Παρασκευή 22 Γενάρη. Ο νυσταλέος Jo ορκίστηκε (σε μια θάλασσα σημαιών) και το γκουβέρνο του έπιασε δουλειά. Δουλειά για την περίπτωση του θα πρέπει να έχουν πιάσει και οι στοιχηματικές εταιρείες διεθνώς. Θα σώσει τίποτα; Τι; Πότε; Είναι δυσάρεστο αλλά είναι αλήθεια: ούτε να παρακμάσει με την ησυχία της δεν μπορεί αυτή η πρώην υπερδύναμη!
Εν τω μεταξύ οι καμπάνες στην Ουάσιγκτον κτυπάνε (υποχρεωτικά) και για τους close friends. Το ελλαδιστάν είναι τέτοιος. Κι αν οι πολιτικές βιτρίνες του ήταν ειλικρινείς θα παραδέχονταν ότι η «γραμμή» του ψόφιου κουναβιού (ή, πιο σωστά, του Πομπηία) για την ανατολική Μεσόγειο ήταν πιο πολλά υποσχόμενη σε σχέση με την «γραμμή» της προηγούμενης διοίκησης Obama στην οποια ο νυσταλέος είχε διατελέσει υπ.εξ. Στο κάτω κάτω της γραφής το ψόφιο κουνάβι προσέφερε στην έδρα του photo opportunities όχι σε έναν αλλά σε δύο έλληνες πρωθυπουργούς· ο Obama σε κανέναν.
Αλλά η παρακμή είναι παρακμή. Ο υπ.εξ. ρημαδό—–Νικόλας μπορεί να θεωρεί τον εαυτό του τυχερό που έχει ζήσει από πόστο εξουσίας την αποκαθήλωση τόσων και τόσων «σημαντικών φίλων του» – αλλά σε ότι αφορά τον ελληνικό ιμπεριαλισμό κάθε αμερικανική δυσκολία είναι μαχαιριά. Πολύ χειρότερο αν οι δυσκολίες είναι πολλές και μαζεμένες.
Ένα σύστημα (το ελληνικό) θεμελιωμένο ιστορικά, διαχρονικά και εθνικά στις γεωπολιτικές προσόδους, στο τι δηλαδή «προσέφερε» κάποια ή κάποιες μεγάλη/ες δύναμη/εις για το ελληνικό οικόπεδο λόγω της θέσης του στον χάρτη, πώς μπορεί να νοιώθει άραγε τώρα που ο μεγάλος σύμμαχος είναι άρρωστος, κι όπως λένε διάφοροι φίλοι και εχθροί του, σοβαρά άρρωστος; Τι σκέφτονται οι αρμόδιες πολιτικές βιτρίνες;
Δεν θα μας πουν. Πρέπει να το βρούμε μόνοι μας. Πριν όμως μια σύντομη ιστορική αναδρομή. Όχι για να πούμε κάτι καινούργιο. Αλλά για να θυμίσουμε ότι ο γεωπολιτικός προσοδισμός είναι συνώνυμος της ίδρυσης και της διαδρομής του νέου ελληνικού κράτους· πράγμα που σημαίνει ότι πάντα υπήρχε μια τουλάχιστον «μεγάλη δύναμη» που είχε ευρύτερο συμφέρον να διατηρεί μια special συμμαχία με το ελλαδιστάν· και κάποιες έξτρα παροχές προς τις δομές εξουσίας σ’ αυτό. Έτσι ώστε ο γεωπολιτικός πατερναλισμός και τα οφέλη του να είναι σύμφυτος με το πως οι έλληνες πατριώτες, άρχοντες και αρχόμενοι, αντιλαμβάνονται τους εαυτούς τους μέσα στον κόσμο.
Σύντομα λοιπόν: αφού για μερικές δεκαετίες μετά την δημιουργία του νέου ελληνικού κράτους (1832) οι ντόπιες ελίτ «σέρφαραν» ως προς τις επιδιώξεις τους για γεωπολιτικές προσόδους ανάμεσα στα συμφέροντα (και τις αντιθέσεις) των τριών «μεγάλων δυνάμεων», απ’ τις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα και μετά στράφηκαν κυρίως έως αποκλειστικά στην αυλή της μεγάλης βρετανίας. Ο ρόλος των «καραβοκύρηδων» και των ευρύτατων δικτύων τους (των εφοπλιστών και του σημαντικού εμπορικού ρόλου τους στην ευρώπη) ήταν καθοριστικός για την επιλογή αυτής της θαλασσοκράτειρας «μεγάλης δύναμης». Ουσιαστικά, στο βαθμό που το νέο ελληνικό κράτος ήταν σε θέση να έχει συγκροτημένη «εθνική» εξωτερική πολιτική (πράγμα που δεν ήταν πάντα δεδομένο…) η συμμαχία της Αθήνας με το Λονδίνο έγινε ων ουκ άνευ. Ακόμα κι αν αυτό συνεπαγόταν εμφύλιο πόλεμο (: «ο εθνικός διχασμός» και στη συνέχεια ο εμφύλιος…).
Όταν η αγγλική αυτοκρατορία άρχισε να καταρρέει, απ’ το τέλος του β παγκόσμιου πόλεμου και μετά, ο διάδοχός της στην «θαλασσοκρατία» ήταν ο ένας απ’ τους δύο πραγματικούς νικητές του β παγκόσμιου: το αμερικανικό κράτος. Συνεπώς η Ουάσιγκτον έγινε η διάδοχη σύμμαχος για τον εντόπιο γεωπολιτικό προσοδισμό, απ’ το δεύτερο μισό της δεκαετίας του ’40 και μετά.
Ας θυμηθούμε βιαστικά ειδικά αυτήν την όχι-και-τόσο-παλιά αλλαγή του κέντρου βάρους των ελληνικών εθνικών συμμαχιών, μέσα από αποσπάσματα απ’ τον 4ο τόμο της σειράς τα μυστικά του βούρκου – καλά κρυμμένα μυστικά του ελληνικού ιμπεριαλισμού (εκδ. «αντισχολείο»):
…Το μπλοκ εξουσίας που αναδείχτηκε στην κορυφή μετά τη συμφωνία της Βάρκιζας, μολονότι συνδύαζε παλιά υλικά στην κατασκευή του, ήταν κάτι νέο για τα ελληνικά πράγματα. Πολιτικά, αποτελούσε τη συνέχεια και τον συγκερασμό του κοινοβουλευτικού συντηρητισμού του μεσοπολέμου με τον απολυταρχισμό της μεταξικής δικτατορίας και του καθεστώτος των δοσίλογων. Κοινωνικά όμως, η ισορροπία της ισχύος στο εσωτερικό της άρχουσας ελίτ είχε μετατοπιστεί προς την μεριά αυτών που είχαν επωφεληθεί υλικά από την κατοχή κι είχαν αντικειμενικούς λόγους να είναι απόλυτα αντίθετοι σε κάθε απόπειρα συμβιβασμού. Μπορεί οι καταστροφικές συνέπειες της κατοχής – η πείνα, οι λεηλασίες, οι μαζικές δολοφονίες… – να έχουν φωτιστεί από δεξιά κι αριστερά, αλλά η εικόνα είναι το λιγότερο λειψή· και συνήθως εξυπηρετεί την κατασκευή μιας εικόνας εθνικής, άρα αταξικής και κοινής για όλους, τραγωδίας. Η πραγματικότητα όμως είναι ότι τα χρόνια 1941-1944, για κάποιους όχι λίγους, μόνο τραγικά δεν ήταν. Μολονότι είναι μια ιστορία καλά κρυμμένη (το πώς φτιάχτηκαν τα σημερινά «τζάκια») ακόμη και τα λίγα στοιχεία που υπάρχουν είναι αδιάψευστες μαρτυρίες του μετασχηματισμού που συντελέστηκε στα ψηλότερα επίπεδα του ελληνικού καπιταλισμού. Την πρωτοβουλία πήρε μια «νέα γενιά κερδοσκόπων, καιροσκόπων και μαυραγοριτών που αναδύθηκαν από τον πόλεμο με μεγάλες περιουσίες και πολυτέλεια». Μόνο κατά τη διάρκεια της κατοχής φτιάχτηκαν περίπου 6.500 βιομηχανικές επιχειρήσεις· η κάθε είδους κερδοσκοπία, η μαύρη αγορά, η μεταβίβαση ολόκληρων περιουσιών (τουλάχιστον 230.000 ακίνητα άλλαξαν χέρια) λειτούργησαν σαν μια κανονική οικονομία αρπαγής οδηγώντας σ’ ένα είδος άγριας πρωτογενούς συσσώρευσης κεφαλαίου. Οι επίσημοι υπολογισμοί των αρχών του ’60 έδειχναν ότι σχεδόν το σύνολο των τότε ελλήνων επιχειρηματιών είχε ξεκινήσει την οικονομική του δραστηριότητα μετά το ’41. Την ώρα που το κίνημα της αντίστασης επιχειρούσε ένα εκτεταμένο πείραμα κοινωνικής μεταρρύθμισης, στο αντίπαλο στρατόπεδο οι συνθήκες δούλευαν υπέρ της ανάδειξης μιας νέας οικονομικής και πολιτικής εξουσίας…
Τέτοια ήταν η σύνθεση του “εσωτερικού” μπλοκ εξουσίας του ελληνικού κράτους απ’ τον β παγκόσμιο πόλεμο και μετά. Ταυτόχρονα όμως, με την (ουσιαστικά) δωρεά των 100 αμερικανικής κατασκευής εμπορικών πλοίων τύπου Liberty στους έλληνες εφοπλιστές, στα τέλη του 1946 / αρχές του 1947, η Ουάσιγκτον σκόπευε (και το έδειξε καθαρά) να κάνει ένα είδος outsourcing των αναγκών της σε θαλάσσιες εμπορικές μεταφορές από και προς τις ηπα, περιορίζοντας ουσιαστικά τον βρετανικό εμπορικό στόλο. Η Ουάσιγκτον δεν έκανε μόνο «δώρο» τα 100 εμπορικά πλοία στους έλληνες εφοπλιστές και την αποδοτική εκμετάλλευσή τους· τους εκπαίδευσε επίσης στις «σημαίες ευκαιρίας» (κυρίως παναμά και λιβερίας) και στη «νόμιμη» φοροδιαφυγή («φορολογικοί παράδεισοι»). Με δυο λόγια τόσο το νο 1 ελληνικό εθνικό κεφάλαιο (οι εφοπλιστές) όσο και το εσωτερικό σύστημα κοτζαμπάσηδων απέκτησαν μια οργανική και αμοιβαία επωφελή υλική βάση για την συμμαχία Αθήνας – Ουάσιγκτον. Οι πρώτοι απολαμβάνοντας τα οφέλη της κάλυψης της μεγαλύτερης ναυτικής / ιμπεριαλιστικής δύναμης του πλανήτη μετά τον β παγκόσμιο· οι δεύτεροι απολαμβάνοντας τις όποιες γεωπολιτικές προσόδους στη διάρκεια του 3ου παγκόσμιου («ψυχρού») πολέμου.
(φωτογραφίες: Διάσημοι για την αχαριστία τους οι έλληνες δεν είπαν ούτε ένα στερνό αντίο στον πρόσφατο φίλο τους…)