Τρίτη 6 Οκτώβρη. Ή 1000 και 1 ιστορίες για το πως οι φαρμακευτικές εταιρείες ικανοποιούν τις υλικές ανάγκες των γιατρών. Μια περιπτωσιολογική έκθεση. Δημοσιεύτηκε στη British Medical Journal, στις 23 Δεκεμβρίου του 2000. Με τις υπογραφές των Γιάννη Γιαννακάκη (τότε γενικός γιατρός, τμήμα ιγιεινής και επιδημιολογίας στην ιατρική σχολή Ιωαννίνων) και Γιάννη Ιωαννίδη (τότε πρόεδρος του τμήματος υγιεινής και επιδημιολογίας στην ίδια ιατρική σχολή).
Πρόκειται για το ίδιο πρόσωπο που, αφού απειλήθηκε η ζωή του απ’ το ελληνικό μαφιόζικο ιατρικό κύκλωμα έφυγε… και βρίσκεται εδώ και κάτι χρόνια στο Stanford… Πρόκειται για το ίδιο πρόσωπο που σε σχέση με την υγιεινιστική τρομοεκστρατεία του covid 19 πήρε εξ’ αρχής μια τίμια και τεκμηριωμένη ιατρική θέση· μόνο για να ελεεινολογηθεί απ’ τους κάθε είδους φίλους της καραντίνας (δηλαδή των φαρμακοβιομηχανιών…), τόσο στις ηπα όσο και στο ελλαδιστάν…
Η ιστορία που ακολουθεί αναφέρεται σε απόλυτα πραγματικά περιστατικά (και υπήρξε ένας απ’ τους πρώτους λόγους των απειλών της ελληνικής ιατρικής μαφίας κατά των 2 που την δημοσιοποίησαν…) Δεν την αναδημοσιεύουμε για να διασκεδάσετε, αν και προσφέρεται. Την αναδημοσιεύουμε επειδή θα την ανακαλέσουμε όταν έρθει η στιγμή να μιλήσουμε για τον “εσωτερικό πόλεμο μέσα στην ιατρική”· και την ανεκτίμητη υποστηρίξη που έχουν προσφέρει όλοι οι φίλοι όλων των καραντινών και των πραξικοπημάτων στα καθάρματα που θα τους ξεκάνουν ακόμα κι αυτούς.
(Ευχαριστούμε την Ε. για την μετάφραση).
1000 και μία ιστορίες…
Μια ζεστή νύχτα στα τέλη Μαΐου, ο ουρανός γεμάτος αστέρια. Επιπλέω ανάσκελα στη Νεκρά Θάλασσα. Δεν χρειάζεται να κινώ τα μπράτσα ή τα πόδια μου, δεν χρειάζεται να προσπαθώ να κολυμπήσω· απλώς χαλαρώνω. Η άνωση του νερού αρκεί· είναι σαν να αιωρείσαι στο διάστημα χωρίς βαρύτητα. Ωραία αίσθηση· νιώθω ευχάριστα.
Θα μπορούσε αυτή η εμπειρία να έχει σχέση με τον τρόπο που ασκώ την ιατρική; Μπορεί πράγματι να επηρεάσει και να αλλάξει τον τρόπο που κάνω διαγνώσεις και θεραπεύω ασθενείς στην καθημερινή πρακτική μου; Διαβάστε απλώς την ιστορία.
Δεν είμαι μόνος εδώ και δυο μέρες. Μένω σ’ ένα πολυτελές ξενοδοχείο με άλλους 200 γιατρούς από την Ελλάδα. Όταν φθάσαμε, βρήκαμε λουλούδια, αβοκάντο, ανανάδες και λευκές κελεμπίες να μας περιμένουν στα δωμάτιά μας. Από τότε φοράμε όλοι λευκά – όχι τις ιατρικές μπλούζες όπως ίσως υποθέτετε, αλλά την παραδοσιακή Αραβική φορεσιά, τη μακριά κελεμπία με τα φαρδιά μανίκια και την Αραβική καφίγια για το κεφάλι. Οι γυναίκες φορούν λευκά μεταξωτά φορέματα με υπέροχα κεντήματα.
Βγαίνω από τη θάλασσα για να κάνω ντους. Το αλάτι καίει τις αισθήσεις μου. Ώρα για φαΐ. Στην παραλία υπάρχουν τέντες. Κάτω από τις τέντες, χαμηλά τραπέζια είναι φορτωμένα με νοστιμότατα Αραβικά πιάτα. Το κρασί ρέει. Γέρνουμε σε μαξιλάρια, όπως κάνουν οι Βεδουίνοι, και τρώμε. Διακόσιοι άνθρωποι τρώνε, πίνουν, λένε αστεία ο ένας στον άλλο και διασκεδάζουν. Όταν τελειώνει το δείπνο, πολλοί συνάδελφοί μου προσπαθούν να καπνίσουν την παραδοσιακή Οθωμανική πίπα με τον καθαρό καπνό, που καίγεται στον πάτο ενός μεγάλου γυάλινου μπουκαλιού. “Κάτω οι αντικαπνιστικές προσπάθειες! Η ζωή είναι μικρή, είπε ο Ιπποκράτης· χαρείτε τη” αναφωνεί ένας συνάδελφός μας της προληπτικής ιατρικής, μανιώδης καπνιστής ο ίδιος, κουνώντας το επιστόμιο στο χέρι του.
Από παντού γύρω ακούγεται εξωτική μουσική, απαλά στην αρχή, μετά δυνατότερα, ακόμη πιο δυνατά, ασυγκράτητα. Είναι ένα πραγματικό πάρτι στην παραλία. Σχεδόν όλοι χορεύουν, τραγουδούν, πίνουν και είναι χαρούμενοι. Αλλά μετά φθάνει η μεγάλη στιγμή. Εμφανίζεται μια πανέμορφη μικρή χανούμισσα, ένα κορίτσι γύρω στα 18, το τέλειο μισόγυμνο κορμί της στραφταλίζει απ’ τα στολίδια και το ημιδιάφανο μετάξι, τα μακριά μαύρα μαλλιά της κυματίζουν στους ώμους της καθώς παρουσιάζει το χορό της κοιλιάς υπό τον ήχο κρουστών και φλάουτων. Ένας πραγματικός πειρασμός. Ποιος μπορεί να αντισταθεί;
Όχι ο έρμος μεσήλικας γιατρός που έχει ζήσει όλη του τη ζωή σε μια μικρή ελληνική πόλη στο βορρά, με περισσότερη βροχή από το Λονδίνο και περισσότερη ομίχλη από το Σαν Φρανσίσκο. Εργάζεται ατέλειωτες ώρες – σκληρά και χωρίς να το απολαμβάνει. Ο κόσμος λέει πως είναι από τους πιο επιτυχημένους γιατρούς κρίνοντας από τον όγκο της πελατείας του, ένας γιατρός πολύ καλά διασυνδεδεμένος. Χρόνια έχει να κάνει κανονικές διακοπές. Λένε πως είναι λακωνικός, αφοσιωμένος και επαγγελματίας. Και τώρα μοιάζει σαν να βρίσκεται μπροστά στο πεπρωμένο του, τη μικρή χανούμισσα. Τον πλησιάζει λικνίζοντας το κορμί της. Στην αρχή πετρώνει με μάτια ορθάνοιχτα. Αυτή δεν φεύγει και τον κυκλώνει με τα χέρια της χωρίς να τον αγγίζει. Του κόβεται η ανάσα και μετά, αργά, προσπαθεί να ακολουθήσει στο χορό της. Έχει χάσει το μυαλό του. Έχει βυθιστεί μέσα στην έκστασή του. Είναι μεθυσμένος, χαμογελαστός και ευτυχισμένος.
Τελικά τινάζεται όρθιος απ’ τα μαξιλάρια του και, σε μια έκρηξη συναισθημάτων, αναφωνεί σε μια γλώσσα που το κορίτσι δεν μπορεί να καταλάβει αλλά όλοι εμείς μπορούμε, “Συνέχισε να χορεύεις ψυχή μου, συνέχισε να χορεύεις βασίλισσά μου και θα συνταγογραφώ όποιο φάρμακο θέλει η εταιρεία, συνέχισε να χορεύεις γοργόνα μου, οπτασία μου, και θα γεμίσω όλες τις συνταγές μου με το ΧΧΧΧ, συνέχισε να κουνάς την αλαβάστρινη κοιλίτσα σου, συνέχισε να χορεύεις πιτσουνάκι μου …” Βλέπουμε με τα ίδια μας τα μάτια τη γέννηση ενός ποιητή, ακόμη κι αν αυτός ο ποιητής είναι μεθυσμένος – όπως άλλωστε λένε και οι θρύλοι για πολλούς από τους μεγάλους αλκοολικούς ποιητές της Ανατολής (αλλά και της Δύσης).