Σάββατο 6 – Κυριακή 7 Ιούνη. Το ερώτημα γιατί η κοινωνική αριστερά (με την ευρεία ιστορική έννοια) έφαγε ή και ενίσχυσε την κατασταλτική, πραξικοπηματική «γραμμή» των κρατών και του βιο-πληροφορικο-ασφαλίτικου συμπλέγματος, και γιατί αφέθηκε όλο το πεδίο ελεύθερο σε ακροδεξιές, εθνικιστικές φράξιες να εμφανιστούν σαν «υπερασπιστές της ελευθερίας», θα έπρεπε να στοιχειώνει· αν υπήρχε, φυσικά, το ελάχιστο περιθώριο ειλικρινούς αυτοκριτικής. Μια απ’ τις σημαντικές πολιτικές διαστάσεις των πραξικοπημάτων ήταν ότι σε πολλά κράτη (με την εξαίρεση, πιθανά, του γερμανικού) αυτό που διεθνώς ονομάζεται liberal αριστερά (υποστηρικτές ατομικών δικαιωμάτων, κλπ) όχι μόνο έκανε κυριολεκτικά γαργάρα την ξετσίπωτη υπερφαλάγγιση του τυπικού συντάγματος και την διαμόρφωση μιας νέας εκδοχής πραγματικού συντάγματος σε βάρος, ουσιαστικά, των πληβείων και της σύγχρονης εργατικής τάξης· αλλά συχνά επεδίωκε ακόμα σκληρότερη καταστολή, υψηλότερα πρόστιμα για τις «παραβιάσεις των απαγορεύσεων», περισσότερη αστυνομία στους δρόμους, κλπ. Η περίπτωση της Καταλωνίας είναι χαρακτηριστική αλλά όχι μοναδική.
Γιατί έγινε έτσι; Το ζήτημα μας απασχολεί και θα μας απασχολήσει και στη συνέχεια, αφού άλλωστε η τρομοεκστρατεία δεν έχει τελειώσει (μόνο έχει αλλάξει φάση). Ο Fitzpatrick, στον πρόλογο του βιβλίου του, κάνει μια σύντομη αναφορά, που θα μπορούσε να αξιοποιηθεί σαν ένας απ’ τους οδοδείκτες για την σημερινή αθλιότητα:
… Μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1990, η πολιτική και το ιατρικό επάγγελμα ήταν διακριτές και ξεχωριστές σφαίρες. Ορισμένοι γιατροί ήταν πολιτικά ενεργοί, αλλά ανέπτυσσαν αυτές τις δραστηριότητες σε κόμματα, καμπάνιες και οργανώσεις ανεξάρτητες από το ιατρικό έργο τους. Αναμφίβολα η πολιτική τους άποψη επηρέαζε τον τρόπο άσκησης του επαγγέλματός τους, αλλά οι περισσότεροι ασθενείς δύσκολα θα ήξεραν πού να τοποθετήσουν το γιατρό τους στο πολιτικό φάσμα.
Έκτοτε, η συστηματική κυβερνητική παρέμβαση στη φροντίδα της υγείας διέβρωσε τη διαχωριστική γραμμή μεταξύ πολιτικής και ιατρικής, αλλάζοντας ουσιαστικά το περιεχόμενο της άσκησης της ιατρικής και δημιουργώντας νέους διαχωρισμούς στις τάξεις των γιατρών. Κατ’ αυτό τον τρόπο, π.χ., το σχίσμα ανάμεσα στους δημόσιους και ιδιώτες γενικούς γιατρούς, στις αρχές της δεκαετίας του 1990, αντικατόπτριζε αόριστα κομματικό-πολιτικές προτιμήσεις, όπως και τη διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στην άσκηση της ιατρικής σε προάστια και την επαρχία από την μια μεριά και σε κεντρικές αστικές περιοχές από την άλλη.
Αποθαρρυμένοι από τη γενικότερη παραίτηση της αριστεράς, οι ριζοσπάστες γιατροί έστρεψαν τις ελπίδες τους στους τόπους εργασίας τους και έπαιξαν σημαντικό ρόλο στο να εφαρμοστεί η θεματολογία των προγραμμάτων της προαγωγής της υγείας και της πρόληψης των ασθενειών, καθώς και στο να καταστεί αυτή η προσέγγιση δημοφιλής μεταξύ των νεότερων γιατρών. Επιτρέποντας στους εαυτούς τους μια περιστασιακή αναλαμπή ανησυχίας για το χαρακτήρα θυματοποίησης που είχαν οι επίσημες προσπάθειες για αλλαγή του τρόπου ζωής, οι πρώην ριζοσπάστες καθησύχαζαν τους εαυτούς τους με τον ευσεβή πόθο ότι ήταν ακόμη εφικτό να μετατρέψουν τα φύκια της προαγωγής της καταναγκαστικής υγείας στις μεταξωτές κορδέλες της ενδυνάμωσης της κοινότητας…
Βέβαια ο Fitzpatrick αναφέρεται στην αγγλία, σ’ ένα καπιταλιστικό κράτος που είχε δημόσιο σύστημα υγείας· ενώ το ελλαδιστάν είναι η περίπτωση που «υποτίθεται» πως έχει κάτι τέτοιο. Επιπλέον, όπως θα δείξουμε στο επερχόμενο Cyborg 18, οι μετασχηματισμοί του τι είναι ιατρική (και υγεία) υπήρξαν δυναμικοί, ειδικά τα τελευταία 30 – 40 χρόνια.
Ωστόσο είναι γεγονός ότι εκτός απ’ την υπεράσπιση ενός «κλασσικού» σοσιαλδημοκρατικού μοντέλου «δημόσιου συστήματος υγείας» (περισσότερες προσλήψεις, μεγαλύτερες χρηματοδοτήσεις…) η κοινωνική, liberal αριστερά εγκατέλειψε οποιαδήποτε ουσιαστική κριτική προσέγγιση και γύρισε (συνολικά μιλώντας) πολύ πιο πίσω απ’ τα κινήματα της μεγάλης διεθνούς ανταρσίας των ‘60s και ‘70s.
Έχοντας μείνει σαφώς παλιομοδίτικα κρατικίστικη στις αντιλήψεις της περί δημόσιας υγείας και θεωρώντας ότι αυτό είναι μια χαρά «οχυρό» απέναντι στο νεοφιλελεύθερο κράτος / κεφάλαιο, η ελληνική αριστερά επέλεξε (και δεν αναγκάστηκε!) να κλείνει τα μάτια σε οποιαδήποτε διάβρωση του δημόσιου συστήματος «απ’ τα κάτω» (π.χ. χρηματισμός χιλιάδων γιατρών απ’ τις φαρμακοβιομηχανίες) ή/και καθοδήγησή του «απ’ τα πάνω» (η διεθνής των big pharma + big tech…). Αυτό άφησε στους όποιους ντόπιους ριζοσπάστες γιατρούς σαν βασικό έως μοναδικό περιθώριο δημόσιας ηθικής την ατομική στάση του να μην δωροδοκούνται. Ωστόσο οι γενικές κατευθύνσεις και, κυρίως, η επιθετική ιατρικοποίηση της καθημερινής ζωής (δηλαδή η τεχνητή δημιουργία όλο και μεγαλύτερης ζήτησης υπηρεσιών υγείας) έμειναν στην άκρη, στα αζήτητα, εκτός ορίζοντα.
Έτσι, όταν η υγιεινιστική τρομοεκστρατεία εκκένωσε ουσιαστικά τα δημόσια νοσοκομεία, δυσκολεύοντας ή και καταστρέφοντας την υγεία εκείνων που τα χρειάζονται, το μόνο που διανοήθηκε να κάνει αυτή η αριστερά ήταν να χειροκροτάει τους «ήρωες γιατρούς» – μαζί με την δεξιά… Ήρωες ή όχι οι γιατροί, το μείζον, το σημαντικό ζήτημα που ξετυλιγόταν ήταν η αναδιάρθρωση – μέσα – απ’ – την – εκκένωση (στην πράξη την εκκένωση όλων των δημόσιων χώρων / χρόνων!) Εδώ ταιριάζει γάντι η παρατήρηση του Fitzpatrick για την τύφλα του να πιστεύει κανείς ότι θα μετατρέψει τα φύκια του υγιεινιστικού καταναγκασμού και της βίας του στον 21ο αιώνα, στην 4η βιομηχανική επανάσταση, σε μεταξωτές κορδέλες υπέρ της δημόσιας υγείας!