Δευτέρα 27 Αυγούστου. Άλλες εποχές αυτός ο σωρός διεθνών δηλώσεων κάθε προέλευσης (δημοσιογραφικής, οικονομολογικής, πολιτικής) του είδους «ναι μεν αλλά» για το τέλος του πολιτικού δανεισμού του ελλαδιστάν, θα είχε αντιμετωπιστεί όπως αξίζει σε κάθε εχθρό του έθνους: με φλογερές καταγγελίες για «εκβιασμούς απ’ τις ύαινες», «συνωμοσία της ευρωπαϊκής νομεκλατούρας», κλπ κλπ.
Τώρα; Σιωπή. Όχι μόνο απ’ το γκουβέρνο, αλλά και από κάθε άλλο «αντιμνημονιακό» λαρύγγι αυτής της οκταετίας. Μπορεί να υπάρχουν πολλές εξηγήσεις γι’ αυτή τη σιωπή, αλλά θα πρέπει να συμβαίνει κι αυτό: η θρυλική «έξοδος» δεν είναι προς «τη γη της Χαναάν» (και δεν θα μπορούσε να είναι). Αόριστα, ασυνείδητα, ασυναίσθητα, το μέλλον δείχνει γκρίζο…
Το διεθνές «ναι μεν αλλά» συνοψίζεται σ’ αυτόν τον απολογισμό: ναι, μεν, το ελλαδιστάν κατάφερε να συμμαζέψει το κρατικό του λογιστήριο, αλλά το έχει πετύχει με τρόπο ανορθόδοξο και έωλο στο χρόνο (φορολογία, «υψηλά πλεονάσματα»)· ενώ, απ’ την άλλη μεριά, δεν διόρθωσε τα σοβαρά δομικά προβλήματα της λειτουργίας κράτους και (καπιταλιστικής) «αγοράς». Σημαντικότερο, σαν ο κοινός παρονομαστής αυτών των δύο: καμία κυβέρνηση (και καμία κοινωνική τάξη με ηγεμονικές φιλοδοξίες) δεν αναγνώρισε ότι υπάρχουν σοβαρά προβλήματα: αυτό εκφράζεται κωδικά με την «μη υιοθεσία» των όποιων διορθωτικών μεταρρυθμίσεων.
Σαν επιτομή αυτού του γενικευμένου διεθνους «ναι μεν αλλά» αναδημοσιεύουμε τη γνώμη του αμερικανο-αυστριακού Thomas Wieser (χτεσινή συνέντευξη στην καθεστωτική “καθημερινή”), που διετέλεσε εκτός των άλλων και επικεφαλής των τεχνοκρατών του eurogroup working group (ο Γιάνης τον είχε κατηγορήσει σα συμμέτοχο “σ’ όλα τα πραξικόπηματα που έγιναν κατά της ελλάδας”):
Ερώτηση: Κοιτώντας πίσω, μπορείτε να εξηγήσετε ποια ήταν τα προβλήματα που οδήγησαν στην ελληνική κριση και αν μπορούμε να πούμε ότι έχουν λυθεί πλέον έπειτα από τόσα χρόνια μεταρρυθμίσεων;
Απάντηση: Πολλοί πιστεύουν ότι η ελλάδα ήταν θύμα μιας κρίσης που είχε τις ρίζες της στη δημοσιονομική σπατάλη και μόνο εκεί. Άλλοι εντοπίζουν τους λόγους στη χαμηλή και φθίνουσα παραγωγικότητα της οικονομίας. Πιστεύω ότι αυτοί είναι σημαντικοί λογοι, αλλά αποτελούν μόνο τα συμπτώματα και όχι την αιτία. Για μένα η ρίζα της κρίσης ήταν η αδυναμία ή η απροθυμία του πολιτικού συστήματος να εξελιχθεί σύμφωνα με τις απαιτήσεις του τέλους του 20ου αιώνα. Ο ρόλος της πολιτικής δεν μπορεί να αφήνει φίλους, πελάτες και ομάδες ειδικού ενδιαφέροντος να δεσμεύουν το κράτος έτσι ώστε να επωφελούνται από μια ειδική σχέση.
…
Αυτό έχει αλλάξει; … Ο στόχος ενός προγράμματος δεν μπορεί να είναι να βουτήξει βαθια στα πολιτικά και συνταγματικά θεμελιώδη μιας κοινωνίας…. Αυτά είναι θέματα που η κοινωνία πρέπει να λύσει μόνη της, και αυτό γίνεται σε μεγάλο βαθμό μέσω εκλογών… Ο έντονα ανταγωνιστικός χαρακτήρας της ελληνικής πολιτικής σκηνής δεν έχει αλλάξει αισθητά τα τελευταία οκτώ χρόνια, κι αυτό συνήθως οδηγεί σε μια πελατειακή σχέση στην οποία βασίζεται το πολιτικό σύστημα και επηρεάζει τον ρόλο των μέσων ενημέρωσης και την ανεξαρτησία τους…
Είναι λογικό κι αναμενόμενο ότι αφού η δομή του ελληνικού κράτους / κεφάλαιου / κοινωνίας (αυτό που εμείς σαν αυτόνομοι εργάτες ονομάζουμε «πολιτικό προσοδισμό») υπό το βάρος της (φαινομενικής όπως αποδείχθηκε τελικά) αποτυχίας της να αγοράζει ταξική ειρήνη και να πουλάει «τακτοποιήσεις» δεν κατέρρευσε, το 2010 ή το 2011, αφού διέφυγε τον κίνδυνο του ξεπεράσματός της, είναι, ξανά, «στ’ άρματα»! Τα εκατόν ογδόντα χρόνια «εθνικής ιστορίας και ιδεολογίας» θα συνεχίσουν ένδοξα…