Παρασκευή 23 Μάρτη. Το Πεκίνο έχει ένα δίκιο όταν μνημονεύει τις global «γραμμές εφοδιασμού» ή/και συναρμολόγησης που θίγονται απ’ τον όποιο εθνικό προστατευτισμό. Έχει ένα παραπάνω δίκιο να ειρωνεύεται επειδή είναι γνωστό ποια είναι η απάντηση του Πεκίνου (και όχι μόνο) σε μια σειρά εμπορευμάτων, πέρα απ’ τους αναπόφευκτους «απαντητικούς» δασμούς στις εισαγωγές στην κίνα: ένα κινέζικο εγοστάσιο / αποθήκη στα προάστεια της Addis Ababa, κάνει μια τελευταία συναρμολόγηση του χ ή του ψ εμπορεύματος (π.χ.: ράβει ένα κουμπί σε πουκάμισα ή βάζει ένα μάτι σε λούτρινα κουκλάκια) και, στη βάση διακρατικής συμφωνίας, το εμπόρευμα εξάγεται απο εκεί στις ηπα και οπουδήποτε αλλού σαν “made in Ethiopia”. Ποιοι δασμοί σε βάρος των κινέζικων; (Αντί για “made in Ethiopia” μπορείτε να βάλετε “made in Egypt” ή “made in e.u.” – ό,τι θέλετε…).
Ωστόσο είναι εντελώς λαθεμένο (και, σε τελευταία ανάλυση, προπαγανδιστικό) να πιστεύει κανείς ότι ο εμπορικός προστατευτισμός / πόλεμος γίνεται με όρους 19ου ή 20ου αιώνα. Οι βασικές οικονομικές παράμετροι μπορεί να είναι παρόμοιες· όχι, όμως, και οι τεχνικές – αυτές που αφορούν τις «προμηθευτικές γραμμές» στην ευρύτητά τους, γραμμές που είναι πολιτικά κρίσιμες για την επιτυχία ή την αποτυχία.
Το αμερικανικό κράτος, στριμωγμένο μέσα στο κόλπο που το ίδιο προώθησε, την «απελευθέρωση του παγκόσμιου εμπορίου», απειλούμενο στα σοβαρά όχι στην ουρά αλλά στην αιχμή της 4ης βιομηχανικής επανάστασης, τι άραγε επιδιώκει; Επιδιώκει τον επαναπατρισμό μεγάλων τμημάτων της παραγωγής, που στα ’90s έγιναν outsourcing στην ασία με κριτήρια χαμηλών μεροκάματων· αλλά έναν επαναπατρισμό υψηλής (ρομποτικής) παραγωγής, όπου η μαζική ανάγκη για χαμηλά μεροκάματα θα εκλογικευτεί, και θα καλύπτεται απ’ τους («παράνομους»…) μετανάστες στο αμερικανικό έδαφος. Μ’ άλλα λόγια οι εμπορικοί δασμοί του ψοφιοκουναβιστάν δεν αποσκοπούν στον επαναπατρισμό των ίδιων εργοστασίων (αμερικανικών εταιρειών) απ’ την ασία στις ηπα· αλλά στη δημιουργία καινούργιων, ακόμα πιο αυτοματοποιημένων / ρομποτικών απ’ ότι τα υπεργολαβικά ασιατικά. Κατ’ αυτόν τον τρόπο υπάρχει η ελπίδα μείωσης του μοναδιαίου κόστους (του «κόστους παραγωγής ανά μονάδα προϊόντος») και, άρα, ανάκτησης σοβαρών τμημάτων της παγκόσμιας αγοράς.
Πρόκειται για ένα είδος φυγής προς τα εμπρός απ’ την μεριά του αμερικανικού κεφάλαιου, συνηθισμένης και εύλογης μέσα στην καπιταλιστική ιστορία. Αλλά είναι risky business. Και είναι τέτοια όχι επειδή τα «οχυρωματικά έργα» των αμερικανικών εισαγωγικών δασμών (δηλαδή την «περιφρούρηση της εσωτερικής αγοράς» απ’ τους ανταγωνιστές) θα την ακολουθήσουν και οι ανταγωνιστές του αμερικανικού καπιταλισμού. Αλλά επειδή, κυρίως, την ακόμα μεγαλύτερη μείωση του «μοναδιαίου κόστους» μέσω είτε της ακόμα πιο επιθετικής μηχανοποίησης είτε της ακόμα πιο επιθετικής μείωσης των (πραγματικών) μισθών, με σκοπό τα μεγαλύτερα μερίδια απ’ την παγκόσμια αγορά, αυτό λοιπόν θα το κάνουν λίγο πολύ όλοι. Και οπωσδήποτε ο κινεζικός καπιταλισμός και οι ασιάτες σύμμαχοί του. Μ’ άλλα λόγια: αν ο λόγος (κι αυτή ήταν η περίπτωση του 19ου ή του early 20ου) ήταν η ανασυγκρότηση με ορίζοντα κάποια εσωτερική αγορά, τότε τα τείχη για την περιφρούρησή της θα είχαν ένα προσωρινό λογικό νόημα. Όμως…
Όμως ήδη απ’ την προηγούμενη φορά «δομικής καπιταλιστικής κρίσης / προστατευτικής αναδίπλωσης», δηλαδή απ’ την κρίση / αναδιάρθρωση του μεσοπολέμου (δεκαετία του ’30) έγινε ολοφάνερο ότι ακόμα κι αν η όποια εσωτερική αγορά ήταν πράγματι ένα πεδίο αναδίπλωσης, δεν ήταν αρκετή για την καπιταλιστική δυναμική. Πολύ γρήγορα η αναμέτρηση (τότε…) αφορούσε τον πλανήτη στο σύνολό του. Οι πιο έξύπνοι ανάμεσα στους τότε διανοούμενους του κράτους και τουκεφάλαιουτο καταλάβαιναν, χρόνια πριν ξεσπάσει ο β παγκόσμιος. Γι’ αυτό ακριβώς ούτε τα δασμολογικά ούτε τα νομσιματικά «προστατευτικά μέτρα» εκείνης της εποχής αποδείχθηκαν επαρκή. Ήταν ΟΠΩΣΔΗΠΟΤΕ ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΟΣ ένας παγκόσμιος πόλεμος. Το «κάνω τον γείτονα ζητιάνο» που κορόιδευε ο Κέυνς τότε, είχε μια «συνεπή συνέχεια»: κάνω τον γείτονα ερείπια…