Τετάρτη 8 Μάη. Είμαστε εχθρικοί σ’ αυτό που τα καθεστώτα πουλάνε σαν «γιορτή της δημοκρατίας»: τις εκλογές. Πρόκειται για εξουσιοδότηση χωρίς διαρκή και αποτελεσματικό έλεγχο: οι υπήκοοι νομιμοποιούν τις πολιτικές βιτρίνες, και η επόμενη φορά που θα ερωτηθούν (μ’ όλες τις μεθόδους χειραγώγησης της γνώμης τους) είναι μετά από χρόνια· ενόσω οι πολιτικές βιτρίνες θα έχουν ασκήσει την εξουσία τους, την μοναδική πραγματική τέτοια, που είναι οι δημόσιες σχέσεις. Οποιοσδήποτε εμφανίζεται σαν «υποψήφιος» γι’ αυτήν την δομική κατάχρηση της εξουσιοδότησης χωρίς διαρκή και αποτελεσματικό έλεγχο, σε οποιασδήποτε εκλογές, είναι απλά απατεώνας. Αλλά οι απατεώνες βρίσκουν οπαδούς – και είναι οι μόνοι που μπορούν να έχουν οπαδούς: σε μια εποχή που τόσοι καταδέχονται να μαζεύουν «likes» είναι παιχνιδάκι για μερικούς να μαζεύουν «ψήφους»…
Κατά συνέπεια είμαστε εχθρικοί και στις «προεκλογικές περιόδους». Δεν μπορούμε όμως (και δεν πρέπει) να μην θυμίσουμε αυτό (κι όσοι δεν έχουν μνήμη χρυσόψαρου το βλέπουν): πριν ελάχιστα χρόνια η καθεστωτική δημαγωγία οργίαζε για το «τέλος του δικομματισμού». Όμως η ίδια η εθνική ιδεολογία (και οι κοινωνικές ιδεολογίες που κατάγονται άμεσα ή έμμεσα απ’ αυτήν) είναι διπολική. Μανιοκαταθλιπτική. Ο μέσος όρος «πολιτικής σκέψης» στο ελλαδιστάν φτάνει ως τον μανιχαϊσμό – δεν μπορεί κάτι άλλο.
Συνεπώς το διπολικό show των ημερών είναι κομμένο και ραμμένο στο ελληνικό βαθύ εθνικό μελόδραμα. Πείθει, όχι μόνο κατανέμοντας το μαντρί ανάμεσα στους δύο ποιμένες «πόλους», αλλά αφήνοντας κάποια περιθώρια και σε «τρίτους» να εμφανίζονται σαν το «περιθώριο του διπολισμού», αν και πατάνε στο ίδιο ακριβώς έδαφος: το έδαφος της ανάθεσης. Στο έδαφος της εξουσιοδότησης μέσω “like”.
Ο λουμπενισμός του show δεν θα έπρεπε να εκπλήσσει. Είναι κι αυτός κομμένος και ραμμένος στο αισθητικό και ηθικό επίπεδο του ντόπιου μικροαστισμού. Όπως οι χουλιγκάνοι θέλουν έναν «πρόεδρο» (επιχειρηματία, ιδιοκτήτη της ομάδας τους και της ζωής τους) που να δείχνει πάθος ανάλογο του δικού τους, έτσι και οι μικροαστοί στο σύνολό τους θέλουν βία, λεκτική και όχι μόνο, για να «πορωθούν».
Σ’ όλες τις παραλλαγές του αυτό το θέαμα είναι βαθιά φασιστικό – άσχετα απ’ το συμβολικό ρεπερτόριό του. Το ότι επιτρέπεται στο εσωτερικό του κάποιοι να πουλιούνται σαν «αριστεροί», είναι απλά και μόνο θέμα σκηνοθεσίας. Αν πρόκειται να δεις το έργο με τίτλο «ο καλός, ο κακός και ο άσχημος», τότε πρέπει να δεις έναν «καλό», έναν «κακό» και έναν «άσχημο».
Δεν γίνεται αλλιώς: ο πελάτης έχει πάντα δίκιο!