Τρίτη 28 Αυγούστου. Η «ναυτεμπορική» είναι μια καθημερινή πρωϊνή εφημερίδα που απευθύνεται κατά κύριο λόγο σε στελέχη επιχειρήσεων, με ιδιαίτερη έμφαση τις ναυτιλιακές. Το να ανησυχεί, λοιπόν, για την παγκόσμια κυριαρχία του δολαρίου έχει το ενδιαφέρον του.
Με βάση τα στοιχεία που παραθέτει σε χθεσινό άρθρο, το δολάριο περαμένει μεν κυρίαρχο, αλλά με μια ελαφριά πτωτική τάση σαν διεθνές «αποθεματικό νόμισμα». Ενώ, δηλαδή, το τελευταίο τρίμηνο του 2016 κάλυπτε το 65,34% των αποθεματικών παγκόσμια, το φετεινό τρίμηνο Γενάρη – Μάρτη είχε πέσει στο 62,48%. Αν τα «αποθεματικά» είναι το κριτήριο, τότε ίσως το δολάριο (και μαζί του η fed και η Ουάσιγκτον) θα μπορούσε να ανησυχεί συγκρατημένα: το επόμενο αποθεματικό νόμισμα είναι το ευρώ (20,4%), το τρίτο στη σειρά το γιέν (4,8%) ενώ το φιλόδοξο γουάν μόνο το 1,4%.
Τα «αποθεματικά» είναι βασικά με την μορφή χρεωγράφων που έχουν εκδοθεί στο κάθε νόμισμα. Δεσπόζουσα θέση έχουν, φυσικά, τα «κρατικά ομόλογα» (και ακολουθούν τα εταιρικά). Τα δάνεια ενός κράτους (ή μιας επιχείρησης) μπορούν να θεωρηθούν “απόθεμα”, “κάσα”, αν αυτός που έχει δανειστεί θεωρείται αξιόχρεος. Αν, λοιπόν, το δολάριο έχει περίπου το 62,5% των παγκόσμιων «αποθεματικών», αυτό οφείλεται στο τεράστιο αμερικανικό δημόσιο χρέος, που βρίσκεται στα 21,3 τρισεκατομύρια δολάρια. Θα επανέλθουμε στη συνέχεια σ’ αυτό.
Υπάρχει, όμως, ένας άλλος δείκτης που δείχνει ότι πράγματι το δολάριο (και ότι αυτό σημαίνει) απειλείται σοβαρά. Είναι ο χάρτης των νομισμάτων που χρησιμοποιούνται στις διεθνείς οικονομικές σχέσεις. Εκεί το δολάριο έχει μόνο το 39,9% της «αγοράς», με το 35,7% να ανήκει στο ευρώ, το 3% στο γιέν, το 1,6% στο γουάν και το 19,8% σε άλλα νομίσματα (στα οποία περιλαμβάνονται η αγγλική λίρα, το ελβετικό φράγκο, το ρούβλι, κλπ).
Η χρήση του δολαρίου στις διεθνείς συναλλαγές πρόκειται να πέσει (ίσως όχι άμεσα και θεαματικά, αλλά θα πέσει) στο βαθμό που μια σειρά κράτη θα αυξήσουν την χρήση των δικών τους νομισμάτων στο μεταξύ τους εμπόριο. Κατά συνέπεια η «ηγεμονική θέση» του δολαρίου εξαρτιέται όλο και περισσότερο απ’ την λειτουργία του σαν «αποθεματικό νόμισμα»· ή, ειπωμένο διαφορετικά, απ’ την διάθεση των ανταγωνιστών του να συνεχίσουν να το δανείζουν αγοράζοντας τα ομόλογά του.
Εδώ, όντως, εμφανίζεται μια απειλητική τάση: η Μόσχα «ξεφορτώνεται» τα αμερικανικά ομόλογα με γρήγορους ρυθμούς, το ίδιο και η Άγκυρα· το Πεκίνο (που παραμένει ο μεγαλύτερος δανειστής των ηπα…) με μικρότερους· και, παραδόξως, στο «ξεφόρτωμα» των αμερικανικών κρατικών χρεωγράφων συμμετέχει και το Τόκιο. Αυτό το «ξεφόρτωμα» σημαίνει πώληση των αμερικανικών ομολόγων, μια ενέργεια που είναι κερδοφόρα αν αυτά έχουν «καλή τιμή» στην αγορά. Έτσι προχωράει στο βαθμό που δεν φαίνεται· που δεν αποτελεί, δηλαδή, έκφραση μιας γενικευμένης «κρίσης εμπιστοσύνης» προς τον αμερικανικό καπιταλισμό….