Τετάρτη 10 Ιούνη. Ήταν που ήταν στραβό το κλίμα (των τρομοκρατικών υγιεινιστικών επιχειρηματών) ήρθε η τεχνική διευθύντρια του Π.Ο.Υ. Maria Van Kerkhove και το αποτέλειωσε. Τι είπε προχτες (προκαλώντας έναν κάποιο χαμό) σε μια συνέντευξη τύπου; Αυτό:
…Έχουμε έναν αριθμό ερευνών από χώρες που κάνουν πολύ λεπτομερή ιχνηλάτηση επαφών. Παρακολουθούν τις ασυμπτωματικές περιπτώσεις, παρακολουθούν τις επαφές, και δεν βρίσκουν δευτερογενή μεταφορά του ιού. Είναι πολύ σπάνια…
Πανικός! Αν οι ασυμπτωματικοί «φορείς» δεν κολάνε άλλους, τότε πως στην ευχή θα νομιμοποιηθούν όλα όσα τα σοφά κράτη και οι σοφοί «ειδικοί» τους επέβαλαν εναντίον των πάντων, και, προφανώς, των δεκάδων, εκατοντάδων εκατομμυρίων που είναι ασυμπτωματικοί; Εκείνο το θρυλικό «μεγάλο ιικό φορτίο» των παιδιών – υγιεινομικές βόμβες πώς να ξεχαστεί και πώς να δικαιολογηθεί; Εκείνη η εφεύρεση όπου οι κοινωνικές σχέσεις είναι απλά μια ασυμπτωματική αλυσίδα μεταφοράς του τσαχπίνη που στο τέλος θα πετύχει και θα ξεκάνει κάποιον ηλικιωμένο επιβαρυμένο μ’ άλλα σοβαρά προβλήματα πως θα δικαιολογηθεί;
Παρά την θυμωμένη αντίδραση που προκάλεσαν αυτές οι δηλώσεις στους ειδικούς των πραξικοπημάτων η Van Kerkhove επανήλθε χτες επιμένοντας:
…Συνολικές μελέτες μετάδοσης από ασυμπτωματικά άτομα είναι δύσκολο να γίνουν, αλλά τα διαθέσιμα στοιχεία από την ιχνηλάτηση επαφών που έχουν συγκεντρωθεί από διάφορα κράτη μέλη του π.ο.υ. δείχνουν ότι τα ασυμπτωματικά άτομα είναι αρκετά πιο απίθανο να μεταφέρουν τον ιό σε σχέση με αυτούς που εμφανίζουν συμπτώματα. Αναφερόμουν σε λίγες μελέτες, δύο ή τρεις. Δεν αναφέρθηκα στην πολιτική του π.ο.υ….
Τι έχει συμβεί, και τι προκύπτει τώρα; Όπως θυμάστε εξ αρχής τα τεστ ήταν πολύ λίγα (και όχι ιδιαίτερα ακριβή), πράγμα που σήμαινε ότι στην ουσία χρησιμοποιούνταν μόνο για όσους έφταναν στην πόρτα των νοσοκομείων, ήταν δηλαδή μέτριες έως σοβαρές περιπτώσεις. Οι ασυμπτωματικοί έμειναν στην συντριπτική τους πλειοψηφία αφανείς, αόρατοι, αφού δεν υπήρχε κανένας τρόπος να εντοπιστούν.
Η θεωρία ότι παρ’ όλα αυτά οι ασυμπτωματικοί “κολλάνε” τους άλλους φτιάχτηκε στο πόδι, και χωρίς κανένα στοιχείο. Βόλευε, επειδή ενοχοποιούσε τους πάντες, άρα “νομιμοποιούσε” την κατ’ οίκον φυλάκιση των πάντων. Για έναν ιό που διαπιστωμένα περνάει απ’ το αναπνευστικό σύστημα (μύτη ή στόμα), κατεβαίνει τον φάρυγγα για να καταλήξει (αν επιζήσει εν τω μεταξύ…) στα πνευμόνια, η μετάδοση – χωρίς – συμπτώματα δεν ήταν απλά ακροβασία. Ήταν ενέσεις βλακείας! Πώς βγαίνει ο ιός απ’ το σώμα του φορέα αν αυτός δεν φταρνιστεί ή δεν βήξει; Έλα ντε;!;! Άρχισε η κατασκευή ενός παρανοϊκού “σκηνικού”, όπου ο ιός επιζούσε παντού, κολλούσε από παντού, και τα λοιπά και τα λοιπά – αυτά ενώ ήταν γνωστό ότι μεταδίδεται από άνθρωπο σε άνθρωπο μέσω αέρα, όπως συμβαίνει με τις γρίπες.
Όλη η κατασκευή της μεταδοτικότητας ήταν αυθαίρετη, δεν είχε καμμία σχέση με “επιστήμη” (είχε όμως μεγάλη σχέση με κρατικές πολιτικές…), και φυσικά δεν είχε σοβαρές έρευνες πίσω της. Επειδή οι αιρετικοί (π.χ. ο δυσφημισμένος τελικά στο ελλαδιστάν Ιωαννίδης) το ήξεραν αυτό – της δουλειάς είναι! – ζητούσαν απ’ την αρχή αυτό το απλό: αφού τα τεστ είναι περιορισμένα σε αριθμό, ας γίνεται μια σωστή δειγματοληπτική έρευνα, ας δημιουργηθεί δηλαδή ένα “σταθμισμένο δείγμα” του πληθυσμού, με κριτήρια ηλικίας, φύλου, φυλής, προβλημάτων υγείας κλπ, κι ας παρακολουθούμε την εξέλιξη της πορείας του covid-19 εκεί – ώστε να έχουμε μια καθαρή και εξελισσόμενη στο χρόνο αντίληψη για την αρρώστια…
Αυτό το τόσο απλό, λογικό, και απόλυτα συμβατό με την «επιστημοσύνη» δεν έγινε. Δεν έγινε πουθενά! Γιατί; Δεν υπήρξε καμμία εξήγηση, αφού κανένα απ’ τα «επιχειρήματα» της υγιεινιστικης τρομοεκστρατείας δεν μπορούσε να το βγάλει στην άκρη. Ούτε το «να σώσουμε τα νοσοκομεία μας», ούτε το «να ισοπεδώσουμε την καμπύλη», ούτε τίποτα άλλο δεν μπορούσε να απαντήσει στο απλό ερώτημα «γιατί δεν κάνουμε έρευνα σε σταθερά δείγματα»; Απλά η πρόταση θάφτηκε δημαγωγικά…
Δεν έγινε επειδή θα αποδείκνυε αυτό που προκύπτει τώρα, εκ των υστέρων. Ό,τι, δηλαδή, αν δεν έχει κάποιος τα μίνιμουμ συμπτώματα (βήχα, φτάρνισμα) αυτός ο τσαχπίνης ΔΕΝ μεταδίδεται!!! Όμως αυτό δεν βόλευε καθόλου! Γιατί θα έδειχνε εκείνο που ήταν σαφές απ’ την αρχή: ότι πρόκειται για μια ήπια επιδημία που χτυπάει κυρίως τους ήδη βεβαρυμένους οργανισμούς· άρα αυτοί είναι που πρέπει να προστατευτούν κοινωνικά και ιατρικά…
Έγιναν τα ακριβώς αντίθετα. Πέρα απ’ τα πραξικοπήματα, το βίαιο σπρώξιμο σε ακόμα πιο εντατική ψηφιακή μεσολάβηση της καθημερινής ζωής, οι ευάλωτες κοινωνικές ομάδες (: οι ηλικιωμένοι με προβλήματα υγείας) αποδεκατίστηκαν. Σε μικρότερο βαθμό απ’ τις επιπλοκές του covid-19. Κυρίως απ’ την συστηματική εγκατάλειψή τους απ’ τα συστήματα υγείας αν δεν μπορούσαν να δηλώσουν “covid positive”, απ’ τα ιατρικά λάθη και από τα θεραπευτικά πειράματα που γίνονταν…