Πέμπτη 30 Απρίλη. Η ασταμάτητη μηχανή έχει καταλάβει ότι θα περάσουν χρόνια (κι ίσως κάποιες γενιές….) μέχρις ότου ένα ικανό μέρος των δυτικών κοινωνιών συνειδητοποιήσει τι είναι εκείνο που έχει συμβεί τις 3 τελευταίες δεκαετίες σε σχέση με την κοινωνική αντίληψη περί «υγείας»· και, άρα, τι είναι αυτό που υπερκωδικοποιείται τώρα σαν «πραγματικότητα» μέσω της κρατικής πολιτικής. (Στο Sarajevo.pdf 148a κάνουμε μια πρώτη αναλυτική προσέγγιση, στο επόμενο θα την συμπληρώσουμε).
Έχουμε πει πάντως, από ‘δω, ότι το να εννοηθούν οι κοινωνικές σχέσεις σαν (εν δυνάμει) μολυσματικές, και μάλιστα με μια αφορμή (τον covid-19) ανάξια για ένα τόσο μεγάλο ιδεο-πολιτικό άλμα, είναι το βίαιο «μάθημα» των ημέρων. Για να γίνει όμως εφικτό έχει προηγηθεί, ουσιαστικά απ’ τα τέλη της δεκαετίας του 1980 και μετά, η αποδοχή (σχεδόν ενθουσιώδης…) της ανατροπής για το τι είναι «υγεία» και τι είναι «αρρώστια».
Η διαχωριστική γραμμή υπήρξε το aids και ο HIV. Και η ανατροπή απλώθηκε πολύ ευρύτερα απ’ τους ανθρώπους που κτυπήθηκαν πισώπλατα όπως σωστά έλεγε τότε μια αφίσα της act up. Ως πριν τον HIV (πριν το διάστημα μέσα ‘80/ αρχές ’90) ασθένεια σήμαινε συμπτώματα, και ανάλογη γνώση / διάγνωση. (Από ιατρική άποψη: κλινική διάγνωση). Οι HIV positive κηρύχτηκαν «ασθενείς» παρότι δεν είχαν κανένα σύμπτωμα. Η «ανακάλυψη της μόλυνσης» (ο εντοπισμός δηλαδή ούτε καν του HIV του ίδιου αλλά των μειωμένων κυττάρων Τ του ανοσοποιητικού στο αίμα, των οποίων η μείωση αποδιδόταν στην παρουσία του HIV) μόνο εργαστηριακά μπορούσε να γίνει. Με εξετάσεις. (Τότε όλοι / όλες έμαθαν, χάρη σ’ ένα μαζικό μάθημα μικροβιολογίας, την λέξη ρετροϊός· το δε «ανοσοποιητικό σύστημα» έγινε για πρώτη φορά για τον πολύ κόσμο ένα μυστηριώδες πεδίο μάχης όπου κερδίζονται και χάνονται ζωές…)
Έτσι το αποτέλεσμα της εξέτασης και όχι κάποιο σύμπτωμα έγινε η ταυτότητα της «υγείας / αρρώστιας». Χωρίς «αρνητικό» αποτέλεσμα κάποιος θα μπορούσε να είναι «άρρωστος». Χωρίς «αρνητικό» αποτέλεσμα ο καθένας ήταν (ίσως…) άρρωστος!
Με τον HIV μολυσματικές κηρύχτηκαν οι ερωτικές πράξεις (εκτός γάμου…) Κυρίως όμως άρχισε να αλλάζει κοινωνικά η εννόηση της «υγείας» (και ανάλογα της «αρρώστιας»). Αφού δεν ήταν πια το «πως νοιώθεις» το πρώτο και το τελευταίο κριτήριο, σωστό και «υπεύθυνο» έγινε το να επιτηρεί ο καθένας την κατάστασή του (την κατάσταση-της-υγείας-του/της) μέσω εξετάσεων· κι απ’ αυτές να μαθαίνει αν είναι «υγιής» ή όχι… Τα τσεκ απ έγιναν σταδιακά (αλλά γρήγορα από ιστορική άποψη) κοινωνική κοινοτοπία: η κοινοτοπία μιας ζωής που μετριέται, ξαναμετριέται, ξαναμετριέται, και μέσα απ’ τις εξετάσεις είναι που αποκτάει την «πιστοποίηση του well being» και την ανάλογη αυτοπεποίθηση· πάντα ως την επόμενη εξέταση.
(Στις αρχές των ‘00s, μετά την υποτιθέμενη «αποκωδικοποίηση του dna», ο μικροσκοπικός, κρυμμένος κάπου μέσα στο σώμα και ύπουλος εχθρός / νοσογόνος παράγοντας, πήρε και δεύτερη μορφή, πέρα απ’ αυτήν του ιού. Πήρε την μορφή του προβληματικού γονιδίου. Ωστόσο πέντε απαραίτητες κουβέντες γι’ αυτή η εξέλιξη δεν χωράνε εδώ).