Τετάρτη 28 Οκτώβρη. Αυτή από κάτω είναι μια φωτογραφία του πιο αγαπημένου είδους αυτών των μαύρων καιρών, μια fashion μάσκα κατά του covid… Πολύς κόσμος τις προτιμάει επειδή έχουν σχεδιάκια, χρωματάκια, και επιπλέον (σαν υφασμάτινες) πλένονται, σιδερώνονται και χρησιμοποιούνται επ’ άπειρον. Είναι ένα είδος αξεσουάρ. Στα περίπτερα πουλιέται για 2 ευρώ.
Κι αυτό είναι που γράφει η συσκευασία στην πίσω όψη, στα αγγλικά: This product is a fashion dust mask (Non-medical masks). Που σημαίνει: Αυτό το προϊόν είναι μια μοδάτη μάσκα σκόνης (Όχι ιατρικές μάσκες). Καμμία σχέση με «αντι-ιική» προστασία!
Δεν θα πούμε «τι κρίμα, οι άνθρωποι κινδυνεύουν να κολλήσουν και να πεθάνουν». Ο τσαχπίνης δεν είναι ο Φονιάς ο Αναμενόμενος… Το ζήτημα που μας ενδιαφέρει είναι διαφορετικό και πολύ σοβαρότερο. Α) Είτε το ξέρουν είτε όχι, είτε με τις χειρουργικές είτε με τις υφασμάτινες, οι υπήκοοι αποδέχονται να κάνουν κάτι άχρηστο (από υγιεινομική άποψη). Β) Τα αφεντικά (που ξέρουν!) επιβάλλουν με την απειλή προστίμων (ακόμα και φυλάκισης) στους υπηκόους τους να κάνουν κάτι άχρηστο διαδίδοντας ότι είναι “όρος ζωής”. Αυτό το δίπολο σκιαγραφεί (υποστηρίζουμε) μια επικίνδυνη κλιμάκωση υπέρ ενός νέου ολοκληρωτισμού!
Απ’ την μεριά των αφεντικών, των ειδικών κι όλων των τσάτσων τους, η διαταγή με προφάσεις (εν προκειμένω «προστασίας της δημόσιας υγείας»…) είναι η άσκηση μιας στην πραγματικότητα γυμνής εξουσίας. Με ελάχιστα προσχήματα και φτιασίδια. Είναι το «αποφασίζουμε και διατάζουμε» κάθε δικτατορίας. Παρότι είναι απαραίτητη η αποκάλυψη των όποιων προσχημάτων χρησιμοποιούνται, από μόνη της δεν είναι αρκετή για να υποδείξει τα πραγματικά κίνητρα των πραξικοπημάτων, τα πραγματικά συμφέροντα που υπηρετούν. Αν δεν είναι η «προστασία της δημόσιας υγείας» η πραγματική αιτία της καθολικής μασκοφορίας (και είναι ξεκάθαρο ότι ΔΕΝ είναι) τότε ποιά είναι; (Τα εμβόλια stupid!) Ο κάθε μασκοφόρος, κοιτώντας απλά και μόνο τις οδηγίες χρήσης στη συσκευασία, αυτό θα έπρεπε να αναρωτιέται. Και θα έπρεπε να το αναρωτιέται κάθε φορά που βάζει ή/και βγάζει την μάσκα.
Υπάρχει όμως και η δυνατότητα του «δεν αναρωτιέμαι καθόλου – απλά υπακούω»! Αν ο κάθε υπήκοος πάρει στα σοβαρά το ότι τον διατάζουν να κάνει κάτι άχρηστο (υγιεινομικά…) παρουσιάζοντάς το σαν «σωτήριο», τότε θα πρέπει να αρχίσει να αμφισβητεί όχι απλά την εγκυρότητα αυτής της συγκεκριμένης διαταγής, αλλά την ίδια την αληθοφάνεια της ρητορικής των αφεντικών, στο σύνολό της… Την αληθοφάνεια του “πλαισίου” της κάθε συγκεκριμένης διαταγής. Που είναι αναπόσπαστο κομμάτι αυτής της ρητορικής, και δεν γίνεται να διαχωριστεί απ’ το γενικό πλέγμα.
Εκεί είναι που η μεγάλη πλειοψηφία των υπηκόων διαισθάνεται ότι μια τέτοια αμφισβήτηση, που ξεκινάει απ΄το επιμέρους της (υγιεινομικής) «χρησιμότητας της μάσκας» αλλά προχωράει γρήγορα προς το γενικό της υγιεινιστικής τρομοκρατίας, είναι πολιτικά βαριά και επικίνδυνη!! Είναι γεγονός ότι διάφοροι προκειμένου να μην μπλέξουν βρίσκουν καταφύγιο και παρηγορία σε τερατολογίες, σε διάφορα στραμπουλίγματα της λογικής, έτσι ώστε να αποφύγουν την διπλή (και διπλά επικίνδυνη) αμφισβήτηση της σύγχρονης πραγματικότητας και εξουσίας κράτους και κεφάλαιου. Στο δικό τους ερμηνευτικό σύμπαν δεν υπάρχει ούτε η μορφή κράτος ούτε το κεφάλαιο. Υπάρχουν μόνο “καλοί” και “κακοί” – όπως στα κόμικς…
Η πιο συνηθισμένη στάση των υπηκόων είναι πάντως «δεν αναρωτιέμαι – απλά υπακούω – δεν μου στοιχίζει και πολλά». Ένας μικροαστικός οππορτουνισμός, που μπορεί να μην σημαίνει «100% συναίνεση στη ρητορική του τρόμου», σημαίνει όμως «100% ανοχή στην κρατική / επιχειρηματική βία». Κάπως θα την βγάλω καθαρή. «Κάπως»…
Εκεί ακριβώς βρίσκεται ο πολύ σοβαρός κίνδυνος της κλιμάκωσης υπέρ ενός νέου ολοκληρωτισμού. Αν στα μούτρα του καθενός πατούσε μια αρβύλα, θα μπορούσε να συμβιβαστεί με την ελπίδα ότι «πονάω… αλλά κάποια στιγμή θα το πάρει το πόδι του…» Τώρα στα μούτρα του καθενός επικάθεται κάτι πολύ πιο ελαφρύ, κάτι πολύ πιο αέρινο, μερικές φορές και fashion: ένα ψέμα· αλλά όχι ένα απλό ψέμα. Ένα ειδικό ψέμα, ένα ψέμα τμήμα ενός πολύ μεγαλύτερου ψέματος, ένα οργανικό ψέμα, με σημαντικές προοπτικές.
Μπορεί λοιπόν να το συνηθίσει ο καθένας ακόμα κι αν δεν το πιστεύει 100%· δίνοντας χώρο και χρόνο στην κάθε εξουσία για το επόμενο βήμα… Που θα έρθει. Και κάθε φορά θα είναι πιο βαρύ.