Τρίτη 21 Γενάρη. Σχόλια του είδους «η συγκυρία είναι κακή» και «οι οιωνοί είναι σε βάρος μας», που υπονοούν ότι το «διεθνές δίκαιο» δεν έχει καμμία σχέση με τα ελληνικά ιμπεριαλιστικά συμφέροντα για προσωρινούς και εντελώς συγκυριακούς λόγους, είναι φυσικά παραπλανητικά. Ποτέ δεν ήταν «καλή η συγκυρία», ποτέ δεν ήταν «οι οιωνοί σε όφελος» του ελλαδιστάν: γι’ αυτό και ποτέ δεν αποτάνθηκε σ’ αυτό το παλιοδικαστήριο! Εκείνο που έχει αλλάξει τώρα είναι πως η κατάρρευση του σχεδίου για την περικύκλωση της Μεσογείου (με την βοήθεια συμμάχων σαν το απαρτχάιντ Τελ Αβίβ και την χούντα του Καΐρου, με την επίβλεψη του ψοφιοκουναβιστάν) είναι τόσο καθολική, ώστε ο αντεπιτιθέμενος τουρκικός ιμπεριαλισμός έχει τώρα και το μαχαίρι και τον ελληνικό λαιμό: ή απευθείας διαπραγματεύσεις, ή δικαστήριο της Χάγης, ή… Ή;
Πήγαιναν γυρεύοντας τα αφεντικά του ντόπιου ιμπεριαλισμού. Προκάλεσαν και ξαναπροκάλεσαν… Και χάρτες έβγαλαν και ξαναέβγαλαν, και πονταρίσματα έκαναν ότι οι γαλλικές και ιταλικές φρεγάτες θα ρίξουν την Άγκυρα στα βράχια της, και σε χουντοκαραβανάδες έδωσαν άσυλο μετά τιμών, και την κατάρρευση του τουρκικού καπιταλισμού ανήγγειλαν ξανά και ξανά, και τους ευρωπαίους «εταίρους» θεώρησαν ότι μπορούν να ρυμουλκήσουν κατά τα δικά τους συμφέροντα (λες και οι άλλοι δεν έχουν καπιταλισμό…).
Στον πυρήνα της αυτή η ιμπεριαλιστική τακτική δεν είναι καινούργια και άγνωστη για την ασταμάτητη μηχανή / Sarajevo. Όταν, για παράδειγμα, στο πρώτο μισό των ‘90s, το ελληνικό κράτος / παρακράτος / κεφάλαιο έχει ανάψει τις μηχανές των τανκς του (και την έξαψη των συλλαλητηρίων) έτοιμο να μπουκάρει στη νότια αλβανία και στη νότια μακεδονία με την βοήθεια μόνο των «αδελφών» Μιλόσεβιτς, Κάραζιτς και Αρκάν, οι τσάτσοι και οι ρουφιάνοι του έκαναν τα πάντα:
– διαολόστειλαν τους «εταίρους», με κύριο στόχο την γερμανία (συμπεριλαμβανόμενης εκείνης της έρμης «επιτροπής Πινέιρο») βαφτίζοντάς τους ανθέλληνες·
– έκαναν μποϋκοτάζ στα ολλανδικά τυριά και στα ιταλικά μακαρόνια·
– κατασκευάσαν για προπαγανδιστική χρήση ένα «μουσουλμανικό τόξο» (τουρκικής προέλευσης, φυσικά!) που περιλάμβανε και κατά πλειοψηφία χριστιανικούς ορθόδοξους πληθυσμούς·
– έστειλαν φασίστες και πράκτορες να σφάξουν βόσνιες και βόσνιους·
– έκαναν κάθε είδους λαθρεμπόριο προς τους σέρβους «αδελφούς»·
– ξέπλυναν τραπεζικά τα κλοπιμαία της σερβικής μαφίας·
– ενέταξαν το ελληνικό οργανωμένο έγκλημα στη νέα αναδυόμενη ανατολικο-ευρωπαϊκή διεθνή του εγκλήματος·
– στρατολόγησαν το πάντα πρόθυμο παπαδαριό·
– χρησιμοποίησαν τους μετανάστες απ’ την αλβανία σαν όπλο·
– οργάνωσαν ή συμμετείχαν στο μεγαλύτερο κύκλωμα σωματεμπορίας στην ευρώπη ever·
– οργάνωσαν προβοκάτσια / επίθεση δολοφονίας εναντίον του αλβανικού στρατού·
– καλλιέργησαν τον ντόπιο κοινωνικό ρατσισμό·
– κλπ…
Με δυο λόγια, την προηγούμενη φορά που ο ελληνικός ιμπεριαλισμός τέντωσε τα μούσκλια του (προς την ξηρά στα βόρεια) έκανε μαζεμένα, σε χρόνο dt και με βασική μέθοδο το ένστικτο του λιμασμένου, όσα οι ιστορικοί πρωτοκοσμικοί ιμπεριαλισμοί έκαναν σχεδιασμένα μέσα σε πολλές δεκαετίες. Δεν παρέλειψε τίποτα. Αλλά η πυκνότητα και η ένταση του «ορμάμε» ήταν παρανοϊκή: σχεδιάζοντας το «μεγάλο ντου», τα αφεντικά και οι λακέδες τους αδιαφορούσαν για τους πραγματικούς συσχετισμούς. Τελικά έμεινε η όρεξη – και η παραγραφή των εγκλημάτων. Δεν ήταν τόσο εύκολο όσο ακούγεται, αλλά έγινε… Βοήθησε απεριόριστα η σιωπή του εθνικού κοπαδιού.
Το «μεγάλο ντου» της περικύκλωσης της ανατολικής Μεσογείου είχε στον πυρήνα του την ίδια ιμπεριαλιστική ιδιοσυγκρασία (αν μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε αυτή τη λέξη)· προχώρησε σχετικά πιο αθόρυβα απ’ την άποψη της εθνικής δημαγωγίας (σε σύγκριση με τα ‘90s), δεν είχε συλλαλητήρια του είδους “ο πάτος – της θάλασσας – μας είναι η ψυχή μας”· είχε όμως την ίδια αλαζονεία και την ίδια αναίδεια απέναντι στους πραγματικούς συσχετισμούς. Το ελλαδιστάν (και το νοτιοκυπριακό τσιράκι του) χάραζαν θαλάσσια οικόπεδα με την σιγουριά εκείνου που έχει κληρονομήσει ολόκληρο τον πλανήτη απ’ τους προπαππούδες του· υποτιμούσαν και ελεεινολογούσαν τους όποιους ανταγωνιστές τους· επαναλάμβαναν μονότονα (από το 2004 αν όχι νωρίτερα…) ότι «δεν μας συμφέρει να διαπραγματεύουμε τώρα» («μελλοντικά θα έχουμε ακόμα πιο πολύ πάνω χέρι, και θα επιβληθούμε»…)· έκαναν ό,τι περιμένει κανείς από μια «χρυσή βίδα».
Και τώρα;… Τώρα βρίσκονται (και βρισκόμαστε με το ζόρι) μπροστά το «ή;». Αν όχι διαπραγμάτευση με τον «αιώνιο εχθρό» τώρα, αν όχι «διεθνές δίκαιο» τώρα, τότε τι απομένει;
Στις καθημερινές, προσωπικές σχέσεις, οι απωθήσεις καταλήγουν κάποια στιγμή είτε σ’ έναν παρανοϊκό καυγά (μετά φόνου…) είτε σε κάποιο ψυχιατρείο. Στις διακρατικές σχέσεις δεν υπάρχουν άσυλα για διαταραγμένους ιμπεριαλισμούς. Υπάρχουν μόνο οριστικές ήττες. Απομένει, σα να λέμε, η παράνοια μετά φόνου – σαν περιεχόμενο του «ή;».
Υπάρχει όμως και εργατική πολιτική απάντηση και σ’ αυτό και σε κάθε άλλο ενδεχόμενο· την ξεστομίσαμε πρόσφατα στους τοίχους. Εκείνο που θα έπρεπε να κηρυχτεί ανύπαρκτο – δηλαδή απαράδεκτο – είναι η «ελπίδα» ότι τα αφεντικά του ντόπιου ιμπεριαλισμού θα λογικευτούν… Αυτό πάντα προδοσία θεωρούνταν…