Τετάρτη 29 Μάη. Η σκηνοθεσία για λογαριασμό των εγκαινίων ενός δημόσιου έργου που είναι ακόμα γιαπί, δεν είναι απλά ένα «πολιτικό» γεγονός. Είναι μάλλον κάτι πιο σύνθετο, ας το πούμε «πολιτικο-ηθικό». Τέτοιου είδους παραμυθιάσματα δεν είναι συνυφασμένα με την εξυπηρέτηση της εξουσίας· και, επιπλέον, δεν έχουν προκαθορισμένο «ιδεολογικό πρόσημο». Μπορεί μια πολιτική βιτρίνα να δεχτεί να πέσει τόσο χαμηλά, μπορεί όχι· το τι θα επιλέξει δεν αλλάζει τον ρόλο της. Φωτίζει όμως το ποιόν του «υποκειμενισμού» κάθε πολιτικής βιτρίνας. Και δεν πρόκειται για ποιόν στιγμιαίο, σαν σαρδάμ της γλώσσας. Η σκηνοθεσία χρειάζεται σχεδιασμό, δουλειά, έξοδα – και κυρίως έγκριση «απ’ τα πάνω». Η σκηνοθεσία είναι διάρκεια. Και έχει συνέπειες: εκείνος που θέλει να κάνει παιχνίδι με τέτοια φτηνά κόλπα εξαπάτησης, είναι ικανός να κοροϊδεύει με οποιονδήποτε τρόπο.
Η «πρώτη φορά αριστέρα» έχει δώσει ρεσιτάλ παραμυθιών, όχι μόνο σαν κυβέρνηση αλλά και νωρίτερα, σαν αντιπολίτευση. Το ότι οι ψηφοφόροι / πελάτες την συγχωρούν κατά καιρούς δεν διορθώνει το ζήτημα. Αναδεικνύει, πέρα απ’ την εξαπάτηση, και τον κυνισμό της ιδιοτέλειας – της μικροαστικής μάζας. Μπορεί ο καθένας να καταλαβαίνει ότι τον κοροϊδεύουν· μπορεί και να κολακεύεται μ’ αυτό, επειδή υποθέτει ότι έστω και σαν στόχος κοροϊδίας απ’ τους πολιτικούς, έχει μια κάποια σημασία. Μετά, απλά, κάνει τους δικούς του προσωπικούς και ιδιοτελείς λογαριασμούς για το τι τον συμφέρει.
Ο εξοχότατος π.ε.τ. συνεχίζει να λέει ψέμματα (πράγμα που είναι το λογικά αναμενόμενο) με ιδιαίτερες επιδόσεις στο να αυτοδιαψεύδεται. «Δεν είπα – ή δεν έκανα – αυτό» ενώ το έχει πει / κάνει· ενώ υπάρχουν και οι καταγραφές ότι το έχει πει / κάνει. Στην καλύτερη των περιπτώσεων δίνει την εντύπωση, τόσο αυτός όσο και οι πέριξ του, ότι δεν θυμούνται καν τι έχουν πει / κάνει… Είναι παθολογικό γιατρέ;
Οι συγκεκριμένες βιτρίνες δεν ζουν την «πολιτική αποστολή» τους σαν κανονική ζωή. Την ζουν με πουσαρισμένο τρόπο, σαν σύμβολα. Τα σύμβολα δεν έχουν χρονικότητα· έχουν μόνο διάρκεια. Δεν έχουν παρελθόν· (θέλουν να) είναι εσαεί, έχοντας μόνο παρόν. Ένα αιώνιο παρόν, ένα παρόν που καλό θα ήταν να προεκτείνεται όσο περισσότερο γίνεται. Τα σύμβολα τα ίδια δεν έχουν μνήμη· μνήμη έχουν μόνο εκείνοι που τα βλέπουν ή τα χρησιμοποιούν.
Εν τέλει τα σύμβολα είναι σαν τις ζωγραφισμένες λινάτσες μπροστά απ’ το γιαπί. Σκηνοθετούν, φτιάχνουν ατμόσφαιρα.
Συνεπώς έχουμε μπροστά μας μια ειδική μορφή ψευδολογίας της εξουσίας (υπάρχουν και άλλες, εννοείται): την εκκένωση του ιστορικού χρόνου όταν γίνεσαι σύμβολο. Είναι παθολογικό, με ιδιαίτερο τρόπο: ανήκει στην παθολογία του Θεάματος – αν και σαν ειδική περίπτωση.
Φυσικά οι ενδοεξουσιαστικές σπρωξιές δεν γίνονται για την “αλήθεια” (ακριβώς γι’ αυτό χρησιμοποιούν συνέχεια την λέξη). Όμως υπάρχουν σ’ αυτές τις δουλειές ψεύτες και ψεύτες. Υπάρχουν ψεύτες προσεκτικοί, επιλεκτικοί και ικανοί. Υπάρχουν και αλέξιοι που είναι αδέξιοι: έχουν ενσωματώσει τόσο πολύ την συμβολική τους λειτουργία που, τελικά, την αποκαλύπτουν… Σα να λέμε: καίγεσαι τόσο πολύ να εγκαινιάσεις το μετρό Θεσσαλονίκη, που δεν σε νοιάζει καν αν δέκα λεπτά μετά τα “εγκαίνια” ένα χέρι δείξει την απάτη.
Ισχύει λοιπόν το καλύτερα να σου βγει το μάτι παρά το όνομα…