Πέμπτη 17 Δεκέμβρη. Αλλά αυτές οι γενικές αυξήσεις οφείλονταν σε μεγάλο βαθμό στα είδη των εμπορευμάτων που «προστέθηκαν» στα ηλεκτρονικά «καλάθια» σε σχέση με τις π.c. (προ covid…) εποχές. Στη νότια κορέα, που η αξία των ηλεκτρονικών παραγγελιών ανέβηκε κατά 15,8% μεταξύ Ιούλη του ’19 και Ιούλη του ’20, οι μεγαλύτερες αυξήσεις έγιναν στις ηλεκτρονικές παραγγελίες «υπηρεσιών σίτισης» (66,3%), οικιακών εμπορευμάτων (48%), φαγητού και ποτού (46,7%)· ενόσω οι ηλεκτρονικές αγορές για διασκέδαση, ταξίδια και υπηρεσίες μεταφοράς έπεσαν κατά 67,8% και 51,6%. Στην κίνα, ενώ στο σύνολό τους οι ηλεκτρονικές αγορές είχαν μικρή αύξηση το πρώτο τετράμηνο του ’20 (σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του ’19) κατά 1,7%, η ηλεκτρονική αγορά τροφίμων αυξήθηκε κατά 36% και η ηλεκτρονική αγορά ρούχων έπεσε κατά 16%. Στη γερμανία το ηλεκτρονικό εμπόριο στο σύνολό του έπεσε κατά 18% (σε ετήσια βάση) τον Μάρτη του ’20, αλλά αυξήθηκαν σημαντικά οι ηλεκτρονικές πωλήσεις φαρμάκων και μαναβικών, ειδών που δεν συμπεριλαμβάνονταν μέχρι τις αρχές του ‘20 στις e-αγοραστικές συνήθειες των υπηκόων. Στις ηπα αυξήθηκαν οι ηλεκτρονικές πωλήσεις υγιεινιστικής προστασίας (γάντια, μάσκες, αντισηπτικά), οικιακών δραστηριοτήτων, μαναβικών, τροφίμων ή/και ηλεκτρονικού εξοπλισμού, αλλά έπεσαν εκείνες που σχετίζονται με ταξίδια, σπορ ή επίσημο / ειδικό ντύσιμο (π.χ. τσάντες, ρούχα γάμου, ρούχα γυμναστηρίου, κλπ).
Τέλος, ισχυρά ενδεικτικό: μια έρευνα σε 200.000 προμηθευτές της amazon (θα επανέλθουμε σ’ αυτήν) έδειξε ότι τον Φλεβάρη του 2020 το 28% απ’ αυτούς ήταν «αδρανείς»· ποσοστό που ανέβηκε στο 36% τον Απρίλη. Στο μεγαλύτερο μέρος τους ήταν προμηθευτές με «κατάλογο εμπορευμάτων» ως 1500 διαφορετικά είδη. Αντίθετα, εκείνοι που είχαν διπλάσιους «καταλόγους» (πάνω από 3000 είδη) είχαν αύξηση των πωλήσεών τους προς (και μέσω) amazon.
Παρότι αυτά τα στοιχεία δεν είναι πλήρη για όλη την χρονιά, δείχνουν – για το πρώτο εξάμηνο του 2020 – τα εξής, που τα θεωρούμε χρήσιμα για την εργατική κριτική:
Πρώτον, οι μαζικές κατ’ οίκον φυλακίσεις οφέλησαν αντικειμενικά την ακόμα μεγαλύτερη «εξοικείωση» των αιχμαλώτων με τις αγορές – μέσω -κλικ.
Δεύτερον, και εξίσου σημαντικό, οι μαζικές κατ’ οίκον φυλακίσεις διεύρυναν αντικειμενικά τους πελάτες του e-εμπορίου. Ειδικά τους μεγάλης ηλικίας, που ως τις αρχές του 2020 ήταν μάλλον επιφυλακτικοί μ’ αυτά τα μέσα.
Τρίτον, οι νεώτεροι (αλλά και ένα μεγάλο μέρος των παλιότερων) μετατοπίστηκαν αναγκαστικά (σε σχέση με την π.c. εποχή) στα είδη που αγόρασαν ηλεκτρονικά, προς την μεριά των «βασικών ειδών καθημερινής ανάγκης» (τρόφιμα: είδη μπακαλικής και μαναβικής, φάρμακα, άλλα αναγκαία για την ζωή στο «κελλί»). Αυτά ήταν είδη που σε μεγάλο βαθμό αγόραζαν και π.c., με διαφορετικό («φυσικό») τρόπο.
Τέταρτον, ηλεκτρονικές αγορές που είχαν «χωνευτεί» στην π.c. εποχή είτε αχρηστεύτηκαν αυτήν την περίοδο (τουρισμός, ταξίδια, εισιτήρια συναυλιών) είτε παραμερίστηκαν. Αυτό το τελευταίο μπορεί να αποδοθεί εύλογα στο γνωστό γεγονός ότι σε περιόδους κρίσεων (όπου διακυβεύεται ακόμα και το «αν θα έχουμε δουλειά αύριο») ο κόσμος περιορίζει τα έξοδά του αφήνοντας στην άκρη ό,τι μπορεί· χωρίς, υποχρεωτικά, να το κάνει κατάθεση τράπεζας.
Πέμπτον, επειδή «ηλεκτρονικές παραγγελίες» για τους καταναλωτές δεν σημαίνει ούτε βιτρίνα ούτε ράφι αλλά ένα site απεριόριστης χωρητικότητας και διαρκούς «προσαρμογής» στις τιμές, το e-εμπόριο ευνοεί τις μεγάλες κλίμακες, τον γιγαντισμό (των αντίστοιχων e-εμπορικών επιχειρήσεων)…