμεσα σ’ άλλα υπερασπίζεται τους λομπίστες:
… Λαμβάνοντας υπόψη ότι η ικανότητα των εκπροσώπων ομάδων συμφερόντων να επηρεάζουν τη λήψη αποφάσεων στο Κοινοβούλιο επιχειρηματολογώντας αποτελεί ζωτικό στοιχείο της ευρωπαϊκής δημοκρατίας… (κλπ, κλπ).
Τι είναι αυτό το τόσο σημαντικό για την «δημοκρατία» που μας διέφευγε (λέμε τώρα…) ε; Τι είναι οι λομπίστες; Μπορούμε να φανταστούμε κάτι σαν πανάκριβα γραφεία δικηγορικά + δημόσιων σχέσεων, που φροντίζουν να έχουν γνωριμίες και σχέσεις όχι μόνο με (ευρω)βουλευτές αλλά και με τα στελέχη των γραφείων τους. Αν αυτές οι «δομές» δεν έχουν μόνιμα μόνο έναν πελάτη (κάποια εταιρεία ή ομάδα εταιρειών), αναλαμβάνουν κατά παραγγελία (επ’ αμοιβή) “υποθέσεις”, δηλαδή την προώθηση του Χ ή του Ψ συμφέροντος «πιάνοντας» είτε κατευθείαν (ευρω)βουλευτές, είτε κάποιους απ’ τα γραφεία τους: προσφορά γεύματος με ή άνευ ποτού είναι ένας απλός τρόπος για «να τα πούμε, να σου εξηγήσω». Για την αρχή μιας γνωριμίας-με-σπουδαίο-μέλλον…
Άσχετα με το περιεχόμενό του (αν, δηλαδή, πρόκειται για λόμπινγκ υπέρ των αγροτικών συλλόγων της Σαρδηνίας ή υπέρ των βιομηχάνων χάλυβα της γερμανίας) όπως κι αν το δει κάποιος, πρόκειται για παραπολιτικούς μηχανισμούς, για παραπολιτικές διαδικασίες. Σύμφωνα με το τυπικό manual τα (όποια) συμφέροντα οργανώνονται, αντιπροσωπεύονται και εκφράζονται με δημόσια γνωστές διαδικασίες και πρόσωπα, και πάντως όχι παρασιτικά. Όμως αυτό είναι μόνο το τυπικό και όχι το ουσιαστικό. Πολύ περισσότερο που τέτοιου είδους «ζωτικά στοιχεία» αποδεικνύουν, αν χρειαζόταν, ότι το «δημοκρατία» είναι ευφημισμός, και ότι στην πραγματικότητα ζούμε σε ολιγαρχικά καθεστώτα.
Σε ανύποπτο (;) χρόνο, στο χάρτινο Sarajevo νο 78 (Νοέμβρης 2013), κάτω απ’ τον τίτλο κοινοβουλευτισμός, εξουσία, κράτος, είχαμε (ανα)δημοσιεύσει και τα εξής:
…Ας ξεκινήσουμε από τη διαμόρφωση της πολιτικής απόφασης μέσα στο κράτος. Ο τρόπος με τον οποίο λαμβάνονται οι αποφάσεις αυτές είναι γνωστός σε κάθε αναγνώστη εφημερίδας· αυτός προκύπτει από τον κοινοβουλευτικό έλεγχο στο εκτελεστικό, από τη βεμπεριανή ιδέα μιας εκτελεστικής κορυφής πολιτικής τάξης την οποία αρμόζει να διευθύνει ένας γραφειοκρατικός μηχανισμός, σύμφωνα με τη δική της θεώρηση, και κάτω από την υπευθυνότητά της. Πολύ συχνά οι αποφάσεις πάνω σε κρίσιμα πολιτικά ζητήματα προκύπτουν μάλλον από μια άτυπη διαδικασία διαπραγμάτευσης μεταξύ αντιπροσώπων στρατηγικών ομάδων που δρουν στους ιδιωτικούς και δημόσιους χώρους διαμόρφωσης της δημόσιας πολιτικής. Συμβουλές, διαπραγματεύσεις, αμοιβαία πληροφόρηση, ασαφείς τεχνικές εκτίμησης της δυναμικότητας της αντίστασης ή υποστήριξης σε μια καθορισμένη πολιτική, παίρνουν έναν ρόλο που δεν μπορεί να θεωρηθεί εντελώς συμπληρωματικός. Δύο όψεις αυτής της διαδικασίας διαμόρφωσης της δημόσιας πολιτικής είναι χαρακτηριστικές. Η μία είναι ο ισχυρός συντελεστής λειτουργικής αντιπροσώπευσης, η άλλη είναι η απουσία δημοκρατικής νομιμοποίησης. Αυτά τα παρα-κοινοβουλευτικά και παρα-γραφειοκρατικά προτσέσσα λήψης των αποφάσεων, περιγράφονται σα νεο-κορπορατιβίστικες μέθοδοι μεσολάβησης των συμφερόντων.
Αν αυτά είναι τα δοσμένα χαρακτηριστικά, είναι λογικό ότι οι ενδιαφερόμενοι έχουν όλους τους λόγους για να κρατηθούν όσο το δυνατό μακρύτερα από τα μάτια του κοινού, κι ακόμη από κείνα τα τμήματα του εκλογικού σώματος του οποίου αυτοί θα πρέπει ν’ αντιπροσωπεύσουν την λεπτεπίλεπτη ανταλλαγή προτάσεων, πληροφοριών, απειλών. Αυτό το συγύρισμα δε χρησιμοποιείται μόνο στο διεθνή ή υπερεθνικό χώρο, όπου έχει την πιο παλιά παράδοση, αλλά επίσης όλο και περισσότερο στις αποφάσεις που αφορούν την εσωτερική πολιτική, ιδιαίτερα στο χώρο των οικονομικών πολιτικών. Αναπτύσσουν ενεργό μέρος πρόσωπα που προέρχονται από την κυβέρνηση, και από τους μεγάλους συνεταιρισμούς επιχειρήσεων· η μοναδική “νομιμοποίησή” τους συνίσταται στον έλεγχο μιας αξιοσημείωτης “δυναμικής κωλυσιεργίας” την οποία προπαρασκευάζουν για να στηρίξουν την συζητούμενη πολιτική. Η συγκατάθεση που βρίσκεται στη βάση των πλέον σημαντικών πολιτικών του κράτους δεν προκύπτει από ένα δημοκρατικό προτσέσσο, όπως θα έπρεπε να συμβεί εξαιτίας της ισχύος των δημοκρατικών θεσμών, αλλά είναι μια συγκατάθεση που προκύπτει από άτυπες και σ’ υψηλό βαθμό μυστικές διαπραγματεύσεις ανάμεσα σ’ αντιπροσώπους λειτουργικών ομάδων με ελλιπή νομιμοποίηση. Αυτή είναι μια συγκατάθεση υποκατάστατο που παίρνει τη θέση ενός δημοκρατικού θεσμού, η ικανότητα του οποίου να δημιουργεί ενότητα είναι εντελώς αμφισβητήσιμη.
Υπάρχει ένα άλλο όμοια γνωστό μέσο για την παροχή ενός ορισμένου βαθμού νομιμοποίησης και αποδοχής αυτού του παρα-κοινοβουλευτικού τρόπου διαμόρφωσης των αποφάσεων: η εμπλοκή των επιστημόνων. Το φαινόμενο μπορεί να αναχθεί στη συνθετότητα των προβλημάτων και στην εξάρτηση των κατόχων εξουσίας που λαμβάνουν τις αποφάσεις από τη γνώμη των τεχνικών. Μα μπορούμε πάντα ν’ αναρωτηθούμε αν αυτά τα επιχειρήματα αρκούν για να εξηγήσουν την παρουσία των επιστημόνων στους νεο-κορπορατιβίστικους τρόπους μεσολάβησης των συμφερόντων· ή αν, αντίθετα, αυτοί εκπληρούν επίσης τη λειτουργία του αποκλεισμού φανερών αξιώσεων των “μη ειδικών” να ακούγονται. Τελικά, μόλις ένα ζήτημα απαιτήσει θεσμικά μια επιστημονική αρμοδιότητα και γνωμοδότηση, ο χώρος των νόμιμα εμπλεκόμενων περιορίζεται δραστικά.
Ο μηχανισμός αυτός, χρησιμοποιούμενος για παράδειγμα με τις ομάδες των οικονομικών συμβούλων, προκάλεσε ισχυρές αντιρρήσεις από τη μεριά των συνδικάτων· τα οποία παρατήρησαν ότι η συνήθεια να περιβάλλονται οι κάτοχοι εξουσίας που λαμβάνουν αποφάσεις από ειδικούς της οικονομικής πολιτικής δεν έχει άλλο σκοπό ή λειτουργία από το να αποκλείσει τις απόψεις τους. Αντικαθιστώντας δημοκρατικές διαδικασίες διαμόρφωσης της συγκατάθεσης μ’ αυτές τις άλλες μεθόδους λύσης της σύγκρουσης, οι κυβερνητικές ελίτ αποφεύγουν τους “επίσημους” πολιτικούς θεσμούς και με σταθερότητα αναζητούν μη πολιτικές μορφές στα προτσέσσα λήψης των αποφάσεων….
Για την δική μας ανάλυση το ζήτημα θα μπορούσε (μόνον επιφανειακά…) να θεωρείται δεδομένο. Ευκολάκι. Τι είναι η μορφή κράτος μαζί με τις πολιτικές της βιτρίνες; Το κόμμα του κεφάλαιου! Σωστό… αλλά όχι τόσο απλά.Το χειροπιαστό παράδειγμα είναι πολύ πρόσφατο για να ξεχαστεί. Ξαφνικά (;) εμφανίζεται μπροστά στο πόπολο μια “επιτροπή ειδικών” που μέρα μπαίνει μέρα βγαίνει του διδάσκει / επιβάλει το πως και πόσο θα πεθάνει, τους όρους της επιβίωσής του, τα όρια της καθημερινότητάς του, κι όλα τα υπόλοιπα της”προσευχής των 6.00″ – θυμίζουμε το 2020 και το 2021… (Το ίδιο έγινε παντού στον “πολιτισμένο” κόσμο…) Εμφανίζονται αυτοί σαν “σύμβουλοι της κυβέρνησης”, άρα “σύμβουλοι του πολιτικού”, φυτευτοί∙ αν και στο μεγαλύτερο μέρος της σύνθεσής τους είναι το λόμπι των φαρμακομαφιών στα μέρη μας. Το σημαντικό είναι ότι αυτή η διπλοπρόσωπη τεχνογραφειοκρατία / λόμπι έχει, αποκτάει, δημόσια εξουσία. Είναι μεν δοτή αυτή η εξουσία αλλά για ικανό χρονικό διάστημα θεωρείται “ζωτικό στοιχείο της δημοκρατίας” – και ως τέτοιο εμφανίζεται να υπερέχει του τυπικού “πολιτικού”, δηλαδή των βιτρινών, χωρίς να χρειάζεται να αποκαλύψει για ποιον δουλεύει. Και η σημασία αυτού του “πόλου εξουσίας”, που για συντομία θα συμφωνούσαμε ότι είναι νεο-κορπορατιβίστικος, έγκειται αφενός στο ότι αποσπάει εύκολα, δια περιπάτου, την “λαϊκή νομιμοποίηση”∙ αφετέρου στο ότι (χάρη και σ’ αυτήν τη νομιμοποίηση) κρύβει το κεφάλαιο (τον κάθε κτηνίατρο ceo) με τρόπο που οι παραδοσιακές πολιτικές βιτρίνες μόνες τους δεν θα τα κατάφερναν. Πρόκειται λοιπόν για οφθαλμοφανή (και καθόλου τυχαία ή ευκαιριακή) αναδιάρθρωση της εξουσίας∙ της άσκησης και της εκφοράς της.
Το ότι μας ενδιέφερε τότε, παλιά (και μας ενδιαφέρει πάντα) η συγκρότηση, τα χαρακτηριστικά και οι αναδιαρθρώσεις της μορφής – κράτος ας πούμε ότι αποδεικνύει πόσο «ψέκα» είμαστε… Μόνο που τα πιο πάνω αποσπάσματα δεν ήταν δικά μας – πράγμα που σημαίνει ότι παλιά (;) οι “ψέκα” ήταν πολλοί. Προέρχονταν απ’ το σύντομο αθηναϊκό πολιτικό περιοδικό το κοινωνικό κίνημα, (2ο τεύχος, τέλη 1984), και ήταν από μια σειρά ενδιαφερόντων άρθρων του πράσινου / εναλλακτικού βερολινέζου κοινωνιολόγου Claus Offe, γραμμένων μεταξύ 1980 και 1984. Οπότε όχι εξαιτίας «σκανδάλων» αλλά πριν 40 χρόνια θα μπορούσε κάθε ενδιαφερόμενος με κριτική σκέψη να έχει υπόψη του τόσο τον τότε και έκτοτε μετασχηματισμό, όσο και τα χαρακτηριστικά και τους σκοπούς του.
Τώρα βρίσκεται ξανά σε εξέλιξη ένας ακόμα μετασχηματισμός, μια ακόμα αναδιάρθρωση της μορφής – κράτος∙ ριζική. Την υποδείξαμε αποσπασματικά από το 2020 και μετά∙ θα επανέλθουμε πιο συνεκτικά σύντομα. Αλλά ποιούς ενδιαφέρει σοβαρά και, κυρίως, ποιοι, πως, σε ποιο κοινωνικό κίνημα είναι σε θέση να αξιοποιήσουν τέτοια κριτική επίγνωση; Η πολύ πικρή αλήθεια είναι ότι βρισκόμαστε περίπου στο μηδέν.
Σαν επιμύθιο ένα ακόμα απόσπασμα, αυτή τη φορά απ’ τον καθεστωτικό «spiegel» στις 4 Δεκέμβρη του 2013 (απ’ το χάρτινο Sarajevo νο 80):
Τίτλος: οι λομπιστές είχαν σημαντικό ρόλο στον σχηματισμό της γερμανικής κυβέρνησης συνασπισμού.
Ρεπορτάζ: Καθώς η σκόνη κατακάθεται στο Βερολίνο, μια ομάδα είναι ο αναμφισβήτητος νικητής στην απόφαση σχηματισμού συμμαχικής κυβέρνησης: οι γερμανοί λομπίστες. Όταν πρόκειται για την διαμόρφωση της πολιτικής, τα επιχειρηματικά συμφέροντα επιδιώκουν ακόμα μεγαλύτερη επιρροή στις εθνικές αποφάσεις.
…
Αν και υπάρχουν από 5.000 έως 6.000 λομπίστες στη γερμανική πρωτεύουσα, δεν υπάρχουν αξιόπιστα στοιχεία για το ποιές ομάδες απ’ αυτούς ασκούν επιρροή που, ή για τα ποσά χρημάτων που χρησιμοποιούνται. Διαφέροντας από πολλές άλλες χώρες της ε.ε., η γερμανία δεν έχει μητρώο για τους λομπίστες, και είναι η μόνη χώρα των g-20, μαζί με την ιαπωνία, που δεν έχει υπογράψει την σύμβαση του οηε κατά της κοινοβουλευτικής διαφθοράς.
Τις τελευταίες εβδομάδες, τα προσχέδια των θέσεων των δύο κομμάτων έφταναν στα e–mails των βουλευτών του Βερολίνου, και ύστερα διοχετεύονταν στους λομπίστες που δουλεύουν για σημαντικές επιχειρήσεις και άλλα ειδικά συμφέροντα. Οι λομπίστες, με τη σειρά τους, χρησιμοποιούσαν τα smartphones τους, και τους λογαριασμούς τους στο facebook και το twitter για να μεταφέρουν τις γνώμες τους, και έτσι άφησαν τα δικά τους σημάδια στα ντοκουμέντα της κυβερνητικής συνεργασίας μεταξύ του κεντροαριστερού σοσιαλδημοκρατικού κόμματος και των συντηρητικών.
… Οι ενεργειακές βιομηχανίες ήταν ιδιαίτερα δραστήριες. Υπήρχε ένα θέμα ζωής και θανάτου για τις μεγάλες ενεργειακές επιχειρήσεις στις διαπραγματεύσεις των δύο κομμάτων. Η RWE, που έχει έδρα στο Essen, δημιούργησε επί τούτου ένα στρατηγείο, όπου έφταναν όλες οι πληροφορίες απ’ τους κομματικούς διαπραγματευτές, αναλύονταν και σχολιάζονταν απ’ τους ειδικούς της.
Όταν, για παράδειγμα, διαπίστωσαν ότι τα πρώτα σχέδια συμφωνίας των δύο κομμάτων δεν ανέφεραν οτιδήποτε για τις κυβερνητικές ενισχύσεις στα θερμοηλεκτρικά εργοστάσια, οι ενεργειακές εταιρείες κινητοποίησαν όλους τους διαθέσιμους λομπίστες, και τους ηγέτες των συνδικάτων, καλώντας τους να επέμβουν. Οι ηλεκτρικές εταιρείες συγκέντρωσαν επίσης τα πυρά τους στα σχέδια των δύο κομμάτων να αυξήσουν την φορολόγηση των πυρηνικών μονάδων και να αναγκάσουν αυτές τις επιχειρήσεις να συνεισφέρουν σ’ ένα ταμείο για την διάλυση των πυρηνικών εργοστασίων που θα κλείσουν. Οι προσπάθειές τους ήταν πετυχημένες, και τα σχετικά σχέδια πετάχτηκαν στα σκουπίδια…
(Αν είναι να πέσετε απ’ τα σύννεφα φορέστε κράνος…)