Η τέχνη θέλει θυσίες…

Δευτέρα 5 Νοέμβρη. Η σχεδιασμένη απ’ τον ίδιο τον Banksy καταστροφή ενός έργου του, μετά την σε πλειστηριασμό πώλησή του, ήταν μια έξυπνη εμπορική κίνηση εκ μέρους του: δεκαπλασίασε, ή μπορεί και να εκατονταπλασίασε την αξία του. Φυσικά ο ίδιος υποστηρίξε ότι ήταν μια πράξη «αμφισβήτησης» – ως εάν η αντίληψη για το «έργο τέχνης» να είναι ακόμα εκείνη του 1920… Υποστήριξε, επίσης, ότι η πρόθεσή του ήταν να γίνει όλο το χαρτί κομφετί αλλά (ανεξήγητα, και παρά τις πετυχημένες δοκιμές που είχε κάνει πριν) ο μηχανισμός καταστροφής εγγράφων που είχε ενσωματώσει στην κορνίζα του «κοριτσιού με το μπαλόνι» μπλόκαρε… Ο.Κ. κύριε Banksy – αλλά τα πράγματα είναι πιο απλά. Τώρα το μισοκατεστραμμένο χαρτί, με το μπαλόνι να έχει διασωθεί, μαζί με την κορνίζα και τον μηχανισμό, έχουν “καλλιτεχνική αξία”. Διαφορετικά, με ένα σωρό λουρίδες στα χέρια της, η αγοράστρια του έργου (αν είναι απλά θαυμάστρια και όχι μια persona σας) θα σας έκανε μήνυση· και θα είχατε πολλές αστυνομίες στο κατόπι σας.

Όμως το πιο ενδιαφέρον από την άποψη της διαχωρισμένης τέχνης στον 21ο αιώνα δεν είναι οι μηχανικές κουτοπονηριές α λα 20ος του Banksy αλλά η επιτυχία του τρίο των παριζιάνων που υπογράφουν σαν ομάδα με το όνομα Obvius. O ένας απ’ αυτούς κάνει το δικτατορικό του στην μηχανική μάθηση (machine learning). Δουλεύοντας μ’ έναν σύνθετο αλγόριθμο τεχνητής νοημοσύνης οι Obvius τροφοδότησαν έναν ηλεκτρονικό υπολογιστή με 15.000 έργα ζωγραφικής (μπορεί και κάποια του Banksy…) καθώς και μια (αλγοριθμοποιημένη) μέθοδο διάκρισης μεταξύ τους – και ομαδοποίησής τους με «αισθητικά κριτήρια». Εν τέλει, μετά απ’ αυτήν την εκπαίδευση (που κράτησε 4 χρόνια), η μηχανή ζωγράφισε. Το πορτραίτο του Edmond de Belamy. Ο πίνακας πουλήθηκε έναντι 432.500 δολαρίων, τιμή διπλάσια απ’ το «κορίτσι με το μπαλόνι» (πριν την ημικαταστροφή του).

Το εμπόριο τέχνης είναι ο ιδανικός χώρος ξεπλύματος «μαύρου χρήματος», συνεπώς η τιμή που έπιασε ο artificial intelligence πίνακας είναι δευτερεύον ζήτημα. Ο ιδιοκτήτης του θα τον επιδεικνύει στο μέλλον όχι αλλιώς παρά μόνο σαν “ο πρώτος πίνακας που φτιάχτηκε από τεχνητή νοημοσύνη”. Πιο ενδιαφέρον είναι το ερώτημα αν η διαχωρισμένη τέχνη πρόκειται να φύγει απ’ την μακρόχρονη «χειρωνακτική / σωματική» φάση της και να μηχανοποιηθεί όπως τόσες άλλες πλευρές των διανοητικών δραστηριοτήτων.

Η απάντησή μας είναι πως ενώ αυτό θα γίνει σύντομα τεχνικά εφικτό (είτε πρόκειται για την ζωγραφική, είτε για τον χορό, είτε για την γλυπτική) από κοινωνική άποψη θα μείνει περιθωριακό· πρόκληση, κυρίως, για τους ειδικούς της τεχνητής νοημοσύνης.

Γιατί έτσι; Επειδή (υποστηρίζουμε) η διαχωρισμένη τέχνη είναι μια αλληγορία πάνω στην ανθρώπινη δημιουργία αξίας. Και μάλιστα στη διαχρονικότητα αυτής της ανθρώπινης δημιουργίας αξίας, που εμφανίζεται ενσωματωμένη στο «έργο τέχνης» και στην «αντοχή του στο χρόνο». Η μηχανή (στη γενικότητά της) μπορεί να πετύχει μεγάλα «κατορθώματα», αλλά δεν δημιουργεί αξία – ακόμα και με την στενά εργασιακή έννοια· πολύ λιγότερο με την ευρεία έννοια της δημιουργικότητας.

Για να το πούμε σχηματικά: για τον μηχανικό ακροβάτη που κάνει απίστευτα νούμερα σε ύψος 100 μέτρων κανείς δεν θα πονέσει αν χάσει την ισορροπία του και γκρεμοτσακιστεί. Βίδες ήταν, βίδες έγινε.

Για τον ανθρώπινο ακροβάτη όμως; Η δική του αιώρηση, ναι – αυτή έχει (συναισθηματική) κοινωνική αξία, έστω και σαν θέαμα / υπόδειξη (της υπέρβασης) των ορίων που έχουν οι θεατές…

(φωτογραφία: Αν η ιδιόχειρη υπογραφή στο έργο τέχνης επικυρώνει την προέλευσή του, οι Obvious δεν είχαν κανένα πρόβλημα: το καλοπουλημένο πορτραίτο το υπογράφει μια μαθηματική διάταξη – σα να είναι γραμμένη με το χέρι.

Η συλλογή των «έργων του διάσημου αυτού καλλιτέχνη», αν υπάρξει τέτοια, θα εκτίθεται προσεχώς σε κάποιο τεχνολογικό μουσείο· μαζί με άλλες, προχωρημένες μηχανές· απ’ αυτές που θα διπλώνουν εφτά φορές για να μπαίνουν στην κωλότσεπη…)

Comments are closed.