Τετάρτη 24 Απρίλη. Αηδιάζει η ασταμάτητη μηχανή με τα ήθη των ντόπιων αρχόντων, κοτσαμπάσηδων και προεστών κάθε είδους. Είναι όμως φορές-φορές που η «ηθική της εξουσίας» είναι η «ηθική της κοινωνίας» (η mainstream σίγουρα) που αντανακλάται στα κάτοπτρα της δύναμης και επιστρέφει ενισχυμένη. Έτσι ώστε μέσα στον καθεστωτικό πληθωρισμό της να γίνεται (να θέλει να γίνει) η αποκλειστική πραγματικότητα. Εκεί η ασταμάτητη μηχανή, μπροστά στο ενδεχόμενο του σιωπηλού πνιγμού, πρέπει να φωνάξει.
Ο υπουργός Πολάκης προκάλεσε, εν αγνοία του ή όχι μας είναι αδιάφορο, μια ακόμα έκρηξη κοινωνικού δαρβινισμού: οι υποστηρικτές του είναι τέτοιοι. Όταν στη διένεξη μεταξύ ενός «δεξιού» σε αναπηρική καρέκλα και ενός «αριστερού γαμάω» οι κοινωνικοί φασίστες παίρνουν αναφανδόν το μέρος του δεύτερου, όπως ακριβώς έγινε όταν στην καρέκλα ήταν ο «σακάτης» Σόιμπλε και όρθιος ήταν κάθε νάρκισσος sex symbol Γιάνης, το θέμα παραείναι σοβαρό – τόσο όσο χρειάζονται για να κάνουν τα κορόιδα οι μαϊμού ευαίσθητοι. Θα χρειαστεί όμως άλλη αναφορά γι’ αυτά.
Εν τω μεταξύ ο ίδιος ο «γαμάω» υπουργός διεκδικεί (και απολαμβάνει, απ’ τους επαγγελματίες συναδέλφους τους αλλά και από ένα κάποιο κοινό) ένα είδος «πολιτιστικής ασυλίας»: είναι Σφακιανός, λίγο brutal, λίγο «κάπως», αλλά τέτοια είναι η «αυθεντικότητά» του. Respect – έτσι πάει το παραμύθι.
Αυτή η βολική «αυθεντικότητα» είναι ανύπαρκτη σαν τέτοια. Η ασταμάτητη μηχανή έχει κάτσει επί χρόνια με κάμποσους ορεσίβιους, βοσκούς ή αγρότες, Σφακιανούς, Σεληνιώτες, ή από άλλα μέρη της ορεινής επικράτειας αυτής της κωλοχώρας. Είναι ευγενείς προς τους ξένους και καχύποπτοι, λιγομίλητοι και εσωστρεφείς. Όσοι δεν τους ξέρουν θα τους θεωρήσουν στα καφενεία και στα χωριά τους ξενοφοβικούς· πρόκειται, όμως, κυρίως για μια μακριά παράδοση προφύλαξης από κακοτοπιές. Πρέπει, απλά, οι όποιοι περαστικοί να δείξουν ότι δεν είναι «μπαγλαμάδες», έτσι ώστε να αξίζουν προσοχής. Κι αυτό είναι κοπιαστικό. Πολιτισμοί της σκληρότητας…
Ωστόσο αυτό το είδος ανθρώπων, συντηρητικών και «παράξενων», δύσκαμπτων αλλά και θυμόσοφων, με πολλά προβλήματα και μετρημένες αλλά αυθεντικές χάρες, με πολλές κλεισούρες και περίεργες ανοικτοσύνες, φθίνει εδώ και δεκαετίες. Γερνάνε και πεθαίνουν εκείνοι κι εκείνες που έφτιαξαν χαρακτήρα καλλιεργώντας ζώα και ζόρικα χώματα. Γερνάνε και πεθαίνουν αυτοί που όταν λένε «ένα τσιγάρο δρόμος» δεν εννοούν καθόλου «αυτό το τσιγάρο που καίει είναι το τελευταίο», όση αίγλη κι αν έχει το τελευταίο σαν στίχος… Μαζί τους χάνεται μια πραγματικότητα άλλης εποχής όπου πράγματι συνέβαινε το λακωνίζειν κάποτε να είναι φιλοσοφείν: να σκέφτεσαι, και δέκα φορές να μη μιλάς, την ενδέκατη να λες με πέντε λέξεις και μια γκριμάτσα αυτό που επιτρέπει η παρέα· ή αυτό που φέρνει ενδοοικογενειακή βία και πόλεμο.. Όσοι νομίζουν ότι αυτοί οι άνθρωποι ήταν (ή είναι, στα γεράματά τους) ο Γιάννης Βόγλης στο «κορίτσια στον ήλιο» είναι απλά ηλίθιοι.
Αυτά που πουλάει ο υπουργός Πολάκης και θέλει, στο όνομά τους, πολιτιστική ασυλία έχουν πεθάνει από τότε που ήταν πιτσιρικάς. Εδώ και κάτι δεκαετίες πουλιούνται σαν «local product» στη Χώρα Σφακίων, απ’ τα αφεντικά των μαγαζιών εκεί – κι είναι αμφίβολο αν υπάρχουν πια Lonnberg να τσιμπήσουν.
Αν πεθαίνει κάτι, είναι ευκαιρία να ζουν τα αντίγραφά του, οι φτηνές απομιμήσεις του. Περί αυτού πρόκειται. Ήδη απ’ τα τέλη των ‘80s (και για λόγους που εδώ δεν χωράνε να τους εξηγήσουμε) η ελληνική κοινωνία φτιάχνει φτηνές απομιμήσεις του «ευγενούς άγριου» για να δώσει στην μεταμοντέρνα νεοφιλελεύθερη βαρβαρότητά της μια πατίνα καταγωγικής «αυθεντικότητας». Αναπαράγει διαρκώς τους «φουστανελάδες» και τους «Κολοκοτρώνηδες» της δήθεν «εθνικής ελευθερίας» της την ώρα που λατρεύει τον πατερναλισμό, τον καιροσκοπισμό και την εξουσία, την ώρα που «κρυώνει» και «ζεσταίνεται» με το παραμικρό, την ώρα που βουτάει στη θάλασσα των παγκόσμιων εμπορευμάτων και το απολαμβάνει. Μόνο που στην περίπτωση Πολάκη η αναπαραγωγή, εξίσου κίβδηλη και εξίσου ελεεινή, δεν αφορά “φουστανελάδες” αλλά «μαυροπουκαμισάδες».
Στην απομίμησή του, στα αντίγραφα για εμπορική χρήση, ο λιγομίλητος, μετατρέπεται στο ακριβώς αντίθετο: σε φαφλατάδικη, αμετροεπή περσόνα. Στη γενικευμένη πλαστοποίηση ο εσωστρεφής μετατρέπεται στο ακριβώς αντίθετο: σε επιδειξία. Και ο προσεκτικά καχύποπτος επίσης: γίνεται αλαζόνας «θα σας γαμήσω», “σκληρός” του σκοινιού και του παλουκιού.
Αν εκφράζει κάτι στ’ αλήθεια ο υπουργός Πολάκης δεν είναι καμμία αυθεντικότητα! Είναι, αντίθετα, η «κοινωνικότητα» των μεταλλαγμένων αντιγράφων. Και επειδή αυτό είναι το κανονικό, επειδή κανονικότητα είναι το γίγνεσθαι της πλαστοποίησης, όχι μόνο ο υπουργός Πολάκης σαν «σφακιανισμός» αλλά και οποιοσδήποτε άλλος, άσχετα από κόμμα και ιδεολογία, σαν μεταπράτης οποιασδήποτε αντιγραφής, έχει πράγματι μια θέση στην πιάτσα. Μπορείς να παριστάνεις απ’ τον μελαγχολικό Ρεμπώ ως τον μαχαιροβγάλτη – υπάρχει μια θέση για όλους…. Αρκεί να παίζεις έναν τουλάχιστον ρόλο…
Ποιές είναι οι ενδείξεις (ή και οι αποδείξεις) ότι πρόκειται για μεταμοντέρνο αντίγραφο που υποκρίνεται το πρωτότυπο; Κάθε φορά οφείλει κανείς να τις εντοπίσει, και δεν είναι τόσο δύσκολο. Όσο για τον υπουργό Πολάκη; Η απόδειξη είναι γνωστή σε όλους: η κολακευτική φράση ενός φίλου του, που ο ίδιος αποδέχθηκε ναρκισσιστικά: τον θέλουν όλες οι λούγκρες τον κρητίκαρο….
Ολοφάνερα πρωτευουσιάνικη κολακεία! Διαφορετικά, αφήνουμε στην φαντασία σας τον πολιτευτή “κρητίκαρο” Πολάκη να εξηγεί σε βοσκούς της Μαδάρας τι είναι οι «λούγκρες» που τον θέλουν….
Το πρωτότυπο ανήκε σε εντελώς διαφορετικό κόσμο… Το αντίγραφο ξημεροβραδιάζεται τιτιβίζοντας ηλεκτρονικά, προσπαθώντας να ξορκίσει τα κόμπλεξ του… Και ασκώντας πολιτική και κοινωνική εξουσία.