Τι κακό κι αυτό!!! Να θέλουν διάφοροι ζηλόφθονοι και μνησίκακοι να αποδείξουν ότι η “ομάδα του στρατού” (φυσικά δεν είναι του στρατού, ή δεν είναι μόνο του στρατού· απλά αναφερόμαστε στις μεγάλες δόξες του ποδοσφαιρικού “ανατολικού μπλοκ” και στις μόνιμες πρωταθλήτριες ομάδες) στήνει ματς, ελέγχει κρατικά και παρακρατικά κυκλώματα, και βρίσκεται στο κέντρο κάποιας “εγκληματικής οργάνωσης”!... Τι κακό!!! Είναι μερικοί που θέλουν οπωσδήποτε να χαλάσουν την ομορφιά του ελληνικού ποδοσφαίρου. Γιατί όπως ο μέσος έλληνας είναι ο εξυπνότερος στον κόσμο, έτσι και το ελληνικό ποδόσφαιρο είναι το ομορφότερο· αν όχι το μόνο όμορφο στον πλανήτη και στον γαλαξία.
Διάφοροι γείτονες και μη (οπωσδήποτε ανταγωνιστές, αν όχι αλλού σίγουρα στην ποδοσφαιρική ομορφιά) τραβάνε ζόρια. Δείτε πάλι τα χάλια της γειτονικής ιταλίας. Μια καπιταλιστική κοινωνία με τόσο αναπτυγμένη (και με ιστορικό βάθος) μαφία, κι όμως: δεν μπορεί να προστατέψει καν τον ποδοσφαιρικό της κώλο από αποκαλύψεις και σκάνδαλα. Λες και οι ιταλικοί εισαγγελείς είναι από άλλο μέρος του κόσμου, ή λες και έχουν μειωμένη εθνική συνείδηση... Ευτυχώς! Μακριά από μας!!!
Εκεί λοιπόν, το τελευταίο κατόρθωμα είναι μια “επιχείρηση αστραπή” για πάνω από 30 στημένα ματς τρίτης και τέταρτης κατηγορίας (άκουσον - άκουσον!) - με 50 plus συλλήψεις, με πόρισμα πάνω από 1000 σελίδες... Τι ντροπή! Στην ελλάδα, ευτυχώς, τα σχετικά πορίσματα κουτσαίνουν, σέρνονται, κολάνε· παθαίνουν δηλαδή ό,τι χρειάζεται για να γίνουν τα απαραίτητα deal, να ξεπλυθούν όσοι πρέπει να ξεπλυθούν, και να ξεχαστούν όσα πρέπει να ξεχαστούν.
Κι από πάνω η δήλωση ενός απ’ τους ιταλούς ανακριτές: το ποδόσφαιρο είναι ένας άρρωστος κόσμος.... όπου το εύθραυστο των ποδοσφαιριστών συνδυάζεται με την αδίστακτη πονηριά των μάνατζερ και του οργανωμένου εγκλήματος... Ε, έτσι εξηγείται το ιταλικό χάλι, όπου κάθε τρεις και λίγο οι αδιάκριτοι σηκώνουν το παραπέτασμα και δείχνουν λίγη σαπίλα: έχουν εύθραυστους ποδοσφαιριστές! Ευτυχώς που στο ελλαδιστάν δεν υπάρχουν τέτοιοι ντελικάτοι...
Δείτε, για παράδειγμα, την υπόθεση του ματς Ολυμπιακού (Πειραιώς) - Βέροιας, στις αρχές Γενάρη του 2013, όπου νίκησε ο γηπεδούχος 3 - 0. Η καταραμένη ουεφα θεώρησε το ματσάκι-περίπατο στημένο, και το έστειλε πακέτο στις ελληνικές αρχές για να βρουν την άκρη. Με τι στοιχεία ω ανθελληνική (και αντιολυμπιακή!) ουέφα; Επειδή, λέει, παίχτηκαν 6 μύρια ευρώ, στο δεύτερο ημίχρονο, στο “over” (σκορ με τρία γκολ και πάνω). Τι πάει να πει αυτό; Ότι αν ερχόταν 2 - 1 πάλι στημένο θα ήταν; Και ποιος ξέρει τι παλαβοί κυκλοφορούν και πετάνε τα λεφτά τους σε over και under;
Υπάρχει βέβαια ένα επιπλέον στοιχειάκι. Τρία άτομα, ο τότε προπονητής της Βέροιας και δύο τότε ποδοσφαιριστές καταθέτουν ότι στο ημίχρονο του ματς (0 - 0 ως τότε) ο “γενικός αρχηγός” της ομάδας ζήτησε στα αποδυτήρια να κάτσουν να χάσουν με 3 - 0... Μμμμμ! Σιγά!!! Κάποιος θα τους πλήρωσε να καταθέσουν τέτοια τερατώδη ψέμματα! Η διαφορά δυναμικότητας των ομάδων ήταν τόσο φανερή... Κι άλλωστε, στο Καραϊσκάκη έπαιζαν... Ποιο σκορ θα ήταν υπεράνω υποψίας, ε;
Οι φίλοι του αιώνιου πρωταθλητή (μπορεί να είναι και έμμισθοι της παε, δεν ξέρουμε) στην blogoσφαιρα έχουν απλώσει ήδη τα δικά τους ακλόνητα επιχειρήματα: φάσεις του αγώνα όπου θα μπορούσαν να έχουν μπει γκολ (μη ρωτήσετε υπερ τίνος, ε;) και παίκτες της φιλοξενούμενης με αυτοθυσία τα απέτρεψαν. Αν ήταν στημένο δεν θα είχαν μπει αυτά; λένε, και αναμφίσθητητα υπάρχει μια λογική σ’ αυτήν την απορία. Εκτός εάν μόνο μερικοί παίκτες της Βέροιας ήταν “πιασμένοι”, και οι φωνές του “γενικού αρχηγού” στο ημίχρονο ήταν μπας και πεισθούν και οι υπόλοιποι, να κόψουν λίγο απ’ τον ζήλο τους. Γιατί είναι συνηθισμένο, στα στημένα, να μην ξέρουν όλοι το τελικό σκορ παρά μόνο όσοι χρειάζεται. Έτσι ώστε στην ίδια ομάδα και στο ίδιο ματς άλλοι να δίνουν τον καλύτερο εαυτό τους υπέρ της φανέλας τους και άλλοι υπέρ της τσέπης τους· φτιάχνοντας μια ατμόσφαιρα “δημιουργικής ασάφειας” ως προς την γενική σκηνοθεσία (ή μη) του πράγματος.
Ο ποδοσφαιριστής Neymar (νο 11) παίζει σε άλλο έργο. Αλλά η συγκεκριμένη σκηνή θεωρήθηκε “αυστηρώς ακατάλληλη” για ενηλίκους, απ’ τους αντίπαλους ποδοσφαιριστές της Atletico Bilbao... Που θύμωσαν μαζί του.
Μακάρι να ήταν όλα τα νεύρα για τέτοιους λόγους...
Όμως η καλύτερη επίδειξη αυτής της δημιουργικής ασάφειας σε πραγματικό χρόνο, και το καλύτερο σετ αποδείξεων ότι το συγκεκριμένο ματς ήταν στημένο / όχι δεν ήταν, είναι τα ίδια τα τρία γκολ εκείνου του αγώνα. Υπάρχουν διαθέσιμα στον κυβερνοχώρο, και μπορείτε να τα απολαύσετε.
Στο 53ο λεπτό, λοιπόν, σε μια αρκετά μακρινή μπαλιά / σέντρα απ’ τα αριστέρα, απ’ αυτές όπου οι αμυντικοί ακόμα και της Άνω Κωλοπετεινίτσας φροντίζουν να δείξουν ότι κατέχουν τουλάχιστον τα βασικά της δουλειάς τους, τρεις + ένας αμυντικοί της Βέροιας παρακολουθούν με ενδιαφέρον την πορεία της μπάλας και, την ώρα που χαμηλώνει πίσω τους και μπροστά τους προς έναν και μόνο του επιθετικό του Ολυμπιακού (Μήτρογλου), φροντίζουν να ασχοληθούν με κάτι άλλο, κοιτώντας (ή αγναντεύοντας) προς διάφορα σημεία του ορίζοντα. Ο ικανός ερυθρόλευκος ποδοσφαιριστής, ανενόχλητος στη μικρή περιοχή, κάνει (φυσικά) το 1 - 0. Οι σπορκάστερ της μετάδοσης θα σχολιάσουν επι τόπου: ο πρώτος: απο εκεί ο Μήτρογλου δεν τα χάνει· ο δεύτερος: ναι, δεν τα χάνει άμα δεν πιέζεται...
Στο 85ο λεπτό, ο ποδοσφαιριστής του γηπεδούχου Τοροσίδης νοιώθει κάποια ενόχληση σε μια στιγμιαία διεκδίκηση της μπάλας εντός μεγάλης περιοχής (διεκδίκηση που εν τω μεταξύ είχε χάσει) και πέφτει. Πέναλντι, φυσικά, χωρίς διαμαρτυρίες απ’ τους τους φιλοξενούμενους· που θα μετατρέψει σε γκολ ο αλγερίνος άσσος Τσιμπούρ (2 - 0).
Στις δε καθυστερήσεις, και πάλι σε μια μακρινή σέντρα απ’ τα αριστέρα, οι αμυντικοί της Βέροιας “δεν ήταν εκεί” (και γιατί να είναι;), έτσι ώστε ο Πάντελιτς να κάνει το τελικό 3 - 0.
Πρόκειται για γκολ - που - συμβαίνουν! Κι αυτή είναι η ομορφιά του ελληνικού ποδοσφαίρου. Γιατί εάν πρόκειται για ματς που στήθηκε για ένα συγκεκριμένο σκορ (αυτό που επιτεύχθηκε), τότε όλα έγιναν τόσο φυσιολογικά (εντός ή εκτός εισαγωγικών) ώστε να μην μπορεί κανείς παρά να θαυμάσει την ομορφιά της σκηνοθεσίας. Ποια είναι η διαφορά ανάμεσα σε ένα κακοσκηνοθετημένο και ένα καλοσκηνοθετημένο φιλμ, μια κακοστημένη και μια καλοστημένη θεατρική παράσταση; Η διαφορά είναι ότι όταν η σκηνοθεσία είναι καλή, τότε ο θεατής “μπαίνει” στο έργο, “νοιώθει”, “συμπάσχει”, “πιστεύει” αυτά που βλέπει σα νάναι αλήθεια. Ενώ στην κακή σκηνοθεσία μένει παγερός, ξένος, “απ’ έξω”, συχνά επικριτικός.
Είναι προς τιμήν του ελληνικού ποδοσφαίρου (και όλων των συντελεστών του) πως όταν ένα ματς είναι καλοστημένο δεν ξεχωρίζει παρά ελάχιστα, κι αυτό μόνο με εξαιρετική προσοχή, από ένα “φυσιολογικό” ματς. Έχει φάσεις, έχει σασπένς, έχει όλα τα πειστήρια της αθώωτητας: δηλαδή, θέλεις να πεις, ότι κι εκείνο το σουτ στο δοκάρει στημένο ήταν; θα πει ο συνήγορος της αθωώτητας. Είναι σα να λέει κάποιος φίλος του κινηματογράφου: δηλαδή, θέλεις να πεις, ότι όταν τον πυροβόλησε κι αυτός έσκυψε το τελευταίο δευτερόλεπτο και την γλύτωσε, “στημένο” ήταν; Και ναι και όχι είναι η σωστή απάντηση. Ναι, επειδή η σκηνοθεσία είναι σκηνοθεσία, και εξελίσσεται στο χρόνο. Όχι, γιατί αν συμπάσχεις με τον πρωταγωνιστή, είσαι σε άλλη φάση. Σε κάθε καλό φιλμ noir ο “καλός”, ο “κακός” ή και οι δύο, μπορεί να ανταλλάξουν πολλές φορές πυροβολισμούς στη διάρκεια του έργου, και κανένας πρωταγωνιστής δεν πεθαίνει στα πρώτα πέντε λεπτά. Αλλά αυτό είναι μόνο ό,τι χρειάζεται για να αυξήσει το ενδιαφέρον και να εντείνει τις ταυτίσεις: στο τέλος κάποιος θα πέσει ξερός. Η ερώτηση “καλά, γιατί δεν τον καθάρισε απ’ την αρχή” δείχνει έλλειψη θεαματικής παιδείας.
Δυστυχώς, υπάρχει και ο παράγοντας “στοίχημα”, που (όσο νάναι) προδίδει. Αν κάποιοι ξέρουν το σκόρ απ’ την αρχή (“άσσο στο ημίχρονο - δύο τελικό - ωωωω!, για παράδειγμα) είναι σα να ξέρουν το δολοφόνο πριν αρχίσει το θρίλερ. Αν βγάζουν και λεφτά απ’ αυτό, τότε, δεν μπορεί: είτε έχουν ξαναδεί το ίδιο ακριβώς έργο σε προηγούμενη προβολή και πάνε να τα πάρουν απ’ τους πρωτάρηδες , είτε είναι φίλοι του σκηνοθέτη (ή ο σκηνοθέτης ο ίδιος).
Η αλήθεια είναι, τώρα, ότι σε αντίθεση με τα ιταλικά, τα τουρκικά και άλλα δικαστήρια, τα ελληνικά αντιλαμβάνονται με μεγαλύτερη ευελιξία τις δυσκολίες της “κριτικής στην τέχνη” - του ποδοσφαίρου. Στην περίπτωση του αγώνα Ολυμπιακός - Βέροια 3 - 0 του 2013, οδηγήθηκε στον αθλητικό δικαστή κατηγορούμενη για “στήσιμο” μόνον η φιλοξενούμενη ομάδα. Και αθώωθηκε χάρη σε μια αριστοτεχνική χρήση διάφορων παραθύρων και χαραμάδων διάφορων νόμων, παρά τις καταθέσεις του πρώην προπονητή και ενός απ’ τους πρώην παίκτες της ομάδας. Η υπόθεση βέβαια εκκρεμεί (σαν μία απ’ τα τις πολλές) και στα πολιτικά δικαστήρια, στη συρόμενη - στο - χώμα υπόθεση της “εγκληματικής οργάνωσης”· και μένει να φανούν οι καλλιτεχνικές ευαισθησίες εκείνου του δικαστηρίου, όταν, τέλος πάντων, το θέμα φτάσει στο ακροατήριο.
Όμως μπορούμε εμείς εδώ, ανεύθυνοι και κυνικοί καθώς είμαστε, να βγάλουμε τα κατ’ αρχήν συμπεράσματά μας. Πρώτον, ο αιώνια πρωταθλητής δεν έχει καμία σχέση μ’ αυτό το στήσιμο ή με οποιοδήποτε άλλο. Αυτό πρέπει να θεωρηθεί αξίωμα, που δεν μπορεί μεν να αποδειχθεί αλλά επίσης δεν μπορεί (απαγορεύεται) να αμφισβητηθεί. Ακόμα κι αν παίχτηκαν 6 μύρια στο 3 - 0, η ομάδα του Πειραιά (και οι ιδιοκτήτες της, φαινομενικοί και πραγματικοί) είναι υπεράνω χρημάτων, και απλά προσέφεραν στους οπαδούς τους μια ακόμα ωραία και πλούσια σε γκολ νίκη, χωρίς να έχουν ίδιον όφελος.
Αν τεκμαίρεται στήσιμο, αυτό το έκανε μόνη της, ολομόναχη, η ομάδα της Βέροιας, σε πλήρη άγνοια του αντιπάλου της. Πως να το κάνουμε; Έκατσε και έφαγε τρία γκολ, γιατί έτσι την βόλευε! Ωστόσο δεν το έκανε χοντροκομμένα. Το έκανε με τακτ, με προσοχή, σεβόμενη το ελληνικό ποδόσφαιρο και τις αξίες του. Αξίζει, λοιπόν, κάθε σεβασμό για το υψηλό αυτοσκηνοθετικό φρόνημά της.
Το ότι υπάρχει η ισχυρή φήμη ότι η ομάδα της Βέροιας ανήκει σ’ αυτό που κάποτε στο παρελθόν ονομάστηκε “ευρύτερο ολυμπιακό φάσμα” δεν πρέπει να ληφθεί υπ’όψη. Κακόβουλοι υπάρχουν παντού. Κι αν κάτι δεν αποδειχθεί (στα ελληνικά δικαστήρια...) τότε, απλά, δεν ισχύει...