Σάββατο 8 Απρίλη. Τα «χημικά όπλα» του Άσαντ «ξανανακαλύφθηκαν» βιαστικά μόλις πριν λίγες ημέρες· ίσα ίσα για να καλύψουν τις πιο επείγουσες ανάγκες του αμερικανικού ιμπεριαλισμού, στην προσπάθειά του να ανακτήσει το έδαφος (κυριολεκτικά και μεταφορικά) που έχει χάσει στη συρία, εξαιτίας της στρατιωτικής εμπλοκής της Μόσχας, της Τεχεράνης και της Άγκυρας. Η βιαστική «ανακάλυψή» τους είναι τόσο στενά εστιασμένη ώστε μόνο οι δόλιοι (παριστάνουν ότι) δεν κατάλαβαν την προβοκάτσια: αυτή τη φορά η Ουάσιγκτον δεν ενδιαφερόταν να απονομιμοποιήσει το καθεστώς Άσαντ μέσα από μακρόχρονες και μακρόσυρτες διεθνείς διπλωματικές και δημοσιογραφικές εκστρατείες καταγγελιών, αποφάσεις του οηε, κλπ κλπ. Δεν ενδιαφερόταν καν «να εμποδίσει τον Άσαντ να ξαναχρησιμοποιήσει τα χημικά» (τα οποία σύμφωνα με την ίδια έχει…) Ενδιαφερόταν μόνο να ξανανομιμοποιηθεί στρατιωτικά σαν «βασικός παίκτης» στο συριακό πεδίο μάχης, εναντίον της Μόσχας και της Τεχεράνης – (κατά την γνώμη μας, με κάπως διαφορετικό τρόπο, και κατά της Άγκυρας).
Δεν ήθελαν οι καραβανάδες και οι πολιτικές βιτρίνες της Ουάσιγκτον μια προσχηματική αιτία για να εισβάλουν στη συρία· αυτό το έχουν κάνει ήδη, «αντιτρομοκρατικώ δικαίω», πατώντας πάνω στους κούρδους συμμάχους τους. Ήθελαν άλλο πράγμα: να νομιμοποιήσουν τόσο την δική τους «άμεση» δράση κατά της συμμαχίας Μόσχας – Τεχεράνης – Δαμασκού – Χεζμπ’ αλλάχ, όσο κι εκείνη των συμμάχων τους (Τελ Αβίβ, σεΐχάτα) όποτε και όπου αποφασίσουν να κτυπήσουν. Κι απ’ αυτή την άποψη, ενώ η χθεσινή επίθεση είναι μικρής σημασίας με βάση την συγκεκριμένη στρατιωτική αποτελεσματικότητά της, είναι πολύ πιο επικίνδυνη (απ’ ότι αν είχε γίνει το 2013) από «πολιτική» και «γεωπολιτική» άποψη· με την άποψη της όξυνσης του ενδοκαπιταλιστικού ανταγωνισμού.