Παρασκευή 5 Απρίλη. Είχαμε την εντύπωση (βεβαιότητα για να το πούμε πιο σωστά, θεμελιωμένη στην ιστορία της τάξης μας) ότι αν κάποιοι “θέλουν να ξεμπερδέψουν εδώ και τώρα απ’ την σαπίλα και την σήψη της εργοδοτικής μαφίας, σπάζοντας το απόστημα των νόθων και ανύπαρκτων συνδικάτων” δεν κάνουν έφοδο στα “χειμερινά ανάκτορα” αυτής της μαφίας. Είχαμε την βεβαιότητα ότι η σωστή και καθαρή στάση (η μόνη τέτοια) είναι η αποχώρηση απ’ τα συνδικαλιστικά σχήματα “της συνδικαλιστικής μαφίας, των μπράβων και των ανθρώπων της νύχτας”. Η καθαρή και χωρίς περιστροφές και τσαμπουκάδες διάσπαση της γσεε δηλαδή. Διότι αν ζητάς απ’ τους “μαφιόζους” να “κάνουν πίσω”, αυτό σημαίνει πρώτον ότι “διαπραγματεύεσαι” μαζί τους “στη γλώσσα τους” (δια της βίας…), και δεύτερον ότι ίσως δεν είναι τόσο “μαφιόζοι” όσο τους κατηγορείς…
Η ελληνική συνδικαλιστική ιστορία, από ένα χρονικό σημείο και μετά (εδώ και δεκαετίες, σίγουρα απ’ την μεταπολίτευση και μετά) είναι φρικαλέα από κάθε άποψη. Έχει όμως κι αυτήν την ιδιαιτερότητα – σε σχέση με άλλα ευρωπαϊκά και μη παραδείγματα: την εμμονή στο ενιαίο της ιεραρχικής συνδικαλιστικής πυραμίδας. Μία “γενική συνοσπονδία εργατών”, ένα εργατικό κέντρο ανά πόλη, κλπ κλπ.
Δεν έχουμε βρει εξήγηση της προκοπής γι’ αυτήν την κατάσταση, είτε παίζουν κλωτσιές είτε όχι. Πιθανόν μια στέρεα και καθόλου τιμητική εξήγηση να είναι οι κρατικές χρηματοδοτήσεις προς αυτήν την ενιαία πυραμίδα, σε όλα τα (κομματικά) συστατικά της.
Όσοι νομίζουν πως αν γίνει “της Παιανίας” θα κερδίσουν τα εργατικά συμφέροντα απλά αυταπατώνται – για να το πούμε όσο πιο κομψά γίνεται…