Παρασκευή 11 Αυγούστου. Η παρατήρηση … Νομίζω ότι φοβούνται… του Calvo αξίζει μεγαλύτερης προσοχής. Γιατί ο συνδυασμός μιας βορειοκορεατικής απειλής (εντός ή εκτός εισαγωγικών) για επίθεση στις αμερικανικές βάσεις στο Guam με την ασυνήθιστη προαναγγελία των λεπτομερειών μιας τέτοιας ενέργειας θα μπορούσε, πράγματι, να δείχνει ότι το βορειοκορεατικό καθεστώς έχει αγγίξει το όριο των δυνατοτήτων του – απέναντι στις ηπα. Όχι «τεχνικά» (εκεί έχει περισσότερες) αλλά «πολιτικά». Και ότι κινείται με την επιβραδυνόμενη ταχύτητα ενός πυραύλου / πυροτεχνήματος που πλησιάζει την κορύφωση της τροχιάς του, πριν αρχίσει να πέφτει: έχει πατήσει, απ’ την μια μεριά, την πολύ ζόρικη επιφάνεια μιας επίθεσης, την οποία, απ’ την άλλη μεριά, θα προτιμούσε να μην κάνει. Κι αυτό από θέση σχετικής (απέναντι στις ηπα) αδυναμίας.
Αν αυτό είναι μια σωστή κατανόηση των περιστάσεων (ή αν τέτοια είναι η αμερικανική αντίληψη), τότε η Ουάσιγκτον ίσως, ίσως λέμε, έχει αποκτήσει ένα τακτικό πλεονέκτημα. Το ψόφιο κουνάβι βρυχάται, αλλά σ’ αυτό κανείς δεν δίνει σημασία: το μιλιταριστικό σύμπλεγμα θα αποφασίσει. Υπάρχει κι εκεί ένα όριο, που δεν είναι όριο δυνατοτήτων αλλά όριο συνεπειών. Υπάρχει όμως ουσιαστική διαφορά ανάμεσα σ’ αυτά τα δύο «τι σε παίρνει να κάνεις». Το πρώτο, απ’ την μεριά της Πγιονγκγιάνγκ, το αναγνωρίζει η ίδια διαφημίζοντας τις λεπτομέρειες μιας επίθεσης έτσι ώστε να κρατήσει ένα «κούτελο» χωρίς να την κάνει. Το δεύτερο, απ’ την μεριά της Ουάσιγκτον, το αναγνωρίζει οποιοσδήποτε άλλος εκτός απ’ το αμερικανικό μιλιταριστικό σύμπλεγμα. Όχι φανερά τουλάχιστον…. Η στρατιωτική μηχανή των ηπα, η τελευταία δυνατότητα της παρηκμασμένης «μόνης υπερδύναμης», αν δεν μπορέσει να επιδείξει σύντομα κάποιου είδους «υποχώρηση του εχθρού”, θα πρέπει να δοκιμάσει να την επιβάλλει· παρότι αυτό δεν είναι καθόλου εύκολο.
Πρακτικά μιλώντας αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να είναι μάλλον το βορειοκορεατικό καθεστώς και όχι το αμερικανικό που θα κάνει πίσω – με έναν συμβολικό φυσικά τρόπο. Θα «κάνει πίσω» στο στυλ «μπορούμε αλλά δεν θα το κάνουμε… ακόμα». Φυσικά το πρόβλημα της Ουάσιγκτον είναι τεράστιο μπροστά στο πρόβλημα της Πγιονγκγιάνγκ. Αυτή η τελευταία θέλει απλά (;) να της αναγνωριστεί το καθεστώς της πυρηνικής δύναμης. Για την Ουάσιγκτον όμως διακυβεύονται (μπορεί και) τα πάντα στον Ειρηνικό. Αυτή η ανισομέρεια «προβλημάτων» θα μπορούσε πράγματι να πείσει την Πγιονγκγιάνγκ ότι δεν χρειάζεται να βιάζεται…
Κι ίσως εκεί είναι στρατηγικός ο ρόλος του Πεκίνου (και σε ότι αφορά τις αποφάσεις της Πγιονγκγιάνγκ) αλλά και της Μόσχας. Θεωρούμε λογικό να ξέρουν ότι τώρα (και για κάποιο καιρό) η αμερικανική ηγεμονία δεν θα καταρρεύσει με απευθείας και πλήρη στρατιωτική αναμέτρηση. Αλλά με διαρκή «τριβή» και φθορά. Που όταν δεν παίρνει την μορφή καθαρής τακτικής ήττας (όπως στο συριακό πεδίο μάχης) θα είναι ανοικτή σε αντίπαλες «ερμηνείες», και εν τέλει σε κάτι σαν «παρηγοριά στον άρρωστο ώσπου να βγει η ψυχή του…»
Αυτή είναι μια εκτίμησή μας. Θα δούμε αν στέκει…