Βρίζοντας το κοινό

Δευτέρα 22 Μάρτη.>> Τέσσερα βιβλία κανονικού μεγέθους των 250 σελίδων το καθένα, μόνο το κείμενο, xωρίς φωτογραφίες: τόσα χοντρικά είναι αυτά που έχουν γραφτεί εδώ σχετικά με τον τσαχπίνη μέσα σ’ ένα χρόνο.

Έχει κανείς την αίσθηση ότι έχει διαβάσει χίλιες (1000) σελίδες βιβλίου στην ασταμάτητη μηχανή; Μάλλον απίθανο. Το καθημερινό τρίλεπτο ή τετράλεπτο (τόσο χρειάζεται η ανάγνωση) και το καθημερινό πεντάωρο ως οκτάωρο (τόσο χρειάζεται το ψάξιμο και το γράψιμο) είναι δυο μεγέθη τόσο άνισα ώστε κάποια στιγμή δικαιούται να αναρωτηθεί (ο «παραγωγός»…) what for?… και ο μέσος «καταναλωτής» να μην μπορεί να δώσει μιαν απάντηση που να φέρει μια κάποια ισορροπία… Εν τέλει ο μέσος «καταναλωτής» έχει τον χρόνο με την μεριά του, μπορεί να σερφάρει στον κυβερνοχώρο ή μπορεί να ελεεινολογήσει αυτά που διάβασε. Αντίθετα ο «παραγωγός» έχει σταθερά τον χρόνο εναντίον του: πρέπει να προλάβει (την καπιταλιστική / κρατική κίνηση…) έγκαιρα και έγκυρα· και πρέπει να το κάνει θεωρώντας τον κάθε άγνωστο αναγνώστη σαν υψηλής νοημοσύνης και ηθικής…

Αυτά τα δεδομένα είναι καταραμένα. Και έγιναν ακόμα σκληρότερα απ’ την στιγμή που ο μέσος «καταναλωτής» ασταμάτητης μηχανής άρχισε να πολλαπλασιάζεται εδώ και πολλούς μήνες· τσαχπίνης γαρ. Όσες (πολιτικές) εξηγήσεις κι αν βρήκε ο «παραγωγός» για να είναι συνεπής σε ένα καθημερινό ραντεβού με μερικές χιλιάδες αγνώστων, δεν θα μπορούσε να αποφύγει αυτό το συνειδησιακό όριο: οι αναγνώστες έχουν την τάση να νοιώθουν «πελάτες» και να συμπεριφέρονται ανάλογα (πάντα έχουν δίκιο!), όμως η ασταμάτητη μηχανή δεν είναι μαγαζί, δεν «πουλάει» κάτι για να πανηγυρίζει με την «αύξηση της πελατείας»! Κι όμως: τα «καταναλωτικά ήθη» ήταν / είναι πάντα εκεί, μπροστά της, στην «άλλη μεριά του σήματος», σ’ αυτές τις χιλιάδες των άγνωστων «επισκεπτών» – κάποτε και στους γνωστούς.

Αφού τέτοιες είναι οι γενικές ιδεολογικές συνθήκες, τα μέσα κοινωνικά ήθη (και όχι οι προθέσεις και οι στόχοι του «παραγωγού»…) που καθορίζουν την πρόσληψη αυτού του καθημερινού τρίλεπτου, τετράλεπτου, τότε what for? τα πολύωρα, ανελέητα νυχτέρια; Κι αν ο κάθε κουφιοκέφαλος κανίβαλος ή το κάθε κοπρόσκυλο των κλασσικών media ή των antisocial media μπορεί, κοιτώντας απ’ την κλειδαρότρυπα του σκοταδιού του να αυτοϊκανοποιείται αφοδεύοντας πάνω σ’ αυτά τα ξενύχτια, τότε πως οι υπόλοιποι «καταναλωτές» μπορούν να τον πετάξουν με τις κλωτσιές έξω απ’ το «κοινό», ώστε να αποκατασταθεί μια κάποια ελάχιστη ίσως αλλά οπωσδήποτε έντιμη κοινότητα; Θέλουν, άραγε, καν και καν, να διαχωριστούν απ’ την σαβούρα που είναι βέβαια «μακριά» σαν φυσική απόσταση αλλά εντελώς δίπλα σαν ψηφιακή; Ο κόσμος των ψηφιακών μεσολαβήσεων περιλαμβάνει μεγάλες δυνατότητες συνειδησιακής, διανοητικής υποτίμησης και λίγες ανατίμησης· η εξωτερίκευση και η ανάδευση της σαβούρας έχει γίνει όπλο των κυρίαρχων· το θηρίο της «ψηφιακής κουλτούρας» (έτσι λέγεται;) καταβροχθίζει πολλά..

Η ασταμάτητη μηχανή δεν έχει οριστικές απαντήσεις για όλα αυτά· αλλά δεν θέλει να μείνει αδρανής. Υποστηρίζει ότι το μέσο δεν είναι το μήνυμα (όπως ισχυριζόταν ο Μακ Λούαν)· ωστόσο το μικροαστικό σκουπιδαριό που μπορεί να σκεπάσει οποιοδήποτε μέσο είναι ένα πολύ δυσοίωνο μήνυμα! Και όχι μόνο “μήνυμα”.

Οι καιροί στους οποίους μας έχουν σπρώξει δεν επιτρέπουν φιλαυτίες, ναρκισσισμούς, κολακείες. Δεν επιτρέπουν επίσης (αυτό δείτε το σαν ζήτημα αρχής) το τυφλό κυνήγι των «likes», όπως κι αν εκδηλώνονται. Έφτασε, λοιπόν, η στιγμή να αλλάξει η ασταμάτητη μηχανή. Το είχε υπονοήσει απ’ τις 1 Μάρτη: έγραφε τότε για τα γενέθλιά της, ότι έγινε (στην ψηφιακή εκδοχή της) 5 χρονών, και πως έχει δόντια. Δαγκώνει. Ακόμα κι αν πρέπει τώρα να δαγκώσει τη γλώσσα της.

Από σήμερα η ασταμάτητη μηχανή γίνεται εβδομαδιαία· αντί για καθημερινή. Μια φορά την εβδομάδα, κάθε Δευτέρα ή Τρίτη· και μόνο σε (κατά την κρίση της) εξαιρετικά επείγουσες καταστάσεις άλλη μια μέρα, όποια χρειαστεί. Αλλά, το ξαναλέμε, αυτό το τελευταίο θα είναι εξαίρεση. Ο κανονικός ρυθμός της θα είναι εβδομαδιαίος. Μια συνειδητή άρνηση εργασίας, άρνηση της κατανάλωσής της και της απονεύρωσής της μέσω της αλλοτρίωσης και της συνήθειας· μια άρνηση με situ καταβολές (το αναγνωρίζει).

Αυτό σημαίνει, φυσικά, λιγότερη ύλη· και πιο επιλεκτική. Απ’ την άλλη μεριά θα απελευθερωθεί χρόνος για να πέσει μεγαλύτερο βάρος στα άλλα δύο σκέλη του project Sarajevo/αόρατες πόλεις: στο Sarajevo.pdf και στα τετράδια για εργατική χρήση. Μεγαλύτερη προσοχή στην εμβάθυνση· αλλά, επίσης, μεγαλύτερη προσοχή σε όσες / όσους εννοούν να υποστηρίζουν στον έναν ή στον άλλο βαθμό το εγχείρημα.

Δεν είναι μια απόφαση εν θερμώ· το αντίθετο. Είναι όμως μια απόφαση θυμωμένη. Εδώ και πολύ καιρό. Ο θυμός δεν έγινε εμπόδιο στην όσο το δυνατό αρτιώτερη καθημερινή εργατική αντιπληροφόρηση και κριτική· αλλά ήταν παρών πίσω τους. Πριν αποφασίσει να δαγκώσει την γλώσσα της η ασταμάτητη μηχανή έσφιξε τα δόντια για πολλούς μήνες. Θυμός όχι μόνο απέναντι στ’ αφεντικά – εκεί είναι αυτονόητος. Θυμός επίσης απέναντι στην αδράνεια, στις υπεκφυγές, στην ψυχολογικοποίηση, τις φτηνές δικαιολογίες· σ’ ότι τέλος πάντων ευνοείται απ’ τα καταναλωτικά (και αυτοκαταναλωτικά) ήθη και έθιμα.

Υπάρχει κάτι άδικο σ’ αυτήν την αλλαγή: αντιμετωπίζουμε τους πάντες σαν «μέσους καταναλωτές» ενώ δεν είναι έτσι. Το ξέρουμε. Ξέρουμε ότι υπάρχουν άγνωστοι αναγνώστες με τους οποίους θα άξιζε να αποκτήσουμε καλύτερη και ουσιαστικότερη σχέση· κι αυτοί / αυτές το ίδιο, απ’ την μεριά τους. Για τα δύσκολα που είναι μπροστά μας. Γι’ αυτό και η συγκεκριμένη απόφαση είναι προσωρινή, μεταβατική. Υπάρχουν κάποιες σκέψεις για μεγαλύτερες αλλαγές στο πως θα λειτουργεί αυτό εδώ το εργατικό, αυτόνομο, πολιτικό, ανταγωνιστικό site – αλλά χρειάζονται κάποιον χρόνο για να ωριμάσουν και να αποκτήσουν μορφή.

Όταν θα είναι έτοιμες θα τις ανακοινώσουμε.

Αυτά. Και μια αφιέρωση σ’ όσες / όσους έχουν ακόμα ψυχή και νοιώθουν τα λόγια και τα νοήματα:

Comments are closed.