Πέμπτη 24 Μάη. Αν και το θέμα είναι απ’ αυτά που μας ενδιαφέρουν σαν αυτόνομους εργάτες, ξεπερνάει κατά πολύ τα όρια της ασταμάτητης μηχανής. Μην περιμένετε εδώ την στοιχειωδώς επαρκή ανάλυσή μας!
Ωστόσο κρατάμε το εξής: η ιμπεριαλιστική πολιτική της άλλοτε «μόνης υπερδύναμης», μπορεί πράγματι να αναλυθεί με τα εργαλεία της straight ταξικής διαστρωμάτωσης α λα αρχές του 20ου αιώνα (με “αστική τάξη” και τα συμφέροντά της) ή πρέπει να ενσωματωθούν σ’ αυτήν την ανάλυση (και όχι μόνο για τις ηπα) στοιχεία δομικών μετασχηματισμών στις διαδικασίες μεσολάβησης / αντιπροσώπευσης / επικύρωσης, που δεν είναι καθόλου καινούργια για το “νεοφιλελεύθερο κράτος” (ήδη απ’ τα ‘80s) αλλά έχουν αγνοηθεί συστηματικά επειδή προσθέτουν πολυπλοκότητα σε αναλυτικά σχήματα που θα ήταν βολικό να μείνουν απλά (ακόμα κι αν η απλότητά τους είναι άχρηστη)… Ε;
Το καθεστωτικό ειδησειογραφικό πρακτορείο associated press, πριν δυο μέρες, κάτω απ’ τον τίτλο The princes, the president and the fortune seekers παρουσίασε τεκμηριωμένα στοιχεία (από υποκλοπές mails – αυτό είναι κοινότοπο πια!) που ρίχνουν ένα διαγώνιο φως στην πραγματικότητα του αμερικανικού συστήματος πολιτικής / κρατικής διεύθυνσης: επώνυμοι ποινικοί με φράγκα και αρχινταβάδες ιδιωτικών στρατών, που κάνουν deal με σαουδάραβες και εμιριτιανούς πρίγκηπες (με σκοπό ακόμα περισσότερα φράγκα) και έχοντας πρόσβαση στον, ας πούμε «κεντρικό πυρήνα εξουσίας» στην Ουάσιγκτον, διαμορφώνουν σχεδιασμένα κατά τα συμφέροντά τους, σε συνεργασία με τον «βασιλικό γαμπρό» της Ουάσιγκτον (“clown prince” τον αποκαλούν, ωστόσο!), αυτό που λέγεται «εξωτερική πολιτική των ηπα», για λογαριασμό των πελατών τους: του Ριάντ, του Ντουμπάι, του Τελ Αβίβ. Με άλλα λόγια σχεδιάζουν ακόμα κι έναν πόλεμο επειδή αυτός τους βολεύει· χωρίς “αστική τάξη”….
Δεν είναι η πρώτη φορά που πέφτουν στην αντίληψή μας τέτοιου είδους στοιχεία· κι όχι μόνο για τις ηπα (αλλά και για την ψωροκώσταινα ελλάδα). Η πρώτη λογική (και αποδεκτή απ’ την ασταμάτητη μηχανή σαν αφετηρία) ένσταση θα ήταν κάπως έτσι: δεν μπορούμε (και δεν πρέπει) να αντιμετωπίσουμε τις όποιες καπιταλιστικές διαδικασίες σαν «προσωπικές ιστορίες». Συμφωνούμε κατ’ αρχήν… Όμως: