Σάββατο 3 – Κυριακή 4 Οκτώβρη. Υποψιαζόμαστε πως ελάχιστοι / ες έχουν απομείνει που να εξακολουθούν να υιοθετούν την παλιά, καλή διαπίστωση “αλήτες – ρουφιάνοι – δημοσιογράφοι”, αφού διαπιστώνουμε ότι – λόγω”έκτακτης ανάγκης υγείας” βέβαια… – τρέφονται απ’ τα σκουπίδια που τους ταΐζουν. Όταν, για παράδειγμα, μαθεύτηκε ότι η ελληνική κυβέρνηση έδωσε ένα καλό ποσό με πολλά μηδενικά σε πάνω από 1.000 μηντιακά μέσα διάφορων ειδών (ανάλογα με την “επιρροή” τους) υπήρξε μια μικρή δήθεν αντιπολιτευτική φαγούρα του είδους “γιατί αυτοί κι όχι κι εκείνοι”… αλλά κανείς δεν αναρωτήθηκε στα σοβαρά το εξής: αν όντως πρόκειται για ένα ζήτημα ιδιαίτερης κοινωνικής σοβαρότητας (για τον τσαχπίνη μιλάμε…) για ποιον λόγο οι ιδιοκτήτες αυτών των μήντια πρέπει να πληρωθούν (και οι πιο «μεγάλοι» να καλοπληρωθούν); Δεν είναι αυτονόητο ότι «θα κάνουν το καθήκον τους» έτσι κι αλλιώς;
Είναι σαφές το γιατί πληρώθηκαν οι ιδιοκτήτες των μήντια (και όχι μόνο στην ελλάδα), και το γιατί επέβαλαν στους υφιστάμενούς τους, με το καλό ή με το κακό, την μία, μοναδική, ενιαία φωνή της υγιεινιστικής τρομοεκστρατείας. Στα μέρη μας αυτό συνήθως συμβαίνει στα «εθνικά θέματα», με πληρωμές απ’ τα φημισμένα «μυστικά κονδύλια» του υπουργείου εξωτερικών. Αλλά για την καινούργια τρομοεκστρατεία χρειαζόταν έξτρα «λάδωμα». Και έτσι έγινε.
Η παραγωγή κατάστασης έκτακτης ανάγκης είναι παιχνιδάκι για τα (παλιά) μήντια, και είναι επίσης το «αλάτι» των antisocial media. Αλλά δεν έφτανε αυτό σε σχέση με τον covid-19. Έπρεπε να απαγορευτεί / λογοκριθεί / παραμορφωθεί / προβοκαριστεί οποιαδήποτε αντίθετη γνώμη, άποψη, ετυμηγορία… Και όχι, βέβαια, των ανίδεων, των «ψεκασμένων». Αλλά οπωσδήποτε των ειδικών. Είναι μνημειώδης εκείνη η δήθεν συνέντευξη του αρχιδημαγωγού Χ’Νικολάου στον Γιάννη Ιωαννίδη (του Stanford), νωρίς νωρίς, στις 21 Μαρτίου, για το κανάλι που δουλεύει ο πρώτος. «Κατάφερε» μέσα από ηλίθιες ερωτήσεις και σχολιασμό των απαντήσεων, σε ελάχιστα λεπτά, να βγάλει και να σερβίρει στη μάζα σαν «συμπέρασμα» το ακριβώς αντίθετο απ’ αυτό που έλεγε ο μισητός απ’ τους caradinieri προφέσορας… (Δεν το έκανε επειδή δεν καταλάβαινε τι έλεγε ο Ιωαννίδης. Το έκανε επειδή πληρωνόταν για την διαστρέβλωση…)
Η κριτική του 1997 είναι βασική αλλά όχι αρκετή πια. Η δημαγωγία έχει εδώ και κάτι χρόνια τόσους πολλούς διατεθειμένους να την υπηρετήσουν, επαγγελματίες αλλά και ερασιτέχνες, ώστε ο μεταξύ τους ανταγωνισμός έχει γίνει διαγωνισμός ψεμμάτων – όλο και πιο τερατωδών. Εδώ και τουλάχιστον μια 5ετία η ασταμάτητη μηχανή διαπιστώνει (και το έχουμε γράψει παραπάνω από μια φορά) ότι ακόμα και τα πλέον “επίσημα” και “φημιστά” διεθνή media, αυτά που έκαναν όνομα «ελέγχοντας την εξουσία» (άλλοτε) έχουν εξελιχθεί σε τόσο ξετσίπωτους μηχανισμούς ψευδο- έως και τερατο-λογιών «όπου πρέπει», ώστε ιστορικά μνημεία καθεστωτικής δημαγωγίας του είδους «πράβδα» να μοιάζουν πια σαν χαζοπροσπάθειες σχολιαρόπαιδων. Αυτοί που εμφανίζονται σαν κυνηγοί της «διασποράς ψευδών ειδήσεων» μέσω antisocial media (αναμφίβολα τεράστια «βιομηχανία») είναι οι κατεξοχήν σπεσιαλίστες του είδους! Ο μεταξύ τους εμπορικός ανταγωνισμός απλά παροξύνει τα παραμύθια τους.
Μ’ ένα κοινό εκπαιδευμένο εδώ και χρόνια στην άκριτη εσωτερικεύση της οποιασδήποτε “έκτακτης ανάγκης”· με τις υγιεινιστικές φοβίες να έχουν ποτήσει όχι μία αλλά δυο γενιές πρωτοκοσμικών· με “πολιτικοποιημένους” που έχουν καθηλωθεί στα μέσα του 20ου αιώνα και αδιαφορούν για την εξέλιξη του καπιταλισμού έκτοτε· με χρηματοδότες που διαθέτουν άπειρα ποσά για να εκβιάσουν υπέρ των συμφερόντων τους· με την ιστορική αναγκαιότητα της βίαιης καπιταλιστικής αναδιάρθρωσης· και με δημαγωγούς που έχουν κάνει τον Γκέμπελς να στριφογυρνάει ενθουσιασμένος στον τάφο του… τι πολεμάμε μέσα στη βαθιά νύχτα των άλλων;