Σάββατο 12 Σεπτέμβρη. Τι ήταν εκείνο που θύμωσε τόσο πολύ τα αγγλικά αφεντικά κάπου στον 19ο αιώνα απέναντι στις υφάντρες που δούλευαν στο σπίτι έτσι ώστε να αποφασίσουν να στήσουν δικούς τους αργαλειούς, σε δικούς τους χώρους, τραβώντας την ειδικευμένη εργασία έξω απ’ το σπίτι, για να την μαντρώσουν στις πρώτες μανιφακτούρες; Πριν τους έδιναν τα υλικά, έκλειναν συμβόλαια παράδοσης συγκεκριμένης ποσότητας υφασμάτων σε συγκεκριμένο χρόνο, και πλήρωναν σταδιακά μέχρι την στιγμή της τελικής παραλαβής και την εξόφληση. Τι ήταν όμως εκείνο που δεν πήγαινε καλά;
Η εργατική αρνητικότητα. Δουλεύοντας στα σπίτια τους και άρα έξω απ’ τον άμεσο έλεγχο του εμπόρου / παραγγελιοδόχου, οι υφάντρες εύρισκαν διάφορες δικαιολογίες και προφάσεις για να καθυστερούν, ζητώντας επιπλέον λεφτά. Συνήθως «χαλούσε ο αργαλειός»… Μ’ άλλα λόγια ο παραγγελιοδόχος δεν μπορούσε να ελέγξει την εργατική αποδοτικότητα. Μπροστά σ’ αυτό το εμπόδιο το πρωτόλειο κεφάλαιο, πέρα απ’ την μορφή «χρήμα» και την μορφή «εμπόρευμα» έπρεπε να ολοκληρωθεί με την μορφή «πάγιο κεφάλαιο»: κτίρια και μηχανές ιδιοκτησίας του αφεντικού, σ’ έναν συγκεκριμένο τόπο εργασίας, με ωράρια και – κυρίως – έναν κάποιο έλεγχο.
Αυτή η πρώιμη μορφή δουλειάς στο σπίτι που οδήγησε στα θρυλικά υφαντουργεία του Μάτζεστερ και του Όλνταμ, κατέγραψε και το μόνιμο «εκ γενετής» πρόβλημα του καπιταλισμού: τον εργοδοτικό έλεγχο πάνω στους χρόνους και τους ρυθμούς εργασίας. Όλες οι τεχνολογικές καινοτομίες, όλοι οι μηχανολογικοί νεωτερισμοί που εφαρμόστηκαν στην οργάνωση της παραγωγής απ’ τον Ταίηλορ και μετά, και εφαρμόζονται μέχρι σήμερα και αύριο, έχουν το ίδιο ζητούμενο: τον αποτελεσματικότερο έλεγχο στον χρόνο, στον ρυθμό, στην «απόδοση» της εργασίας.
Στο ίδιο διάστημα (απ’ τα πρώτα εργοστάσια στον 19ο αιώνα μέχρι και το τέλος της 3ης βιομηχανικής επανάστασης) η δουλειά στο σπίτι δεν εξαφανίστηκε. Ανάλογα με την περίοδο, την διάρθρωση της παραγωγής, τα τεχνικά μέσα και το συνολικό πραγματικό σύνταγμα των ταξικών σχέσεων, συνέχισε να υπάρχει λίγο πολύ στην περίμετρο της βασικής και συμβασιοποιημένης μισθωτής σχέσης. Υποκείμενη ωστόσο σε όλο και πιο αυστηρούς έως ασφυκτικούς ελέγχους, είτε σαν «σύμβαση έργου» είτε σαν «δουλειά με το κομμάτι»: αυστηρά χρονικά όρια, αυστηρά συμβόλαια, ρήτρες μη έγκαιρης παράδοσης, κλπ. Με δυο λόγια, ένα μέρος απ’ τις γνώσεις γύρω απ’ τον έλεγχο της εργασίας που τα αφεντικά αποκτούσαν και εφάρμοζαν στους όχι οικιακούς χώρους / χρόνους εργασίας (στα εργοστάσια δηλαδή) μεταφερόταν στον έλεγχο και της δουλειάς στο σπίτι. Συναρμολόγηση παιχνιδιών ή ρολογιών τοίχου; Αρχιτεκτονικά σχέδια ή μακέτες; Μεταφράσεις ή επιμέλειες κειμένων; Ράψιμο ή ζαχαροπλαστική; Αυτά και άλλα περιεχόμενα δουλειάς στο σπίτι απόκτησαν (ή αυτό ήταν πάντα ο στόχος) την ένταση και την επίβλεψη της τυπικής «γραμμής παραγωγής», παρότι βρίσκονταν μακριά απ’ τους τοίχους του τυπικού εργοστάσιου.
Και, εννοείται, θεωρούνταν εργολαβίες…