Τετάρτη 24 Γενάρη. Θα μπορούσε να είναι ανέκδοτο το ότι ο “ξεπλένω μαύρο χρήμα” tycoon του real estate στο america και ύστερα πρόεδρός της, το ψόφιο κουνάβι, υπέγραψε την επιβολή υψηλών δασμών στην εισαγωγή πλυντηρίων (και φωτοβολταϊκών πάνελ) για να προστατέψει την αμερικανική παραγωγή.
Το ενδιαφέρον (από την άποψη της καπιταλιστικής πολιτικής οικονομίας) είναι ότι αυτοί οι δασμοί δεν είναι full και από αύριο. Μπορεί ο εχθρός να είναι ξεκάθαρος (στην περίπτωση αυτών των δύο εμπορευμάτων η κίνα και η νότια κορέα – ω, ναι, η νότια κορέα!), αλλά δεν γίνεται απ’ την μια μέρα στην άλλη να στεγνώσει η αμερικανική αγορά και να μείνει ο αμερικάνος καταναλωτής με άδεια χέρια. Συνεπώς η προχθεσινή επιβολή των δασμών είναι κλιμακωτή.
Για παράδειγμα: τα πρώτα 11,5 εκατομύρια φωτοβολταϊκά πάνελ που θα εισάγονται στις ηπα κάθε χρόνο (παραγωγικής δυνατότητας 2,5 gigawatt) θα είναι χωρίς δασμούς… Από εκεί και πάνω θα επιβαρύνονται με ένα 30% για το 2018, που σταδιακά όμως θα πέσει στο 15% το 2022 – υποθέτοντας ότι η αμερικανική παραγωγή και το ανάλογο εμπόριο θα έχει δυναμώσει αρκετά ώστε να μπορούν να ανταγωνιστούν ως προς τις τιμές τα εισαγόμενα ασιατικά.
Αντίστοιχα για τα πλυντήρια. Τα πρώτα 1,2 εκατομμύρια που θα εισάγονται κάθε χρόνο θα έχουν δασμό 20%. Απο εκεί και πάνω θα έχουν 50%. Αυτά για το 2018. Το 2020 οι δασμοί θα πέσουν στο 16% και 40%. (Το 2010 είχαν εισαχθεί 1,6 εκατομύρια πλυντήρια στις ηπα). Μ’ αυτόν τον εμπορικό προστατευτισμό αμερικανικές εταιρείες όπως η Whirlpool (πλυντήρια) και Suniva και Solar World Americas (φωτοβολταϊκά) τρίβουν τα χέρια τους.
Διαφορικός προστατευτισμός! Σε σχέση με τα αντίστοιχα μέτρα στον 20ο αιώνα, που ήταν σαφώς πιο γενικά και ενιαία ταιριάζοντας στο πολιτικό και διανοητικό μοντέλο της «μαζικής παραγωγής / μαζικής κατανάλωσης», πρέπει να παρατηρήσει κανείς την «ευελιξία» στην εξέλιξη ακόμα και των «εμπορικών φρουρίων». Η αιτία αυτής της «ευελιξίας» δεν είναι μυστηριώδης· φαίνεται και στις τελευταίες αμερικανικές αποφάσεις. Το τελευταίο κύμα «παγκοσμιοποίησης», που ανάμεσα στα άλλα σήμαινε μεταφορά μεγάλων τμημάτων της βιομηχανικής παραγωγής στην «χαμηλού εργατικού κόστους» ασία (σε μεγάλο βαθμό: κίνα) δεν μπορεί να ξεπεραστεί σε χρόνο μηδέν μέσω κάποιου ακραία απωθητικού φράγματος δασμών στις εισαγωγές. Γιατί έτσι οι καταναλωτές «μας» θα μείνουν ρέστοι. Χρειάζεται χρόνος (λιγότερος ή περισσότερος) για να επαναπατριστεί η ξενητεμένη παραγωγή μέσω της ρομποτικής οργάνωσης της εργασίας… Χρειάζονται και σοβαρές επενδύσεις παγίου κεφαλαίου (εν όψει της εγγυημένης και σχετικά προφυλαγμένης απ’ τους ανταγωνιστές εσωτερικής αγοράς).
Όταν, λοιπόν, κοτζάμ αμερικανική συντηρητική κυβέρνηση, νομοθετεί ότι «οι πρώτες εισαγόμενες ποσότητες είναι φτηνότερες» αλλά «από κει και πέρα είναι ακριβότερες», εννοεί: εξασφαλίζω για την εσωτερική καπιταλιστική παραγωγή ένα μέρος της εσωτερικής αγοράς, άρα στηρίζω τα ντόπια αφεντικά να προχωρήσουν στην τεχνολογική αναδιάρθρωσή τους με σκοπό την μείωση του κόστους τους· χωρίς όμως να προκαλέσω μια καθολική έλλειψη (ή μια απότομη ακρίβεια) στο Α ή στο Β εισαγόμενο είδος, με κίνδυνο μια σοβαρή κοινωνική ή βιομηχανική αναταραχή…
Να τα βλέπουμε, να μαθαίνουμε και να καταλαβαίνουμε την συγκυρία του ενδοκαπιταλιστικού ανταγωνισμού…