Τρίτη 29 Σεπτέμβρη. Την ίδια χρονιά που η Critical Art Enseble εξέδιδε στις ηπα το Marching plague (γράφαμε περισσότερα πριν 2 ημέρες…), το 2006, στην αγγλία εκδιδόταν το βιβλίο Liquid Fear του πολωνοεβραίου κοινωνιολόγου Zygmunt Bauman. Η προσωπική ιστορία του κομμουνιστή Bauman είναι το ίδιο βαριά όσο το όνομα που άφησε (πέθανε στις αρχές του 2017) – και τα όσα γράφει στο συγκεκριμένο βιβλίο (εκδόθηκε στα ελληνικά το 2007 απ’ τις εκδ. πολύτροπον) – είναι μια διεισδυτική καταγραφή μαζικών αλλά και εξατομικευμένων καταστάσεων της παρακμής των δυτικών κοινωνιών που τότε μπορούσαμε να κουβεντιάζουμε στα σοβαρά. Έστω στη σκιά (αλλά και εξαιτίας) του «πολέμου κατά της τρομοκρατίας». Τότε – απ’ ότι φαίνεται όχι τώρα.
Μερικά αποσπάσματα θα μπορούσαν πάντως να φανούν χρήσιμα…
… Ο φόβος φτάνει στο αποκορύφωμά του όταν είναι διάχυτος, διάσπαρτος, ασαφής, όταν δε συνδέεται με κάτι, όταν παραμένει αποσπασμένος από την πραγματικότητα κι αιωρείται ελεύθερα, χωρίς σαφή αναφορά ή αιτία. Όταν μας στοιχειώνει χωρίς ορατό ειρμό ή λόγο, όταν η απειλή που θα έπρεπε να φοβόμαστε μπορεί να αναφανεί φευγαλέα παντού, δεν μπορούμε όμως να την αντικρύσουμε πουθενά. “Φόβος” είναι το όνομα που δίνουμε στην αβεβαιότητά μας: στην άγνοιά μας για την απειλή και για ό,τι πρέπει να κάνουμε – ό,τι μπορούμε και ό,τι δε μπορούμε να κάνουμε – προκειμένου να τη σταματήσουμε καθ’ οδόν – ή να της αντισταθούμε, αν η αναχαίτηση ξεπερνάει τις δυνάμεις μας.
… Καθημερινά μαθαίνουμε ότι το ευρετήριο κινδύνων πολύ απέχει από το να θεωρηθεί πλήρες: νέοι κίνδυνοι αποκαλύπτονται και αναγγέλλονται σχεδόν κάθε μέρα, και κανείς δεν μπορεί να ξέρει πόσοι ακόμα και τι είδους έχουν καταφέρει να διαφύγουν της προσοχής μας (και των ειδικών!) – κι ετοιμάζονται έτσι να χτυπήσουν απροειδοποίητα.
Όπως παρατηρεί, με την αμίμητη ευφυία που αποτελεί σήμα κατατεθέν του, ο Craig Brown στο χρονογράφημά του για τη δεκαετία του 1990: «παντού υπήρχε μια αύξηση των Παγκόσμιων Προειδοποιήσεων. Κάθε μέρα, υπήρχαν προειδοποιήσεις για φονικούς ιούς, φονικά κύματα, φονικά ναρκωτικά, φονικά παγόβουνα, φονικό κρέας, φονικά εμβόλια, φονικούς φονιάδες και άλλες πιθανές αιτίες επαπειλούμενου θανάτου. Αρχικά, αυτές οι Παγκόσμιες Προειδοποιήσεις ήταν τρομακτικές, μετά από λίγο όμως ο κόσμος άρχισε να τις απολαμβάνει.»
… Επιπλέον είναι πολύ περισσότερα τα πλήγματα που αναγγέλλονται ως επικείμενα από εκείνα που όντως επέρχονται, οπότε μπορείτε πάντα να ελπίζετε ότι το ένα ή το άλλο πλήγμα, που αναγγέλθηκε μόλις χθες, θα σας ξεπεράσει. Τίνος ο υπολογιστής αχρηστεύτηκε από το φρικτό “ιό της χιλιετίας”; Πόσους ανθρώπους συναντήσατε που έπεσαν θύματα ακάρεων των χαλιών; Πόσοι από τους φίλους σας πέθαναν από την αρρώστια των τρελών αγελάδων; Πόσοι από τους ανθρώπους που γνωρίζετε αρρώστησαν ή έμειναν ανάπηροι από γενετικά τροποποιημένα τρόφιμα; Ποιοί από τους γείτονες και τους γνωστούς σας δέχθηκαν επιθέσεις και σακατεύτηκαν από τους δόλιους και μοχθηρούς μετανάστες;
… Η καταναλωτική οικονομία βασίζεται στην παραγωγή καταναλωτών, οι δε καταναλωτές που χρειάζονται να παραχθούν για προϊόντα που αψηφούν το φόβο είναι οι φοβισμένοι και τρομαγμένοι καταναλωτές, καταναλωτές που ευελπιστούν ότι οι κίνδυνοι τους οποίους φοβούνται μπορούν να αναγκαστούν σε υποχώρηση και ότι αυτό είναι κάτι που μπορούν να καταφέρουν (με μια ορισμένη βοήθεια επί πληρωμή, ασφαλώς)…“
Η διαπίστωση ότι οι καπιταλιστικές μηχανές (με την ευρεία έννοια της λέξης «μηχανές», όπου συμπεριλαμβάνονται οι θεσμοί, οι ιδεολογίες, κλπ) εκτός από εμπορεύματα παράγουν και τους καταναλωτές που αναλογούν σ’ αυτά, και ότι – κατά συνέπεια – τα «ατρόμητα» εμπορεύματα (π.χ. τα φάρμακα, οι διαφόρων ειδών θεραπείες, τα σούπερ μάρκετ του υγιεινισμού γενικά…) χρειάζονται την παραγωγή τρομαγμένων καταναλωτών είναι ιδιαίτερα εύστοχη. Όπως και τα εμπορεύματα που υπόσχονται «αιωνιότητα» (για να αντικατασταθούν μετά από 2 χρόνια από άλλα με τις ίδιες υποσχέσεις) απαιτούν την κατασκευή καταναλωτών που φοβούνται τον θάνατο, ακόμα και με την μορφή της «κοινωνικής περιθωριοποίησης», ανά πάσα στιγμή και παντού.