Κυριακή 28 Φλεβάρη. Ύστερα από διαδοχικές επιθέσεις με ρουκέτες και diy νάρκες εναντίον στόχων του κατοχικού (αμερικανικού) στρατού στο ιράκ από ομάδες ανταρτών που θεωρούνται «φιλο-ιρακινές», το Joνυσταλεάν αποφάσισε να επιδείξει την «επιστροφή» του στη μέση Ανατολή, που δεν διαφέρει (σαν «πράξη νο 1») απ’ την «απουσία» του ψοφιοκουναβιστάν. Αποφάσισε να πολεμήσει την Τεχεράνη – κτυπώντας ιρακινούς αντάρτες – στο συριακό έδαφος! (Ο στόχος ήταν ο ίδιος μ’ εκείνον μιας αντίστοιχης πυραυλικής επίθεσης με την υπογραφή του ψόφιου κουναβιού: στο Abu Kamal, στα συρο-ιρακινά σύνορα, στις όχθες του Ευφράτη, τον Δεκέμβρη του 2019). Μπορεί κάποιος να θαυμάσει την συνέπεια και συνέχεια της πολιτικής γεωγραφίας α αλ αμερικέν· μπορεί όμως να προσέξει και την ομοιότητα: και το απαρτχάιντ ισραηλινό καθεστώς πολεμάει την Τεχεράνη κτυπώντας στο συριακό έδαφος… Με άλλα λόγια το συριακό πεδίο μάχης παρουσιάζει ως τώρα την εξής παράξενη ιδιαιτερότητα: είναι το έδαφος όπου όλο το μπλοκ της Αστάνα έχει εγκαταστήσει στρατό και υποδομές αλλά επίσης το έδαφος που ο (αντίπαλος) άξονας θεωρεί πως τον «παίρνει» να κάνει τον ως τώρα έμμεσο πόλεμό του.
Διάφοροι διεθνείς «αναλυτές» (θεωρούμενοι σοβαροί…) σχολιάζουν ότι το Joνυσταλεάν όντως συνιστά μια «αμερικανική επιστροφή» – στα τετριμμένα. Το λιγότερο που θα σχολιάζαμε είναι η ρηχότητα μιας τέτοιας διαπίστωσης. Πρώτον επειδή ποτέ η Ουάσιγκτον δεν εγκατέλειψε ούτε ένα πόντο απ’ τις στρατηγικές της επιδιώξεις στη μέση Ανατολή, ό,τι και να δήλωνε το ψόφιο κουνάβι· συνεπώς δεν βλέπουμε στα σοβαρά κάτι σαν «επιστροφή». (Πώς επιστρέφεις αν δεν έχεις φύγει;). Και δεύτερον επειδή εκείνο που πρακτικά συμβαίνει είναι μια προσπάθεια «προώθησης – μέσα – απ’ – την – παγίωση» των αμερικανικών κατοχών σε διάφορα σημεία του εδάφους, έναντι ενός σύνθετου αντιπάλου που προωθείται. Αργά ίσως ως τώρα αλλά προωθείται.
Η τακτική «με κτυπάς – σε κτυπάω» δοκιμάστηκε για τα καλά απ’ το ψοφιοκουναβιστάν στο ιρακινό πεδίο εναντίον των αντικατοχικών ανταρτών τα προηγούμενα ψοφιοκουναβικά χρόνια. Πού κατέληξε; Σε ανομολόγητη ήττα. Στην αναδίπλωση του κατοχικού στρατού από διάφορες περιφερειακές βάσεις προς το «κέντρο»: την Βαγδάτη και μερικές ακόμα πιο «κεντρικές» βάσεις. Oπότε αυτές και οι μεταξύ τους μεταφορές έγιναν στόχος. Γιατί κατέληξε εκεί; Επειδή ανάμεσα στον υπερεξοπλισμένο κατοχικό αμερικανικό στρατό και στους ελαφρά οπλισμένους αντικατοχικούς αντάρτες υπάρχει μια ασυμμετρία που είναι στρατηγικά υπέρ των δεύτερων (όπως και στο αφγανιστάν, για παράδειγμα): αυτοί τις αντέχουν τις απώλειες (σε νεκρούς), όσες κι αν είναι, επειδή η αιτία που πολεμούν είναι σαφής, εύλογη και νόμιμη. Αντίθετα οι κατοχικοί δεν τις αντέχουν.
Συνεπώς η ιδέα ότι η Ουάσιγκτον μπορεί να «πολεμήσει» την Τεχεράνη σε ιρακινό ή σε συριακό έδαφος είναι μια παραλλαγή του surge στο αφγανιστάν (όπως παλιότερα στο βιετνάμ), καταδικασμένη σε αποτυχία. Οι ιρακινοί αντάρτες θα συνεχίσουν να κτυπάνε αμερικανικούς στόχους φροντίζοντας οι κατοχικοί να έχουν διαρκώς μεγαλύτερες απώλειες (μπορούν να το κάνουν). Και το Joνυσταλεάν, αφου ξεκίνησε με “ισορροπημένη ανταπόδοση” (σκότωσε μόνο 27 σ’ αυτήν την πρόσφατη επίθεση…) θα είναι καταδικασμένο να «απαντάει» όλο και πιο λυσσασμένα. Αν, μάλιστα, αυξηθούν οι (δήθεν) «εκπαιδευτές» (νατοϊκής προέλευσης…) και διασκορπιστούν στην ιρακινή επικράτεια, τόσο το χειρότερο για δαύτους και τα κράτη τους…
Αυτή είναι η διαφορά της ισραηλινής απ’ την αμερικανική τακτική: το φασιστικό καθεστώς του Τελ Αβίβ δεν κινδυνεύει από απώλειες εκτός των συνόρων του. Φυσικά αυτό, στην προοπτική του ιστορικού χρόνου, δεν θα το γλυτώσει από εκείνο που προσπαθεί να αποφύγει… Είναι δίπλα – ενώ η αμερικανική έδρα είναι μακριά… Προς το παρόν όμως μπορεί να καμαρώνει ότι «πολεμάει» εκ του ασφαλούς, κάνοντας αεροπορικούς «περιπάτους»…