Πέμπτη 6 Αυγούστου. Κάποιοι μπορεί να εκπλαγούν με το ότι οι γερμανοί σοσιαλδημοκράτες και οι πράσινοι (έστω στη σαξονία), το μέρος δηλαδή του πολιτικού φάσματος που αποκαλείται «αριστερά» προχώρησαν τόσο μακριά ώστε να υιοθετήσουν ανοικτά ολοκληρωτικές, φασιστικές πρακτικές όπως η ψυχιατρικοποίηση – των – διαφωνούντων και των «απείθαρχων».
Δεν συμβαίνουν μόνο στη γερμανία αυτά. Συμβαίνουν και στην ισπανία: στις τοπικές εκλογές στη βασκία απαγορεύτηκε σε όσους βρίσκονταν σε καραντίνα να ψηφίσουν (αν και υπήρχε τρόπος: μεταφερόμενες κάλπες στα σπίτια)· πρακτικά ακυρώθηκαν τα πολιτικά δικαιώματα όσων είχαν … δέκατα και σινάχι. Συμβαίνουν και αλλού, οπωσδήποτε στα μέρη μας, όπου η υποτιθέμενα «αριστερή» κριτική στο ρημαδογκουβέρνο κινείται μεταξύ του «μάσκες για όλο το λαό» και «οι απαγορεύσεις δεν εφαρμόζονται σωστά».
Η συμμετοχή (συχνά μαξιμαλιστική) της αριστεράς και της άκρας αριστέρας του κράτους και του κεφάλαιου σ’ αυτά τα πρώτα πανηγυρικά βήματα του νεοκρατισμού στη δύση, έχει μετατρέψει διάφορους ακροδεξιούς σε «κήρυκες της δημοκρατίας» και, σχεδόν «φύλακες της ελευθερίας»! Πολιτική ξεφτίλα για τους κάποτε “liberal αριστερούς”!!!
Δεν είναι η πρώτη φορά στην ιστορία που σε περιόδους κρίσης / αναδιάρθρωσης όσοι απολάμβαναν πριν ένα ορισμένο status και μια κάποια «πολιτική ταυτότητα» στρογγυλοκαθισμένοι στο παρελθόν και στις (προβληματικές πάντα) «βεβαιότητές» τους πέφτουν – πέφτουν – πέφτουν… Η ασταμάτητη μηχανή θα προσυπέγραφε, σαν εύλογη αφετηρία απαντήσεων, την άποψη του παιδοψυχίατρου Γιώργου Νικολαΐδη στο site marginalia στις αρχές Ιούλη (με την επιφύλαξη του όρου «ακραίο κέντρο»):
…Για να προχωρήσω και στο πιο πολιτικό κομμάτι, ένα κομμάτι του ριζοσπαστισμού και της αριστεράς, επικυρώνει μια ιδεολογική ηγεμονία του ακραίου κέντρου. Κατά τη γνώμη μου αυτού του είδους ο υπερπροστατευτικός λόγος του lockdown, που είναι τελείως κίβδηλος και χωρίς προοπτική, και ο οποίος στην Ευρώπη, αλλά και στις ΗΠΑ, κυρίως αναπαράχθηκε από το ακραίο κέντρο και συμπαρέσυρε ένα κομμάτι της αριστεράς, και της ριζοσπαστικής δυστυχώς συμπεριλαμβανόμενης, είναι τελείως αδιέξοδος και φαίνεται.
Τώρα, γιατί κομμάτια που είχαν αριστερές περγαμηνές και παρακαταθήκη, παρασύρθηκαν και προσυπέγραψαν τελείως αυτή την ακροκεντρώα λογική του να κλειστούμε για πάντα, μπορώ να σκεφτώ διάφορες εξηγήσεις: η μία είναι φυσικά ότι ένα κομμάτι από το στελεχιακό δυναμικό αυτών των πολιτικών χώρων προέρχονται κυρίως από νέα μικροαστικά στρώματα των οποίων η δουλειά μπορεί πολύ πιο εύκολα να γίνει απ’ το σπίτι. Σε μεσαία και ανώτερα στρώματα μπορούν να γίνουν τέτοιου είδους μεταβολές. Η εργασία από το σπίτι όμως γίνεται ολοένα και λιγότερο εφικτή όσο περισσότερο πας προς τα κάτω στην οργάνωση της κοινωνικής ιεραρχίας. Για τα χαμηλότερα στρώματα λοιπόν είναι έτσι κι αλλιώς αδύνατη.
Το δεύτερο είναι ότι οι γενιές κάτω των 70, αυτές που δεν είναι πραγματικά ευάλωτες δεν έχουν καθόλου εμπειρία διαβίωσης με καθημερινές απειλές ζωής στον αναπτυγμένο κόσμο. Κι αυτό ίσως ερμηνεύει τη διαφορά στάσης και συμπεριφοράς με τους ηλικιωμένους, που πραγματικά κινδυνεύουν αλλά τους βλέπεις ότι μια ρουτίνα ζωής τη διατηρούν. Για πρώτη φορά αυτός ο κόσμος βρέθηκε αντιμέτωπος με κάτι που δεν είχε ποτέ συναπαντήσει στη ζωή του, δεν το είχε διαχειριστεί. Οι μεγαλύτεροι άνθρωποι, ας πούμε από την ηλικία των γονιών μου και πάνω, έζησαν και πόλεμο και Κατοχή και Εμφύλιο και τα μετεμφυλιακά χρόνια, όπου οι κίνδυνοι για τη ζωή ήταν μέσα στο πρόγραμμα. Κάτι τέτοιο ήταν πρωτόγνωρο ως εμπειρία για τις επόμενες γενιές, και προφανώς τις έκανε να πανικοβληθούν και να προσχωρήσουν σε κάθε είδους σαθρά ιδεολογήματα.
Και το τρίτο, βεβαίως, ειδικότερα για τους κόλπους της ριζοσπαστικής αριστεράς, υπήρχε την τελευταία τριακονταετία μια υποστολή της κριτικής στην επιστήμη, στον επιστημονισμό, την τεχνοκρατία. Αυτό συνδέεται με το γεγονός ότι τα τελευταία τριάντα χρόνια πολιτικά επικρατεί πλήρως ένα πολύ επιθετικό νεοφιλελεύθερο πρόταγμα από την πλευρά του αστισμού, με αποτέλεσμα οι δυνάμεις που αμύνονταν, περισσότερο να κάνουν αντινεοφιλελεύθερη πολιτική, παρά αντικαπιταλιστική. Έλειπε δηλαδή μια πολιτική πιο βαθιάς κριτικής στο σύστημα. Προϊόντος του χρόνου νομίζω ότι ένα κομμάτι του κόσμου έχει πάρει τους στόχους πάλης για την ουσία της πολιτικής, πράγμα που τον κάνει ευεπίφορο να τον αφομοιώσει ο Κουόμμο και ο Μακρόν. Αυτό νομίζω ότι επίσης έπαιξε έναν ρόλο σε αυτή τη συγκυρία, για το πόσο δημιουργήθηκε το ρεύμα των «μενοσπιτάκηδων» στον ριζοσπαστικό χώρο οι οποίοι σε κάποια στιγμή της πανδημίας είχαν περίπου κάνει «εχθρό του λαού» την νεολαία που διασκεδάζει στις πλατείες και τους γέρους που βολτάρουν στις παραλίες…