Πέμπτη 9 Μάη. Όταν το 2001 ο αμερικανικός ιμπεριαλισμός ξεκίνησε την «προληπτική εκστρατεία κατά της τρομοκρατίας», ο τότε πρόεδρος Μπους ο νεώτερος μίλησε για μακρύ πόλεμο. Η «τρομοκρατία» (κατασκευασμένη έτσι κι αλλιώς απ’ τις αμερικανικές υπηρεσίες και τους συμμάχους τους) ήταν το άλλοθι, το μέσο· όχι ο στόχος. Το γεγονός ότι ήδη απ’ τις αρχές του 21ου αιώνα οι ειδικοί του αμερικανικού ιμπέριουμ μπορούσαν να φανταστούν και να μεθοδεύσουν τον «αμερικανικό 21ο αιώνα» μόνο μέσω μιας διαρκούς προσχηματικής πολεμικής (δήθεν “αστυνομικής”) εκστρατείας σ’ όλο τον πλανήτη δείχνει ότι δεν εμπιστεύονταν την «οικονομική υπεροχή» τους· παρότι τότε δεν φαινόταν κανένας που να την αμφισβητεί – όχι, σίγουρα, στον ορίζοντα των κοινών θνητών. Σχεδόν 2 δεκαετίες μετά, το να κάνει η Ουάσιγκτον και να ελπίζει ότι μπορεί να κερδίσει έναν «εμπορικό πόλεμο» (κατά του Πεκίνου) είναι μια ψευδαίσθηση. Είναι σα να υποστηρίζουν οι τωρινοί αμερικάνοι συντηρητικοί ότι το 2001 έκαναν λάθος, και ότι η “οικονομική υπεροχή” ήταν πάντα και παραμένει βασικό όπλο του αμερικανικού κράτους / κεφάλαιου… Γελοία παλινδρόμηση, που οφείλεται μόνο (κατά την γνώμη μας) στο ότι αφού ουσιαστικά έχει χάσει τον «πόλεμο κατά της τρομοκρατίας» ο στρατιωτικός βραχίονας του αμερικανικού ιμπέριουμ δεν είναι καθόλου σίγουρος ότι θα κερδίσει τον κύριως πόλεμο, τον κανονικό πόλεμο κατά των «αμφισβητιών» (της Μόσχας και του Πεκίνου) και των συμμάχων τους.
Όμως ο ίδιος βραχίονας δείχνει να είναι ανομολόγητα σίγουρος πως όσο καθυστερεί αυτόν τον κυρίως πόλεμο, τόσο πιθανότερο είναι να επιδεινώσει την θέση του.
Η ιστορία του 20ου αιώνα δείχνει διάφορα χρήσιμα για όσα συμβαίνουν τώρα. Η «τρομοκρατία» και ο πόλεμος εναντίον της όπως κατασκευάστηκε απ’ τις υπηρεσίες της Ουάσιγκτον και των συμμάχων της ήδη απ’ τις αρχές του 21ου αιώνα (Ριάντ και Τελ Αβίβ), η κατασκευή δηλαδή ενός «ανορθόδοξου πολέμου εναντίον ενός μη κρατικού παράγοντα» (πρώτη επιλογή: “αλ Κάιντα”…) προέρχεται απ’ την εμπειρία του 3ου παγκόσμιου και τον ρόλο των αντάρτικων εθνικοαπελευθερωτικών σοσιαλ/κομμουνιστικών εφόδων στον ουρανό σε πολλά μέρη του κόσμου. Κατά ένα τρόπο πρωτότυπο αλλά όχι ανεξήγητο η Ουάσιγκτον επιχείρησε να διατηρήσει την παγκόσμια ηγεμονία της μετά το 2001 «κάνοντας παιχνίδι» μέσω της «αναβίωσης» εκείνου που φαινόταν «οικείο» στα επιτελεία της, σαν ιστορικά πιο πρόσφατο, την σχεδιασμένη (και προφανώς χαλκευμένη) αναβίωση δηλαδή ενός μέρους της ιστορίας του 3ου παγκόσμιου πολέμου, με τα απελευθερωτικά αντάρτικα και τα καθεστωτικά αντι-αντάρτικα (τύπου «κόντρας»). Ήταν αυτό που ονομάστηκε στις μέρες μας proxie wars – αλλά δεν ήταν καθόλου άγνωστο στο δεύτερο μισό του 20ου αιώνα. Εμείς το ονομάσαμε έγκαιρα stay in front, σαν εξέλιξη του νατοϊκού stay behind στη διάρκεια του 3ου παγκόσμιου. (Κάποια στιγμή θα δικαιωθούμε γι’ αυτήν την συσχέτιση και την ακρίβειά της· αλλά θα είναι αργά από πολιτική / ανταγωνιστική άποψη…)
Το κόλπο «πόλεμος κατά της τρομοκρατίας» σαν η λεωφόρος διατήρησης της αμερικανικής ηγεμονίας στον πλανήτη ηττήθηκε, και ηττήθηκε οριστικά εδώ δίπλα: στο συριακό πεδίο μάχης. Από τότε και μετά (και παρότι η Ουάσιγκτον εξακολουθεί να τραβάει απ’ τα μαλλιά, όσο μπορεί, το project «πόλεμος κατά της τρομοκρατίας», βαφτίζοντας «τρομοκράτες» τους επίλεκτους του ιρανικού στρατού…) η ενδοκαπιταλιστική αναμέτρηση έχει περάσει στην επανάληψη των μοτίβων της εκκίνησης του 2ου παγκόσμιου πολέμου. Γυρίζει υποχρεωτικά προς τα πίσω στη γενεαλογία των ενδοκαπιταλιστικών ιμπεριαλιστικών αναμετρήσεων του 20ου αιώνα, χωρίς τα φτιασίδια των τελευταίων δεκαετιών του. Όσο κι αν η Ουάσιγκτον προσπαθεί να περισπάσει / εκτονώσει / κερδίσει την ηγεμονία της μέσω «περιφερειακών» αναμετρήσεων όπου μπορεί να συντηρηθεί βολικά η ανάμνηση «αντιτρομοκρατικών εκστρατειών» (για παράδειγμα στην υποσαχάρια αφρική), είναι πια υποχρεωμένη να αναμετρηθεί κατά μέτωπο με τον κύριο αντίπαλο, τον οποίο άλλωστε το «δόγμα εθνικής ασφάλειας» έχει ονομάσει. Πεκίνο και Μόσχα…
Ο 2ος παγκόσμιος, που δεν είχε «προληπτικό πόλεμο κατά της τρομοκρατίας», ξεκίνησε σαν νομισματικός πόλεμος, μέσω των ανταγωνιστικών υποτιμήσεων των εθνικών νομισμάτων (και οπωσδήποτε εκείνων που ήταν, ή σκόπευαν να γίνουν διεθνούς χρήσης). Προχώρησε σε εμπορικό πόλεμο, μέσω της επιβολής ανταγωνιστικών δασμών στις εισαγωγές. Και κορυφώθηκε υποχρεωτικά σε στρατιωτικό πόλεμο… αφού, σ’ όλες τις προηγούμενες εκδοχές του ήταν ο ίδιος πόλεμος: για την κυριαρχία στις παγκόσμιες αγορές πρώτων υλών, εμπορευμάτων και εργασίας.
Το ίδιο συμβαίνει ήδη. Μπορεί να πληγώνονται οι ηλίθιοι (έχουν υπάρξει άφθονοι) που εδώ και χρόνια μας κούναγαν το δάκτυλο υποστηρίζοντας ότι ο καπιταλισμός δεν είναι πια καπιταλισμός αλλά «κάτι άλλο», αλλά η αλήθεια είναι ωμή: η καπιταλιστική / κρατική μηχανή δεν έχει ιδιαίτερη φαντασία στον βασικό πυρήνα της… Ιδιαίτερη βία έχει.